Η Γλυφάδα το 1944 και Τα Αηδόνια της Σιωπής
Το μεγαλύτερο αφιέρωμα που έγινε ποτέ για τη ΓλυφάδαΠώς ήταν η Γλυφάδα του 1944; Στο καινούργιο του μυθιστόρημα, «Τα Αηδόνια της Σιωπής», ο Στέφανος Δάνδολος γράφει για ακόμα μία φορά για τον τόπο όπου μεγάλωσε, τη Γλυφάδα, συνδυάζοντας αριστοτεχνικά ιστορικές πηγές και μυθοπλασία.
- 24/04/2024
- Κείμενο: Ιφιγένεια Καραθεοδωρή
Η Γλυφάδα το 1944 ήταν ένας άλλος τόπος, μια μικρή παραθαλάσσια κοινότητα γεμάτη πεύκα και χωμάτινους δρόμους, ένας απόμερος οικισμός που μύριζε αλάτι και πευκοβελόνες. Με αυτόν ακριβώς τον τρόπο ζωντανεύει από τη λήθη στο καινούργιο μυθιστόρημα του Στέφανου Δάνδολου «Τα Αηδόνια της Σιωπής», που κυκλοφόρησε πριν από λίγες μέρες από τις Εκδόσεις Ψυχογιός και θα παρουσιαστεί την Παρασκευή 26 Απριλίου (18.00) στο Κινηματοθέατρο «Μελίνα Μερκούρη» (Ανατολικής Ρωμυλίας 123, Γλυφάδα).
Η εικόνα της πόλης στις σελίδες του Δάνδολου δεν θυμίζει σε τίποτα την σημερινή θορυβώδη μορφή της, μοιάζει βγαλμένη από ξεθωριασμένη σέπια, με τις παραλιακές επαύλεις που κρύβονται πίσω από τα δέντρα, με τους ψαράδες που μαζεύουν τα δίχτυα τους, με την μικρή πλατεία γύρω από την κεντρική κακοτράχαλη δημοσιά, με το μισογκρεμισμένο παλιό εκκλησάκι του Αγίου Κωνσταντίνου που είχε πληγεί από τις βόμβες των Γερμανών, και με την κυρία Ευδοξία, μια μοναχική γυναίκα, που κατοικεί στην άκρη του κόλπου, ελπίζοντας πάντα ότι θα ξαναδεί τον άντρα της ζωής της, έναν άνθρωπο με τον οποίο είχε μοιραστεί είκοσι χρόνια ανομολόγητου έρωτα.
Ο συγγραφέας εστιάζει σε μια τραυματική περίοδο της σύγχρονης ελληνικής ιστορίας, στις ογδόντα περίπου μέρες από την Απελευθέρωση και το τέλος της γερμανικής Κατοχής (Οκτώβριος 1944) μέχρι την κορύφωση των Δεκεμβριανών, τότε που όλη η πρωτεύουσα είχε μετατραπεί σε επίγεια κόλαση εξαιτίας των δριμύτατων ένοπλων συγκρούσεων μεταξύ της κυβερνητικής πλευράς και του αριστερού μετώπου.
Με φόντο αυτό το συνταραχτικό διάστημα ο Δάνδολος περιγράφει δύο ερειπωμένες ζωές: αυτήν της κυρίας Ευδοξίας στη Γλυφάδα, που επιμένει να ονειρεύεται και γεμίζει τη μοναξιά της με ελπίδες και προσδοκίες, και αυτήν του άντρα που δεν έβγαλε ποτέ από την καρδιά της, του κυρίου Αριστείδη, ενός αγνού ηλικιωμένου σερβιτόρου που εργάζεται στο θρυλικό Καφενείον Ζαχαράτου στην πλατεία Συντάγματος, έχοντας σπαταλήσει όλη του τη ζωή στην υπηρεσία του καθήκοντος. Ούτε αυτός όμως την ξέχασε ποτέ, ούτε αυτός την έχει βγάλει από την καρδιά του. Την αναζητά εδώ και χρόνια σε δρόμους και πλατείες, και προσεύχεται να συμβεί ένα θαύμα ώστε να την ξαναδεί. Όταν αποχωρούν οι Γερμανοί από την Αθήνα, ξημερώνει μια μέρα υπέρτατης χαράς, χιλιάδες κόσμου κατακλύζουν το κέντρο της πρωτεύουσας, και οι δύο ήρωες του βιβλίου συνειδητοποιούν ότι εφόσον συνέβη αυτό το θαύμα, τότε όλα τα θαύματα μπορούν να συμβούν. Και τότε ένα γράμμα δικό της θα ενώσει και πάλι τη μοίρα τους, αφού θα παρακινήσει τον κύριο Αριστείδη να ταξιδέψει από το κέντρο της Αθήνας στην απόμερη Γλυφάδα.
