Οδοιπορικό στα Μανιάτικα του Πειραιά
Αφιέρωμα: ΠειραιάςΕπόμενη στάση: Μανιάτικα. Πήραμε το μετρό, κατεβήκαμε στον σταθμό Μανιάτικα του Πειραιά και περιηγηθήκαμε στην περιοχή, που μόνο όσοι μεγάλωσαν ή ζουν εκεί γνωρίζουν πραγματικά καλά.
- 30/10/2022
- Κείμενο: Άννυ Τζαβέλλα
- Φωτογραφίες: Άννυ Τζαβέλλα
Ο σταθμός Μανιάτικα στον Πειραιά προστέθηκε πρόσφατα στη μπλε γραμμή του μετρό, βάζοντας την περιοχή κατά κάποιο τρόπο στον χάρτη. Γιατί μεταξύ μας, πόσοι ήταν οι Αθηναίοι -εκτός των Πειραιωτών- που είχαν επισκεφτεί τα Μανιάτικα πριν; Εικάζουμε, λίγοι.
Ο Πειραιάς για τους περισσότερους νότιους, ήταν ανέκαθεν εύκολα προσβάσιμος με αυτοκίνητο ή λεωφορείο μέσω της παραλιακής, παρά το γεγονός ότι σε πολλά σημεία πήζεις κυριολεκτικά στην κίνηση. Πλέον, με τη δημιουργία των τριών νέων σταθμών του μετρό (Μανιάτικα, Πειραιάς, Δημοτικό Θέατρο), ο Πειραιάς γίνεται προσβάσιμος για όλους.
Βέβαια, αν το καλοσκεφτείς, κάποιος που θέλει να ξεκινήσει για παράδειγμα από τη Γλυφάδα με προορισμό τον Πειραιά, θα πρέπει ουσιαστικά να κάνει έναν τεράστιο κύκλο. Πρέπει να πάρει το μετρό στο Ελληνικό, να αλλάξει γραμμή στο Σύνταγμα με κατεύθυνση προς Δημοτικό Θέατρο και να κατέβει αρκετές στάσεις μετά.
Μιλάμε για μία διαδρομή, που επειδή την έκανα, υπολογίζεται γύρω στη μία ώρα και κάτι. Πολύ, ε; Δεν θα ήταν ιδανικό η Γλυφάδα να αποκτήσει τον δικό της σταθμό; Έτσι, δεν θα χρειάζεσαι ένα ακόμη μέσο για να μεταβείς στο μετρό του Ελληνικού και οι μετακινήσεις σου θα γίνουν αυτομάτως πιο «εύκολες». Για να δούμε…
Λοιπόν, στο θέμα μας. Μανιάτικα! Τα Μανιάτικα είναι μια από τις λιγότερο γνωστές περιοχές του Πειραιά. Ανάμεσα στα Ταμπούρια, τα Καμίνια και την Κοκκινιά βρίσκεται αυτή η συνοικία, που πήρε το όνομά της από τους Μανιάτες και τις Μανιάτισσες, οι οποίοι έφτασαν περί τα τέλη του 1800 στο λιμάνι και εγκαταστάθηκαν κοντά στον λόφο του Βώκου, ώστε να βλέπουν στη θάλασσα και τα πέριξ.
Οι Μανιάτες, μετά τους Υδραίους και τους Χιώτες, ήταν οι πρώτοι που μετοίκησαν στον Πειραιά. Μάλιστα, ήταν τα «εργατικά χέρια» στο λιμάνι. Χαμάληδες τους φώναζαν τότε, καθώς έκαναν τις πιο δύσκολες, βαριές δουλειές.
Η περιοχή μέχρι σήμερα κατοικείται ως επί το πλείστον από Μανιάτες. Αν δεν έχεις καταγωγή από τη Μάνη, τότε ίσως θα έπρεπε να νιώθεις παρείσακτος. Και το γεγονός ότι βρίσκεσαι στον Πειραιά, δεν έχει καμία σημασία.
