Όσα έζησα ως Εύζωνας στην Προεδρική Φρουρά
Ένας συντάκτης του NouPou μας βάζει στο κλίμα μιας ξεχωριστής θητείας, περιγράφοντας όσα έζησε - από το πρώτο 24ωρο στο στρατόπεδο της Ηρώδου Αττικού και τη σκληρή εκπαίδευση στο «Ενυδρείο», μέχρι τη μέρα που ανέβηκε στον Λόχο των Ευζώνων και φόρεσε τον γαλάζιο μπερέ, την πρώτη του υπηρεσία στο Προεδρικό Μέγαρο, την εμπειρία του ως εκπαιδευτής και πολλές ακόμα ιδιαίτερες στιγμές από τη θητεία του στην Προεδρική Φρουρά.
- 24/03/2022
- Κείμενο: Κωνσταντίνος Κουτλιάνης
- Φωτογραφίες: Ιωάννα Μορφινού
Στην Προεδρική Φρουρά μπαίνεις επειδή σε επιλέγουν, αλλά δεν μένεις υποχρεωτικά. Ακόμα κι αν θέλεις να παραμείνεις, είναι αμφίβολο αν θα καταφέρεις να ολοκληρώσεις την εκπαίδευση και να γίνεις εύζωνας, κι αυτό γιατί οι εύζωνες ξεπερνούν καθημερινά τον εαυτό τους και τα όριά τους φέρνοντας εις πέρας μια δύσκολη, απαιτητική, επίπονη, αλλά ξεχωριστή «αποστολή».
Εγώ ξεκίνησα τη στρατιωτική μου θητεία στις 24 Ιανουαρίου του 2020 και ήμουν στην σειρά 364 και την Α’ ΕΣΣΟ του 2020. Παρουσιάστηκα αρχικά στον Έβρο, όπου και επιλέχθηκα από την Προεδρική Φρουρά. Έφτασα στην Αθήνα για να περάσω αρχικά τις 45 μέρες εκπαίδευσης στο Στρατόπεδο Γεωργίου Τζαβέλα, που βρίσκεται στην συμβολή των οδών Ηρώδου Αττικού και Βασιλίσσης Σοφίας. Μέχρι το τέλος της θητείας μου πραγματοποίησα 210 ώρες υπηρεσίας στο Προεδρικό Μέγαρο και πάνω από 250 ώρες ως παρατηρητής (ο εύζωνας που παρακολουθεί διαρκώς τους δύο σκοπούς και είναι υπεύθυνος για την ασφάλειά τους). Στην συνέχεια της θητείας μου, επιλέχθηκα στους 8 καλύτερους του Λόχου Ευζώνων και έγινα εκπαιδευτής ευζώνων, που αποτελεί τη μεγαλύτερη τιμή για έναν εύζωνα. Απολύθηκα στο τέλος του Οκτωβρίου του 2020, έχοντας λάβει τιμητική διάκριση και συστατική επιστολή εκπαιδευτή ευζώνων από την Πρόεδρο της Δημοκρατίας. Έχω εκτελέσει ακινησία σε πολλές εκδηλώσεις εντός Προεδρικού Μεγάρου με αποκορύφωμα την 46η επέτειο για την αποκατάσταση της Δημοκρατίας, όπου μαζί με τη σειρά μου πραγματοποιήσαμε 3,5 ώρες ακινησία. Πήρα μέρος σε κυριακάτικες παρελάσεις, παρατάξεις και φυσικά στην έπαρση και υποστολή της ελληνικής σημαίας στον ιερό βράχο της Ακρόπολης.
Η Προεδρική Φρουρά
Η Προεδρική Φρουρά ιδρύθηκε στις 12 Δεκεμβρίου του 1868 υπό την τιμητική ονομασία «Άγημα». Μετά τους Βαλκανικούς Πολέμους, το 1914, μετονομάστηκε σε «Ανακτορική Φρουρά». Το 1929, έτος έναρξης των εργασιών ανέγερσης του Μνημείου του Αγνώστου Στρατιώτη, ονομάστηκε «Λόχος Φρουράς Προέδρου της Δημοκρατίας». Μετά τα ονόματα άλλαξαν διαδοχικά σε «Λόχος Βασιλικής Φρουράς» (1940), «Τιμητική Φρουρά του Αγνώστου Στρατιώτη» (1941), «Φρουρά Σημαίας»(1942), «Βασιλική Φρουρά»(1946). Από το 1974, με την αποκατάσταση της Δημοκρατίας στην Ελλάδα, μετονομάστηκε οριστικά πλέον σε «Προεδρική Φρουρά» έχοντας καθαρά τελετουργικό χαρακτήρα και υπάγεται στο Στρατιωτικό Γραφείο της Προεδρίας της Δημοκρατίας. Το στρατόπεδο στο οποίο εκπαιδεύονται οι Εύζωνες βρίσκεται στο κέντρο της Αθήνας, στη συμβολή των οδών Ηρώδου Αττικού και Βασιλίσσης Σοφίας και έχει την ονομασία του Σουλιώτη οπλαρχηγού και ήρωα της Ελληνικής Επανάστασης του 1821, Γεωργίου Τζαβέλα.
