Παναγιώτης Κατσαρούπας: Ο ρόλος του σχολικού ψυχολόγου στα σχολεία του αύριο
Το μεγαλύτερο αφιέρωμα που έγινε ποτέ για τη ΓλυφάδαΟ ψυχολόγος Παναγιώτης Κατσαρούπας, με εξειδίκευση στην ψυχολογία παιδιών και εφήβων και πολυετή εργασιακή εμπειρία με άτομα με νοητική αναπηρία, χαρτογραφεί στο NouPou το σχολείο του μέλλοντος με διαδρομές που ξεκινούν από τη συναισθηματική νοημοσύνη και οδηγούν σε κοινωνίες συμπερίληψης.
- 12/12/2023
- Κείμενο: Ιωάννα Νιαώτη
- Φωτογραφίες: Κατερίνα Καπετάνη
«Ήπιες δεξιότητες και νέες τεχνολογίες χέρι – χέρι μας οδηγούν στο σχολείο του μέλλοντος» λέει στο NouPou ο Παναγιώτης Κατσαρούπας, M.Sc Ψυχολόγος Παιδιού και Εφήβου, με έδρα τη Γλυφάδα. Μαζί του μιλήσαμε για τις νέες τεχνολογίες και την εισαγωγή τους στην εκπαιδευτική διαδικασία, για τη θετική επίδραση των ψηφιακών περιβαλλόντων μάθησης σε άτομα που αντιμετωπίζουν μαθησιακές δυσκολίες ή και στα άτομα με αναπηρία, για τα μειονεκτήματά τους, για τον κρίσιμο ρόλο του ψυχολόγου στο σχολικό περιβάλλον, για τη συμπερίληψη και, τελικά, για όσα ονειρεύονται τα ίδια τα παιδιά για το σχολείο του αύριο.
Μπορούν οι νέες τεχνολογίες να φέρουν στο παρόν το σχολείο του μέλλοντος;
Οι νέες τεχνολογίες κάνουν ολοένα και περισσότερο αισθητή την παρουσία τους καθώς περνούν τα χρόνια. Η ραγδαία ανάπτυξή τους έχει ως αποτέλεσμα την εισαγωγή τους σε βασικές πτυχές της καθημερινής μας ζωής την οποία επηρεάζουν σημαντικά. Πολλές από τις διαδικασίες που κάποτε μπορούσαν να πραγματοποιηθούν μόνο δια ζώσης πλέον μπορούν και πραγματοποιούνται ψηφιακά, προσφέροντάς μας συνήθως μεγαλύτερη αυτονομία, καλύτερη απόδοση και το σημαντικότερο οικονομία χρόνου.
Η εκπαίδευση αποτελεί έναν τομέα στον οποίο η σταδιακή εισαγωγή των νέων τεχνολογιών παρουσιάζει αυξανόμενη και καθοριστική επίδραση, οδηγώντας εύλογα και σε μια νέα πραγματικότητα, στο σχολείο του μέλλοντος. Το παραδοσιακό εκπαιδευτικό σύστημα και ο τρόπος διδασκαλίας, όπως τα γνωρίζουμε μέχρι σήμερα, θα αλλάξουν σημαντικά, καθώς σε αυτά θα ενσωματωθούν τα ψηφιακά περιβάλλοντα μάθησης τα οποία περιλαμβάνουν την εικονική (Virtual Reality) και επαυξημένη πραγματικότητα (Augmented Reality), καθώς και η συστηματική χρήση ηλεκτρονικών υπολογιστών και ηλεκτρονικών εργαλείων μάθησης, όπως οι οθόνες αφής, οι διαδραστικοί πίνακες, τα ψηφιακά θρανία κ.ά.
Αξίζει να κρατήσουμε όμως στο μυαλό μας ότι η χρήση αυτών των καινοτόμων τεχνολογιών ιδίως στην εκπαίδευση πρέπει να εφαρμόζεται ορθά και με προσοχή καθώς, εκτός από τα πλεονεκτήματα με τα οποία συνδέεται, υπάρχουν και αξιοσημείωτες προκλήσεις. Αναφορικά με τα πλεονεκτήματα θα μπορούσαμε πρωτίστως να καταγράψουμε την ελκυστικότητά τους για τα παιδιά και τους εφήβους, αλλά και το γεγονός ότι παρέχουν ένα μεγάλο εύρος πληροφοριών και δυνατοτήτων σε σχεδόν μηδενικό χρόνο.
