Ένα απόγευμα στην Εθνική Πινακοθήκη
Τόσο καιρό, περνούσα με το αμάξι από τη Βασιλίσσης Σοφίας και αναρωτιόμουν πότε θα άνοιγε επιτέλους τις πόρτες του το κλασικό κτήριο απέναντι από το Χίλτον, που ήταν υπό κατασκευή τόσα χρόνια. Η στιγμή έφτασε και επιτέλους κατάφερα να επισκεφτώ την Εθνική Πινακοθήκη. Αυτές είναι οι εντυπώσεις μου.
- 01/06/2021
- Κείμενο: Άννυ Τζαβέλλα
Είναι Τετάρτη και αποφασίζω επιτέλους να επισκεφτώ την Εθνική Πινακοθήκη. Είναι η μόνη μέρα της εβδομάδας που παραμένει ανοιχτή μετά τις 6 το απόγευμα. Η ουρά ευτυχώς είναι πολύ μικρή. Καθώς στέκομαι έξω, θαυμάζω την υπέροχη αρχιτεκτονική του κτηρίου. Στο εσωτερικό, και καθώς περιμένω να βγάλω το εισιτήριό μου, χαζεύω τη θέα προς τον Λυκαβηττό. Δέκα λεπτά αναμονή (λίγα για τα δεδομένα της Πινακοθήκης που συνήθως έχει αρκετά μεγάλες ουρές) και επιτέλους μπορώ να ξεκινήσω την βόλτα μου.
Οι χώροι είναι αρκετά ευρύχωροι και ο κόσμος βρίσκεται προσεκτικά απλωμένος μέσα στις αίθουσες. Οι αποστάσεις τηρούνται στο μέγιστο και, έτσι, έχεις την ελευθερία να απολαύσεις όσο θες τα έργα. Με το που μπαίνω στον χώρο των εκθέσεων, κοιτώ αριστερά και βλέπω έναν από τους αγαπημένους μου πίνακες του Βρυζάκη. Είναι ο Παλαιών Πατρών Γερμανός, που ευλογεί τη σημαία της Επανάστασης (1865). Αποφασίζω, λοιπόν -σχετικά άμεσα- πως από εκεί θα ξεκινήσω. Μπαίνοντας στον χώρο, βλέπω πως η συγκεκριμένη αίθουσα είναι αφιερωμένη στην Ελληνική Επανάσταση, με διάσημους πίνακες να στέκονται περήφανοι. «Το 1821 στη Ζωγραφική». Αυτό είναι το όνομα της έκθεσης, η οποία περιλαμβάνει μερικά από τα πιο γνωστά έργα του Βρυζάκη -και όχι μόνο. Η Έξοδος του Μεσολογγίου (1853) και Η Ελλάς ευγνωμονούσα (1858) είναι δύο από αυτούς, και με ενθουσιάζουν κάθε φορά που τους βλέπω. Μπορώ να στέκομαι και να τους χαζεύω με τις ώρες. Λες και κάθε φορά θα βρω κάτι καινούριο που θα μου τραβήξει το μάτι.
Η έκθεση θα φιλοξενηθεί περίπου για έναν χρόνο (σίγουρα μέχρι το τέλος του 2021). Αξίζει σίγουρα να περιπλανηθείς κι εσύ ανάμεσα στα έργα τέχνης του 19ου αιώνα, που εμπνέονται από τον εθνοαπελευθερωτικό μας αγώνα και τιμούν με τον τρόπο τους την διακοσιοστή επέτειο της Επανάστασης.
Στην άλλη πλευρά του ορόφου στεγάζονται πολλά ακόμη έργα του 19ου αιώνα, μεταξύ των οποίων πρώιμη προσωπογραφία, πρώιμη τοπιογραφία, χαρακτική, οριενταλισμός, νεκρή φύση και γυμνό. Καθώς έχω ήδη δει στο διάγραμμα της εισόδου ότι στον επόμενο όροφο φιλοξενούνται έργα πιο πρόσφατα, συνειδητοποιώ ότι δεν υπάρχουν πουθενά στην Πινακοθήκη πίνακες του Δομίνικου Θεοτοκόπουλου. Περίεργο, σκέφτομαι. Σπεύδω να ρωτήσω αμέσως κάποιον υπεύθυνο, ο οποίος με ενημερώνει πως η έκθεση για τα 200 χρόνια της Επανάστασης φιλοξενείται τώρα στο χώρο που έπειτα θα στεγάσει τα έργα του Θεοτοκόπουλου. Απογοητεύτηκα είναι η αλήθεια, που δεν μπόρεσα να δω κάποιο από αυτά στη σημερινή μου επίσκεψη. Θα ξανάρθω, όμως.
