12 θρυλικές καλοκαιρινές στάσεις στα νότια
Summer In The CityΦαγητό, ποτό, παραλίες, ρετρό παγωτά και διάσημες βραδινές στάσεις: Κάναμε το οδοιπορικό που οφείλει κάθε Αθηναίος να κάνει το καλοκαίρι στα νότια προάστια. Γιατί το καλοκαίρι στα νότια είναι αλλιώς!
- 18/07/2024
- Κείμενο: Άννυ Τζαβέλλα
Πολυσύχναστες αλλά και ερημικές παραλίες, κρυμμένοι κολπίσκοι και διάσημα beach bars, εστιατόρια, καφέ και ζαχαροπλαστεία για ρετρό επιδόρπια με θέα θάλασσα, γραφικοί θερινοί κινηματογράφοι, αμέτρητα spotάκια που βλέπουν στον ορίζοντα και τον Σαρωνικό, μαγικά ηλιοβασιλέματα: Το καλοκαίρι στα νότια της πόλης έχει όλα όσα αναζητάς και ακόμη περισσότερα.
Όσοι έχουν μεγαλώσει στα νότια προάστια ή ακόμη και εκείνοι που νιώθουν Νότιοι στην ψυχή, ξέρουν καλά τα «διαμαντάκια» του τόπου, πολλά από τα οποία έχουν τη δική τους πολύχρονη ιστορία. Έτσι, μπορεί κάθε χρόνο να ανακαλύπτουμε νέα στέκια, καινούργια places to be και ανεξερεύνητες μέχρι πρότινος διαδρομές εντός της νότιας επικράτειας, όμως κάθε μα κάθε καλοκαίρι επιλέγουμε να κάνουμε ξανά και ξανά τη στάση μας σε μερικούς -αν όχι όλους- από τους παρακάτω προορισμούς.
Ξεκινάμε, όπως κατάλαβες από το πολυφωτογραφημένο τοπίο, από τα Λιμανάκια της Βουλιαγμένης. Καλοκαίρι στα νότια δεν ζεις στο απόλυτο αν δεν κάνεις μια στάση για βουτιές στα καταγάλανα νερά τους και ηλιοθεραπεία στα βράχια γύρω από τις μικρές ακτές τους. Μόλις περάσεις το κέντρο της Βουλιαγμένης, με κατεύθυνση προς το Σούνιο, θα αρχίσουν να ξεπηδούν μετά από σχεδόν κάθε στροφή οι μικροί αυτοί κολπίσκοι, που εγγυώνται μια απολαυστική μέρα στη θάλασσα, σε ένα πιο άγριο σκηνικό που θυμίζει έντονα νησί.
Στα Α’ Λιμανάκια Βουλιαγμένης, η Καντίνα του Λευτέρη είναι πλέον εμβληματική. Ήταν το 1969 όταν ο πατέρας του Λευτέρη Κουσαθανά δημιούργησε την καντίνα επάνω στους βράχους. Τον πρώτο καιρό, ο κόσμος έλεγε «πάμε στου Τζο» -τον πατέρα του Λευτέρη- ωστόσο σήμερα ο γιος έχει δώσει το όνομα στην επιχείρηση και όλοι την ξέρουν ως η «καντίνα του Λευτέρη».
Για χρόνια αποτελούσε το στέκι των νεαρών «κοπανατζήδων», που έφευγαν σωρηδόν από τα σχολεία όλης της Αττικής για να βρεθούν στα βραχάκια και να συναντηθούν με τις παρέες τους. Σήμερα, το σημείο έχει γίνει πολύ γνωστό και προσελκύει από οικογένειες με παιδιά, μέχρι μεγάλες παρέες και ζευγάρια. Στον Λευτέρη θα βρεις όλα όσα χρειάζεσαι για την παραμονή σου στην παραλία. Σου προτείνουμε να πάρεις μια παγωμένη μπυρίτσα για να το ζήσεις όπως οι παλιοί.
