Το ΜΙΝΙΟΝ ήταν οι γιορτές μας
Και ο Γιάννης Γεωργακάς ήταν ο άνθρωπος που έδωσε σε όλα τα παιδιά Χριστουγεννιάτικες αναμνήσεις.
- 28/12/2020
- Κείμενο: Νίκη Μπάκουλη
Αν έχεις πατήσει τα 30, δεν συγκεντρώνει πολλές πιθανότητες το ενδεχόμενο να μην έχεις στο πατρικό φωτογραφία εσένα, ως παιδί, στην αγκαλιά του Άγιου Βασίλη που σε περίμενε κάθε τέτοιες μέρες στο Μινιόν. Λες και ήταν στα SOS (και τσεκαρισμένο με το πιο φωσφοριζέ Stabilo) που λάμβανε κάθε γονέας στο μαιευτήριο με οδηγίες για το πώς γίνεται καλά η δουλειά. Ο άνθρωπος που έφτιαξε το ΜΙΝΙΟΝ έφτιαξε το brochure με το πώς γίνεται σωστά η δουλειά του εμπόρου που δεν ξεχνάει να είναι και άνθρωπος.
Αν τυχόν δεν πρόλαβες το Μινιόν, θα πω έντιμα πως έχασες μια από τις βασικές σημειώσεις στην απάντηση του διαχρονικού ερωτήματος «ποια ήταν τα καλύτερα Χριστούγεννα που πέρασες ως παιδί». Κι αν ανήκεις στις περιπτώσεις παιδιών που δεν βοηθήθηκαν από τις συνθήκες, ώστε να περνούν χαρούμενες γιορτές, κατ’ αρχάς να σε καλωσορίσω στο club μας και μετά να σε βεβαιώσω ότι αυτό που ετοίμαζε κάθε Χριστούγεννα ο Γιάννης Γεωργακάς «γέμιζε τα κενά». Και τελικά αυτήν την ανάμνηση που χρειαζόμασταν για να συνεχίσουμε.
Πριν προχωρήσουμε, να σου δώσω κάποια βασικά στοιχεία για το ΜΙΝΙΟΝ.
– Το όνομα προέκυψε από το «μινύος» που σημαίνει μικρός.
– Υπήρξε το ενδέκατο, σε μεγαλύτερο μέγεθος, πολυκατάστημα της Ευρώπης.
– Οι πωλήσεις είχαν φτάσει στο ένα δισεκατομμύριο δραχμές.
– Μας σύστησε με τις ετήσιες εκπτώσεις. «Όταν είχα προσφορές, υπήρχε ουρά χιλιάδων ατόμων γύρω από το τετράγωνο. Έβγαινα και τους έλεγα ‘σας παρακαλώ μη σπάσετε τις πόρτες. Όλοι θα πάρετε’. Εκείνοι το γλεντούσαν. Δεν τους ένοιαζε η φθηνότερη κουβέρτα, αλλά να το γλεντήσουν μαζί μου. Ήθελα να βάλω τα κλάματα όταν τελείωνε το απόθεμα και άνθρωποι έφευγαν απογοητευμένοι. Άρχισα την αρίθμηση (προτεραιότητα) και ανανέωνα το ραντεβού μας, ώστε να ικανοποιηθούν όλοι» – Γιάννης Γεωργακάς
– Μας γνώρισε τις κυλιόμενες σκάλες -αυτό το θαύμα.
– Μέχρι να εμφανιστεί στο χάρτη, δεν υπήρχε κατάστημα που διαφημιζόταν στο ραδιόφωνο ή την τηλεόραση.
– Έως ότου ανοίξει τις πόρτες του, δεν υπήρχε κατάστημα με λίστα γάμου.
– Υπήρξε ο πρώτος προορισμός για τα πάντα. Από το αν ήθελες να αγοράσεις από το πιο μικρό έως το πιο μεγάλο πράγμα μέχρι να κουρευτείς, να πιεις έναν καφέ ή να φας κάτι.
– Πόλεις της περιφέρειας οργάνωναν ταξίδια με προορισμό το κτίριο που βρισκόταν στη συμβολή της Πατησίων και της Δώρου -με τα λεωφορεία να κάνουν ουρά απ’ έξω.
– Οι βιτρίνες του ήταν οι πρώτες που έγιναν πεδίο δράσης καλλιτεχνών -και κλασικό debate με εκείνες του Λαμπρόπουλου για το ποιες ήταν τελικά, καλύτερες σε κάθε γιορτές.
– Δεν υπήρχε σπίτι χωρίς την πορτοκαλί πλαστική σακούλα/τσάντα με τα γράμματα που έγραφαν ΜΙΝΙΟΝ.
– Εκεί είδαν οι Έλληνες τον πρώτο ηλεκτρονικό υπολογιστή.
