Ο Χρήστος Μαρκογιαννάκης εγκληματεί στην παραλία της Βουλιαγμένης
Το δεύτερο αστυνομικό μυθιστόρημα του Χρήστου Μαρκογιαννάκη "Έγκλημα στην παραλίας της Βουλιαγμένης" προσεγγίζει τη σκοτεινή πλευρά του κόσμου του θεάματος, με ατμοσφαιρικό τρόπο και διαρκείς ανατροπές.
- 09/02/2016
- Κείμενο: Πωλίνα Παρασκευοπούλου
Ποια ήταν η κομβική στιγμή που θέλησες/αποφάσισες να ασχοληθείς με την εγκληματολογία;
Μετά τη Νομική, κι έχοντας διδαχθεί το εγκληματικό φαινόμενο όπως το αντιλαμβάνεται, το ορίζει και το αντιμετωπίζει ο νομοθέτης, ήθελα να το γνωρίσω κι από άλλες οπτικές. Έτσι επέλεξα την Εγκληματολογία που συνδυάζει μεταξύ άλλων την Κοινωνιολογία, τη Βιολογία, την Ψυχολογία και μαζί με τη Νομική και τη Λογοτεχνία επεδίωξα να αποκτήσω μια πιο σφαιρική θεώρηση του εγκλήματος, προκειμένου να το κατανοήσω –όσο αυτό είναι δυνατόν- και να γράψω γι’ αυτό.
Σου άρεσαν από μικρή ηλικία τα μυστήρια;
Δύο ήταν από μικρή ηλικία τα αγαπημένα μου είδη αναγνωσμάτων: τα αστυνομικά και οι ιστορίες φαντασμάτων. Προς το παρόν έχω καταφέρει να γράψω αστυνομικά. Ίσως αργότερα προσχωρήσω και στο δεύτερο αγαπημένο μου είδος. Από τις ανθρώπινες πράξεις, τα κίνητρα και τις συνέπειές τους, στο μετά-φυσικό.
Ένα έγκλημα που διάβασες κάπου και πραγματικά σου έχει μείνει χαραγμένο στη μνήμη.
Πολλά και διάφορα, εγκλήματα έχουν χαραχθεί στο μυαλό μου κι αποτελούν έμπνευση για μελλοντικά βιβλία. Αυτά που με ιντριγκάρουν περισσότερο φυσικά είναι τα άλυτα, τα ανεξιχνίαστα εγκλήματα –εκεί διαφέρει η ζωή από τα μυθιστορήματα, στο ότι ο δράστης δεν βρίσκεται πάντα.
Τελευταία, έμαθα για μια δολοφονία στο Παρίσι της δεκαετίας του ‘80, ενός 23χρονου πρίγκηπα, απογόνου της γαλλικής βασιλικής οικογένειας, ο οποίος βρέθηκε στον Σηκουάνα, δέκα ημέρες μετά τη δολοφονία του. Μέχρι και σήμερα δεν έχει βρεθεί ο δράστης, ή το κίνητρο της (που κατά τον πρωταγωνιστή των βιβλίων μου Χριστόφορο Μάρκου είναι η αρχή του νήματος για την εξιχνίαση κάθε ανθρωποκτονίας). Θα μπορούσε να είναι ιδέα για ένα επόμενο βιβλίο, n’ est ce pas?!
Το βιβλίο παρουσίασε ο Βουλευτής Α’ Αθηνών Βασίλης Κικίλιας, ενώ αποσπάσματα διάβασε ο ηθοποιός Γιώργος Πυρπασόπουλος
Ποια είναι τα πιο σημαντικά στοιχεία που θεωρείς πως έχεις πάρει από το Παρίσι;
Είμαι ευγνώμων στο Παρίσι γιατί μου έδωσε τον χρόνο και την έμπνευση να γράψω. Ένας νέος τρόπος ζωής, νέο περιβάλλον, νέοι άνθρωποι, νέες εμπειρίες σε μία πόλη που δεν λέγεται τυχαία ότι προσελκύει καλλιτέχνες κάθε είδους από όλον τον κόσμο. Είναι η ενέργειά της ίσως, η ελευθερία –προσωπική και δημιουργική- που έχει ποτίσει τα πάντα και την οποία όσοι έχουμε ανοιχτά τα μάτια, την ψυχή και το μυαλό μας, δεχόμαστε, απολαμβάνουμε και μεταφράζουμε ο καθένας με τον τρόπο του.
