Παιδιά και επιλεκτική σίτιση: Όλα όσα μάθαμε μιλώντας με δύο ειδικούς
Χτίζοντας το μέλλον των παιδιών μαςΗ ώρα του φαγητού όταν το παιδί αρνείται ακόμα και να δοκιμάσει πολλές τροφές -συχνά μάλιστα ολόκληρες ομάδες τροφίμων- μπορεί να αποτελέσει μια καθημερινή πηγή άγχους για τους γονείς. Μιλήσαμε με δύο ειδικούς στην επιλεκτική σίτιση και καταρτίσαμε έναν αναλυτικό οδηγό με τις αιτίες που οδηγούν σε αυτή τη συμπεριφορά, τα συμπτώματα που θα πρέπει να μας ανησυχήσουν, τα λάθη που πρέπει να αποφεύγουμε και τους τρόπους αντιμετώπισής της.
- 17/01/2024
- Κείμενο: Μάρω Σενετάκη
Όταν η κόρη μου ως βρέφος ξεκίνησε να δοκιμάζει στέρεες τροφές είχα ενθουσιαστεί με το πόσο δεκτική ήταν στις νέες γεύσεις. Όσο περνούσαν οι μήνες και η διατροφή της εμπλουτιζόταν με όλο και περισσότερα τρόφιμα, τόσο το απολάμβανε. Πράσινα λαχανικά, φρούτα, κρέας, ψάρι, ζυμαρικά, όσπρια, γαλακτοκομικά προϊόντα, όλα έμπαιναν στο πιάτο της και όλα ήταν απολύτως πρόθυμη να τα δοκιμάσει. Θυμάμαι λοιπόν τότε, μαμάδες με μεγαλύτερα σε ηλικία παιδιά να μου λένε να της δώσω τώρα που μπορώ όσα περισσότερα γίνεται, γιατί σε λίγο καιρό το πιθανότερο είναι να κολλήσει με δυο τρία φαγητά και να μην θέλει τίποτα άλλο. Η αλήθεια είναι, τις βρήκα υπερβολικές! Σκέφτηκα ότι λογικά, όπως όλοι μας, θα έχει κάποια φαγητά που δεν θα της αρέσουν, αλλά δεν μπορεί ένα παιδί που παίρνει το μπρόκολο από το δικό μου πιάτο για να το φάει να σταματήσει ξαφνικά να τρώει λαχανικά ή όταν έχει συνηθίσει σε μεγάλη ποικιλία φαγητών να αρχίσει να ζητάει μόνο μακαρόνια.
Εσύ που διαβάζεις αυτό το κείμενο και έχεις παιδιά τριών ετών και πάνω, καταλαβαίνεις πόσο έξω είχα πέσει στις προβλέψεις μου.
Η επιλεκτική σίτιση είναι η συμπεριφορά κατά την οποία κάποιος αποκλείει συγκεκριμένες τροφές ή ομάδες τροφών από τη διατροφή του και πρόκειται για ένα θέμα που απασχολεί έντονα αρκετούς γονείς. Απευθυνθήκαμε σε δύο ειδικούς πάνω στο θέμα -τη λογοθεραπεύτρια και ιδρύτρια του «feed the peakers» Ντόρα Πιτσικάλη, η οποία ειδικεύεται στην αξιολόγηση και αποκατάσταση της σίτισης και την Ιωάννα Αγγουράκη, διαιτολόγο με μετεκπαίδευση στη διατροφή βρεφών και νηπίων και στην επιλεκτική σίτιση- και τους ζητήσαμε να μας εξηγήσουν τι ακριβώς ορίζεται ως επιλεκτική σίτιση και ποιες ηλικίες παιδιών αφορά, ποιοι είναι οι πιθανοί λόγοι για τους οποίους ένα παιδί είναι επιλεκτικό, καθώς και αν υπάρχουν λάθη που κάνουν οι γονείς και οδηγούν τα παιδιά στην επιλεκτικότητα όσων αφορά στη διατροφή τους. Τέλος, τους ζητήσαμε να μοιραστούν μαζί μας συμβουλές αντιμετώπισης που μπορούν να εφαρμόσουν οι γονείς και πότε κρίνεται απαραίτητο να απευθυνθούν σε κάποιον ειδικό.