Η πρώτη μέρα και οι επόμενες 44 μέρες της εκπαίδευσης
Όλα ξεκίνησαν πριν καν περάσω την πύλη του στρατοπέδου. Τότε που πήγα για να παρουσιαστώ και στην πύλη με υποδέχτηκαν κάποιοι από τους εκπαιδευτές μου, οι οποίοι με οδήγησαν στο υπόγειο του στρατοπέδου, που φέρει το όνομα «Ενυδρείο» για τους νεοσύλλεκτους. Δεν ήξερα κανέναν και δεν είχα ιδέα τι με περιμένει, οπότε οι πρώτες ώρες ήταν εντελώς σοκαριστικές. Αρχικά μείναμε όρθιοι (αν και όχι εντελώς ακούνητοι) ασταμάτητα για 10 ώρες, με διάλειμμα μόνο για φαγητό στις 08:30 το πρωί (οι περισσότεροι είχαμε ήδη παρουσιαστεί νωρίτερα) και το μεσημέρι στις 13:30. Ήταν το πρώτο σοκ του καλωσορίσματος και, όπως αποδείχθηκε, μια καλή δοκιμασία «διαλογής». Οι φωνές ήταν ασταμάτητες όλες αυτές τις ώρες, με μοναδικό σκοπό να “σπάσουν τον τσαμπουκά μας” αν και κανένας δεν τολμούσε να αντιδράσει. Το δικό μου σοκ είχε περισσότερο να κάνει με το γεγονός ότι αρκετοί υποψήφιοι εύζωνες δεν άντεχαν και ήδη από την πρώτη ώρα δήλωναν πως θέλουν να φύγουν. Από τα 120 άτομα που μπήκαμε ως Α’ ΕΣΣΟ του 2020, έφυγαν 40 την πρώτη κιόλας μέρα. Ορισμένοι επειδή δεν άντεχαν την ψυχολογική πίεση, άλλοι επειδή είχαν πρόβλημα με την ορθοστασία και άλλοι επειδή λιποθύμησαν. Εγώ εκείνες τις ώρες δεν σκεφτόμουν τίποτα, παρά μόνο έσφιγγα τα δόντια και έκανα υπομονή.
Νωρίς το απόγευμα μας άφησαν να γυρίσουμε στα σπίτια μας και όλο αυτό συνέβαινε επί πέντε μέρες, μέχρι να γίνει το πρώτο ξεκαθάρισμα μεταξύ των υποψηφίων. Όταν βγήκα από το στρατόπεδο, μετά από την πρώτη μου μέρα, περπάτησα για είκοσι λεπτά μέχρι το Α’ Νεκροταφείο για να πάρω το αυτοκίνητό μου, που το είχα αφήσει εκεί δίπλα. Στη μισή διαδρομή κοιτούσα το πεζοδρόμιο, φανερά επηρεασμένος από τις 10 ώρες που είχα περάσει κοιτάζοντας τις αρβύλες μου και το πάτωμα.
Από την επόμενη μέρα κιόλας, έμαθα περισσότερα πράγματα ενώ παράλληλα εκπαίδευα την ακοή μου, γιατί απαγορευόταν να κοιτάζω τους εκπαιδευτές μου στα μάτια. Εκείνους τους κοίταξα πρώτη φορά τη μέρα της ορκωμοσίας. Η εκπαίδευσή μου βέβαια δεν τελείωσε ποτέ, καθώς μέχρι και τη μέρα της απόλυσης έμαθα πράγματα για τον εαυτό μου και για τη συγκεκριμένη θητεία. Οι μέρες που πέρασα μαζί με τη σειρά μου στον Λόχο Υποψηφίων Ευζώνων (Ενυδρείο), έχουν μείνει χαραγμένες στο μυαλό μου για πάντα. Στο διάστημα αυτό, έμαθα οπλοασκήσεις, παρέλαση, τα ευζωνικά βήματα, την ευζωνική υπηρεσία και ακινησία. Αυτά είναι και τα βασικά κομμάτια της εκπαίδευσης που πέρασα μέχρι να φτάσω στο σημείο να πάρω, τη μέρα της ορκωμοσίας, τον -μοναδικό στον ελληνικό στρατό- γαλάζιο μπερέ.