– Ο ένατος όροφος άνοιγε μόνο στις γιορτές, αφού διαμορφωνόταν κατάλληλα. Εκεί σε περίμενε ο Άγιος Βασίλης, για τη φωτογραφία σας -με την ουρά να είναι ατελείωτη.
Tι υπήρχε σε κάθε όροφο
Ισόγειο: Σχολικά είδη, καλλυντικά, δημιουργία σφραγίδων, προσκλητηρίων κλπ, δισκοπωλείο
1ος: Βιβλιοπωλείο, γραφείο ταξιδιών, φωτοτυπίες, αναψυκτήριο, γραφείο φύλαξης, γραφείο ανακοινώσεων
2ος: Ανδρικά είδη
3ος: Γυναικεία είδη
4ος: Αθλητικά είδη
5ος: Είδη Σπιτιού, pet shop
6ος: Είδη Σπιτιού, ηλεκτρικά είδη, Τμήμα Υπολογιστών (Altec, Apple)
7ος: Παιχνίδια, video games, εποχιακά (Καλοκαίρι : Είδη camping, Φθινόπωρο: Σχολικά, Χειμώνας: χριστουγεννιάτικα, Άνοιξη: είδη αποκριάς). Υπήρχε επίσης μία μεγάλη απομίμηση ελέφαντα
8ος: Όροφος εκδηλώσεων με θέατρο, γιορτές παιδιών υπαλλήλων, playroom με πισίνα με μπαλάκια, μίνι αναψυκτήριο με μαλλί της γριάς, αναψυκτικά, τοστ, coin-ops μηχανήματα
9ος: Εστιατόριο εσωτερικού και εξωτερικού χώρου -προορισμός για τις γιορτές
«Μου είχαν πει πολλοί επιχειρηματίες πως ήμουν ο πρώτος έμπορος, τον οποίον αγάπησε ο κόσμος. Γιατί με είχε αγαπήσει; Επειδή ήμουν ωραίος; Κάθε άλλο. Εγώ κοιτούσα τον κόσμο στα μάτια και ο κόσμος κοιτούσε στα μάτια εμένα» – Γιάννης Γεωργακάς
Ποιος έφτιαξε το ‘ΜΙΝΙΟΝ’
Ο Γιάννης Γεωργακάς γεννήθηκε το 1913, σε ένα χωριό της Ολυμπίας, ως μέλος μιας πολύ φτωχής οικογενείας. Στα 13 άφησε το σπίτι του και ήλθε «ξυπόλητος, αγράμματος και δυστυχής» στην Αθήνα, για να αναζητήσει τη ζωή του. Έκανε όλες τις δουλειές που μπορούσε να βρει: υπήρξε υπάλληλος σε μπακάλικο συγγενή, σερβιτόρος, υπάλληλος σε πρατήριο τσιγάρων και τσιλιαδόρος παπατζή. «Ήμουν χωρίς δουλειά, χωρίς λεφτά και άρρωστος. Ευγνωμονώ τον Αρίστο που μου είπε ‘έλα εδώ να παίρνεις ένα πενηντάρι και να κάνεις τον τσιλιαδόρο’. Xρειαζόμουν το 50αρι για να μην πεθάνω. Στο μέτωπο αργότερα, είχα ‘βουτήξει’ ένα τυρί, για να μην πεθάνω -όπως πέθαναν πολλοί άλλοι».
Αποφάσισε ότι δεν ήθελε να περάσει τη ζωή του όπως ο τσιλιαδόρος και αναγνώρισε πως έπρεπε να καλύψει κάποιες βασικές ανάγκες. Πρώτη ήταν αυτή της εκπαίδευσης. Γράφτηκε σε νυχτερινό σχολείο για εμποροϋπαλλήλους «για να πάρω το απολυτήριο του γυμνασίου. Μετά είδα πως μου χρειάζεται απολυτήριο λυκείου για να πάω στο πανεπιστήμιο». Γιατί ήθελε να πάει πανεπιστήμιο; «Η δουλειά είχε εξελιχθεί και είχαμε προσλάβει πτυχιούχους που έλεγαν ‘καλά άσε τον πρόεδρο, δεν ξέρει. Δεν έχει πτυχίο’». Στα 41 απέκτησε το πρώτο, «παρά τις κατοχές, τους πολέμους και τις αντιξοότητες». Χρειάστηκε πέντε χρόνια. Δεν τον ένοιαζε. Στα 83 το δεύτερο. «Με αντιμετώπιζαν διαφορετικά οι συνομιλητές μου, που γνώριζαν όχι ότι απλώς έχω ένα χαρτί, αλλά πως έχω δουλέψει, έχω υποδομή».