Τι είναι η επιλεκτική σίτιση
«Επιλεκτική σίτιση ή σιτιστική επιλεκτικότητα (picky eating) είναι ένας ευρύς ορισμός που χρησιμοποιείται για παιδιά που παρουσιάζουν παροδικές ή περισσότερο εκτεταμένες προκλήσεις (έως 2 χρόνια), με τη σίτιση/ διατροφή», εξηγεί η κ. Ντόρα Πιτσικάλη. «Η επιλεκτική σίτιση ανήκει στο φάσμα των διαταραχών σίτισης και χαρακτηρίζεται από απροθυμία ενός παιδιού να φάει οικεία φαγητά ή να δοκιμάσει νέα τρόφιμα, καθώς και από έντονες διατροφικές προτιμήσεις. Ως συνέπεια, το παιδί εμφανίζει περιορισμένη διατροφική ποικιλία, η οποία μπορεί να οδηγήσει σε μειωμένη πρόσληψη συγκεκριμένων θρεπτικών συστατικών και, επομένως, αρνητικές επιδράσεις για την υγεία και την ανάπτυξη», προσθέτει η κ. Ιωάννα Αγγουράκη.
Οι picky eaters παρουσιάζουν χαρακτηριστικά όπως:
- Ισχυρές προτιμήσεις σχετικά με τα τρόφιμα που τους αρέσουν ή δεν τους αρέσουν, συμπεριλαμβανομένης της γεύσης, της υφής και του τρόπου παρασκευής του φαγητού.
- Καταναλώνουν περιορισμένο αριθμό τροφών (περί τα 20 με 30 τρόφιμα) και περιορισμένη ποικιλία τροφίμων -συχνά εξαιρούν μια ολόκληρη κατηγορία τροφών.
- Αποφεύγουν νέα τρόφιμα.
- Συχνά αρνούνται να φάνε τα «σωστά» τρόφιμα ή τη «σωστή» ποσότητα.
- Αναστατώνονται περισσότερο από τους συνομηλίκους τους, όταν πιέζονται από τους γονείς τους να φάνε αυτό που είναι «σωστό».
- Είναι πιο πιθανό να σερβίρονται ένα ειδικό γεύμα από τους γονείς τους.
Σημειώνεται επίσης, ότι τα επιλεκτικά παιδιά μπορεί να λαμβάνουν το μεγαλύτερο μέρος της ενεργειακής του πρόσληψης από υγρά (π.χ. γάλα ή χυμούς), τρώνε ορισμένες τροφές μόνο «κρυμμένες» σε άλλα τρόφιμα ή υγρά και το γεύμα τους διαρκεί αρκετή ώρα, ενώ απαιτείται απόσπαση προσοχής για να φάνε.
Πέρα από τους picky eaters, η κ. Πιτσικάλη σημειώνει ότι υπάρχουν και οι problem feeders, ένας λιγότερο γνωστός ορισμός, που αναφέρεται σε παιδιά που παρουσιάζουν χαρακτηριστικά όπως μακροχρόνια δυσκολία σίτισης (μεγαλύτερη των 2 ετών) και σοβαρότητα των δυσκολιών σίτισης που υπερβαίνει αυτήν των picky eaters. Συγκεκριμένα, τρέφονται με περίπου 10 έως 15 φαγητά, έχουν έντονη προτίμηση σε κάποια φαγητά και αντίστοιχα έντονη απέχθεια σε άλλα και αρνούνται να δοκιμάσουν νέα τρόφιμα.
Αξίζει να αναφερθεί ότι οι problem feeders έχουν πιθανά προβλήματα ανάπτυξης και συνήθως υπάρχει κάποιο είδος έλλειψης δεξιοτήτων (κινητικών ή / και στοματοπροσωπικών). Μάλιστα, οι συμπεριφορές αποφυγής είναι τόσο σημαντικές που μπορεί να προκαλέσουν ακόμη και οικογενειακή αναστάτωση στα γεύματα ή και περιορισμό της ικανότητας του παιδιού να τρώει με άλλους.
