The C beach restaurant: Mεσογειακές γεύσεις με βαθιά νοστιμιά δίπλα στην αμμουδιά [VIDEO]
Summer Dining Athens RivieraΜενού με σαφή προσανατολισμό στη Μεσόγειο και κομψά λιτό περιβάλλον με ανεμπόδιστη θέα στη θάλασσα, σε συνδυασμό με μια ανάλαφρη ατμόσφαιρα, δημιουργούν ένα feelgood experience στην Αθηναϊκή Ριβιέρα, που σε γεμίζει.
- 29/07/2024
- Κείμενο: Θύμιος Βούλγαρης
- Φωτογραφίες: Αλέξανδρος Ιωαννίδης, Γιάννης Συκιανάκης
Η εξοικείωσή μου με τα νότια προάστια δεν θα χαρακτηριζόταν και θρυλική. Ίσως να αγγίζει τη στοιχειώδη – ειδικά τα τελευταία λίγα χρόνια, όπου με όλα τα αναπτυξιακά και άλλα έργα, το να ανακαλύψω που βρίσκεται ένας προορισμός που θα μου έχει δώσει η παρέα μου ραντεβού, μπορεί να αποδειχθεί μια μικρή σπαζοκεφαλιά. Όλη η εισαγωγή για να «δικαιολογήσω» τη μικρή μου περιπέτεια για να ανακαλύψω, λίγες ημέρες πριν, το The C.
Δείτε αυτή τη δημοσίευση στο Instagram.Η δημοσίευση κοινοποιήθηκε από το χρήστη Nou-Pou (@noupougr)
H A’ Ακτή Βούλας δείχνει να βρίσκεται σε έναν οργασμό κατασκευών, έργων και, κομψά πολυτελούς αναδιαμόρφωσης, όπως τουλάχιστον διαπίστωσα από τις λίγες ώρες που πέρασα σε αυτό το πανέμορφο beach restaurant. Γιατί, πιστεύω, το να χαρακτηρίσει κάποιος το The C «beach bar», ίσως να μην του αποδίδει το επίπεδο ποιότητας, γευστικής κουλτούρας που υπερασπίζεται, αλλά και γενικότερου feelgood experience που σε γεμίζει, ανηφορίζοντας προς την Παραλιακή πάνω στο λευκό golf cart (γιατί, ναι, σε κακομαθαίνουν τόσο) λίγο πριν το υπέροχο ηλιοβασίλεμα.
Ας τα πάρω από την αρχή, όμως. Το σημείο που, πολύ διακριτικά, πρέπει να τονίσω, λειτουργεί το The C έχει, πέραν της αυξημένης ιδιωτικότητας, την ευλογία της ανεμπόδιστης θέας και τα καταγάλανα νερά μιας πεντακάθαρης παραλίας, της οποίας η «εκμετάλλευση» γίνεται εξαιρετικά λελογισμένα, χωρίς υπερβολές, ακρότητες και ενοχλητικές οχλαγωγίες. Οριακά, ζεν και κομψά λιτό το περιβάλλον, ταιριάζει απόλυτα στην, κομψή, πλευρά μιας πριβέ παραλίας – ίσως στη Μύκονο. Πάντα, όσον αφορά το στυλ και την ποιότητα των παρεχόμενων υπηρεσιών, χωρίς τυχόν άλλες «υπερβολές» και ακρότητες.
Πολλά φυτά, ξύλινοι διάδρομοι πάνω στην παχιά άμμο οι οποίοι οδηγούν στις μεγάλες, άνετες ξύλινες ξαπλώστρες, cool μουσικές σε όλο τον χώρο και το πρώτο cocktail από μια έξυπνα στημένη λίστα είναι στο χέρι μου μέσα σε λίγα λεπτά. Καλοφτιαγμένο και με χαρακτήρα.
Ο βασικότερος όμως λόγος της επίσκεψής μου ήταν το εστιατόριο. Οι πληροφορίες μου μιλούσαν για ένα ζευγάρι σεφ «εξαιρετικά ταλαντούχους και με παραστάσεις από πολύ καλά εστιατόρια». Και, όντως, αυτά που μου είχαν μεταφερθεί ήταν μετριοπαθή σε σχέση με το τι εισέπραξα στο τραπέζι μου.