Στο δια ταύτα. Φτάνοντας στον σταθμό Μανιάτικα και ανεβαίνοντας τις κυλιόμενες σκάλες, το πρώτο πράγμα που παρατήρησα, ήταν ότι σχεδόν σε κάθε σπίτι υπήρχαν άνθρωποι στα μπαλκόνια, που κοιτούσαν με μισό μάτι τον κόσμο που έβγαινε από τον σταθμό. Ένιωσα λες και διατάρασσα την ησυχία τους.
Οι κυλιόμενες οδηγούν σε ένα νέο πάρκο, το οποίο δημιουργήθηκε για τις ανάγκες του σταθμού. Εκεί, σε ένα παγκάκι, η κυρία Σοφία, Μανιάτισσα και επί εξήντα χρόνια κάτοικος της περιοχής, μου δίνει μια πρώτη εικόνα για το πού βρίσκομαι και τι σημαίνει πραγματικά Μανιάτικα. «Στην περιοχή ζούσαν και ζουν σχεδόν αυστηρά Μανιάτες. Αν και όταν λέω περιοχή, εννοώ αυτή τη μικρή μας συνοικία, γιατί μικρή είναι στην πραγματικότητα. Μία μικρή συνοικία, μία μεγάλη γειτονιά. Οι γείτονες εδώ γνωρίζονται μεταξύ τους, στον φούρνο λέμε καλημέρα και τον καφέ μας τον πίνουμε αναπολώντας τα παλιά μας Μανιάτικα».
Καθώς καθόμαστε και ανταλλάζουμε μερικές σύντομες κουβέντες, παρατηρώ πιο δίπλα το άγαλμα της «ηρωίδας Μανιάτισσας». Πλησιάζοντας και έχοντας κάνει το search μου για το τι αντικρίζω, παρατηρώ πιο προσεκτικά τη δρεπανηφόρο Μανιάτισσα που στο υψωμένο δεξί της χέρι κρατά ένα δρεπάνι, ενώ στο άλλο κρατά αγκαλιά το μωρό της.
Το άγαλμα συμβολίζει τον αγώνα του έδωσαν οι Μανιάτισσες με μοναδικό τους όπλο το δρεπάνι, αποκρούοντας και ταπεινώνοντας τα στρατεύματα του Ιμπραήμ στο ακρογιάλι του Διρού (22 – 25 Ιουνίου 1826). Η ηρωίδα Μανιάτισσα στέκει αγέρωχη στο σημείο, τιμώντας τη μανιάτικη παράδοση και ιστορία, ενώ ταυτόχρονα κάνει τον επισκέπτη να αντιληφθεί σύντομα που βρίσκεται και τι σημαίνει αυτός ο τόπος για τους κατοίκους.
Ο δρόμος που συναντάς βγαίνοντας από το μετρό είναι η οδός Αιτωλικού, γύρω από την οποία χτυπά η καρδιά των Μανιάτικων. Η κυρία Σοφία, μου λέει πως για να γνωρίσω καλά τι εστί μανιάτικα πρέπει να ανηφορίσω την Αιτωλικού και να φτάσω μέχρι τον λόφο του Βώκου. Ξεκινώντας, λοιπόν, τη διαδρομή αυτή κάνω σύντομα την πρώτη μου στάση λίγα μέτρα από τον σταθμό, στον αριθμό 90 του ίδιου δρόμου. Εκεί, βρίσκεται ο φούρνος «Άρτος & Μέλι», για τον οποίο κάτοικος της περιοχής μου είχε μιλήσει με τα καλύτερα λόγια. Για περισσότερα από σαράντα χρόνια, ο συγκεκριμένος φούρνος βρίσκεται στο ίδιο σημείο. Οι ιδιοκτήτες; Μα φυσικά, Μανιάτες.
