Caprice: Η ιστορική καφετέρια που “χτίστηκε” από Καλλιθεάτες
Η ιστορία της Caprice, της καφετέριας που μεγάλωσε γενιές και γενιές στην πλατεία Κύπρου στην Καλλιθέα. Γιατί είσαι γνήσιος Καλλιθεάτης αν... έχεις δει παρέλαση από την Caprice.
- 26/04/2017
- Κείμενο: NouPou.gr
από το Βάιο Κρόκο
Είναι κάποια στέκια στη ζωή σου που όταν τα θυμάσαι νιώθεις οικεία, έχεις να διηγηθείς ιστορίες, επιστρέφεις στις ρίζες σου ή τα «αθώα χρόνια» της νιότης. Δανειζόμενοι την πετυχημένη στήλη του ΝouPou.gr, ένα είναι σίγουρο: Είσαι Καλλιθεάτης αν έχεις πιεί καφέ στην Caprice, ίσως να την έχεις «χτίσει» κιόλας όπως συνηθίζεται να λέγεται.
Στο πιο hotspot σημείο της πλατείας Κύπρου η Caprice αποτέλεσε για δεκαετίες μέρος – ορόσημο. Γενιές και γενιές πέρασαν, μεγάλωσαν, έκαναν οικογένειες και τα παιδιά τους ξανά εκεί.
Όλα ξεκίνησαν την δεκαετία του 60 όταν δυο αδέρφια ο Βαρδής και ο Πολύδωρος Μανιμανάκης με καταγωγή από το Ρέθυμνο της Κρήτης ξεκίνησαν με ένα μικρό μαγαζί (ναι, εκεί που στεγάζονται τα Everest εδώ και χρόνια) στη συμβολή Συβιτανίδου και Λασκαρίδου, μπροστά από το περίφημο περίπτερο της Μηλίτσας. Γνώστες της ζαχαροπλαστικής με διακρίσεις και βραβεία της εποχής είχαν κάνει γνωστό στα πέριξ το ισόγειο τότε κατάστημα με τις χειροποίητες δημιουργίες, όπως οι περίφημες πάστες και το gelato παγωτό. Για καφέ οι παρέες κάθονταν στην πλατεία, ενώ υπήρχε και ένα «παταράκι» με λίγα τραπέζια.
Στα μέσα της δεκαετίας του ’70 τα δυο αδέρφια κινούνται αυτόνομα και ο Βαρδής χτίζει έναν όροφο – «οικοδομικό τετράγωνο», γεγονός που οδήγησε στην δημιουργία μιας καφετέριας που είχε την δυνατότητα να φιλοξενήσει «όλη την Καλλιθέα». Το εσωτερικό είχε μια ιδιάζουσα αρχιτεκτονική και διακόσμηση, επηρεασμένο από στοιχεία της μινωικής Κρήτης (κολώνες, χρώματα, τοιχογραφίες)! Σάλα 300 τ.μ , άλλο τόσο το roof garden, τραπεζοκαθίσματα στα μπαλκόνια και φυσικά η πλατεία.
Η «αλλαγή σκυτάλης» και το Ekali Club
Η εποχή άλλαξε. Λίγο η νέα μόδα και τάση της εποχής ή η επικείμενη αναχώρηση του Βαρδή για την Κρήτη έφεραν την αλλαγή «σκυτάλης» για την γνωστή γωνία της πλατείας Κύπρου. Δυο φίλοι που γνωρίστηκαν, ως εργαζόμενοι στο Ekali Club, ο Σάκης και ο Γιώργος υπήρξαν οι επόμενοι ιδιοκτήτες.
«Στην Καλλιθέα ήρθα μικρός 13 χρονών και τελείωσα εδώ το σχολείο. Ήμουν θαμώνας από παλιά, καθόμασταν στην πλατεία ή στο πατάρι για καφέ. Έκανα αρκετές δουλειές, γρήγορα όμως δούλεψα σε γνωστά κέντρα διασκέδασης, μεταξύ αυτών και στις Τζιτζιφιές (Χρυσό Βαρέλι, Φαληρικό κ.α). Εκεί γνώρισα πολύ κόσμο, φίλοι, γνωστοί από την Καλλιθέα και όχι μόνο, παλιά “αφεντικά”, μετρ και σερβιτόρους που ήξεραν καλά την δουλειά. Λίγα χρόνια αργότερα δούλεψα στο Ecali Club: Υψηλή κοινωνία και άλλες απαιτήσεις, οι καλύτερες υπηρεσίες προς τους πελάτες, επαγγελματισμός. Έφτασε κάποια στιγμή η ώρα όμως να κάνω τις δικές μου δουλειές…έτσι και έγινε με το Caprice», λέει ο Σάκης.