Αν πάλι αναζητάς λίγο περισσότερη ιδιωτικότητα, μπορείς να πας για μπάνιο στην παραλία κάτω από τις φημισμένες Παράγκες της Βουλιαγμένης. Πρόκειται για ένα κρυφό spot, το οποίο ελάχιστοι φαίνεται να γνωρίζουν (είναι βέβαια και κάπως δυσπρόσιτο), καθώς όποτε κι αν το επισκεφτείς το πιο πιθανό είναι ότι θα συναντήσεις λιγοστό κόσμο.
Πώς θα φτάσεις εκεί; Πίσω από το ξενοδοχείο Margi, πιάνεις με τα πόδια τον χωματόδρομο στην οδό Αυγής, ο οποίος σε οδηγεί σε ένα μεγάλο μονοπάτι με δεκάδες παλιές, ξύλινες παράγκες τριγύρω σου. Από τη δεκαετία του ’40 μέχρι και το ’90, οι παράγκες αυτές είχαν ενοίκους και χρησιμοποιούνταν ως παραθεριστικές κατοικίες από οικογένειες που ήθελαν ένα εξοχικό κοντά στη θάλασσα. Τα τελευταία χρόνια έχουν πάψει να ενοικιάζονται και έχουν εγκαταλειφθεί πλήρως. Όσες παραμένουν όρθιες είναι πια ρημαγμένες.
Αφού προχωρήσεις στο δρομάκι αυτό, θα βρεθείς σε μια μεγάλη, ανοιχτή αλάνα, όπου πρέπει να ακολουθήσεις το μικρό μονοπάτι (είναι αρκετά δύσβατο) ακριβώς ευθεία μπροστά σου για να βρεθείς στην παραλία.
Στη Βουλιαγμένη όμως θα βρεις και το Lolos Ski Center, ένα από τα ιστορικότερα μέρη για θαλάσσιο σκι και water sports στα νότια. Ο ιδρυτής του, Λόλος Σταμάτης, έχει μάθει σκι σε όλους τους ντόπιους – ασχέτως ηλικίας- και θεωρείται πια δικαίως κάτι σαν local hero.
Όλα ξεκίνησαν το 1972, όταν ο Γρηγόρης Κασιδόκωστας προέτρεψε τον νεαρό Λόλο να δοκιμάσει για πρώτη φορά το θαλάσσιο σκι. Ο Λόλος κατάλαβε γρήγορα ότι βρήκε την κλίση του. Στην πορεία, κέρδισε πολλές βαλκανικές και ευρωπαϊκές διακρίσεις και το 1985 έγινε προπονητής, δημιουργώντας τη δική του σχολή θαλάσσιου σκι. Η σχολή, που σήμερα αποτελεί σημείο αναφοράς για το άθλημα στην Ελλάδα, λειτουργούσε μέχρι το 2012 στον Ναυτικό Όμιλο Βουλιαγμένης και από το 2013 έχει μετακομίσει στον Ναυτικό Όμιλο Κατοίκων Βουλιαγμένης, κάτω από το Εν Πλω.
Επειδή όμως το κολύμπι ανοίγει την όρεξη, σε πολύ κοντινή απόσταση υπάρχουν δύο ιστορικά εστιατόρια, με το ένα να προσφέρει ψάρι και θαλασσινά πάνω από τη θάλασσα και το άλλο λαχταριστά τυλιχτά στην καρδιά της Βουλιαγμένης. Ο λόγος για τον Λάμπρο και τον Ζάχο αντίστοιχα.
Με ιστορία που ξεκινά από το 1889, ο Λάμπρος είναι το πιο παλιό εστιατόριο θαλασσινών της Αθηναϊκής Ριβιέρας και βρίσκεται ακριβώς απέναντι από τη Λίμνη Βουλιαγμένης. Στη βιτρίνα του συναντάς καθημερινά μια τεράστια ποικιλία από φρέσκα ψάρια και θαλασσινά, που καταφθάνουν σπαρταριστά από τις ελληνικές θάλασσες και ψήνονται με μαεστρία. Από σφυρίδες και τσιπούρες, στείρες και συναγρίδες μέχρι σαργούς και φαγκριά, όλα όσα βγάζει η καθημερινή ψαριά γίνονται λαχταριστά πιάτα ψημένα στα κάρβουνα – μια τέχνη που έχει συνδεθεί με το όνομα του Λάμπρου – χωρίς να λείπουν και οι συνταγές με σύγχρονα twists.
