Τα Κανάρια: Η ιστορική ψαροταβέρνα του Μοσχάτου σερβίρει ολόφρεσκες γαρίδες και νοσταλγία
Summer In The CityΜία ψαροταβέρνα που κρατά τις αξίες, την ατμόσφαιρα, τη διακόσμηση αλλά και την πρώτη της ύλη στα επίπεδα του τότε. Σα να τα έχει βάλει σε ένα ελληνικό ψυγείο του 1964 και να τα συντηρεί τέλεια.
- 08/06/2023
- Κείμενο: Δημήτρης Κουπριτζιώτης
Αν έχεις απορία πώς ήταν οι ταβέρνες τη δεκαετία του ’60, αρκεί να επισκεφτείς τα Κανάρια και θα έχεις όλη την εμπειρία του παρελθόντος στο πιάτο. Μία ψαροταβέρνα στο Μοσχάτο που στέκει ίδια και απαράλλαχτη όλα αυτά τα χρόνια και, παρά τις νέες αφίξεις που αλλάζουν σχεδόν καθημερινά πια τον γαστρονομικό χάρτη της Αθήνας, είναι καθημερινά γεμάτη με κόσμο που φτάνει εδώ από κάθε γωνιά της πόλης.
Τα Κανάρια άνοιξαν το 1950, σε μια περιοχή που είχε πολλούς ψαράδες αλλά ακόμα περισσότερους μετανάστες από τη Μικρά Ασία. Τότε ο πατέρας του Σπύρου Αργυρόπουλου ξεκίνησε μαζί με τη γυναίκα του ένα καφενείο αφού είχε αποκτήσει εμπειρία σε φημισμένα καφενεία της Ομόνοιας. Σύντομα το καφενείο έγινε στέκι για τους ψαράδες της περιοχής, που μαζεύονταν εδώ με την ψαριά τους, κι έτσι άρχισαν να πέφτουν στο τηγάνι φρέσκα ψάρια.
Κάπως έτσι, από το 1962 σερβίρουν μόνο ψάρια και γαρίδες. Μιλάμε για τέτοια εξειδίκευση. Το ψάρι είναι πάντα φρέσκο και αυτό είναι κανόνας. Από τότε μέχρι σήμερα συνεργάζονται απευθείας με ψαροκάικα ώστε να παίρνουν τα καλύτερα.
Κάπου εκεί ήρθε στο προσκήνιο και η γαρίδα. Οι γαρίδες και η γάμπαρη φτάνουν στα Κανάρια από τον Πλαταμώνα, που φημίζεται πως έχει τις καλύτερες. Για να καταλάβεις πόσο συνδεδεμένο είναι το μαγαζί με τις γαρίδες, τον Ιούλιο και τον Αύγουστο που είναι η περίοδος αναπαραγωγής τους και δεν ψαρεύονται, τα Κανάρια είναι κλειστά.
Εδώ δεν θα βρεις πατάτες. Μην κάνεις το λάθος να ζητήσεις. Στα συνοδευτικά θα βρεις ελίτσες, φέτα και μία μοναδική τοματοσαλάτα με κρεμμύδι και λίγη σάλτσα τομάτας από πάνω. Απλά, λιτά και νόστιμα. Όπως παλιά.
Τα Κανάρια όμως δεν ξεχωρίζουν μόνο για την αυθεντικότητα σε ό,τι προσφέρουν αλλά και για την αυθεντικότητα του χώρου. Όσο περιμένεις να φτάσει στο τραπέζι η παραγγελία είναι μονόδρομος ένα ταξίδι στον χρόνο μέσα από τα αντικείμενα που διασκοσμούν το μαγαζί. Το ψυγείο όπου διατηρούν τα ψάρια είναι ελληνικής παραγωγής από το ΄64, η ζυγαριά που τα ζυγίζουν από το ’59, ενώ τα βαρέλια με το κρασί δεν είναι διακοσμητικά. Έχουν μέσα το δικό τους κρασί, ροζέ και λευκό, με ποικιλίες Σαββατιανό, Ροδίτη και Αγιωργίτικο. Τα καθαρίζουν κάθε Σεπτέμβρη, αφού τα βγάλουν στην αυλή, και τα γεμίζουν ξανά με μούστο που προμηθεύονται ώστε να παλαιώνουν εκεί, μέσα στο μαγαζί.
Ο εσωτερικός χώρος θερμαίνεται από μια παλιά σόμπα πετρελαίου από αυτές που πια βρίσκεις πια μόνο σε καφενεία χωριού. Έξω, στην γραφική αυλίτσα, θα κάτσεις τις ζεστές μέρες κάτω από τη μουριά και θα περνάς το χέρι σου πάνω από τις γλάστρες με τους βασιλικούς, φέρνοντάς το μετά στη μύτη για να πάρεις την ευωδιά τους. Τόσες και τόσες μικρές και πιο μεγάλες λεπτομέρειες συνθέτουν ένα σκηνικό και μια ατμόσφαιρα άλλης εποχής. Κι αυτός είναι ένας μόνο από τους λόγους που ο κόσμος έχει αγαπήσει τόσο πολύ αυτήν την ταβέρνα, που ακόμα και τις καθημερινές είναι πια δύσκολο να βρεις τραπέζι.