Σε θεραπευτικό πλαίσιο έρευνες αποδεικνύουν τη θετική επίδραση των ψηφιακών περιβαλλόντων μάθησης σε άτομα που αντιμετωπίζουν μαθησιακές δυσκολίες, διάσπαση προσοχής/υπερκινητικότητα και διαταραχές αυτιστικού φάσματος καθώς προάγουν την ανεξαρτησία κατά τη διαδικασία της μάθησης, ενδυναμώνουν τις ακαδημαϊκές, κοινωνικές και επικοινωνιακές δεξιότητες ενώ βοηθούν μεταξύ άλλων στην έκφραση των συναισθημάτων, στη διαχείριση του άγχους και στην ανάπτυξη της ενσυναίσθησης (Charitos et al., 2000. I-Jui Lee, 2019. Jeffs, 2009. Kandalaft et al., 2013. Matsentidou & Poullis, 2014).
Στα μειονεκτήματα θα μπορούσαμε σύμφωνα με τους Gutek (2013) και Kenwright (2018) να καταγράψουμε την πιθανή κυριαρχία του ψηφιακού κόσμου έναντι του πραγματικού σε περιπτώσεις μακράς έκθεσης στον πρώτο καθώς και τη δυσκολία στη διάκριση μεταξύ ψηφιακής και πραγματικής εμπειρίας που ενδέχεται να παρουσιαστεί στις μικρότερες ηλικίες. Η Behr και οι συνεργάτες της (2005) συνδέουν τη χρήση των ψηφιακών περιβαλλόντων μάθησης με σωματικά συμπτώματα όπως η ζάλη ή ατυχήματα κατά τη χρήση του εξοπλισμού, όπως επίσης και με δυσκολίες σε ψυχολογικό επίπεδο. Τέλος, οι Wassom (2014) και Kenwright (2018) επισημαίνουν ζητήματα που αφορούν την ιδιωτικότητα και την προστασία των προσωπικών δεδομένων τα οποία χρήζουν επίσης προσοχής.
Ποιος ο ρόλος του σχολικού ψυχολόγου στο σχολείο του μέλλοντος;
Το σχολείο του μέλλοντος όπως προαναφέρθηκε θα αποτελεί ουσιαστικά μια νέα εμπειρία για μαθητές και εκπαιδευτικούς, με τα πλεονεκτήματα αλλά και τις προκλήσεις της. Στη νέα αυτή πραγματικότητα ο ρόλος του ψυχολόγου κρίνεται ιδιαίτερα σημαντικός, κάτι που γίνεται εύκολα αντιληπτό αν απλά αναλογιστούμε την πολυδιάστατη φύση του ρόλου και των αρμοδιοτήτων του ήδη στο παραδοσιακό εκπαιδευτικό πλαίσιο.
Ένας σχολικός ψυχολόγος έχει αρχικά την ευθύνη της ψυχολογικής και ψυχοεκπαιδευτικής αξιολόγησης των μαθητών καθώς και της παροχής υπηρεσιών συμβουλευτικής και ψυχολογικής υποστήριξης. Σχεδιάζει, εφαρμόζει και αξιολογεί πολυεπίπεδες παρεμβάσεις που αφορούν τους τομείς της ανάπτυξης των παιδιών και υλοποιεί δράσεις με στόχο την ενημέρωση, εκπαίδευση και ευαισθητοποίηση γονέων και εκπαιδευτικών. Προωθεί επίσης τη συνεργασία σχολείου και οικογένειας, καθώς διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στη ζωή του μαθητή και επιδιώκει τη συνεργασία και διασύνδεση του σχολείου με άλλες κοινωνικές υπηρεσίες. Συμπληρωματικά με τα παραπάνω προάγει τη σχετική με το αντικείμενο της σχολικής ψυχολογίας έρευνα και φροντίζει να διασφαλίζει τα δικαιώματα του μαθητή κατανοώντας τις ανάγκες του.