Από την άλλη, για όλους τους νότιους «Ζάχος» σημαίνει κλασικό, νόστιμο σουβλάκι, μια σταθερή αξία μέσα στα χρόνια. Το 1980 ξεκίνησε σερβίροντας λίγα κρεατικά και το 1990 το τυλιχτό έκανε για πρώτη φορά την εμφάνισή του στο μαγαζί. Από τότε αποτελεί τον λόγο για τον οποίο κόσμος έρχεται στη Βουλιαγμένη από όλη την Αθήνα. Αν και οι άνθρωποι του μαγαζιού θεωρούν ότι το γνήσιο σουβλάκι είναι το παραδοσιακό πίτα-καλαμάκι χοιρινό-κρεμμύδι-ντομάτα-αλατοπίπερο, προσφέρουν διάφορες ακόμη επιλογές. Προτείνουμε εκείνο με τον χοιρινό γύρο, που είναι απλά άπαιχτο.
Μπαίνουμε στο αμάξι και συνεχίζουμε προς Σούνιο. Εκεί, στον δρόμο για το νοτιοανατολικό άκρο της Αττικής, θα κάνεις μια στάση στα Καλάμια, στο Λαγονήσι. Η ταβέρνα άνοιξε το 1947 με το όνομα «Τα Καλάμια του Μπάρμπα Μιλτιάδη». Σήμερα, τέσσερις γενιές μετά, η επιχείρηση έχει παραμείνει στην οικογένεια και τη λειτουργεί ο δισέγγονος του Μιλτιάδη, ο Λευτέρης, ο οποίος πιστός στην παράδοση συνεχίζει το έργο των παλαιότερων.
Εδώ θα φας φρέσκο ψαράκι, που έρχεται αποκλειστικά από τέσσερα καΐκια, ένα στο Πόρτο Ράφτη, ένα στο Λαύριο και δύο στην Παλαιά Φώκαια, αλλά και ορισμένους θαλασσινούς μεζέδες. Το μενού έχει εμπλουτιστεί με ορισμένες πιο σύγχρονες προτάσεις, ωστόσο ανέκαθεν αγαπημένο πιάτο για όλους, που συνήθως δεν λείπει από κανένα τραπέζι, παραμένει η γαριδομακαρονάδα. «Συνταγή της μητέρας μου και είναι ανάρπαστη», μας είχε πει πριν από μερικά καλοκαίρια ο Λευτέρης.
Λίγο πιο πέρα, στη Σαρωνίδα, στην κεντρική πλατεία της περιοχής, βρίσκεται ο ιστορικός φούρνος Σιφάκης, που από το 1975 λειτουργεί στο ίδιο ακριβώς μέρος και αποτελεί μια σταθερά αγαπημένη στάση για καλό καφέ, δυνατή τυρόπιτα και λοιπά σφολιατοειδή πριν ή μετά το μπάνιο. Όλα ετοιμάζονται στο εργαστήριό τους και πράγματι θα βρεις διάφορες ενδιαφέρουσες προτάσεις -ανάμεσα σε αυτές τα γλυκά του αλλά και το παγωτό του, ωστόσο οφείλεις να προμηθευτείς την τυρόπιτά του, για την οποία κατά βάση φημίζεται. Είναι η κλασική τυρόπιτα που θα συνοδεύσεις συνήθως με milko, αλλά οκ, εσύ μπορείς αν θέλεις να πάρεις απλώς έναν καφέ.
Μετά το φαγητό ή σε περίπτωση που έχεις ήδη φάει το σνακ σου στην παραλία, επιβάλλεται μια στάση για παγωτό στον δρόμο της επιστροφής.
Επιστρέφουμε λοιπόν στη Βουλιαγμένη και κατεβαίνουμε στο ζαχαροπλαστείο Aqua Marina, που λειτουργεί από το 1970. Είναι ένα από εκείνα τα ρετρό μέρη που θυμίζουν στους μεγάλους και συστήνουν στους νεότερους την αίγλη παλαιότερων δεκαετιών. Εκεί, στα τραπεζάκια του που βλέπουν στην περαντζάδα και στο βάθος θάλασσα, θα απολαύσεις το γλυκό σου: σου προτείνουμε το ιδιαίτερο Πες Μελμπά, ένα καλοκαιρινό επιδόρπιο από παγωτό βανίλια, κομπόστα ροδάκινο και σιρόπι βύσινο (εδώ βάζουν και σαντιγί). Αν είστε δύο και έχετε όρεξη, μοιραστείτε το Πες Μελμπά με ένα Σικάγο για ρετρό απόλαυση στο μάξιμουμ.
