Μίτος: Ένας καλά κρυμμένος κρητικός καφενές στην Καλλιθέα
Ο Μίτος στην Καλλιθέα αποτελεί κοινό μυστικό για τους φανατικούς της κρητικής κουζίνας, γίνεται ένα από εκείνα τα ανεπιτήδευτα στέκια, στα οποία ζεις αυθεντικές γαστρονομικές εμπειρίες και σε ταξιδεύει, έστω και νοητά, στο αγαπημένο ελληνικό νησί.
- 28/01/2023
- Κείμενο: Άννυ Τζαβέλλα
Είσαι Κρητικός που ζει στην Αθήνα και συνεχώς αναζητάς προορισμούς στην πόλη για να νιώσεις πιο κοντά στο «σπίτι» σου; Είσαι λάτρης της κρητικής γαστρονομίας οπότε και εσύ ψάχνεις συνεχώς μέρη στα οποία θα τη δοκιμάσεις στα καλύτερά της; Ή είσαι απλά καλοφαγάς και θέλεις να βρεις ένα νέο στέκι με γευστικούς, ποιοτικούς μεζέδες; Σε κάθε περίπτωση, συνέχισε να διαβάζεις, σε έχω καλυμμένο.
Καλά κρυμμένο σε ένα στενό, αρκετά μακριά από την κίνηση του κέντρου της Καλλιθέας, σε σημείο όπου υπάρχουν μόνο πολυκατοικίες, βρίσκεται ο Μίτος, ένας παραδοσιακός, κρητικός καφενές. Το πρώτο που θα σου έρθει στο μυαλό, είναι το πώς βρίσκει κανείς αυτό το μέρος αν δεν του το έχει προτείνει κάποιος. Και η απάντηση που έδωσα σχεδόν άμεσα και εγώ στον εαυτό μου ήταν ότι δεν το βρίσκεις. Και επειδή εγώ είχα την τύχη να ενημερωθώ για τους εκλεκτούς κρητικούς μεζέδες του, πήρα την απόφαση να το επισκεφτώ.
Βλέποντας το μαγαζί απ’ έξω, σκέφτηκα ότι πρόκειται για ένα κλασικό καφενείο, όπως πολλά που συναντάς σε διάφορες αθηναϊκές συνοικίες. Ωστόσο, μπαίνοντας μέσα, δεν άργησα να διαπιστώσω ότι μιλάμε για κάτι εντελώς διαφορετικό. Το μάτι μου έπεσε σχεδόν αμέσως στους τοίχους, τους οποίους κοσμούν κορνιζαρισμένες μαντινάδες (όπου αργότερα έμαθα πως έχει γράψει ο ιδιοκτήτης του μαγαζιού), βραβεία, πορτρέτα και αμέτρητες κρητικές λεπτομέρειες, που με έκαναν να νιώθω λες και βρισκόμουν χιλιόμετρα μακριά από την Αθήνα.
Απέναντι ακριβώς, η ανοιχτή κουζίνα με προϊδέαζε για το τι θα επακολουθήσει, αφού μυρωδιές ταξίδευαν μέχρι την είσοδο του μαγαζιού. Σε έναν τοίχο, πάνω από την κουζίνα, ένας χάρτης της Κρήτης με δυνατό νέον σού τονίζει τις ρίζες του μαγαζιού, ενώ γυρνώντας το βλέμμα λίγο προς τα δεξιά, βλέπω δύο τηλεοράσεις που παίζουν ταυτόχρονα -η μία ειδήσεις, η άλλη κρητικούς χορευτές με φόντο το άγριο τοπίο του νησιού. Και αυτά δίπλα σε μία φωτογραφία του Ξυλούρη, την οποία για κάποιο λόγο νόμιζα ότι μπορούσα απλά να κάθομαι και να την χαζεύω για αρκετή ώρα.