Η συγγραφή βιβλίου συμπεριλαμβανόταν ήδη στους στόχους σου ή προέκυψε ξαφνικά;
Η μυθοπλασία και το γράψιμο ήταν κομμάτια του εαυτού μου ανέκαθεν. Απλά ποτέ δεν είχα φανταστεί ότι κάποιος θα μπορούσε να ενδιαφέρεται για κάτι που έχω γράψει. Έτσι σε αντίθεση με τη συγγραφή, ήταν η έκδοση αυτού που έχω γράψει που προέκυψε ξαφνικά, τυχαία, αβίαστα και σχεδόν από μόνη της!
Πως σου ήρθε η ιδέα για την υπόθεση του βιβλίου σου «Έγκλημα στη Βουλιαγμένη»;
Πολλά ερεθίσματα, διαφορετικά ήρθαν μαζί και δημιούργησαν την σπίθα για το βιβλίο αυτό: Ένα ποπ τραγούδι της δεκαετίας του ’80 που μιλάει για έναν «Δολοφόνο Μανιακό», μία χολιγουντιανή ταινία της δεκαετίας του ’40, μία γενεά τραγουδιστριών που μάχονται τον χρόνο και τον μύθο τους, και τα εγκληματολογικά φαινόμενα του stalking και των ηλεκτρονικών εγκλημάτων μίσους, ενδύθηκαν λέξεις και φαντασία κι έδωσαν το αποτέλεσμα αυτό, το οποίο πιστεύω ότι θα απολαύσει ο αναγνώστης από την αρχή έως το –αμφιλεγόμενο – τέλος του.
Πόσο καιρό σου πήρε να το γράψεις;
Το αρχικό κείμενο ήταν έτοιμο σε έξι μήνες. Μετά από μία περίοδο ξεκούρασης του ίδιου του κειμένου, έναν μήνα περίπου, ξεκίνησα τις διορθώσεις και το αποτέλεσμα ήταν έτοιμο σε περίπου 8 μήνες από τη στιγμή που αποτυπώθηκε η πρώτη λέξη στο WORD μου.
Οι ήρωές σου έχουν στοιχεία από σένα ή είναι αυτόνομες προσωπικότητες που τις γνωρίζεις κι εσύ σιγά σιγά;
Και τα δύο. Ξεκινάνε με αρκετά στοιχεία από εμένα και τους ανθρώπους του περιβάλλοντός μου, αντιδράσεις, κινήσεις, χαρακτηριστικά και όσο περνάνε οι σελίδες αυτονομούνται. Ήδη τώρα στο τρίτο βιβλίο, η προσωπικότητα του αστυνόμου Μάρκου όσο ολοκληρώνεται με εκπλήσσει κι εμένα πολλές φορές. Έτσι ενώ ξεκίνησα ως απόλυτος κυρίαρχος των ηρώων μου, έχω φτάσει πολλές φορές να ακολουθώ και να παρακολουθώ ως απλός θεατής τις δράσεις και τις αντιδράσεις τους.
Γιατί επέλεξες την παραλία της Βουλιαγμένης για το έγκλημα του βιβλίου σου;
Ήθελα να αναπλάσω και να αξιοποιήσω για την εξέλιξη της ιστορίας μου το μεγαλύτερο beach party που είχε γίνει ποτέ στην Ελλάδα –τη θρυλική συναυλία του Κηλαηδόνη τη δεκαετία του 80- στη Βουλιαγμένη.