Το ενδιαφέρον μου, ωστόσο, παραμένει αμείωτο. Στον όροφο υπάρχουν τόσα ωραία έργα. Σε πολλά σημεία σταματώ να χαζέψω τη θέα έξω από τα παράθυρα. Από τη μία πλευρά η θέα δείχνει προς τον Λυκαβηττό. Από την άλλη βλέπω τους πολυσύχνατους δρόμους της Αθήνας, με τα αμάξια να δημιουργούν την κλασική-πολύβουη εικόνα του κέντρου. Αυτό που κάπως έλειπε ήταν μια καρέκλα ή κάποιο σημείο για να καθίσεις. Βέβαια, αν υπήρχαν και αυτά, θα μπορούσα να κάτσω με τις ώρες να κοιτάω τους πίνακες και να τους μελετώ ακόμη πιο αναλυτικά. Φαντάζομαι, δεν θα ήμουν και η μόνη.
Ανεβαίνω στον δεύτερο όροφο. Παρατηρώ αμέσως ότι η αριστερή αίθουσα είναι κατά βάση αφιερωμένη στον Χατζηκυριάκο-Γκίκα. Περνάω και στη δεύτερη, μεγαλύτερη αίθουσα όπου οι πίνακες που αντικρύζω έχουν πιο έντονα χρώματα, μπερδεμένα σχήματα και πολλές περίεργες σιλουέτες. Περάσαμε στην τέχνη του 20ου αιώνα. Βλέπω πολύ κόσμο γύρω από δύο πίνακες. Αναρωτιέμαι ποιοι είναι και τραβούν τόσο πολύ τα βλέμματα. Πλησιάζω μετά από λίγο και βλέπω τα έργα “Ποιητής και Μούσα” και “Δήλος” του Νίκου Εγγονόπουλου. Λογικό να μαζευτούν τόσοι πολλοί τριγύρω. Σου τραβούν αμέσως την προσοχή. Πρέπει να έκατσα εκεί κανένα δεκάλεπτο. Ίσως να είναι και το πιο πολυφωτογραφημένο σημείο της Πινακοθήκης. Όλοι έπαιρναν σειρά για να φωτογραφηθούν δίπλα από τις χαρακτηριστικές απρόσωπες φιγούρες του μεγάλου εκπροσώπου του υπερρεαλιστικού κινήματος στην Ελλάδα – ή απλώς για να τις χαζέψουν.
Συνεχίζοντας στον τρίτο και τελευταίο όροφο, συνάντησα έργα τόσο του 20ου όσο και του 21ου αιώνα. Εκεί θα βρεις αφηρημένη τέχνη, τεχνολογία, χαρακτική, μοντέρνο-μεταμοντέρνο στοιχείο, video art και γενικότερα πιο σύγχρονες μορφές τέχνης. Το ενδιαφέρον εδώ είναι πως δεν θα συναντήσεις μόνο πίνακες. Διάφορες κατασκευές αλλά και ένας χώρος ειδικά διαμορφωμένος για να παρουσιάσει την τέχνη του βίντεο, έρχονται να προσφέρουν μια πιο φρέσκια ματιά. Θα συναντήσεις μέχρι και έργα του 2020, όπως οι “Κολυμβητές κάτω από το νερό” της Μαρίας Φιλιοπούλου, ένας ακόμα από τους πίνακες που τραβούν το ενδιαφέρον του κοινού χάρη στο χρώμα, την τεχνοτροπία και, κυρίως, την ονειρική του αίσθηση.
Συνολικά μιλάμε για μια ξεχωριστή εμπειρία. Χίλια περίπου έργα (τόσα περιλαμβάνει η έκθεση, από τους 20.000 περίπου που φυλάσσονται στις αποθήκες της Πινακοθήκης) εκτίθενται σε ένα μουσείο υψηλής αισθητικής που συναγωνίζεται επάξια τα αντίστοιχα άλλων χωρών της Ευρώπης.