Έχοντας διατυπώσει παραπάνω τις προκλήσεις που συνδέονται με τη χρήση των νέων τεχνολογιών, ο ρόλος του ψυχολόγου γίνεται πιο σύνθετος και η συμβολή του καθοριστική. Είναι αυτός που ουσιαστικά αναλαμβάνει να προωθήσει την ομαλή μετάβαση μαθητών και εκπαιδευτικών στη νέα πραγματικότητα. Αναλαμβάνει σε επίπεδο πρόληψης τον έγκαιρο εντοπισμό των πιθανών αρνητικών ψυχολογικών συνεπειών της χρήσης των ψηφιακών περιβαλλόντων μάθησης στους μαθητές καθώς και την παρέμβαση σε ένα μετέπειτα επίπεδο. Εξασφαλίζει ουσιαστικά και στον βαθμό που του αναλογεί την εξισορρόπηση μεταξύ πλεονεκτημάτων και μειονεκτημάτων, δίνει έμφαση στην ανάπτυξη της ενσυναίσθησης των μαθητών και τελικά αποτελεί τον συνδετικό κρίκο έτσι ώστε να μη χαθεί η ανθρώπινη επαφή και επικοινωνία μέσα σε έναν κυρίαρχο ψηφιακό κόσμο.
Όταν οραματιζόμαστε και διαβάζουμε για το σχολείο του μέλλοντος πολλές φορές σκεφτόμαστε ότι τον ρόλο του δασκάλου αναλαμβάνουν ρομπότ ή η ΑΙ… Πώς βλέπετε να διαμορφώνεται ο ρόλος του εκπαιδευτικού;
Στο ψηφιακό σχολείο με τις ιδιαιτερότητες και τα χαρακτηριστικά του ίσως κανείς να υπέθετε ότι η σχέση μαθητή-εκπαιδευτικού θα γίνει πιο απρόσωπη και ότι ο ρόλος του τελευταίου θα υποβαθμιστεί σημαντικά. Στην πραγματικότητα ο ρόλος του εκπαιδευτικού αναβαθμίζεται ουσιαστικά και μαζί του μεγεθύνεται και η ευθύνη που φέρει κατά τη μαθησιακή διαδικασία. Αυτό συμβαίνει διότι πλέον δεν επιφορτίζεται μόνο με τη μετάδοση της γνώσης αλλά γίνεται ουσιαστικός συντονιστής της διαδικασίας της μάθησης και ταυτόχρονα σύμβουλος του μαθητή. Είναι αυτός που θα τον βοηθήσει να αναπτύξει περαιτέρω την κριτική του ικανότητα και να μπορεί να διαχειριστεί με ορθό τρόπο το μεγάλο εύρος πηγών γνώσης και πληροφόρησης που του παρέχονται.
Θα μπορούσαμε να το διατυπώσουμε σαφέστερα λέγοντας ότι πλέον θα αποτελεί τον συνδετικό κρίκο για το επιτυχές πέρασμα από το παραδοσιακό εκπαιδευτικό σύστημα σε ένα καινοτόμο που θα εστιάζει περισσότερο στην ενεργό εμπλοκή του μαθητή στη μαθησιακή διαδικασία, στη λήψη πρωτοβουλιών και στην ενίσχυση της αυτονομίας του.
Με τη συμπερίληψη να προωθείται δυναμικά ως δομικό στοιχείο της κοινωνίας του μέλλοντος, ποιο ρόλο διαδραματίζουν οι νέες τεχνολογίες στην εκπαίδευση για τα Άτομα Με Αναπηρία;
Οποιαδήποτε αναφορά σε ψηφιακή «επανάσταση» και εκσυγχρονισμό του εκπαιδευτικού συστήματος δεν γίνεται να μην περιλαμβάνει τη συμπερίληψη. Τα τελευταία χρόνια γίνονται βήματα σε αυτήν την κατεύθυνση ούτως ώστε να έχουν όλοι ίσες ευκαιρίες στη μάθηση. Πανανθρώπινο αίτημα σε παγκόσμιο επίπεδο είναι να υιοθετούνται εκπαιδευτικές πρακτικές που να εξασφαλίζουν το δικαίωμα της εκπαίδευσης για όλους τους μαθητές, συνυπολογίζοντας τις διαφορετικές μαθησιακές τους ανάγκες και ικανότητες. Παράγοντες όπως το φύλο, η εθνικότητα, η αναπηρία κ.ά. δεν πρέπει να αποτελούν τροχοπέδη στη διαδικασία της μάθησης ούτε φυσικά να οδηγούν σε πρακτικές κοινωνικού αποκλεισμού.