Στα 19, μετά την απόλυσή του από τον στρατό, εργάστηκε για προμηθευτή μικροπραγμάτων σε περίπτερα. Ένα το είχε λατρέψει: ήταν το ‘Μινιόν’, στα Χαυτεία -περιοχή της πλατείας Ομονοίας που πήρε το όνομα της από καφενείο που είχε ανοίξει εκεί κάποιος ονόματι Χαύτας, τον 19ο αιώνα. Του είχε κάνει εντύπωση το γεγονός ότι δεν περιοριζόταν στα κλασικά προϊόντα της εποχής, αλλά είχε στυλό, γυαλιά και πολλά άλλα χρηστικά αντικείμενα.
Ιδιοκτήτης του περιπτέρου ήταν ο Άγγελος Σεραφειμίδης, ο οποίος είχε μόλις μετεγκατασταθεί στην Ελλάδα από την Αμερική. Ο Σεραφειμίδης του πρότεινε να συνεργαστούν. Ανανέωσαν την πραμάτεια τους με τρόπο που θα κάλυπτε πολλά διαφορετικά ‘θέλω’. Ένα παράδειγμα, είναι αυτό που ακολουθεί: «αντί να πουλάμε ένα ξυραφάκι, όπως όλοι οι άλλοι, δίναμε πακέτα με 10 λάμες -που ήταν πιο οικονομικά». Τα περίπτερα έγιναν δύο και στην εξέλιξη της ιστορίας, απέκτησαν το πρώτο τους μαγαζί.
Το άλμα έγινε το 1944, με το opening του ‘ΜΙΝΙΟΝ’ στην Πατησίων. «Ήταν το πρώτο κατάστημα με ορθολογικές βάσεις και management» είχε πει ο εμπνευστής προ 26ετιας.
Ο Σεραφειμίδης επέστρεψε στην Αμερική και ο Γεωργακάς έμεινε μόνος να διαχειριστεί τη συνέχεια -που αφορούσε λεηλασίες από τον ΕΛΑΣ, αλλά και την εμφάνιση του πρώτου μιμητή που λεγόταν ‘Μπιζού’. Στα 37 ο Γεωργακάς αιτήθηκε αδείας για εξαγωγή ελληνικών προϊόντων και εισαγωγή ξένων. Την πήρε και πριν βγει η δεκαετία του ’50 αγόρασε το δεκαόροφο κτίριο που βρισκόταν δίπλα, στην Πατησίων. Το έκανε ένα με το διπλανό που επίσης πέρασε στην κατοχή του. Στη δικτατορία, το ΜΙΝΙΟΝ ήταν το μεγαλύτερο κατάστημα της Αθήνας. Το ’70 έγινε το πρώτο σύγχρονο πολυκατάστημα της χώρας και 11ο της Ευρώπης.
Στη συνέντευξη που είχε δώσει ο Γεωργακάς στην ΕΡΤ το 1994 είχε πει πως «ο καθένας είναι εύκολο να κάνει τη δουλειά για την οποία είναι πλασμένος και στην οποία αφιερώνει τη ζωή του. Εγώ την αφιέρωσα σε αυτήν τη δουλειά. Αφιέρωσα 60 χρόνια». Αποκάλυψε πως το ’80 ήταν έτοιμος να γεμίσει την Ελλάδα με ΜΙΝΙΟΝ, καθώς είχε κάνει μια δημοσίευση, είχε λάβει εκατοντάδες γράμματα «είχα κάνει και μια περιοδεία αστραπή προκειμένου να βρω τον κατάλληλο αντιπρόσωπο, για να ανοίξει ένα κατάστημα σε κάθε πόλη», αλλά αυτό και τα υπόλοιπα σχετικά όνειρα που είχε του τα κατέστρεψε η πυρκαγιά του 1980.
Οι εμπρησμοί που έβαλαν τέλος στο ελληνικό λιανεμπόριο -και άνοιξαν την πόρτα στα ξένα πολυκαταστήματα
Το πρώτο πλήγμα ήταν ο εμπρησμός της Παρασκευής 19ης Δεκεμβρίου του 1980, ημέρα που τυλίχτηκε στις φλόγες και το εμπορικό κατάστημα ‘Κατράντζος’. Είχαν επιστρατευτεί 42 πυροσβεστικά οχήματα και 135 άνδρες της πυροσβεστικής, μαζί με όλους τους μαθητές της σχετικής σχολής. Από το ΜΙΝΙΟΝ έμεινε ο σκελετός. Ο Κατράντζος κατέρρευσε και δεν ξαναχτίστηκε ποτέ. Οι ζημιές υπολογίστηκαν στα 2.000.000.000 δραχμές. Ο ιδιοκτήτης του ΜΙΝΙΟΝ είχε ενημερώσει πως 2 δισεκατομμύρια δραχμές κόστιζε μόνο το εμπόρευμα που είχε χαθεί. Όπως και ότι η ασφάλεια που είχε γίνει ήταν για 200.000.000 δραχμές.