Μετά τις πρώτες πέντε ημέρες, ξεκινάει η εκπαίδευση, με τις απλές οπλασκήσεις και, αρκετά μετά, με τις ευζωνικές. Σε αυτές αγνόησα τον πόνο, αδιαφόρησα για τις μελανιές στον αριστερό μου ώμο από τα απανωτά επ’ώμου και σταμάτησα να λειτουργώ με τη σωματική δύναμη, αλλά επιστράτευσα την εσωτερική δύναμη που πηγάζει από το μυαλό. Όταν μιλάμε για Προεδρική Φρουρά μιλάμε για την τελειότητα, άρα οι εκτελέσεις των παραγγελμάτων πρέπει να είναι άψογες και απόλυτα συγχρονισμένες, οπότε το επ’ώμου το κάναμε εκατοντάδες φορές.
Η παρέλαση μέσα στο στρατόπεδο ή στο Ζάππειο, όπου κάναμε την προπόνησή μας, ήταν αρκετά επίπονη και αυτό γιατί η ευζωνική παρέλαση δεν έχει καμία σχέση με την υπόλοιπη του ελληνικού στρατού. Οι εύζωνες πρέπει να σηκώνουν το πόδι οριζόντια (παράλληλα με το έδαφος) καθ’όλη τη διάρκεια της προπόνησης, η οποία μπορούσε να διαρκέσει από μία ώρα μέχρι και τρεις. Μπορεί εμείς να πέσαμε σε περίοδο που οι παρελάσεις δεν επιτρέπονταν (λόγω COVID), ωστόσο προπονηθήκαμε αρκετά για τη μέρα που θα βγούμε με χιλιάδες κόσμου έξω, ώστε να είμαστε αψεγάδιαστοι.
Για 40 μέρες στην εκπαίδευση και άλλες πολλές μετά, κάναμε καθημερινή γυμναστική στο Ζάππειο και στον Εθνικό Κήπο, την ώρα που οι πιο πρωινοί κάτοικοι της Αθήνας πήγαιναν στις δουλειές τους. Έδωσα μεγάλη βαρύτητα στα ευζωνικά βήματα, προπονήθηκα πολύ και ζόρισα τον εαυτό μου για να είμαι καλός πριν φτάσω στο σημείο να κάνω υπηρεσία στο Προεδρικό Μέγαρο, ενώ βρήκα τρόπους να συγχρονιστώ τέλεια με το ζευγάρι μου. Όχι ότι είχα δηλαδή και άλλη επιλογή.
Τελευταίο και απαιτητικό κομμάτι στην εκπαίδευση ήταν η ακινησία. Ξεκινήσαμε από τα 30 λεπτά και φτάσαμε στις τρεις ώρες. Στην ακινησία, ξεπερνάς κάθε όριο του εαυτού σου και εκπαιδεύεσαι να κοιτάζεις ένα συγκεκριμένο σημείο χωρίς να κάνεις μορφασμούς, χωρίς να κουνιέσαι, χωρίς να διψάς, χωρίς να καταλαβαίνεις από κούραση, σταματώντας με κάθε τρόπο το ενδεχόμενο να φταρνιστείς ή να βηξεις ή να κουνηθείς την ώρα που ο ιδρώτας περνάει στο μάτι σου. Αυτά δηλαδή που αναρωτιέται ο κόσμος πώς τα κάνουνε οι εύζωνες, σε αυτά ακριβώς εκπαιδευτήκαμε για 40 δύσκολες μέρες.