Μόνο που όταν θα φτάσει η στιγμή της αναχώρησής του, ήδη οι ταραχές θα έχουν ξεσπάσει, η Αθήνα θα είναι σκεπασμένη με φλόγες και στάχτη, και κάθε μετακίνηση θα είναι αδύνατη. Πώς θα καταφέρει να διασχίσει μια πόλη που σπαράσσεται από βόμβες, ελεύθερους σκοπευτές, μάχες σώμα με σώμα; Πώς θα μπορέσει να διανύσει τα είκοσι χιλιόμετρα που τον χωρίζουν από την οδό Εμμανουήλ Μπενάκη στην καρδιά της Αθήνας μέχρι τον παραλιακό οικισμό όπου τον περιμένει η γυναίκα των ονείρων του; Αυτή την αγωνιώδη ιστορία παρακολουθούμε επί 540 σελίδες. Χάρη στην ολοζώντανη πρόζα του συγγραφέα βλέπουμε από απόσταση αναπνοής όλο το χάος που επικράτησε τότε, όλη την εμφύλια ασχήμια που κάλυψε βίαια την ευφορία από τη φυγή των Γερμανών. Βλέπουμε τις προδοσίες, την πίκρα, το τραγικό πεπρωμένο των Ελλήνων. Μα πάνω από όλα βλέπουμε το οδυνηρό ταξίδι μιας χώρας που οδεύει με μαθηματική ακρίβεια προς την καταστροφή και την προσπάθεια κάποιων ψυχών, κόντρα σε αυτές τις συνθήκες, να διεκδικήσουν το δικαίωμα της ευτυχίας.
Και επίσης βλέπουμε τη Γλυφάδα. Αυτή τη μικρή φέτα γης, που στοιχειοθετεί την Ιθάκη δύο ανθρώπων οι οποίοι προτάσσουν το εσωτερικό φως τους για να αντιμετωπίσουν την σκληρή πραγματικότητα που τους περιβάλλει. Μια Γλυφάδα που σπαράσσεται κι αυτή από τις έριδες μεταξύ των λιγοστών κατοίκων της. Υπάρχουν οι δεξιοί, υπάρχουν οι αριστεροί, υπάρχει η νεαρή δασκάλα του σχολείου που χαρίζει εξωσχολικά βιβλία στους μαθητές της προκαλώντας υποψίες, υπάρχει μια γυναίκα με θλιμμένα μάτια για την οποία λέγονται πολλά, υπάρχουν οι Βρετανοί αξιωματικοί που έχουν καταλύσει στο κοντινό αεροδρόμιο της ακτογραμμής, υπάρχει ο κτηματίας με το μυστηριώδες παρελθόν. Μια Γλυφάδα που έχει βγει από τις δόξες του μεσοπολέμου και αναζητά (κι αυτή) τη δική της λύτρωση. Μια Γλυφάδα με μυστικά, ψέματα και υπόγειες συγκρούσεις, που ενώνονται με την αχλή της φυσικής της ομορφιάς, τα κύματα που σκάνε στην ακτή, τα μικρά μαγαζάκια, τους πευκώνες, το σινεμά «Μαϊάμι» και τις βάρκες των ψαράδων.
Ο Δάνδολος, έχοντας μεγαλώσει στη Γλυφάδα, γράφει για τον τόπο του και το κάνει με απόλυτη ακρίβεια και κινηματογραφική μαεστρία (το είχε ξανακάνει πριν από πολλά χρόνια στον «Τελευταίο Κύκνο», μιλώντας για τη Γλυφάδα της δεκαετίας του 1980), συνδυάζοντας τις πηγές και την μυθοπλαστική διάσταση της ιστορίας του. Το βιβλίο είναι ήδη best seller από τις πρώτες κιόλας μέρες της κυκλοφορίας του, και μαζί με το θυμικό της Ελλάδας αναβιώνει τη μοίρα αυτής της μικρής τότε πολίχνης, για την οποία ελάχιστα έχουν γραφτεί στην σύγχρονη ελληνική λογοτεχνία.
Ποια ήταν η Γλυφάδα του 1944; Πώς ήταν; Γύρω από αυτόν τον άξονα θα περιστραφεί η παρουσίαση της Παρασκευής, την οποία θα προλογίσει ο ίδιος ο Δήμαρχος Γλυφάδας κ. Γιώργος Παπανικολάου, και στην οποία θα μιλήσουν διεξοδικά για το μυθιστόρημα ο δικός μας Μάνος Μίχαλος, ιδρυτής-εκδότης του NouPou και ο δημοσιογράφος Κώστας Κυριακόπουλος.
«Τα Αηδόνια της Σιωπής» είναι ίσως το απόλυτο αριστούργημα του Δάνδολου γιατί περικλείει όλη την ωριμότητα των ιστορικών μυθιστορημάτων που μας έχει χαρίσει τα τελευταία χρόνια και συνδέει περίτεχνα την προσωπική μοίρα με τη συλλογική μοίρα, αποτυπώνοντας μια στιγμή της Ελληνικής Ιστορίας που κανείς δεν θέλει να θυμάται. Είναι ένα θαρραλέο, σπαραχτικό μυθιστόρημα, στο οποίο ο συγγραφέας ζωγραφίζει με πλούσια παλέτα, χρησιμοποιώντας μια γραφή που μεταδίδει τα εφήμερα της καθημερινής ζωής, όσο και τη θλίψη, την ελπίδα και το υψηλό δράμα της εποχής. Για εμάς εδώ είναι και το μυθιστόρημα μιας Γλυφάδας λησμονημένης: ένα βιβλίο για τον τόπο όπου έζησαν οι παππούδες μας και οι πρόγονοί τους.
Το μεγαλύτερο αφιέρωμα που έγινε ποτέ για τη Γλυφάδα τρέχει τώρα στο NouPou: Πρόσωπα, Stories, Ρεπορτάζ και ένας πλήρης Οδηγός Πόλης σε ένα δυναμικό αφιέρωμα που ανανεώνεται διαρκώς.