Πριν καλά-καλά επιλέξουμε πού θα καθίσουμε, μας πλησίασε ο καλοσυνάτος οικοδεσπότης του Μίτου, ο οποίος μας χαιρέτισε ζεστά, με μια φιλική χειραψία και μας οδήγησε στο τραπέζι μας. Αυτός είναι ο ιδιοκτήτης του Μίτου, ο Μανώλης -ή Μανωλιός, όπως τον φώναζαν όλοι στο μαγαζί. «Βολευτείτε και επιστρέφω αμέσως με τον κατάλογο», μας ενημερώνει χαμογελώντας. Αυτό, όμως, που δεν περίμενα είναι ότι ο Μανώλης φέρνει το μενού και έπειτα κάθεται δίπλα, ώστε να εξηγήσει αναλυτικά ό,τι δεν καταλαβαίνεις. Λογικό, αφού για εμένα και για όλους όσους δεν έχουν καταγωγή από την Κρήτη, υπάρχουν πολλές άγνωστες λέξεις στο μενού (ξέρετε εσείς π.χ. τι είναι τα γαλάντερα;).
Αφού τα εξήγησε όλα, μας άφησε να συμπληρώσουμε την παραγγελία μας και να επεξεργαστούμε κάθε πληροφορία του καταλόγου, ο οποίος είναι γεμάτος με δελεαστικές λιχουδιές. Αγκινάρες φούρνου, ντολμαδάκια, κουκιά βραστά, ρεβυθάδα, μυζηθροπιτάκια με μέλι, βολβοί και πολλές ακόμη γευστικές προτάσεις βρίσκονται μόλις στις πρώτες σελίδες, κάνοντας ακόμη πιο δύσκολη την επιλογή. Στα κυρίως, μεταξύ άλλων έχουν αγριογούρουνο στιφάδο, τσιγαριαστό, μπεκρή μεζέ, γαρδούμπα αυγολέμονο, γουρουνόπουλο με πατάτες, ενώ στα της ώρας ξεχωρίζουν φυσικά τα γαλάντερα (βλέπε αρνίσια εντεράκια παναρισμένα και τηγανητά), τα γλυκάδια, οι κεφτέδες από προβατίνα, αλλά και η συκωταριά (αρνίσια ή από γουρουνόπουλο). Στα ποτά δεν κουραστήκαμε, αφού με τα παραπάνω δεν επιτρεπόταν να παραγγείλουμε κάτι άλλο από ρακί (εντάξει, επιτρέπεται, αλλά δεν χρειάζεται!).
Τα μυζηθροπιτάκια, που τα σερβίρουν με το τεμάχιο, μου κέρδισαν από την αρχή το ενδιαφέρον, ενώ δεν μπορούσα να μην επιλέξω και τα λαχταριστά κεφτεδάκια προβατίνας, τα οποία λιγουρευόμουν από τη στιγμή που τα είδα στο μενού. Τα πρώτα, τραγανιστά απ’ έξω, πλούσια σε τυρί στο εσωτερικό, με ενθουσίασαν και με έκαναν να παραγγείλω ακόμη μερικά. Όσο για τα κεφτεδάκια, τι να πω; Έλιωναν στο στόμα και η γεύση τους μου χάρισε αυτή την αίσθηση ικανοποίησης -αυτή ρε παιδί μου που ξέρεις ότι έχεις φάει κάτι πραγματικά καλό. Συνοδεία ρακής, μάλιστα, είναι το κάτι άλλο. Μην παραλείψεις να παραγγείλεις και έναν ντάκο, τον οποίο εγώ απόλαυσα με ξύγαλο, έτσι για την αλλαγή.
Αλλά πραγματικά, κρίνοντας από τα πρόσωπα και τις εκφράσεις των γύρω μου, είμαι σίγουρη πως όλα τα πιάτα έχουν τη χάρη τους και αξίζουν μια δοκιμή. Ανάλογα βέβαια και τα δικά σου γούστα. Αυτό που απόλαυσα, πάντως, παράλληλα με το φαγητό, ήταν ότι ο κόσμος από τα τραπέζια φώναζε τον Μανωλιό για να τσουγκρίσουν μαζί ή να πιούν στην υγειά του. Τον φωνάζω, λοιπόν, και εγώ στο τραπέζι, αφενός διότι δεν μπορούσα να μη συμμετάσχω σε αυτό το «τελετουργικό», αφετέρου για να μου πει περισσότερα πράγματα για τον Μίτο και την ιστορία του.