Λίγο πιο κρυμμένο, κάπου ανάμεσα στα Βλάχικα της Βάρης, βρίσκεται και το ζαχαροπλαστείο Βοσκοπούλα, που προσφέρει από το 1965 διαλεχτά γλυκίσματα στο σταθερά φανατικό κοινό του. Περηφανεύεται ότι φτιάχνει το καλύτερο εκμέκ της Αττικής και πράγματι το κατατάσσουμε στα πολύ ωραία, αλλά παράλληλα φημίζεται για το προφιτερόλ, το γαλακτομπούρεκο, την καρυδόπιτα και το μιλφέιγ του, που γίνονται ανάρπαστα. Εδώ θα βρεις και παγωτό σε πολλές διαφορετικές γεύσεις, αλλά σου προτείνουμε τις πιο κλασικές επιλογές για να νιώσεις την ποιότητα στην απλότητά τους.
Κι αν σε πιάσει το βράδυ στα νότια, φύγε γρήγορα για τη Βάρκιζα όπου βρίσκεται το Cine Ρία. Ένας από τους πιο όμορφους θερινούς κινηματογράφους της πόλης, χωμένος σε ένα στενάκι του παραλιακού δρόμου, απέναντι από την πλαζ. Το σινεμά συνεχίζει από το 1963 ακάθεκτα τις προβολές του, προσελκύοντας κόσμο κυριολεκτικά από όλη την Αθήνα.
Άνετες καρέκλες, αναπαυτικοί καναπέδες και σεζλόνγκ για όσους βρίσκονται κοντά στην οθόνη είναι τα βασικά συστατικά, ενώ το παζλ συμπληρώνει το πλήρως εξοπλισμένο μπαρ, στο οποίο θα βρεις από το νοσταλγικό ποπ κορν, μέχρι χοτ ντογκ (φήμες λένε ότι πολλοί έρχονται στο σινεμά κυρίως για το χοτ ντογκ του), παγωτό μηχανής και cocktails.
Για μια πιο βραδινή έξοδο τώρα, το Island, που πρωτοξεκίνησε τη λειτουργία του στα 90s, αποτελεί must προορισμό για φαγητό, ποτό και χορό κάτω από τον έναστρο ουρανό, πλάι στη θάλασσα. Σήμερα λειτουργεί ως fine dining εστιατόριο, με το μενού να επιμελείται ο πολυβραβευμένος executive chef του Ομίλου Πανά, Νίκος Σκλήρας, ωστόσο αργά το βράδυ ο χώρος μετατρέπεται σε club και το Island συνεχίζει μέχρι τις πρώτες πρωινές ώρες με τα θρυλικά πλέον parties του.
Last but not least, καθώς επιστρέφεις από το ξενύχτι, οφείλεις να περάσεις από το Feticcio στη Γλυφάδα, κυρίως για να απολαύσεις την κρέπα No 49. Είναι το πιο δημοφιλές πιάτο του μαγαζιού, με σοκολάτα, παγωτό, φράουλες, μπανάνα, σαντιγί και σιρόπι σοκολάτα. Η απόλυτη κόλαση!
Δείτε αυτή τη δημοσίευση στο Instagram.
Η δημοσίευση κοινοποιήθηκε από το χρήστη Feticcio (@feticcio49)
Σημείωσε πως το Feticcio μένει ανοιχτό μέχρι τις πρώτες πρωινές ώρες, αν και δύσκολα ακόμη και τότε θα βρεις ελεύθερο τραπέζι, καθώς κατακλύζεται από τους ξενύχτηδες της παραλιακής και των πέριξ. Στον τοίχο του θα βρεις και πολλά αυτόγραφα τραγουδιστών της παραλιακής, που έχουν ανά τα χρόνια επισκεφτεί το μέρος.