Έτσι η πρωταγωνίστρια Νένη Βαντά, μετά από 40 χρόνια καριέρας αποφασίζει να κάνει ένα ακόμα μεγαλύτερο αποχαιρετιστήριο πάρτι στη Βουλιαγμένη. Εκεί βρίσκει τραγικό θάνατο πάνω στην πλωτή πλατφόρμα, κατά τη διάρκεια της συναυλίας της. Το βιβλίο κινείται κι εξελίσσεται κατά μήκος της Αθηναϊκής Ριβιέρας, από τη Βουλιαγμένη και τη Βούλα, στη Γλυφάδα κ.ο.κ. Τα Νότια Προάστια, στο κέντρο του μυστηρίου!
Ο Χρήστος Μαρκογιαννάκης με τον Δήμαρχο Γλυφάδας Γιώργο Παπανικολάου
Μια δυνατή στιγμή που έχεις ζήσει μέσω των βιβλίων σου.
Μμμμ, ποια να πρωτοδιαλέξω; Τη στιγμή που έμαθα ότι το 1ο βιβλίο θα εκδοθεί; Τη στιγμή που έπιασα στα χέρια μου το πρώτο αντίτυπο; Την βραδιά της πρώτης παρουσίασης του «στον 5ο όροφο της Νομικής» στο Salon de Bricolage που ενώ περιμέναμε 50 άτομα, ήρθαν 400 με αποτέλεσμα να κλείσει ο δρόμος και δυστυχώς να μην χωρέσουν όλοι; Μέχρι στιγμής και τα δύο βιβλία μου έχουν χαρίσει όμορφες και δυνατές στιγμές, τόσο κατά τη συγγραφή τους, όσο και μετά την κυκλοφορία τους. Και φυσικά, το δυνατό αίσθημα της υπερηφάνειας, κάθε φορά που ακούω κάποιον αναγνώστη να λέει ότι έμεινε ξάγρυπνος για να τελειώσει το βιβλίο και να μάθει ποιος είναι τελικά ο δράστης.
Ηρακλής Πουαρό ή Σέρλοκ Χόλμς;
Αν θα έπρεπε αναγκαστικά να επιλέξω, θα έλεγα Ηρακλής Πουαρό. Είναι πιο κοντά στο στυλ μου. Ο Σέρλοκ Χολμς είναι υπερβολικά “bigger than life”.
Υπάρχει αυτό που λέμε το “τέλειο” έγκλημα;
Θα σας απαντήσω με τα λόγια ενός χαρακτήρα του πρώτου μου βιβλίου, του «στον 5ο όροφο της Νομικής». Ερωτώμενη σχετικά, η Διευθύντρια του Τομέα Εγκληματολογικών σπουδών απαντά στον Αστυνόμο Μάρκου:
«Θεωρητικά, κάθε έγκλημα αποτελείται από τρία στάδια: Πρώτο στάδιο είναι η γένεση της ιδέας στο μυαλό του δράστη. Το δεύτερο είναι η καθαυτή εκτέλεσή της πράξης και, τέλος, τρίτο η αποκάλυψη και τιμωρία του αυτουργού.
Κατά την επαγγελματική αλλά και προσωπική μου άποψη κανένα έγκλημα δεν μπορεί να είναι τέλειο -για να χρησιμοποιήσω την έκφρασή σας- και στις τρεις αυτές φάσεις. Όσο καλά κι αν το έχει σχεδιάσει κάποιος ελέγχοντας κάθε λεπτομέρεια και πιθανότητα επί χάρτου, πάντα υπάρχει το ενδεχόμενο η εκτέλεση να μην πάει όπως την περιμένει λόγω κάποιου απρόοπτου γεγονότος. Αντιστρόφως, ενδέχεται ο σχεδιασμός να είναι φτωχός αλλά από τύχη η εκτέλεση να είναι καλύτερη από ό,τι σχεδιάστηκε ή ακόμα και άψογη. Κι έρχομαι τώρα στο τρίτο στάδιο, την αποκάλυψη του δράστη, το οποίο σίγουρα σας ενδιαφέρει περισσότερο κι από εκεί ορμώμενος με ρωτάτε για το τέλειο έγκλημα.
