Το “ω Ρόι, Ρόι”, θα ακούγεται πλέον από ψηλά
Το Nou-Pou.gr έβαλε τον Νίκο Μίχαλο να θυμηθεί τον Ρόι Τάρπλεί και πώς ήταν να έχεις συνοδηγό τον πιο ταλαντούχο Αμερικανό μπασκετμπολίστα που πέρασε από τα ελληνικά γήπεδα.
- 10/01/2015
- Κείμενο: NouPou.gr
Επιλεγμένος στο Νο6 του draft το 1986, κέρδισε το βραβείο “Καλύτερου 6ου παίκτη” για τη σεζόν 1987-88, αλλά αμέσως μετά είδε το ΝΒΑ να τον αποβάλει από τη λίγκα, προς γνώση και συμμόρφωση σε ό,τι αφορούσε τη χρήση ναρκωτικών ουσιών και την κατανάλωση ποτού. Έτσι, ο Τάρπλεϊ βρέθηκε στην Ελλάδα και συγκεκριμένα τον Άρη το 1992 (στην τελευταία καλή χρονιά του Αυτοκράτορα), πριν κατηφορίσει στον Πειραιά και τον Ολυμπιακό με τον οποίο κατέκτησε το πρωτάθλημα Ελλάδας, “έδεσε” με τον Παναγιώτη Φασούλα και τον Ντράγκαν Τάρλατς στην πιο δυνατή φροντ λάιν της Ευρώπης εκείνα τα χρόνια, αλλά δεν κατάφερε να την κατακτήσει, ζώντας και αυτός το ερυθρόλευκο δράμα στο Τελ Αβίβ το 1994. Οι εξαιρετικές εμφανίσεις του στην από εδώ πλευρά του Ατλαντικού του άνοιξαν τα σύνορα με το ΝΒΑ και επέστρεψε στους Μάβερικς. Όμως, ουδέποτε κατάφερε να βρει τη θέση που άξιζε στο ταλέντο του και εν συνεχεία, εκεί στο millenium, επέστρεψε στην Ελλάδα και την Αθήνα που τόσο αγάπησε.
Τελευταίος ελληνικός σταθμός ο Έσπερος Καλλιθέας, όπου συνάντησε ως συμπαίκτη και “οδηγό” τον Νίκο Μίχαλο, γκαρντ του Εσπέρου τότε με τον οποίο είχαν γνωριστεί πρώτη φορά στον Ολυμπιακό το 1994, όταν ο νότιος Μίχαλος ήταν στα 17 του κάπου ανάμεσα στην εφηβική και ανδρική ομάδα. Το Nou-Pou.gr ζήτησε από τον Νίκο Μίχαλο να θυμηθεί μερικές ιστορίες και μνήμες από τον Ρόι Τάρπλεϊ και ιδού όσα έβγαλε γρήγορα από το χρονοντούλαπο του τζιπ με το οποίο πήγαιναν καθημερινά μαζί προπόνηση.
“Έζησα από κοντά τον Ρόι τη χρονιά που παίζαμε συμπαίκτες στον Έσπερο, το 1999, σε ρυθμούς χρηματιστηρίου και με το μπάσκετ ακόμη στα πολύ (οικονομικά) πάνω του. Βέβαια, είχαμε γνωριστεί κάποια χρονιά πριν, όταν ο Τάρπλεϊ ήταν στον Ολυμπιακό και εγώ τότε βρισκόμουν στο εφηβικό τμήμα και έκανα προπονήσεις μαζί με την ανδρική ομάδα. Μεγάλος παίκτης, τεράστιος και παρότι έπαιζε σε μια εντελώς διαφορετική θέση (σ.σ. ο Ρόι Τάρπλεϊ ήταν ένα καθαραίμο τεσσάρι), τον θαύμαζα και προσπαθούσα να πάρω στοιχεία από το παιχνίδι του.
Από την ώρα που διάβασα την είδηση του θανάτου του, μου έχουν έρθει όλες οι αναμνήσεις μαζεμένες και ας έχουν περάσει 15 χρόνια. Τον θυμάμαι να μένει τις πρώτες μέρες σε ένα ξενοδοχείο δίπλα στο τότε ιταλικό εστιατόριο, το θρυλικό La Bussola, εκεί που η παραλιακή συναντάει τη Γ. Λαμπράκη. Νομίζω, τώρα εκεί είναι το Gazi College. Την πρώτη μέρα που έφτασε στην Ελλάδα, όντας πλέον παίκτης του Εσπέρου, μου λένε από την ομάδα “Νίκο θα πας να τον πάρεις εσύ, γιατί θα μένετε κοντά”. Η αλήθεια είναι ότι στα 22-23 μου, το να έχω στο αμάξι τον Ρόι Τάρπλεϊ, δεν είναι και λίγο. Κάτι σαν θαυμασμός, κάτι σαν μικρό άγχος, σαν ένας φόβος, προφανώς της μικρής ηλικίας και του μεγέθους του ονόματος, με έκαναν να αναρωτιέμαι αν είναι σωστό να κάτσει συνοδηγός στο αυτοκίνητο, αν θα χωράει με τα 210 εκατοστά του και γενικότερα είχα μια ανησυχία για το πώς θα ταιριάζαμε.
