Το Nou-Pou έκανε τη Μέθοδο Αμπράμοβιτς και περιγράφει την εμπειρία
Στο Μουσείο Μπενάκη, την Κυριακή 24/5 του 2016, συμμετείχα στο ιδιαίτερο πείραμα της Μαρίνα Αμπράμοβιτς.
- 29/04/2016
- Κείμενο: NouPou.gr
Αν η μέθοδος Αμπράμοβιτς ήταν ταινία, θα ήταν του Λάνθιμου. Αν ήταν αίσθηση, θα ήταν μία έβδομη. Αν ήταν τόπος, θα ήταν κάτι σαν δυστοπική φουτουριστική κοινωνία. Ήταν όμως εμπειρία και ήταν μοναδική. Πήγα και πήρα μέρος, ένιωσα παράξενα, αγχωτικά αλλά και απελευθερωτικά την ίδια στιγμή, έξω κάπως από το σώμα μου. Η Μαρίνα Αμπράμοβιτς είναι μία σπουδαία εικαστικός, που κάνει performance art, κάτι σαν ακροβατική της ψυχής και του σώματος. Ο στόχος είναι η αλληλεπίδραση καλλιτέχνη – κοινού, με τελικό σκοπό την κάθαρση. Όσοι δεν πήγατε, κάπως θα πρέπει να το έχετε μετανιώσει. Διαβάστε γιατί.
Η ουρά
Μεσημέρι Κυριακής. Όχι οποιασδήποτε. Της τελευταίας που θα μπορούσε κάποιος να επισκεφτεί το Μουσείο Μπενάκη για να κάνει την μέθοδο Αμπράμοβιτς. Πρόλαβα, ναι. Αν εξαιρέσεις βέβαια ότι η ουρά είχε κάνει μία ορθή γωνία με πολύ μεγάλες πλευρές και μπήκα μετά από μία ώρα. Μας είχαν ήδη ενημερώσει ότι μπορούμε να συμμετέχουμε σε όσες ασκήσεις θέλουμε και για όσο θέλουμε και ότι πρέπει να αφήσουμε στα ντουλαπάκια τσάντες, κινητά και ρολόγια (δεν χρειάζεται να ξαναδιηγηθώ την ιστορία του ότι δεν φοράω συνήθως και του ότι αυτό μάλλον δείχνει την κακή σχέση μου με τον χρόνο).
Η προθέρμανση
Ξεκίνησα λοιπόν στις πρώτες μικρές αίθουσες μαζί με άλλους ανθρώπους, που δεν ήξερα τίποτα για αυτούς και εκεί όλοι μαζί αρχίσαμε να κάνουμε ασκήσεις χαλάρωσης, κάτι σαν γυμναστική, υπό την καθοδήγηση των μαυροντυμένων υπεύθυνων – καλλιτεχνών που συμμετείχαν στο πρότζεκτ. Η φάση αυτή ολοκληρώθηκε, όταν πήραμε τα ακουστικά με την ηχομόνωση. «Φορέστε τα και αν αισθανθείτε ενόχληση ή οτιδήποτε άλλο, μπορείτε να τα βγάλετε», μας είπαν.