«Με τον Γιώργο πήραμε το μαγαζί το 1988. Δύσκολο εγχείρημα καθώς η Caprice ήταν ήδη γνωστή στην περιοχή. Δεν είχαμε όμως αίσθηση κινδύνου. Γνωρίζοντας πολύ κόσμο από την Καλλιθέα και με «πρόικα» την προϋπηρεσία από το Ecali Club θελήσαμε να φέρουμε κάτι νέο στην περιοχή: Φρεσκάδα, σεβασμό στον πελάτη και υψηλού επιπέδου εξυπηρέτηση. Οι σερβιτόροι ήταν ομοιόμορφα ντυμένοι, πάντα με παπιγιόν, άμεσοι και φιλικοί προς τον πελάτη. Φέραμε συνταγές, από αυτές που μάθαμε, για γλυκά ή κοκτέιλ ενώ διατηρήσαμε τον φούρνο που είχε το μαγαζί για τους πελάτες που ζητούσαν ακόμα πίτσα. Γενικά ήταν μια εποχή που ο κόσμος ήθελε να ξεφύγει από τα στερεότυπα, η κάθε καινούργια μόδα ήταν εύκολα αποδεκτή, κάτι στο οποίο βοηθούσε και η οικονομική άνθιση της εποχής.Δεν προχωρήσαμε άμεσα σε ολική ανακαίνιση μεμιάς -καλύτερα να «σήκωνες» πολυκατοικία-, κρατήσαμε τα στοιχεία που θέλαμε, αποχωριστήκαμε βέβαια την κεντρική χειροποίητη ξύλινη σκάλα καραβιού λόγω των πιο αυστηρών κανόνων για τη νέα άδεια (ο Βαρδής την είχε κερδίσει σε πλειστηριασμό!)»
Καλλιθέα, Νέα Σμύρνη, Ταύρος, Μοσχάτο, Θησείο
Η Caprice ήταν πραγματικά μια μικρή κοινωνία. Νέοι, μαθητές, φοιτητές αλλά και μεγαλύτερης ηλικίας θαμώνες για τον πρωινό τους καφέ έκαναν «στέκι» το κατάστημα της οδού Λασκαρίδου 106. Φιλίες χτίστηκαν, έρωτες γεννήθηκαν, άλλοι έκαναν τα πρώτα τους επαγγελματικά βήματα. Πελάτες από όλη την Καλλιθέα αλλά και την Νέα Σμύρνη, τον Ταύρο, το Μοσχάτο, το Θησείο και τα Πετράλωνα.Στη κεντρική αίθουσα και το μπαρ τον χειμώνα οι περισσότεροι για το «μπούγιο», ζευγαράκια στα μπαλκόνια, «παράνομα ζευγαράκια» και ορδές πιτσιρικάδων στην ταράτσα (με κρύο και με ζέστη) για ζούλα τσιγάρο, έξοδος Σαββάτου ή κοπάνα από το μάθημα.
“Συνολικά, μαζί με την πλατεία, υπήρχαν στιγμές που το μαγαζί είχε ταυτόχρονα 900 καθήμενους. Όπως είναι λογικό μια λάθος παραγγελία, μια έξτρα καθυστέρηση μπορούσε να προκαλέσει ντόμινο στην προτεραιότητα των πελατών και την σωστή εξυπηρέτηση. Το πρώτο καιρό δεν έφευγε τίποτα αν δεν έβλεπα πρώτα όλο τον δίσκο και την τελευταία λεπτομέρεια. Αν είναι διπλωμένες σωστά οι χαρτοπετσέτες, αν έχουν βάλει το σωστό κουταλάκι ή αν είναι σπασμένη η «ομπρελίτσα» για το παγωτό. Οι πιο καλοί σερβιτόροι βέβαια έφευγαν με “παραμάνα”, ο ζήλος ήταν έντονος, δε, αν σκεφτείς ότι τότε δουλεύαν με ποσοστά επί του τζίρου.”
Παρέλαση και Caprice
“Οι πιο δύσκολες μέρες ήταν οι εθνικές εορτές», σημειώνει ο Σάκης. Το προσωπικό μαζεύονταν από νωρίς για την κατάλληλη προετοιμασία. Δεκάδες ποτήρια με την ανάλογη δοσολογία για φραπέ έτοιμα προς “χτύπημα” και κατανάλωση, ψυγεία γεμάτα χυμούς, τρόφιμα, γλυκά και μπύρες. Ούτε λεπτό χαμένο.”
Πρώτο κύμα: Γονείς, παππούδες, συγγενείς και φίλοι να προλάβουν τα μπαλκόνια και την ταράτσα. Πολλοί ζητούσαν να κλείσουν τραπέζι – πράγμα αδύνατο.
Δεύτερο κύμα: Λήξη της παρέλασης. Πιτσιρικάδες από όλα τα σχολεία της Καλλιθέας να σπεύσουν να προλάβουν τραπέζι στην ταράτσα.
«Στην παρέλαση μπορούσες να δεις όλη την Καλλιθέα σε μια μέρα. Φίλοι, παλιοί και νέοι πελάτες, άλλοι που απέκτησαν παιδιά και θέλαν να τα δουν να παρελαύνουν. Δήμαρχοι και τοπικοί άρχοντες για τις “χαιρετούρες”. Το πόστο ήταν τέτοιο που είχε την καλύτερη θέα για να παρακολουθήσεις αμέριμνος την παρέλαση.»