Για το εξωτερικό του κτηρίου, τι να πρωτοπεί κανείς. Όσες φορές περνούσα από εκεί με το αυτοκίνητο, πάντα έριχνα κλεφτές ματιές. Τώρα είχα τη δυνατότητα να το εκτιμήσω πραγματικά. Οι αρχιτέκτονες Πάνος Γραμματόπουλος, Χρήστος Πανουσάκης και Διονύσης Βασιλόπουλος, που υπογράφουν τις αρχιτεκτονικές παρεμβάσεις, έχουν κάνει μια εκπληκτική δουλειά. Ο χώρος φτάνει συνολικά τα 20.760 τετραγωνικά μέτρα (στο προϋπάρχον κτήριο των 9.720 τετραγωνικών μέτρων προστέθηκαν επιπλέον 11.040 τετραγωνικά) και περιλαμβάνει μεταξύ άλλων χώρο υποδοχής, αμφιθέατρο, πρόσθετους εκθεσιακούς χώρους και σύγχρονες αποθήκες έργων τέχνης. Αποτελεί ξεκάθαρα το νέο κόσμημα του κέντρου της Αθήνας.
Ωστόσο, υπήρχαν και κάποιες αστοχίες. Ή μάλλον, όχι αστοχίες. Δεν υπήρχε ίσως η κατάλληλη προετοιμασία. Για παράδειγμα, τόσο το καφέ στο ισόγειο, όσο και το εστιατόριο στον τρίτο όροφο, ήταν εντελώς κλειστά, με αποτέλεσμα να μην μπορείς να βρεις ούτε ένα μπουκάλι με νερό. Δεν λειτουργεί κανένα από τα δύο (πιθανώς και λόγω των μέτρων για τον κορωνοϊό) και ακόμα δεν έχει γίνει γνωστό πότε θα ανοίξουν. Ακόμη, δεν υπάρχουν audio guides. Πιστεύω θα ήταν μια σημαντική προσθήκη, καθώς μιλάμε για μερικά από τα πιο γνωστά και θαυμαστά έργα Τέχνης της Ελλάδας και η περιήγηση στην Πινακοθήκη χωρίς τις επιπλέον πληροφορίες ενός οδηγού αφήνει στην ουσία την “απόλαυση” μισή. Τέλος, δεν λειτουργούσε καμία έκθεση στο υπόγειο (στο -2). Οι εκθέσεις εκεί θα ξεκινήσουν, όπως με ενημέρωσαν, από τον Νοέμβριο.
Extra tip: Αρκετά συχνά οι ουρές είναι μεγάλες, κυρίως τα Σαββατοκύριακα. Γι’ αυτό θα πρότεινα σε όσους έχουν το χρόνο, να την επισκεφτούν μία Τετάρτη απόγευμα. Επίσης, για την μετακίνηση από όροφο σε όροφο μη διστάσεις να χρησιμοποιήσεις την εξωτερική σκάλα, ακριβώς πίσω από τη γυάλινη πρόσοψη. Η θέα του Λυκαβηττού, ειδικά με το ηλιοβασίλεμα στο φόντο, είναι μαγευτική.
Extra tip #2: Αν δεν προλαβαίνεις προς το παρόν να την επισκεφθείς (ή αν την επισκέφθηκες και δεν χόρτασες τα υπέροχα έργα της) θα βρεις στο site της Εθνικής Πινακοθήκης το ψηφιοποιημένο αρχείο με τα έργα της μόνιμης έκθεσης (και εδώ όλες τις συλλογές). Μπορείς να περάσεις κυριολεκτικά ώρες ολόκληρες ανακαλύπτοντάς την!
Info:
Εθνική Πινακοθήκη, Βασιλέως Κωνσταντίνου 50
Ωράριο λειτουργίας:
Δευτέρα, Πέμπτη, Παρασκευή, Σάββατο, Κυριακή 10.00 – 18.00. Έκδοση εισιτηρίων έως 17.00
Τετάρτη 10.00 – 21.00 . Έκδοση εισιτηρίων έως 20.00
Τρίτη κλειστά