Εκεί, η κυρία Βούλα, θεία της ιδιοκτήτριας Αντωνίας Καρακατσάνη, με ενημερώνει ότι στον φούρνο τους θα βρούμε παραδοσιακά προϊόντα και συνταγές της Μάνης: Δίπλες, τραβηχτές με σύγκλινο και τυρί, αλλά και τηγανίτες (ή όπως τις λένε, τηγανίδες). Αχ αυτές οι τηγανίτες! Η κυρία Βούλα μού βάζει δύο μεγάλες σακούλες για να τις δοκιμάσω, αφού όπως μου εκμηστηρεύεται πρόκειται για μια συνταγή 100 χρόνων. Αυτό και μόνο με έκανε να λαχταρώ να τις δοκιμάσω. Αν βρεθείς στην περιοχή κάποιο πρωινό, κάνε ένα quick stop εκεί. Σημείωσε πως υπάρχει και δεύτερος φούρνος «Άρτος & Μέλι» λίγα μέτρα πιο κάτω στον ίδιο δρόμο.
Συνεχίζοντας τον ανηφορικό δρόμο, με κατεύθυνη προς τον λόφο του Βώκου, πέρασα από πολλές γειτονιές (Αυτή η ανηφόρα ρε παιδί μου ανυπόφορη). Η θέα από ψηλά ελαφρώς σε αποζημιώνει, αφού βλέπεις μέχρι τη θάλασσα και ένα μέρος της Αθήνας. Πολλά από τα σπίτια είναι μονοκατοικίες, ενώ το πολύ να δεις μέχρι τριώροφο στο μεγαλύτερο μέρος των Μανιάτικων. Δεν υπάρχουν, δηλαδή, πολλές πολυκατοικίες και κυρίως δεν βλέπεις σύγχρονα κτίρια.
Τα περισσότερα οικήματα είναι παλιά. Αρκετά είναι και γκρεμισμένα. Σε διάφορες γωνιές συνάντησα ερείπια, που δεν έχουν αξιοποιηθεί μέσα στα χρόνια. Ίσως, με αφορμή το άνοιγμα του μετρό στην περιοχή, να δημιουργηθεί η ανάγκη όλα αυτά τα αχρησιμοποιήτα ακίνητα να χτιστούν.
Την περισσότερη ώρα ένιωθα λες και δεν βρισκόμουν στην Αθήνα. Λες και πήρα το μετρό και η διαδρομή αυτή με έβγαλε χιλιόμετρα μακριά. Τα Μανιάτικα είναι πράγματι σαν μια μικρή Μάνη χωμένη κάπου μέσα στον Πειραιά.
Που είχαμε μείνει; Α, ναι. Αφού φτάνω στον λόφο του Βώκου, μπαίνω στο ομώνυμο άλσος και κάνω μια σύντομη βόλτα -αφού δεν είναι δα και τόσο μεγάλο. Το μέρος είναι ιδιαίτερα ήσυχο, διαθέτει παιδική χαρά, γηπεδάκια, πάρκο για σκύλους, ενώ είδα και μερικές χελώνες να κυκλοφορούν ελεύθερες. Εντάξει, όχι και κάτι το τρομερό, αλλά τουλάχιστον το σημείο αυτό θα αποτελεί μια ιδανική έξοδο για οικογένειες με παιδιά όχι μόνο από τα Μανιάτικα, αλλά από κάθε γειτονική συνοικία.
Συνεχίζοντας τη βόλτα μου, επιλέγω να μην περάσω πάλι από την Αιτωλικού, αλλά να δω και την οδό Λακωνίας -δύο δρόμους δίπλα. Στη Λακωνίας, οι περισσότερες επιχειρήσεις κλειστές, και όταν λέω κλειστές εννοώ για πάντα. Βιτρίνες, γραφεία, αφημένα εκεί απλά για να θυμίζουν πως κάποτε υπήρχε κίνηση και ζωή -καμία σχέση με την Αιτωλικού.
Καθώς κατηφορίζω, βρίσκω την οδό Μακεδονίας και στρίβω αριστερά, για να βγω στην εκκλησία της Αγίας Σοφίας. Πριν την εκκλησία, στη γωνία, βρίσκεται το μεζεδοπωλείο «Το Στέκι του Γίγαντα» (Ἀσκληπιοῦ 43). Πρόκειται για ένα παραδοσιακό μεζεδοπωλείο, διακοσμημένο με αντικείμενα συναισθηματικής αξίας από το παρελθόν. Εικόνες, δίσκοι, μουσικά όργανα, τα πάντα βρίσκεις τοποθετημένα από εδώ και από εκεί.
