Η Λειβαδιά στην Άνω Γλυφάδα είναι το oldschool σουβλατζίδικο που μένει ανεξίτηλο στο χρόνο
Το μεγαλύτερο αφιέρωμα που έγινε ποτέ για τη ΓλυφάδαΕπισκεφθήκαμε τη Λειβαδιά, το θρυλικό σουβλατζίδικο της Άνω Γλυφάδας, που αποτελεί σταθερό προορισμό για τους νότιους λάτρεις του είδους και όχι μόνο και μάθαμε τα πάντα για την ιστορία του.
- 24/10/2022
- Κείμενο: Κωνσταντίνος Κουτλιάνης
- Φωτογραφίες: Ιωάννα Μορφινού
Το σουβλάκι είναι αγάπη. Η αναζήτηση για το τέλειο σουβλάκι δε, δεν σταματάει ποτέ. Είναι όμως κάποια μαγαζιά που όσα χρόνια κι αν περάσουν κρατάνε την ποιότητα αναλλοίωτη, το μεράκι ζωντανό και τις γεύσεις σταθερά ακαταμάχητες. Στα νότια, ένα από τα σουβλατζίδικα που κρατάνε ψηλά τη σημαία του «old school σουβλατζίδικου», είναι η Λειβαδιά στην Άνω Γλυφάδα, που εδώ και 34 χρόνια προσφέρει στους Νότιους και όχι μόνο, ζουμερά καλαμάκια και πεντανόστιμα τυλιχτά, έχοντας ως βασικό του μότο ότι η ποιότητα στο κρέας είναι πάνω από όλα.
Πήγαμε στο θρυλικό σουβλατζίδικο της Γλυφάδας, εννοείται δοκιμάσαμε τις σπεσιαλιτέ του και μιλήσαμε με την οικογένεια Τσακωνίτη για την ιστορία τους, την παράδοση που έχουν στο σουβλάκι και τα μυστικά που θεωρούν ότι τους κάνουν να ξεχωρίζουν.
Η ιστορία της Λειβαδιάς
Η Λειβαδιά ξεκίνησε το 1988 από τον Δημήτρη Τσακωνίτη και τη σύζυγό του, που άνοιξαν το θρυλικό πλέον σουβλατζίδικο στο No126 της Ανδρέα Παπανδρέου, στην Άνω Γλυφάδα -εκεί δηλαδή, που τους βρίσκουμε μέχρι και σήμερα. Η οικογένεια Τσακωνίτη βέβαια, είχε ήδη εμπειρία στην εστίαση, αφού πριν τη Λειβαδιά είχαν και μία ταβέρνα στην Ηλιούπολη. Όσο για το όνομα του μαγαζιού, είναι ένας «φόρος τιμής» στην ιδιαίτερη πατρίδα της συζύγου του κ. Τσακωνίτη, την Λειβαδιά, πόλη που άλλωστε είναι διάσημη για τα καλαμάκια της.
Λίγο αργότερα, στο μαγαζί άρχισε να συμμετέχει και ο γιος του κ. Δημήτρη, ο Κώστας, ενώ το 2017 παραχώρησε οριστικά τη σκυτάλη. Σήμερα, ο Κώστας συνεχίζει την παράδοση του πατέρα του, ενώ πλέον στην ομάδα συμμετέχει και ο ανιψιός του, Νίκος Μπαρμπουτσίνας, που ανέλαβε να μας διηγηθεί τα πάντα για την οικογενειακή επιχείρηση.
Εσείς πώς αποφασίσατε να ασχοληθείτε με το μαγαζί; Ήταν μονόδρομος;
Τον Κώστα τον έβαλε ο πατέρας του στη δουλειά χωρίς δεύτερη σκέψη, από πολύ νωρίς και του έμαθε τα πάντα. Και εγώ βέβαια, από νωρίς ξεκίνησα να ασχολούμαι, σχεδόν από τα 16 μου χρόνια. Θυμάμαι, ο παππούς μου κάποια στιγμή μου είπε απλά: «Τη Δευτέρα πιάνεις δουλειά στο μαγαζί» και κάπως έτσι εντάχθηκα στην ομάδα και εγώ. Ο Κώστας έχει κάνει τεράστια προσπάθεια όλα αυτά τα χρόνια για να εξελίσσει συνεχώς το μαγαζί, με σταθερά βήματα.