Δεδομένων των δυσκολιών όμως που προκύπτουν από τις παραδοσιακές μεθόδους διδασκαλίας κυρίως αναφορικά με τα άτομα με αναπηρία, αξίζει να αναφερθεί η θετική συμβολή που φαίνεται βάσει των ερευνητικών ευρημάτων να έχουν η εικονική και επαυξημένη πραγματικότητα στην παραγωγή καλύτερων μαθησιακών αποτελεσμάτων.
Σύμφωνα με την Jeffs (2009), τα ψηφιακά περιβάλλοντα μάθησης όταν χαρακτηρίζονται από ευκολία στη χρήση και απλότητα συνδυαστικά με την χαμηλή σωματική προσπάθεια που απαιτούν και την ανοχή στο λάθος μπορούν να έχουν ευεργετικά αποτελέσματα για άτομα με μέτρια και σοβαρή αναπηρία. Παρόμοια είναι τα συμπεράσματα και για άτομα με δυσκολίες στην όραση, την αφή ή την ακοή όπου φαίνεται να ενισχύονται οι δεξιότητες επίλυσης προβλημάτων, η προσοχή και η αυτοπεποίθησή τους. Αντίστοιχα οι Standen και Brown (2006) καταλήγουν στο ότι η δυνατότητα επανάληψης των μαθησιακών δοκιμασιών μέσω του ψηφιακού κόσμου δίνει στα άτομα με αναπηρία το δικαίωμα να έχουν τον έλεγχο κατά τη μάθηση. Στον αντίποδα προκύπτουν και ζητήματα που θέλουν προσοχή καθώς σύμφωνα με τους Wassom (2014) αλλά και τους Madary και Metzinger (2016) μπορεί να παρατηρηθεί δυσκολία στο να αφήσει κάποιος τον ψηφιακό κόσμο ιδιαίτερα αν σε αυτόν διαθέτει για παράδειγμα ένα πολύ επιθυμητό για τον ίδιο ψηφιακό σώμα.
Τα παιδιά και οι έφηβοι με τους οποίους εργάζεστε, από τη δική τους πλευρά τι θα ήθελαν να αλλάξει στο εκπαιδευτικό σύστημα και πώς ονειρεύονται το σχολείο;
Όταν εργάζεσαι με παιδιά και εφήβους σε θεραπευτικό πλαίσιο μπορείς να ακούσεις πολλά από τα πραγματικά τους αιτήματα, άλλα αρκετά ρεαλιστικά και άλλα λιγότερο. Για τα περισσότερα παιδιά και τους εφήβους όμως υπάρχει μια κοινή επιθυμία αναφορικά με το εκπαιδευτικό σύστημα και τον παραδοσιακό τρόπο διδασκαλίας: να αλλάξει ολοκληρωτικά.
Στις πιο μικρές ηλικίες η φαντασία επιστρατεύεται περισσότερο και η εισαγωγή των νέων τεχνολογιών στην εκπαίδευση ταυτίζεται σε σημαντικό βαθμό με το παιχνίδι. Παρά ταύτα τα περισσότερα παιδιά ζητούν να μπορούσε να πραγματοποιηθεί η μαθησιακή διαδικασία με έναν πιο ενδιαφέροντα τρόπο, να ήταν μεγαλύτερη η δική τους ενεργή εμπλοκή σε αυτήν και όντας αρκετά εξοικειωμένα με την τεχνολογία να υπήρχαν περισσότερα ψηφιακά μαθησιακά εργαλεία.
Από την πλευρά τους οι έφηβοι νιώθουν την ανάγκη να κάνουν την δική τους επανάσταση, να αναπτύξουν την κριτική τους ικανότητα και να αμφισβητήσουν τις «αυθεντίες» και τον παραδοσιακό ρόλο του εκπαιδευτικού. Επιζητούν να μην είναι απλώς δέκτες των πληροφοριών αλλά να έχουν μεγαλύτερη συμμετοχή και περισσότερο έλεγχο της μαθησιακής διαδικασίας, να αναπτύξουν την αυτονομία τους και να λάβουν πρωτοβουλίες.
Το σχολείο του μέλλοντος είναι πλέον πιο κοντά από ποτέ καθώς οι νέες τεχνολογίες αποτελούν σημαντικό κομμάτι της ζωής μας. Είναι στο χέρι της κοινωνίας, των μαθητών και των εκπαιδευτικών να τις χρησιμοποιήσουν με ορθό τρόπο εκμεταλλευόμενοι τα πλεονεκτήματα που παρέχουν έχοντας όμως παράλληλα υπόψιν και τις προκλήσεις τους.