Την τελευταία μέρα ετοιμάστηκα και προσπαθούσα να συνειδητοποιήσω πώς κατάφερα μαζί με τους υπόλοιπους 42 της σειράς μου να πάρουμε τον γαλάζιο μπερέ. Στη μεγάλη αυτή μέρα, μετά την ορκωμοσία, κατέβηκα στο Ενυδρείο για τελευταία φορά ώστε να πάρω τα πράγματά μου και να ανέβω στον Λόχο των Ευζώνων. Για λίγα λεπτά μείναμε εκεί με τους εκπαιδευτές μας και πενήντα περίπου άνδρες ξεσπάσαμε ταυτόχρονα σε λυγμούς όταν μας έδωσαν την άδεια επιτέλους να τους κοιτάξουμε στα μάτια και να τους αγκαλιάσουμε. Με τα κακά και τα καλά τους, ζήσαμε μαζί πολλά και εκείνοι μας τόνισαν πόσο υπερήφανοι ήταν που τα καταφέραμε. Περήφανοι νιώθαμε κι εμείς, όταν ανεβήκαμε επιτέλους στον Λόχο, όπου οι παλιοί Εύζωνες μας υποδέχτηκαν θερμά. Για την υπόλοιπη θητεία μου, εγώ κοιμόμουν στην 6η Διμοιρία, την οποία αγάπησα στην πορεία.
Το ζευγάρι μου στην Προεδρική Φρουρά
Πάντα στα δύο σημεία που κάνουν την υπηρεσία τους οι Εύζωνες θα δείτε δύο σκοπούς, το λεγόμενο ζευγάρι. Υπάρχουν δύο στο Προεδρικό Μέγαρο και δύο στο Μνημείο του Αγνώστου Στρατιώτη. Εμάς μας επέλεξαν ως ζευγάρι όταν ήμασταν στην 3η περίπου εβδομάδα της εκπαίδευσης. Εκτός από το ύψος μας, είδαν κοινά χαρακτηριστικά γενικότερα στην εμφάνιση αλλά και στον χαρακτήρα μας, γι’ αυτό και μας έβαλαν μαζί. Τότε μου έφεραν δίπλα μου ένα άτομο που μέχρι εκείνη τη στιγμή μόνο το άκουγα και δεν το είχα δει ποτέ ξανά. Μέχρι και την τελευταία μέρα, ήταν ο άνθρωπος με τον οποίο τα κάναμε όλα μαζί. Ο Παναγιώτης Ασημόπουλος ήταν το ζευγάρι μου, εκείνος με τον οποίο μοιράζαμε το άγχος μας καθημερινά, μάθαμε τα ευζωνικά βήματα, μάθαμε την υπηρεσία μας στο Προεδρικό Μέγαρο και μιλούσαμε για όλα. Ήταν ο καλύτερος που μπορούσα να έχω και αυτό είναι το μόνο σίγουρο. Όταν ανεβήκαμε στον Λόχο, κοιμόμασταν στην ίδια κουκέτα – πάνω εγώ και κάτω εκείνος. Κάθε μέρα ξυριζόμασταν μαζί, ντυνόμασταν μαζί, τρώγαμε μαζί, ξεκουραζόμασταν μαζί, αγχωνόμασταν μαζί, καθαρίζαμε μαζί, γυαλίζαμε τα ευζωνικά υλικά μαζί, παίρναμε κολατσιό μαζί, όλα μαζί.
Υπηρεσία στο Προεδρικό Μέγαρο
Τις πρώτες φορές που πήγα στο Προεδρικό Μέγαρο για να κάνω την υπηρεσία μου, είχα απόλυτο άγχος για το αν θα θυμάμαι τα βήματα και αν θα κάνω λάθη. Τις πρώτες τέσσερις – πέντε μέρες, κάναμε αποκλειστικά νυχτερινές υπηρεσίες (μετά τα μεσάνυχτα), αφενός για να μην υπάρχει κόσμος και αγχωθούμε και αφετέρου για να διορθώσουμε τα λάθη μας προτού κάνουμε υπηρεσία τη μέρα. Εννοείται πως χάρηκα απίστευτα όταν από την πρώτη κιόλας περίοδο δέχτηκα θετικά σχόλια για την τεχνική μου και για την υπηρεσία μου. Όλα αυτά τα σημειώνουν οι παλιοί εύζωνες, που επιβλέπουν τους νέους ως παρατηρητές.