Η Ντορίνα Ντεμάι και ο Λάζαρος Σταμούλης, μεταφέροντας κομμάτι του «γονιδίου» του Μυκονιάτικου Alemagou, κατάφεραν να δημιουργήσουν ένα δικό τους υβριδικό μενού, που φωνάζει – διακριτικά αλλά με σαφήνεια – γαστρονομική προσωπικότητα και τεχνικές, ευφυή διαχείριση εξαιρετικής ποιότητας πρώτων υλών, βαθιά νοστιμιά στην πλειοψηφία των πιάτων, με ένα έξυπνο δάμασμα όλων αυτό στο να ταιριάξει με το περιβάλλον που φιλοξενείται η κουζίνα τους.
Έτσι λοιπόν, το μενού τους έχει έναν πολύ σαφή προσανατολισμό στη Μεσόγειο, τόσο λόγω της ανάγκης φρεσκάδας και ποιότητας των βασικών πρώτων υλών, όσο και – κακά τα ψέματα – της τοποθεσίας. Γιατί, κάποια στιγμή και οι επιχειρηματίες σε Τουρισμό και Εστίαση πρέπει να το αντιληφθούν πως, καλοδεχούμενες οι τάσεις και οι επιρροές από το εξωτερικό, όμως τόσο οι επισκέπτες αλλά και οι γηγενείς αυτό που λαχταράμε είναι ακόμα μεγαλύτερης γαστρονομικής αξίας και νοστιμιάς ελληνικές / μεσογειακές γεύσεις.
Και η Ντορίνα με τον Λάζαρο το καταφέρνουν με έναν έξυπνο τρόπο, κεντώντας μέσα στον Μεσογειακό χαρακτήρα του πυρήνα του μενού κάποιες διεθνείς λεπτομέρειες και ορισμένες ασιατικές τεχνικές.
O κατάλογος του The C έχει, έξυπνα θα έλεγα, χωριστεί σε έξι ενότητες: Ψωμί & Αλοιφές, Γη, Ωμά, Θάλασσα, Αγρός και Επιδόρπια. Έτσι, έχοντας ίσως βγει από την θάλασσα και μετά από κάποια ώρα κάτω από τον ήλιο, δεν θα προβληματιστείς παρά για τα ελάχιστα λεπτά που θα σου πάρει να εντοπίσεις τα πιάτα που θα κάνουν τους σιελογόνους αδένες σου να λειτουργήσουν αυθόρμητα.
Παράλληλα με την ποιοτική πρώτη ύλη, η απλότητα και η καθαρότητα στις γεύσεις είναι εμφανέστατη από τις πρώτες μπουκιές: η μπουράτα με τα τοματίνια που ήρθε σαν καλωσόρισμα μοσχοβολούσε φρεσκάδα και νοστιμιά, ενώ το μαγιάτικο spicy tiradito, το ταρτάρ τόνου και το αντίστοιχο της γαρίδας ήταν άψογα προετοιμασμένα και αρτυμένα με τις κατάλληλες σάλτσες.
Στα κυρίως, το εξαιρετικά χυλωμένο κριθαρότο καραβίδας με, να τονίσω, τα πολύ ζουμερά κομμάτια καραβίδας ήταν το αγαπημένο της παρέας μου, ενώ το υποδειγματικά ψημένο φιλέτο τόνου με… συγκίνησε, κάνοντάς με να τους αναζητήσω για να τους δώσω συγχαρητήρια.
Συμπληρωματικά στο φαγητό υψηλότατου γαστρονομικού επιπέδου, η ομάδα του σέρβις οριακά άψογη και τα cocktails επιπέδου bar πεντάστερου ξενοδοχείου.
Και όλα αυτά λίγα μέτρα από την αμμουδιά – δεν είμαι σίγουρος πόσοι αντιλαμβάνονται αυτομάτως τη δυσκολία της επίτευξης του τελικού αποτελέσματος που περιγράφω. Με λίγα λόγια, το The C, εύκολα, μπορεί να γίνει η αυτονόητη λύση μου όταν θα αναζητήσω μια top ποιοτική επιλογή για τη βουτιά μου, σε συνδυασμό με εξαιρετικό φαγητό και ποτά. Χωρίς άγχος, υπερβολική πολυκοσμία και με αισθητική που θα με ξεκουράζει. Τόσο απλά, τόσο όμορφα.