Δείτε αυτή τη δημοσίευση στο Instagram.Η δημοσίευση κοινοποιήθηκε από το χρήστη Το στέκι του Γίγαντα (@tostekitougiganta)
Ο ιδιοκτήτης έχει καταγωγή από τη Σύρο, για αυτό και πρωταγωνιστούν οι νησιώτικες γεύσεις και τα συριανά αρώματα. Η ατμόσφαιρα είναι πολύ ωραία. Εκεί, θα δεις κάθε μεσημέρι και μερικούς θαμώνες, που πίνουν το ουζάκι ή το κρασάκι τους λίγο πριν επιστρέψουν σπίτι για το μεσημεριανό. Ακριβώς απέναντι, στέκει επιβλητικά η εκκλησία της Αγίας Σοφίας, μια τις παλαιότερες και μεγαλύτερες του Πειραιά.
Προχωρώντας λίγο ακόμη την οδό Μακεδονίας και ξεπερνώντας για λίγο τα «Μανιάτικα σύνορα», έφτασα μέχρι το πάρκο Δηλαβέρη, στη συνοικία της Λεύκας. Παλιά, το μέρος ήταν εργοστάσιο κεραμοποιίας, που δημιούργησε το 1902 ο Ευστάθιος Κ. Δηλαβέρης από τα Κύθηρα. Σήμερα, στη θέση του βρίσκουμε ένα πολύ μεγάλο πάρκο, με άπλετο χώρο για παιχνίδι -ένα επίσης ιδανικό μέρος για οικογένειες.
Δίπλα από το πάρκο Δηλαβέρη, ανάμεσα σε παλιά βιομηχανικά κτίρια και αποθήκες, βρίσκεται και μια κρυφή όαση, «Ο Καπετάνιος» (Τενέδου 4). Πρόκειται για μια θρυλική ψαροταβέρνα του Πειραιά, με ιστορία που ξεκινά περισσότερο από 40 χρόνια πίσω. Θα μου πεις, τι δουλειά έχει αυτή η ψαροταβέρνα σε αυτό το κείμενο, από τη στιγμή που μιλάμε για τα Μανιάτικα; Ε, λοιπόν, έχει και παραέχει. Γιατί πλέον, μπορείς να πάρεις το μετρό από όπου και αν βρίσκεσαι, να κατέβεις στα Μανιάτικα, να περπατήσεις περίπου 15’ και να την επισκεφτείς.
Κάπου εκεί, αποφασίζω να πάρω τον δρόμο της επιστροφής προς το μετρό και έτσι, περνάω από την οδό Παλαμηδίου, επί της οποίας βρίσκονται πολλά μαγαζιά και (επιτέλους) περισσότερος κόσμος. Ξαναλέω, τόση ώρα νόμιζα ότι βρίσκομαι σε κάποιο χωριό ή σε κάποιο κοντινό προάστιο της Αθήνας. Μου έπαιρνε κάποια ώρα να συνειδητοποιήσω ότι ήμουν στον Πειραιά.
Στον πρώτο αριθμό της Παλαμηδίου, υπάρχει ακόμη ένα παραδοσιακό μεζεδοπωλείο, οι «Μουριές». Ο ιδιοκτήτης είναι κι αυτός Μανιάτης και διατηρεί το μαγαζί του τα τελευταία είκοσι χρόνια (και κάτι παραπάνω) στην περιοχή. Εκεί θα πας για σαρδέλα παντρεμένη, γαρίδα ούζου ή για ψάρια ημέρας, μας είπαν. Παρόλο που δεν καθίσαμε, τα σημειώνουμε για την επόμενη φορά που θα βρεθούμε εκεί.
Με κατεύθυνση προς το μετρό και επί της ίδιας οδού, δεξιά και αριστερά υπήρχαν διάφορα μαγαζιά, για καφέ, γρήγορο σνακ ή φαγητό.