Η μεγάλη αίθουσα
Φόρεσα τα ακουστικά. Ξαφνικά δεν ξέρω γιατί αλλά ένιωσα φόβο. Πιθανόν το νόημα του πειράματος να είναι η αίσθηση της απελευθέρωσης από οποιοδήποτε εξωτερικό πραγματικό ή συμβολικό θόρυβο και η στροφή στην εσωτερικότητα και στη δυνατότητα του ανθρώπου να γίνει ένα με τον άλλο. Άλλωστε, As One ήταν ο τίτλος. Όμως θα σου πω ακριβώς τι ένιωσα. Με το που αποχωρίστηκα από τον φίλο μου, που είχαμε πάει μαζί, (γιατί καλύτερα να βιώνεις την εμπειρία «μόνος») και πριν προλάβω καλά – καλά να συνειδητοποιήσω ότι είμαι ανάμεσα σε περίπου 150 άτομα, που δεν ακούνε τίποτα, παρά μόνο τους ήχους του σάλιου ή του στομαχιού τους, μία από τις κοπέλες που συντόνιζαν, ήρθε και με πήρε από το χέρι. Αργά και νωχελικά, σαν να είχαμε περάσει σε μία άλλη διάσταση, σαν να με οδηγούσε κάπου. Και τότε αντιλήφθηκα πως κατευθυνόμουν, χωρίς καθόλου την θέλησή μου η αλήθεια είναι, αλλά και χωρίς καμία θέληση για αντίσταση συνάμα, σε ένα από τα κρεβάτια που είχαν στηθεί στον χώρο. Με σκέπασε μέχρι πάνω. Αν ήξερα πως είναι η αίσθηση του θανάτου, θα σε διαβεβαίωνα πως ήμουν κοντά σε αυτό και τέλος πάντων αν υπερβάλλω λίγο, τότε σίγουρα απλώς σκέφτηκα ότι πέθανα. Σηκώθηκα μόνη μου. Είχα αμφιβολίες αρχικά για το αν πρέπει να το κάνω, αν και οι οδηγίες στην ουρά ήταν σαφείς. Ένιωθα μία δέσμευση να μείνω εκεί. Άλλοι γύρω μου έμοιαζαν πράγματι γαλήνιοι, άλλοι ίσως και να είχαν κοιμηθεί. Δεν υπήρχε περιορισμός ώρας (μέχρι φυσικά την ώρα που έκλεινε το μουσείο). Ήμουν αρκετά αγχωμένη για άλλους λόγους και βιαστική γιατί είχα ένα ραντεβού μετά και αυτό επηρέασε κατά πάσα πιθανότητα το συναίσθημά μου.
Έπειτα πήγα και έκατσα σε μία καρέκλα μπροστά από ένα μπλε χαρτόνι κολλημένο στον τοίχο. Το κοίταξα για κάμποση ώρα. Ίσως σου ακούγεται γελοίο, μετά από συζήτηση με μία συνάδελφο, όμως, κατέληξα πως η επιλογή μου μπορεί να είχε κάποια σημασία. Υπήρχαν και κίτρινα χαρτόνια και κόκκινα. Δεν υπήρχαν βέβαια πάντα άδειες θέσεις μπροστά από όλα, αλλά όπως και να έχει, κάποιο νόημα μπορεί να έχει όλο αυτό. Το μπλε ηρεμεί, χρειαζόμουν ηρεμία, ναι αυτό είναι. Όσο έκανες κάποια από τις ασκήσεις, γύρω σου περιφέρονταν με αργές κινήσεις και απορημένα, σχεδόν υπνωτισμένα βλέμματα, σχεδόν σαν ζόμπι, άνθρωποι σαν εσένα και εμένα με ακουστικά στα αυτιά τους. Το παράξενο ήταν ότι όλοι έμοιαζαν να λειτουργούν σε slow motion και να παρατηρούν, χωρίς ούτε στιγμή να διακωμωδούν το τόσο ανορθόδοξο και άβολο αυτό πείραμα της Μαρίνα Αμπράμοβιτς. Υπήρχε μία σοβαρότητα και ένας σεβασμός που ίσως έρχεται, όταν στρέφεσαι στον εαυτό σου ή όταν γίνεσαι ένα με τον άλλο. Επίσης, ο χρόνος εδώ (ίσως όπως και παντού) ήταν πολύ σχετικός. Μου φάνηκε λες κι ήμουν μέσα δυο τρεις ώρες. Και ήμουν μόλις μία.