Τα ευτράπελα
«Τσακωμοί, παρεξηγήσεις, χωρισμοί, χαρές και γλέντια, κάθε μέρα και μια νέα ιστορία.Τόσα χρόνια στην δουλειά, πέρασε κόσμος και κοσμάκης. Πολλοί από αυτούς ήταν καθημερινοί πελάτες. Ξεκίναγαν με καφέ, φαγητό και έπειτα ποτό. Κάποιοι πλέον απαιτούσαν, είχαν και δικό τους ποτήρι.»
«Οι σκάλες ήταν πρόβλημα: Τόσο η κεντρική όσο και αυτή που οδηγούσε στην ταράτσα. Φαντάσου τι γίνονταν όταν έπεφτε η «παραμάνα». Μισή ώρα θέλαμε να καθαρίσουμε…Άλλοι πελάτες όταν δεν έβρισκαν τραπέζι , κράταγαν ρεζερβέ, δυσανασχετώντας που θα ανεβοκατέβουν ξανά τις σκάλες. Αργότερα όταν μεγάλωσαν κάθονταν στην πλατεία και περίμεναν τον σερβιτόρο να τους πει τι γίνονταν πάνω»
«Λίγο έλειψε να καεί όλο το μαγαζί, όταν κάποιος θέλησε να δει αν παίρνουν φωτιά οι καλαμιές – ντεκόρ στην ταράτσα. Ευτυχώς δούλεψαν οι πυροσβεστήρες.»
«Κυριακή μεσημέρι. Ντέρμπι στο Καραϊσκάκη. Εκατοντάδες φίλοι του ΠΑΟΚ έρχονται από τον σταθμό της Καλλιθέας. Κάποιος σκέφτηκε να πετάξει ένα ποτήρι…Αν δε ήταν τα ΜΑΤ, μάλλον θα κάναμε και άλλη ανακαίνιση»
Μικρό Caprice και millennium
«Συχνά κάναμε αλλαγές. Νέα προϊόντα, καινούργια τραπεζοκαθίσματα και διακόσμηση. Αργότερα πήραμε και ένα μαγαζί ακόμα ισόγειο για την εξυπηρέτηση των πελατών, κυρίως για φαγητό. Μεγαλύτερη επιτυχία είχε ως creperie και αργότερα ως “μπακαλιαράκια”. Εκείνη την περίοδο μάλιστα θέλαμε να «σηκώσουμε» άλλον έναν όροφο για να φτιάξουμε αίθουσα bowling. Τα σχέδια ήταν όλα έτοιμα όμως προέκυψε θέμα στατικότητας του κτηρίου και τελικά δεν συνέφερε μια αίθουσα με λίγους διαδρόμους. Η καφετέρια παρέμεινε ο “βασικός κορμός”.
Τα μαγαζιά αυτά χρειάζονται συχνά ανανέωση, πόσο μάλλον όταν απευθύνεσαι σε νεολαία που αναζητά συνεχώς νέα στέκια. Τότε, έξαλλου υπήρξε άνθιση των γύρω περιοχών. Νέα Σμύρνη, Ψυρρή, Θησείο, Πετράλωνα απέκτησαν νέα μαγαζιά, και το κέντρο γενικότερα αναβαθμίστηκε. Η Καλλιθέα έχανε σταδιακά πόντους από τον ανταγωνισμό.
Με μια όμως ανακαίνιση εκ βάθρων μετά το 2000, με νέο προσωπικό και παροχές, DJ΄s στην βασική σάλα και την ταράτσα, η νεότερη φουρνιά αγάπησε επίσης τον ανανεωμένο χώρο. Δεν ήταν λίγοι άλλωστε οι παλαιοί πελάτες που δεν έβγαιναν πλέον τόσο και έπιναν απλά ένα καφέ το πρωί λέγοντας: “Θα ΄ρθει η κόρη μου το απόγευμα, ο γιος μου έρχεται με τους φίλους του..”. Ήξεραν ποιο είναι το μαγαζί και οι άνθρωποι του.
Εν τέλει, οι συνθήκες και οι νοοτροπίες στα μαγαζιά άλλαξαν. Επικράτησε λίγο το «απρόσωπο» και το φευγαλέο. Εμείς θέλαμε να ξέρουμε κάθε πελάτη και αυτοί εμάς με το μικρό μας όνομα. Αυτή ήταν και η επιτυχία του μαγαζιού τόσες δεκαετίες, μια μικρή κοινωνία. Η Caprice αποτέλεσε τόπος συνάντησης για κάθε Καλλιθεάτη, ένα δεύτερο σπίτι, το μέρος που πάντα επιστρέφεις».
*Η ιστορική Caprice της Καλλιθέας έκλεισε τον κύκλο της το 2008 .