Υπάρχουν περιστατικά που να σου έχουν μείνει αξέχαστα αυτά τα χρόνια;
Οι ουρές του κόσμου έξω από το κατάστημα είναι από τα πιο χαρακτηριστικά περιστατικά. Θυμάμαι μέρες με κρύο ή βροχή, που βλέπαμε απ’ έξω 20 με 25 άτομα ουρά, αλλά μας είχε κάνει και ιδιαίτερη εντύπωση όταν κάποιοι μας είχαν πει ότι παρότι είχαν μετακομίσει σε άλλες περιοχές, ακόμη και στα βόρεια προάστια, έρχονταν μέχρι εδώ για σουβλάκια από τη Λειβαδιά.
Τι πιστεύεις ότι χρειάζεται ένα σουβλατζίδικο για να ξεχωρίσει;
Πέρα από την ποιότητα των πρώτων υλών, θέλει να του αφιερώσεις και πολύ χρόνο. Μπαίνοντας σε ένα τέτοιο χώρο πρέπει να ξέρεις εξ αρχής ότι θα δώσεις πολύ χρόνο από την ζωή σου, καθημερινά, που θα τον θυσιάσεις από αλλού.
Μια οικογενειακή επιχείρηση έχει δυσκολίες λόγω των σχέσεων; Ποια είναι η συνταγή για να πετύχει;
Θέλει σίγουρα πολλές υποχωρήσεις από όλους και πολύ συνεννόηση. Υπάρχουν πολλές φορές που μπορεί να τσακωθείς αλλά στο τέλος της μέρας δεν μένει κάτι, οπότε παραμένετε αγαπημένοι. Επίσης, ξέρεις πως ο άλλος δεν θέλει το κακό σου και πως παλεύεται για ένα κοινό καλό.
Να φανταστώ ότι είσαστε εκεί συνέχεια;
Ξεκάθαρα! Είμαστε από το πρωί μέχρι το βράδυ όλοι εδώ. Αν θέλεις να παραμείνεις ανεξίτηλος στο χρόνο πρέπει να είσαι συνεχώς κοντά στο μαγαζί και στους υπαλλήλους για να υπάρχει όμορφο κλίμα. Πρέπει να προσφέρεις προσωπική εργασία.
Ένα σουβλατζίδικο τελικά είναι πιο εύκολο να το φτιάξεις από την αρχή ή να διατηρήσεις το όνομά του με τα χρόνια;
Η εστίαση και ειδικά το σουβλατζίδικο δεν είναι εύκολη δουλειά. Είναι εύκολο να ανοίξεις ένα μαγαζί και να το ξεκινήσεις, αλλά το δύσκολο είναι να το διατηρήσεις εκεί που είναι και να κάνει μικρά βήματα προς το καλύτερο. Αν για παράδειγμα ασχοληθείς εντατικά ένα χρόνο και μετά απομακρυνθείς τότε χάνεις το παιχνίδι. Αυτό που μας χαροποιεί είναι πως περνάνε τα χρόνια και έχουμε τόσο κόσμο που επιστρέφει σταθερά σε εμάς όσο και νέους «φίλους». Έχουμε κόσμο που ερχόταν εδώ από παιδί και τώρα έρχεται με τα δικά του παιδιά και τρώνε από το μαγαζί μας.
Υπάρχει κάποια μυστική συνταγή για την επιτυχία της Λειβαδιάς;
Το μυστικό μας έχει να κάνει κυρίως με την ποιότητα. Κάθε πρωί εγώ και ο Κώστας ελέγχουμε κυριολεκτικά ένα-ένα τα σουβλάκια μας, πριν καταλήξουν στην ψησταριά και στη συνέχεια στον κόσμο. Προσέχουμε πολύ την ποιότητα του κρέατος που σερβίρουμε. Ο γύρος είναι χειροποίητος με δική μας συνταγή την οποία ξεκίνησε ο παππούς και συνεχίζεται μέχρι σήμερα. Όσο για το σουβλάκι κοτόπουλο, είναι επίσης χειροποίητο με μια δικιά μας συνταγή και λόγω της καλής ποιότητας του κρέατος βγάζει ένα ωραίο αποτέλεσμα.
Θα σκεφτόσασταν να επεκταθείτε σε μεγαλύτερο χώρο ή να ανοίξετε κάποιο ακόμη μαγαζί σε άλλη περιοχή;
Το πλάνο μελλοντικά είναι να φτιαχτεί μια νέα Λειβαδιά σε άλλη περιοχή, αλλά δεν είναι τίποτα σίγουρο ακόμη. Αυτό είναι μια δική μου «τρέλα».