Προφήτης Ηλίας – Γλυφάδα: Πώς φτιάχτηκε το εκκλησάκι
Το μεγαλύτερο αφιέρωμα που έγινε ποτέ για τη ΓλυφάδαΤο εκκλησάκι του Προφήτη Ηλία της Γλυφάδας, με τη μοναδική θέα από τον Υμηττό και η ιστορία του που ξεκίνησε τη δεκαετία του '50.
- 19/07/2024
- Κείμενο: NouPou.gr
Όλοι οι νότιοι γνωρίζουν το ξωκκλήσι του Προφήτη Ηλία, που δεσπόζει πάνω από τον «Γλυφαδιώτικο» Υμηττό. Κάθε χρόνο μάλιστα, στις 19 και στις 20 Ιουλίου, οι Γλυφαδιώτες ξέρουν πως ήρθε η στιγμή να φωτιστεί και πάλι το βουνό της πόλης τους. Αυτό συμβαίνει όταν το μονοπάτι που οδηγεί στο εκκλησάκι του Προφήτη Ηλία, στην Άνω Γλυφάδα, γεμίζει ζωή με τα φωτάκια που ανάβουν κατά μήκος του.
Μαζί με αυτά, πλήθος κόσμου παίρνει την απόφαση να ανέβει το βουνό για να απολαύσει την πανέμορφη θέα, που συνδυάζει αστικό τοπίο, βουνό και θάλασσα, αλλά και όλο το κλίμα κατάνυξης. Το σημείο έχει περίπου 398 μέτρα υψόμετρο και το μονοπάτι σε αρκετά σημεία είναι δύσβατο, γι’ αυτό θα πρέπει όταν το διασχίζει κανείς να φορά καλά αθλητικά παπούτσια ή ακόμη καλύτερα παπούτσια πεζοπορίας. Όπως και να ‘χει, αξίζει τον κόπο!
Φέτος, όπως ίσχυε και πέρυσι, ο Δήμος Γλυφάδας ανακοίνωσε στους πολίτες πως απαγορεύεται η ανάβαση στο εκκλησάκι, εν όψει του μεγάλου εορτασμού τόσο την Παρασκευή 19 όσο και το Σάββατο 20 Ιουλίου (ανήμερα της γιορτής), λόγω υψηλού κινδύνου πυρκαγιάς.
Παρά ταύτα, ο Δήμος επισημαίνει πως σε συνεννόηση με την Ιερά Μητρόπολη Γλυφάδας, Ελληνικού, Βούλας, Βουλιαγμένης και Βάρης, η Εικόνα του Προφήτη Ηλία θα βρίσκεται στο Παρεκκλήσιο στην αρχή του μονοπατιού, όπου και θα πραγματοποιηθεί την Παρασκευή 19 Ιουλίου και ώρα 8:00 μ.μ. ο Μέγας Αρχιερατικός Εσπερινός μετ΄αρτοκλασίας, ενώ η Θεία Λειτουργία ανήμερα της εορτής θα πραγματοποιηθεί στον Ιερό Ναό Αγίου Παύλου και Αγίου Δημητρίου.
Πόσοι όμως γνωρίζουν πώς φτιάχτηκε το εκκλησάκι; Στην πραγματικότητα, μια ολόκληρη γειτονιά, αυτή γύρω από την εκκλησία της Αγίας Τριάδας στην Άνω Γλυφάδα, με πολλή πίστη και κόπο, συνεργάστηκε για την οικοδόμησή του. Ακόμα και μικρά παιδάκια ανέβαιναν κάθε ημέρα στο βουνό για να βοηθήσουν να φτιαχτεί το μπετόν των θεμελίων του.
Προφήτης Ηλίας Γλυφάδας: Πώς φτιάχτηκε το εκκλησάκι
Στα τέλη της δεκαετίας του ’50, ο Σαράντος Κότσικας, ένας ευσεβής Γλυφαδιώτης, υδραυλικός στο επάγγελμα, αποφασίζει να χτίσει ένα εκκλησάκι στις πλαγιές του Υμηττού. Η γειτονιά κάνει λόγο για ένα όραμα, ότι δηλαδή ο Σαράντος είδε στον ύπνο του τον ίδιο τον Προφήτη Ηλία, ο οποίος του υπέδειξε μάλιστα το σημείο που ήθελε να χτιστεί το εκκλησάκι. Όπως και να έγινε πάντως, όλη η γειτονιά, γύρω από την Αγία Τριάδα, κινητοποιείται, κι έτσι, σαν από θαύμα, χτίζεται ο Προφήτης Ηλίας.