Όταν κατέβαινα την Ηρώδου Αττικού ένιωθα άτρωτος, ένιωθα κάτι πρωτόγνωρο, γιατί φορώντας την ευζωνική στολή δεν είσαι ο εαυτός σου. Εκεί έκανα μαζί με το ζευγάρι μου 210 ώρες υπηρεσίας. Περάσαμε μήνες στο ίδιο σημείο, που ουσιαστικά ήταν το σπίτι μας για ένα διάστημα. Ήταν το μέρος όπου ένιωθα ασφάλεια, γιατί στην υπηρεσία ξεχνούσα κάθε δυσκολία, κάθε άγχος και κάθε προσωπικό πρόβλημα. Η υπηρεσία λειτουργούσε σε μένα ως ψυχοθεραπεία. Μετά τις 210 ώρες, σταμάτησα γιατί πήρα πόστο – δηλαδή από απλός σκοπός έγινα κάτι ας πούμε πιο σημαντικό και απαιτητικό ταυτόχρονα. Εγώ έγινα εκπαιδευτής και το ζευγάρι μου παρατηρητής.
Έχοντας ξεκινήσει χειμώνα τη θητεία μου, όταν έφτασε η ώρα να κάνω υπηρεσία, ήταν η περίοδος που οι Εύζωνες φορούσαμε τη χειμερινή στολή – τον μπλε «ντουλαμά» του Μακεδονικού Αγώνα. Αυτή ήταν και η στολή που έκανα τα πάντα για να φορέσω λόγω της καταγωγής μου από τη Θεσσαλονίκη. Οι Εύζωνες φοράνε τη χειμερινή περίοδο τον μπλέ ντουλαμά, ενώ τη θερινή τον χακί ντουλαμά των Βαλκανικών Πολέμων. Τις Κυριακές, τις επίσημες αργίες και σε παρελάσεις και επίσημες παρατάξεις οι εύζωνες φοράνε τα «λευκά», την επίσημη στολή των Ευζώνων την οποία φορούσαν στην Ελληνική Επανάσταση του 1821. Επίσης, οι Εύζωνες φοράνε στην έπαρση και την υποστολή της σημαίας στον Ιερό Βράχο της Ακρόπολης, σε παρελάσεις, παρατάξεις και διαπιστευτήρια στο Προεδρικό Μέγαρο τη στολή των Κρητών, τα βρακοφορικά. Τέλος, σε ημέρες μνήμης και διαπιστευτηρίων, οι Εύζωνες φοράνε επίσης και την Ποντιακή στολή, την παραδοσιακή ενδυμασία του Βρακοφόρου του Αιγαίου και τη Θρακιώτικη ενδυμασία.
Μερικά έξτρα trivia για την ευζωνική θητεία και καθημερινότητα:
-Για να γίνει κανείς Εύζωνας, πρέπει τυπικά να έχει ύψος πάνω από 1,87. Αυτό βέβαια εξαρτάται πολλές φορές κι από τη σειρά, στη δική μου για παράδειγμα το όριο ήταν το 1,85.
-Όσοι έχουν ύψος μέχρι 1,90 κάνουν υπηρεσία στο Προεδρικό Μέγαρο. Στο Σύνταγμα, στο Μνημείο του Άγνωστου Στρατιώτη, κάνουν υπηρεσία όσοι είναι πάνω από 1,90.
-Κάθε εύζωνας κάνει υπηρεσία μαζί με το ζευγάρι του τέσσερις φορές τη μέρα, ανά εξάωρο. Η κάθε υπηρεσία διαρκεί μία ώρα. Βέβαια ορισμένες φορές γίνονται 5 υπηρεσίες στην ίδια μέρα.
-Τέσσερις φορές τη μέρα πρέπει επίσης να ξυρίζεσαι – πάντα κόντρα χωρίς ίχνος τρίχας.
-Το μουστάκι είναι αυτό που ξεχωρίζει τους νέους από τους παλιούς. Όσο είσαι καινούργιος, δεν επιτρέπεται να έχεις μουστάκι. Όταν συμπληρώσεις γύρω στις 100 ώρες υπηρεσίας, σου επιτρέπουν να αφήσεις μουστάκι οι παλιοί Εύζωνες.
-Κατά τη διάρκεια της υπηρεσίας, ο εύζωνας πρέπει να είναι ακούνητος, ανέκφραστος και αμίλητος. Αν για οποιονδήποτε λόγο χρειαστεί την παρέμβαση του παρατηρητή, χτυπάει μια φορά το όπλο του κάτω και, για να συνεννοηθεί μαζί του, υπάρχει ένας κώδικας: Ο παρατηρητής κάνει ερωτήσεις και ο εύζωνας απαντάει κλείνοντας μια φορά τα μάτια του για «ναι», δύο φορές για «όχι».