«Η καταγωγή μου είναι από τα Λιβάδια Μυλοποτάμου της Κρήτης. Στην Αθήνα ήρθα το 1989, αλλά ο Μίτος πρωτοξεκίνησε τη λειτουργία του το 1995», ξεκινά να αφηγείται, ενώ εξηγεί πως στην αρχή, το μαγαζί ήταν αποκλειστικά καφενείο. «Η κουζίνα λειτουργεί τα τελευταία δεκαπέντε χρόνια. Πριν από αυτό, είχαμε ελληνικό καφέ, φραπέ και μερικούς μεζέδες. Έρχονταν οι παππούδες να παίξουν το τάβλι τους και να τσιμπολογήσουν. Ακόμη, βέβαια, συμβαίνει αυτό και είναι ένα χαρακτηριστικό μας που δεν ήθελα να χαθεί», προσθέτει.
Και πράγματι, ο Μίτος συνεχίζει να είναι εκείνο το καφενείο που το πρωί θα είναι γεμάτο με παππούδες. Από το μεσημέρι και μετά, βέβαια, ξεκινούν να βγαίνουν και οι πρώτοι μεζέδες από την κουζίνα. Και αυτό συνεχίζεται μέχρι αργά το βράδυ, όπου μπορεί να τύχει να μη βρίσκεις και τραπέζι.
Αναρωτιέμαι, πάντως, το μαγαζί το επισκέπτονται κυρίως κρητικοί και Καλλιθεώτες; «Έρχονται πολλοί Κρητικοί, αλλά ο περισσότερος κόσμος είναι από την Αθήνα. Και όχι μόνο από την Καλλιθέα, αλλά από κάθε μέρος της Αθήνας. Έρχονται σκεφτείτε μέχρι και από Κόρινθο, Πόρτο Ράφτη, Σαλαμίνα, Ελευσίνα, Ανάβυσσο», αναφέρει. Επιπλέον, δεν είναι λίγοι και οι καλλιτέχνες που έχουν περάσει το κατώφλι του Μίτου: «Χαρούλης, Μάλαμας, Παπακωνσταντίνου. Μας έχουν τιμήσει με την παρουσία τους σπουδαίοι Έλληνες καλλιτέχνες», υποστηρίζει ο Μανώλης.
Και όλοι έρχονται για να δοκιμάσουν τους εκλεκτούς μεζέδες του, αλλά και για να ζήσουν στο απόλυτο τι σημαίνει κρητική διασκέδαση και φιλοξενία. Αξίζει να αναφέρω ότι τα περισσότερα κρέατα (γλυκάδια, γαρδούμια, κουνέλια) έρχονται από το χωριό του Μανώλη και τα υπόλοιπα επιλέγονται πολύ προσεκτικά από τον ίδιο. «Κάτι που επίσης πρέπει να ξέρετε για εμένα είναι ότι δεν βγαίνει τίποτα από την κουζίνα πριν πάρει την έγκρισή μου. Θέλω να είμαι απόλυτα σίγουρος για το κάθε πιάτο ξεχωριστά», τονίζει. Όσο για τα πιάτα που ζητά περισσότερο ο κόσμος, αυτά είναι το πιλάφι, οι ντολμάδες, οι κεφτέδες και τα γλυκάδια, με ενημερώνει. Για τους κεφτέδες πάντως, μπορώ να σου εγγυηθώ.
Συμπέρασμα; Ο Μίτος ξεχωρίζει για την απλόχερη κρητική φιλοξενία του, τον σεβασμό στην ποιότητα, τις ισορροπημένες τιμές, την ενημερωμένη ποικιλία σε κρητικά μεζεδάκια και σπιτικά μαγειρεμένα πιάτα και τη ρετρό του ατμόσφαιρα -χαρακτηριστικά που συνθέτουν ένα αυθεντικό κρητικό καφενεδάκι με τα όλα του.