Πρωτομάστορας στο δύσκολο αυτό εγχείρημα ήταν ο μαστρο – Κηρύκος Καρτελιάς, ένας θεοσεβούμενος οικογενειάρχης, που έμαθε για το όραμα του Σαράντου από μια μοναχή, την Παταπία, που ζούσε στην περιοχή. Χωρίς δεύτερη σκέψη, με πολύ ζήλο, και χωρίς να υπολογίζει τον κόπο που χρειαζόταν, ξεκίνησε το χτίσιμο της μικρής εκκλησίας.
Ο Νίκος Καρτελιάς, γιoς του μαστρο – Κηρύκου, έχει διηγηθεί μάλιστα στο NouPou και τη Γεωργία Βαμβακερού: «Εγώ ταξίδευα και δεν ήξερα τίποτα από όλα αυτά. Φεύγοντας μια ημέρα για ταξίδι λέω του πατέρα μου: “Πάρε αυτά τα χρήματα για να τελειώσεις το σπίτι της αδελφής μου”. Όταν επέστρεψα, μετά από έναν χρόνο, βλέπω την αδελφή μου να κλαίει. Μου λέει: “Νίκο, δεν το τελείωσε το σπίτι, δεν έφτιαξε ούτε τουαλέτα μέσα, τίποτα”. “Βρε πατέρα”, του λέω, “δεν σου έδωσα χρήματα για να φτιάξεις το σπίτι της Σοφίας;”. “Εγώ σου έφτιαξα ένα σπίτι στους ουρανούς”, μου απάντησε. “Σήκω επάνω να δεις”. Και μου δείχνει το βουνό. “Εκεί”, μου λέει, “είναι ο Προφήτης Ηλίας. Τα λεφτά που μου έδωσες τα ξόδεψα για αυτόν τον σκοπό”».
Ο Σαράντος Κότσικας, ο υδραυλικός που είχε δει το όραμα, ήταν ο άνθρωπος που προσέφερε τα οικοδομικά υλικά και οργάνωσε τη μεταφορά τους στο βουνό με γαϊδουράκια. Όλη η γειτονιά, μαζί και τα παιδιά, ξεκινούσαν κάθε πρωί κι ανέβαιναν στο βουνό για να βοηθήσουν, όπως μπορούσε ο καθένας.
Ανάμεσα στα παιδιά ήταν και πολλά κοριτσάκια. Η κόρη του μαστρο – Κηρύκου, Σοφία Νικολαΐδου, θυμάται: «Ο πατέρας μου είχε στρώσει νάυλον στη βεράντα του σπιτιού μας κι είχε φτιάξει καλούπια με ξύλα και κόντρα πλακέ, τα οποία άφηνε δυο – τρεις ημέρες στον ήλιο, στέγνωναν και μετά τα φόρτωνε στα γαϊδουράκια και τα ανέβαζε από ένα κακοτράχαλο μονοπάτι. Ήταν άγριο πράγμα αυτό. Και τα καλούπια πολύ βαριά, από τσιμέντο. Κι όμως τα ανέβαζε, δυο φορές τη μέρα. Κάθε πρωί, η μητέρα μου μας έδινε ψωμάκι, ελίτσες και τυράκι και μας έστελνε επάνω με τα σφυράκια μας να κάνουμε χαλίκι, να γίνει το μπετόν.
»Ήταν πολύ πιστός άνθρωπος ο πατέρας μας. Και το μυαλό του ήταν πάντα στο πώς θα βοηθήσει. Με έστελνε θυμάμαι σε σπίτια για να βοηθήσω και μου έλεγε: “Θα πας, θα φύγεις και να μην σε δει κανείς”. Όταν πια πήρε τη σύνταξή του και μας τακτοποίησε, έφυγε και πήγε στο Άγιο Όρος, όπου τελείωσε τη ζωή του ως μοναχός».
Όταν πια το εκκλησάκι ήταν έτοιμο, οι κάτοικοι της περιοχής είδαν τον μικρόσωμο κι αδύνατο μαστρο – Σαράντο να ανεβάζει τη μεγάλη σιδερένια πόρτα του, μέχρι το εκκλησάκι, κουβαλώντας τη στην πλάτη του.