Έκανα μεγάλο λάθος, γιατί μου την έκοψε την ανησυχία με το καλημέρα. Με το πού φτάνω και περιμένω, βγαίνει από το ξενοδοχείο με την κόκκινη φόρμα του, τη Nike και μια μπύρα στο χέρι! Μπαίνει στο αυτοκίνητο, λέει καλησπέρα, λέω nice to meet you, Νίκος, να κεράσω μπύρα μου λέει και με ένα ευγενικό όχι κάνω λίγο πιο πίσω το Milko που είχα μαζί μου. Δεν θα με έπαιρνε και στα σοβαρά αν με έβλεπε με αυτό και το καλαμάκι του. Ξεκινάμε και στη διαδρομή όλα ήταν μια χαρά, έχοντας πάλι στο φόντο ήχους από rnb slow που ήξερα ότι του αρέσει πολύ και με όπλο τη μουσική τα βρήκαμε πολύ καλά από εκείνη τη στιγμή και μετά, ανταλλάζοντας απόψεις και CD.
Θυμάμαι και μερικές περίεργες ιστορίες, όπως το ότι κάθε φορά που οι ψηλοί στην προπόνηση έκαναν κινήσεις κοντά στο καλάθι, ο Ρόι έκανε 50 τρίποντα και ευστοχούσε στα 30 εύκολα. Ακολουθούσε το δικό του πρόγραμμα ορισμένες φορές, χωρίς να ενοχλεί ωστόσο τους υπόλοιπους. Μια άλλη φορά, θυμάμαι να έχω διπλοπαρκάρει έξω από το γήπεδο και κάποια στιγμή ένας άνθρωπος της ομάδας να με φωνάζει να το κουνήσω, γιατί ο οδηγός ενός σκουπιδιάρικου που είχα κλείσει ήταν έξαλλος. Βγαίνω, πάω να ξεπαρκάρω, τρελαίνεται ακόμη περισσότερο ο οδηγός και έρχεται κατά πάνω μου. Εκείνη τη στιγμή εμφανίζεται ο Τάρπλεϊ, τον αρπάζει (!) και του λέει ‘Σου ζητήσαμε συγνώνη, βγήκαμε έξω, τι άλλο θέλεις;’. Ο άλλος έφυγε χωρίς πολλά πολλά.
Αλλά έτσι ήταν ο Ρόι, προστατευτικός με τους μικρότερους και πολύ προσιτός. Και φαγανός! Μετά την προπόνηση πεινούσε πάντα πολύ και ένα βράδυ μου λέει ‘Μικρέ σήμερα θέλω να με πας να φάω σουβλάκια ή κάτι ωραίο ελληνικό να πάρω μαζί μου στο ξενοδοχείο’. Σύμφωνοι του λέω και τον πήγα στον κυρ-Νίκο, λίγο πάνω στο Γκολφ, ένα από τα καλύτερα και πιο καθαρά σουβλάκια εκείνης της εποχής στη Γλυφάδα, που έτρωγε κάθε εβδομάδα ο πατέρας μου. Φτάνουμε απ’ έξω και ο Ρόι μου λέει ‘Δεν μου αρέσει πολύ απ’ έξω’, συμφωνώ μαζί του αλλά όταν έφαγε, άλλαξε γνώμη και τρελάθηκε με το μαγαζί. Πόσα πήρε; Εγώ είχα προετοιμαστεί να κεράσω 2-3 σουβλάκια και εκείνος ζήτησε 15 και 3 πατάτες! Αφού σκέφτηκα, ότι μπορεί να έχει πει και σε κάναν άλλον από την ομάδα να έρθει στο ξενοδοχείο, δεν μπορεί!
Για να κλείσω, θα πω ότι ο Ρόι ήξερε πολύ μπάσκετ, αλλά όχι από αυτό που σου μαθαίνουν. Από το μπάσκετ που ξέρεις από μικρός και το μαθαίνεις εσύ στους άλλους. Ήταν ένας πολύ ωραίος τύπος και με το γέλιο του και με την αναρχία του και με όλα. Όμως, οι ωραίοι τύποι συνήθως φεύγουν νωρίς και έτσι μας την έκανε και ο Ρόι, δυστυχώς, νωρίς και βιαστικά. Είμαι πολύ υπερήφανος που τον γνώρισα, περνούσαμε τις ημέρες μας μαζί, μια θέση αυτοκινήτου απόσταση και παίξαμε μαζί έστω και αυτό το λίγο της τεράστιας καριέρας του. Θα τον θυμάμαι πάντα. Καλό ταξίδι”.