Στις 22/12 η νεοεμφανιζόμενη ‘Επαναστατική Οργάνωση Οκτώβρης ’80’ ανέλαβε την ευθύνη. Στην προκήρυξη μπορούσες να διαβάσεις πως «κάθε επιχείρηση, έτσι και αυτές στηρίζονται στην εκμετάλλευση των προλετάριων. Τα αφεντικά εκμεταλλεύονται της ανάγκη των προλετάριων να έχουν ένα εισόδημα για να ζήσουν και τους στριμώχνουν στο μεροκάματο, την αλλοτρίωση και τη μιζέρια». Συνελήφθησαν τρεις ύποπτοι. Αφέθηκαν ελεύθεροι -λόγω έλλειψης αποδεικτικών στοιχείων. Τα πρωτοσέλιδα έγραφαν για «εμπρηστές τις ομαλότητας» και «σκοτεινές δυνάμεις», με τους εμπρησμούς να συνεχίζονται στις 3/6 του 1981 με θύματα τους ‘Κλαουδάτος’ και ‘Athenee’. Τέσσερις μέρες μετά κάηκαν και τα ‘Δραγώνα’ και ‘Λαμπρόπουλος’ -στον Πειραιά.
Ο ιδιοκτήτης του ΜΙΝΙΟΝ αποκατέστησε τις ζημιές και το 1983 οι πόρτες άνοιξαν και πάλι. Τα δάνεια που είχε πάρει, έγιναν ο λόγος που η επιχείρηση κρατικοποιήθηκε. Το 1991 περιήλθε εκ νέου στα χέρια του Γεωργακά. Ο ανταγωνισμός ήταν πια τεράστιος και η επιχείρηση χρεοκόπησε μια επταετία αργότερα. Αγοράστηκε από την Elmec Sports (της οικογένειας Φάις) που πουλήθηκε στον όμιλο Follie Follie. Είχαν ανακοινωθεί σχέδια επαναλειτουργίας που δεν τη ζήσαμε ποτέ.
Όταν έπαψε να υπάρχει το ΜΙΝΙΟΝ, ουσιαστικά έπαψε να υπάρχει και η αγορά που είχε δημιουργηθεί γύρω του.
Ο Γεωργακάς έγραψε ένα βιβλίο στη ζωή του. Είχε τίτλο «24 τρόποι για να εξοικονομείτε χρόνο» και ήταν προσφορά του ΜΙΝΙΟΝ προς τους πελάτες. Αφορούσε τον τρόπο που τον είχε κάνει επιτυχημένο. «Πιστεύω στον ορθό λογισμό. Στο ότι ο καθένας πρέπει να κάνει πράγματα που ελέγχει και ξέρει να κάνει, όπως ξέρει και τους σκοπούς στους οποίους εντάσσει κάθε πράξη και λέξη σε ένα σύστημα». Για να κάνει ό,τι έκανε «έπεσε πολλή δουλειά, πάρα πολύ ξενύχτι, πολύ κλάμα και πάρα πολύς ιδρώτας». Δεν ήταν απλά τυχερός. «Η τύχη περνάει από μπροστά. Εσύ αποφασίζεις αν θα την αρπάξεις ή δεν θα την αρπάξεις». Δεν θεώρησε ποτέ ότι έκανε θυσίες. «Ό,τι και αν έκανα έγινε επειδή το άξιζε το έργο μου, στο οποίο πίστευα. Λένε πως όποιος πλησιάζει στο σκοπό του ‘πετάει’. Για να πλησιάσεις στο σκοπό, πρέπει να τα βάλεις όλα».
Δεν έκανε οικογένεια και δεν έβαλε ποτέ στη ζυγαριά το ΜΙΝΙΟΝ με το παιδί που δεν απέκτησε. Σημείωσε και ότι στην ερώτηση «τι είναι άνθρωπος;» είχε απαντήσει «είναι ένα χρέος». Σκοπός του ζωής του ήταν «η ηρεμία του πνεύματος που σημαίνει πως έκανα σωστά το καθήκον μου, δεν έκανα στους άλλους ό,τι δεν ήθελα να κάνουν οι άλλοι σε εμένα. Και μετά ένα ωραίο πιάτο φαΐ και μια ωραία συζήτηση με τη γυναίκα μου, το βράδυ να πήγαινα ήσυχος για ύπνο. Αυτό ήταν ευτυχία για εμένα. Μη μου πείτε πως κάποιος που δεν έχει ηρεμία στο μυαλό, μπορεί να είναι ευτυχής; Αν αφήσεις τη ζωή να ξεφύγει, την έχασες».
Ο Γιάννης Γεωργακάς πέθανε στις 14 Ιουνίου του 2002, σε ηλικία 89 ετών.