Ακόμα λοιπόν κι αν κάποια από τις αρχικές φάσεις δεν πάει καλά, δεν είναι «τέλεια» ούτως ειπείν, παραμένουν πάντα αρκετές πιθανότητες να μην αποκαλυφθεί ποτέ ο δράστης. Ο λεγόμενος σκοτεινός αριθμός της εγκληματικότητας, οι ανεξιχνίαστες υποθέσεις, παραμένει τεράστιος. Και, παρά την εξέλιξη της επιστήμης και των μεθόδων έρευνας, η ζωή απέχει μακράν των αστυνομικών μυθιστορημάτων και των τηλεοπτικών σειρών όπου ο “κακός” πάντα βρίσκεται και τιμωρείται. Καταλήγοντας λοιπόν επί του ερωτήματος σας και αποκλειστικά από τη σκοπιά της αποκάλυψης του δράστη, σας απαντώ συνεπικουρούμενη από τη θεωρία και τις σχετικές έρευνες, ότι υπάρχει πάντα αρκετά μεγάλη πιθανότητα να μη βρεθεί ο αυτουργός ενός εγκλήματος. Επομένως, ναι, από αυτή την άποψη, υπάρχει το “τέλειο” έγκλημα».
“O χρόνος είναι ο καλύτερος δολοφόνος” έλεγε η Αγκάθα Κρίστι. Για σένα τι στοιχεία πρέπει να έχει ένας καλός δολοφόνος;
Να εξάπτει την φαντασία, να προκαλεί τον τρόμο των συγχρόνων και των μελλοντικών γενεών. Για να μπει κάποιος στο Πάνθεον των δολοφόνων –αν μου επιτραπεί αυτή η έκφραση- χρειάζεται σειρά θυμάτων, χαρακτηριστικό modus operandi που να προκαλεί αίσθηση και τελικά να μείνει άγνωστη η πραγματική του ταυτότητα. Τζακ ο Αντεροβγάλτης και ο Zodiac Killer είναι χαρακτηριστικά τέτοια παραδείγματα.
Περίγραψέ μας μια δική σου μέρα δημιουργίας/ συγγραφής στο Παρίσι.
Το γράψιμο θέλει πειθαρχεία. Έτσι αφού έχω τελειώσει με τις υποχρεώσεις της καθημερινότητας, προσπαθώ να αποκόπτομαι από τον πραγματικό κόσμο και να βυθίζομαι στον κόσμο των ηρώων μου, για τουλάχιστον 5 ώρες. Αυτό φυσικά δεν σημαίνει ότι γράφω και τις πέντε αυτέ ώρες. Μπορεί να κοιτάζω την λευκή σελίδα και να οργανώνω τις σκέψεις μου, να διαβάζω εγκληματολογικά βιβλία, έρευνες ή λογοτεχνία που θα καταστήσουν πιο αληθοφανές και θα εμπλουτίσουν αυτό που γράφω. Και φυσικά 24 ώρες το εικοσιτετράωρο, ξύπνιος ή κοιμώμενος είμαι σε επιφυλακή για κάθε ερέθισμα που θα μου δώσει έμπνευση για κάτι νέο.
Ποια είναι τα σχέδιά σου για το μέλλον;
«Όταν ο άνθρωπος κάνει σχέδια, ο Θεός γελάει» λένε. Επομένως δεν ξέρω.. Το μόνο που σκέφτομαι είναι να είμαι καλά και να συνεχίσω να αποτυπώνω τος σκέψεις μου σε χαρτί, ελπίζοντας ότι όλο και κάποιος θα συνεχίζει να τις βρίσκει ενδιαφέρουσες…