Αργότερα στάθηκα όρθια σε κάτι βάθρα και μία από τις συντονίστριες με ακουμπούσε στο στέρνο και στην πλάτη, προσπαθώντας πιθανόν να μου πάρει την κακή ενέργεια, να μου μεταδώσει κάτι (ό,τι ήμουν έτοιμη να λάβω) και να με χαλαρώσει. Βλέπαμε όλοι ο ένας τον άλλο τη στιγμή που γίνονταν οι ασκήσεις, όμως έμοιαζε σαν να ήταν όλοι εκεί αλλά και ταυτόχρονα κανείς. Λίγο αυτή η ρομποτοποίηση να μην με ανατρίχιαζε, αυτό το ότι όλοι ήταν υπό την επήρεια της μεθόδου, θα ήταν ό,τι πιο ενδιαφέρον έχω κάνει μέχρι σήμερα, μετά την συγγραφή των σκέψεών μου και την απόκτηση του σκύλου μου.
Ο καθρέφτης
Η μεγαλύτερη στιγμή ήταν η στιγμή που βρήκα κενή καρέκλα απέναντι από μία κοπέλα στην άσκηση κατά την οποία κάθεσαι απέναντι από έναν άγνωστο επισκέπτη και τον κοιτάς. Για μένα αυτό ήταν η πιο έντονη συναισθηματικά και συμβολικά φάση εκεί μέσα. Θεωρώ πως αξίζει να προσπαθήσεις ακόμη και αν ντρέπεσαι φρικτά να αντικρίσεις στα μάτια για πάνω από 1 λεπτό ακόμη και την καλύτερή σου φίλη. Σίγουρα έκατσα 5-10 λεπτά απέναντι από εκείνη την κοπέλα. Δεν μιλούσαμε. Μόνο την κοιτούσα. Κάποια στιγμή δάκρυσα και άρχισα να σκουπίζω τα μάτια μου, επειδή με ενόχλησαν οι φακοί (πεζή), τότε έγινε κάτι σχεδόν μαγικό, η κοπέλα λειτούργησε (και νομίζω όχι επίτηδες) σαν καθρέφτης. Σκούπισε το μάτι της. Κοίτα που όταν έρχεσαι αντιμέτωπος με κάποιον για τόση ώρα, βλέπεις σε αυτόν τον εαυτό σου. Μήπως κάπως αυτό να το κάνουμε και πράξη στις ζωές και στις κοινωνίες μας; Γενικά ήμασταν τρομερά αυτοσυγκρατημένες, ακίνητες και συγκεντρωμένες η μία στην άλλη. Στα πρόσωπά μας είχε σχηματιστεί ένα μειδίαμα. Όση ώρα την κοιτούσα, δεν σκεφτόμουν ποια μπορεί να είναι, τι δουλειά να κάνει, πόσα λεφτά να έχει, το μόνο που έκανα είναι να της μιλάω από μέσα μου, έτσι «μίλησα» για τον πατέρα μου, που έχασα πρόσφατα, ήθελα να το «ξέρει». Άλλωστε η ουσιαστική επικοινωνία, όπως μου είπε πρόσφατα κάποιος, σημαίνει κατανόηση. Κατανόηση συχνά έχεις και χωρίς να μιλάς.
Η καταμέτρηση
Η τελευταία άσκηση ήταν η άσκηση της λογικής και της υπομονής. Κόκκοι ρυζιού και φακής ανακατεμένοι μπροστά από κάθε θέση σε δυο μεγάλα ξύλινα μακρόστενα τραπέζια. Και ένα μολύβι και ένα χαρτί. Έπρεπε να διαχωρίσεις και να μετρήσεις ένα προς ένα τα ρύζια και τις φακές. Δεν το έκανα, γιατί είχα κάτι σημαντικό να κάνω μετά και όχι επειδή δεν έχω υπομονή. Ή μήπως για αυτό; Γιατί να βιαζόμαστε πάντα και τι είναι σημαντικό τελικά;