Οι συμβολισμοί της στολής και των βημάτων
Όταν μπήκα στην Προεδρική Φρουρά, δεν ήξερα τίποτα σχεδόν για τους συμβολισμούς και τα βήματα. Όντας παρατηρητής μίλησα με εκατοντάδες ανθρώπους -εξηγώντας τους τι είναι αυτό που κάνουμε, τι συμβολίζουν οι κινήσεις και δίνοντας άλλες πληροφορίες για τους Εύζωνες- και συνειδητοποίησα ότι δεν ήμουν ο μόνος που δεν ήξερε. Πολύ απλά γιατί κανένας δεν μας τα μαθαίνει. Μια φράση λέει πως «Ο λαός που ξεχνά την Ιστορία του είναι καταδικασμένος να την ξαναζήσει» γι΄αυτό κι εγώ, με τη σειρά μου, όσα έμαθα τα μετέφερα σε όσο περισσότερο κόσμο μπορούσα.
Εύζωνας (ευ + ζώνη = ο καλά ζωσμένος) είναι η σωστή ονομασία και όχι τσολιάδες όπως μας αποκαλεί συχνά ο κόσμος, που δεν γνωρίζει πως είναι υποτιμητικό και το έλεγαν οι Τούρκοι για τους Έλληνες αγωνιστές της Επανάστασης. Όταν πήρα για πρώτη φορά τα ευζωνικά μου, κατάλαβα τη σημασία τους και σε αυτό με είχαν προϊδεάσει οι εκπαιδευτές μου. Τα ευζωνικά υλικά και οι στολές έχουν αριθμούς, όπως και τα τσαρούχια. Εγώ ακόμα θυμάμαι τον Μακεδονικό Ντουλαμά που είχα, με το νούμερο 25, τους 2 θερινούς με αριθμό Δ276 και 381, τα τσαρούχια μου με αριθμό 713 και 740, τη φέρμελη με αριθμό 39, το πουκάμισο με αριθμό Δ117Α και το όπλο μου με αριθμό 5806584. Αυτά και άλλα πολλά τα έχω κρατήσει στη μνήμη μου – και σε ένα τετράδιο όπου, όσοι εύζωνες υπηρέτησαν μαζί μου, έγραψαν μια αφιέρωση για όσα ζήσαμε.
Όλα τα ευζωνκά υλικά είναι χειροποίητα και κατασκευάζονται μέσα στο στρατόπεδο. Η φουστανέλα αποτελείται από 400 πιέτες, όσα δηλαδή τα χρόνια της Τουρκοκρατίας. Το λευκό της χρώμα συμβολίζει την αγνότητα των αγώνων για εθνική ανεξαρτησία. Η φέρμελη (το γιλέκο) είναι το πιο περίτεχνο κομμάτι της στολής και είναι κεντημένη με λευκά και επίχρυσα νήματα, με τα οποία απεικονίζονται σχέδια λαογραφικής σημασίας με διαφορετικούς συμβολισμούς. Το κόκκινο φάριο (καπέλο) με το εθνόσημο συμβολίζει το αίμα που χύθηκε από τους Έλληνες στους απελευθερωτικούς αγώνες, ενώ ο μαύρος μεταξωτός του θύσανος συμβολίζει τα δάκρυα και το πένθος των ανθρώπων που έμειναν πίσω. Τα κυανόλευκα μεταξωτά κρόσσια στη στολή των Ευζώνων αποτελούν σύμβολο της ελληνικής σημαίας. Στα βήματα, οι Εύζωνες κάποια στιγμή συμβολίζουμε το “ΟΧΙ” που είπαμε στους Ιταλούς, με το σώμα και τα όπλα μας. Τα τσαρούχια μας τα χτυπάγαμε δυνατά στο έδαφος για να ακούνε οι νεκροί μας πως είμαστε ακόμα ζωντανοί και ελεύθεροι.