Και φτάνει η ώρα που αντικρίζω μπροστά μου τον ιστορικό κινηματογράφο Καλιφόρνια, που πρωτοξεκίνησε τη λειτουργία του το 1931. Εκεί, στις 10 Μαρτίου του 1950 συνέβη και ένα τραγικό γεγονός. Εκδηλώθηκε πυρκαγιά την ώρα λειτουργίας του κινηματογράφου, με αποτέλεσμα τον θάνατο οκτώ ανθρώπων και τον τραυματισμό άλλων εικοσι έξι. Το κινηματοθέατρο (γιατί ως τέτοιο κατασκευάστηκε) συνέχισε τη λειτουργία του μέχρι τη δεκαετία του ’90. Σήμερα, το νεοκλασικό κτίριο βρίσκεται στο ίδιο σημείο, ενώ σύντομα αναμένεται να πάρει ξανά ζωή και να μετατραπεί σε Πολιτιστικό Κέντρο.
Για τους Μανιάτες της περιοχής, το κινηματοθέατρο αποτελούσε κατά τη λειτουργία του μία ευχάριστη απόδραση από την καθημερινότητα, αφού κάτοικοι (και όχι μόνο) παρακολουθούσαν ταινίες ή παραστάσεις χειμώνα-καλοκαίρι. Μέχρι και σήμερα, πάντως, που γύρω από το κτίριο υπάρχουν διάφορα μαγαζιά, οι περισσότεροι λένε «Πάω να ψωνίσω στην Καλιφόρνια».
Πιάνω ακόμη μία φορά την Αιτωλικού, και ξεκινάω να ανηφορίζω, προκειμένου να πάρω το μετρό και να επιστρέψω. Η βόλτα μου ολοκληρώθηκε και οφείλω να ομολογήσω πως η περιοχή μού τράβηξε το ενδιαφέρον, κυρίως χάρη στην ιδιομορφία των γειτονιών, από την άποψη ότι νιώθεις σαν να βρίσκεσαι κάπου έξω από την Αθήνα.
Δυστυχώς, η αλήθεια είναι πως τα Μανιάτικα δεν έχουν πολλά πράγματα να δεις ή να κάνεις. Είναι μια ήσυχη και πραγματικα μικρή συνοικία, με τους κατοίκους της να μην θέλουν πολλά-πολλά. Όπως μου είπε και η κυρία Σοφία (που τη συναντήσαμε έξω από το μετρό νωρίτερα), «Είμαστε λίγο περίεργοι εδώ στα Μανιάτικα. Θέλουμε μάλλον να βλέπουμε τα ίδια πρόσωπα, τα ίδια πράγματα κάθε μέρα. Όπως θα κάναμε και στη Μάνη. Νομίζω όλοι αναγνωρίζουν ότι το μετρό θα βοηθήσει τοπικές επιχειρήσεις και θα φέρει κόσμο, αλλά δεν ξέρω αν αυτό ήταν που θέλαμε εμείς οι Μανιάτες εξ αρχής».
Θα με ρωτήσεις εσύ τώρα -και ορθώς, «Αν δεν υπήρχε ο νέος σταθμός, θα άξιζε να κάνω μία βόλτα στα Μανιάτικα;». Και εγώ θα σου απαντήσω πως αν θες να ξεφύγεις από τα συνηθισμένα, να δεις κάτι διαφορετικό, να περπατήσεις και να γνωρίσεις τις κρυφές γωνιές μιας περιοχής με πλούσια ιστορία, τότε ναι, αξίζει. Plus, θα βρεις μερικές κρυφές γαστρονομικές διευθύνσεις (όπως τον Καπετάνιο που αναφέραμε παραπάνω) που μπορούν να σε εκπλήξουν.
Μετά τη μονοήμερη βόλτα μου στην περιοχή (λες και πήγα ταξίδι ένα πράμα) κατάλαβα καλά ένα πράγμα: Οι Μανιάτες έχουν φτιάξει μια μικρή Μάνη μέσα στον Πειραιά και αυτό είναι κάτι που θέλουν να κρατήσουν.