Εκπαιδευτής δύο φορές και η στιγμή της απόλυσης
Μετά από μήνες στον Λόχο, αρκετές υπηρεσίες και δυσκολίες, αλλά και πολλά “μπράβο” από παλιούς εύζωνες, ήρθε η μέρα που μας μάζεψαν στο προαύλιο και μας ανακοίνωσαν τα πόστα μας. Εκεί ακούστηκε το όνομά μου σε αυτό των εκπαιδευτών. Πολύ σύντομα κατεβήκαμε ξανά στο Ενυδρείο, όπου πήρα τη θέση των εκπαιδευτών μου. Μαζί με άλλα επτά παιδιά, που ήμασταν μια οικογένεια, περάσαμε μαζί με νεοσύλλεκτους απίστευτες στιγμές για τουλάχιστον 80 μέρες. Ήμασταν η μοναδική ΕΣΣΟ η οποία εκπαίδευσε δύο φορές και αυτό ήταν το καμάρι μας. Ξεκινήσαμε με την Γ’ ΕΣΣΟ, προσπαθώντας να τους μεταφέρουμε όσα είχαμε ήδη ζήσει εμείς, όσα πρέπει να ξέρουν και γενικότερα όσα αφορούν την εκπαίδευση, ώστε να γίνουν ίδιοι και καλύτεροι από εμάς.
Εγώ μπορώ να πω πως λειτουργούσα αρκετά ως ψυχολόγος μέσα στο στρατόπεδο. Έχοντας περάσει από τη θέση τους και γνωρίζοντας όσα δεν μου άρεσαν από τους εκπαιδευτές μου, προσπάθησα να γίνω καλύτερος και ήρθα κοντά με τα παιδιά. Μετά εκπαιδεύσαμε τη Δ’ ΕΣΣΟ και ακολούθησα την ίδια λογική, με τη διαφορά ότι τα παιδιά έζησαν ακόμα περισσότερο την πανδημία και τα πράγματα στο στρατόπεδο ήταν τελείως διαφορετικά γιατί έπρεπε να προσέχουμε να μην μπει κρούσμα στον Λόχο. Όταν τελείωνε η κάθε εκπαίδευση, έκλαιγα και εγώ και αγκάλιαζα τα παιδιά σαν να ήταν παιδιά μου, σαν να ήμουν φτιαγμένος για αυτό. Δεν σε διδάσκει κανείς πώς να γίνεις εκπαιδευτής, παρά μόνο πώς να γίνεις εύζωνας – το πρώτο το ανακαλύπτεις μόνος σου, ξεπερνώντας κι άλλα προσωπικά σου όρια.
Στις 24 Οκτωβρίου 2020, πήγα στο στρατόπεδο με πολιτικά ρούχα, έχοντας παραδώσει όλα τα ευζωνικά υλικά μου τις προηγούμενες ημέρες, έχοντας ξυριστεί για τελευταία φορά, έχοντας λάβει την τιμητική διάκριση και την ονομαστική συστατική μου επιστολή από την Πρόεδρο της Δημοκρατίας. Όλα ήταν έτοιμα, αλλά εγώ δεν ήμουν έτοιμος για το γεγονός ότι όλοι όσοι εκπαίδευσα θα έμεναν πίσω. Κλαίγαμε μέχρι να περάσω για τελευταία φορά την πύλη του στρατοπέδου. Όλες τις τελευταίες μέρες μιας σειράς το στρατόπεδο αποχαιρετάει πολλά πράγματα (θετικά και αρνητικά) και εγώ είχα στις αποσκευές μου και από τα δύο, αλλά έδωσα βάση στα όμορφα που είχα ζήσει και όχι στις άσχημες μέρες. Δεν κλαίγαμε επειδή ήμασταν αδύναμοι. Αντιθέτως, κλαίγαμε επειδή είχαμε γεμίσει με τόσες εμπειρίες που είναι αδύνατο να τις περιγράψω ακόμα και σε αυτό το τόσο μακροσκελές κείμενο.
Η εμπειρία μου στην Προεδρική Φρουρά ήταν για εμένα κάτι το ανεπανάληπτο και είναι άλλωστε κάτι που δεν δίνεται η ευκαιρία σε όλους να τη ζήσουν. Η αλήθεια είναι πως δεν ξέρω αν θα ήθελα να περάσω την ίδια διαδικασία από την αρχή, αλλά, αν είχα την επιλογή να κάνω ξανά κάτι από όλα αυτά, θα ήταν να εκπαιδεύσω και τρίτη φορά, να κάνω με το ζευγάρι μου μια τελευταία υπηρεσία φορώντας τον Μακεδονικό Ντουλαμά και να κάνω μια ακόμα παρέλαση.
Εύζων εκπαιδευτής Κουτλιάνης Κωνσταντίνος , 2020 Α’ ΕΣΣΟ