Σε ποιες ηλικίες παρουσιάζεται η επιλεκτική σίτιση στα παιδιά
Τα παραπάνω χαρακτηριστικά μπορούν να παρουσιαστούν σε παιδιά προσχολικής και σχολικής ηλικίας. «Σύμφωνα με τη βιβλιογραφία μπορεί να εμφανίζεται μέχρι και στο 50% των παιδιών οποιασδήποτε ηλικίας, με κορύφωση τα 3 έτη», επισημαίνει η κ. Αγγουράκη.
Δείτε αυτή τη δημοσίευση στο Instagram.
Η δημοσίευση κοινοποιήθηκε από το χρήστη Ιωάννα Αγγουράκη | Διαιτολόγος MSc (@mommyandme_dietitian)
Γιατί ένα παιδί γίνεται επιλεκτικό με το φαγητό του
«Η νεοφοβία ή φόβος για κατανάλωση νέων τροφών, θεωρείται ένας από τους βασικούς λόγους για την εμφάνιση της επιλεκτικής σίτισης. Πιθανόν αφορά αμυντικό μηχανισμό που αναπτύσσεται φυσιολογικά στα νήπια προκειμένου να τα προστατέψει από την κατανάλωση μη ασφαλών τροφών, αλλά δυστυχώς μπορεί να επηρεάσει και την κατανάλωση καθημερινών τροφών. Συχνές αιτίες είναι και οι δυσκολίες στη μάσηση της τροφής, όπως και οι προηγούμενες αρνητικές εμπειρίες με το φαγητό (πίεση στα γεύματα) ή με κάποια συγκεκριμένη τροφή (π.χ. περιστατικό πνιγμονής). Ωστόσο, η επιλεκτική σίτιση είναι μάλλον πολυπαραγοντική», αναφέρει η κ. Αγγουράκη.
Τους παράγοντες που μπορεί να οδηγήσουν στην επιλεκτική σίτιση αναλύει διεξοδικά η κ. Πιτσικάλη: Όπως αναφέρει, μπορεί να συντρέχουν ιατρικοί λόγοι, που δημιουργούν πόνο ή δυσφορία στο παιδί. «Ενδεικτικά αναφέρουμε την γαστροοισοφαγική παλινδρόμηση, την ωτίτιδα, την κολίτιδα, κάποια αναπνευστική νόσο, την οισοφαγίτιδα, τον πονόλαιμο, μολυσματικές καταστάσεις, αλλά και ναυτία, αλλεργίες, κόπωση, ακόμη και κάποια καρδιακή ή νεφρική κατάσταση». Ως ένα ακόμη πιθανό λόγο αναφέρει τις ανώριμες κινητικές δεξιότητες / δυσκολία του στοματοπροσωπικού μηχανισμού, όπως τον ανώριμο συντονισμό μάσησης ή τη φτωχή ισχύ του αρθρωτικού μηχανισμού. Επιπλέον, μπορεί να συντρέχουν δυσκολίες αισθητηριακού τύπου (υπό ή υπέρ αποκρίσεις / ευαισθησίες στο απτικό σύστημα, το γευστικό, το οσφρητικό κτλ., δυσκολία ισορροπίας, δυσκολία αναγνώρισης πείνας).
Επίσης, η επιλεκτική σίτιση μπορεί να έχει να κάνει με τη μάθηση και την συμπεριφορά του παιδιού. Ενδεικτικά η κ. Πιτσικάλη αναφέρει τη δυσκολία επεξεργασίας πληροφοριών και τα γνωστικά ελλείμματα, ενώ δεν αποκλείεται να συντρέχουν και διατροφικοί παράγοντες, όπως η μεταβολική διαταραχή, η διαταραχή απορρόφησης και η ανεπάρκεια μακροθρεπτικών ή μικροθρεπτικών στοιχείων.
Πέρα από τους παραπάνω, ιατρικούς και αναπτυξιακούς λόγους, η κ. Πιτσικάλη εντοπίζει και κάποιες επιπρόσθετες αιτίες που ενδέχεται να οδηγήσουν ένα παιδί στο να μην τρώει. «Πρώτος παράγοντας μπορεί να είναι το ίδιο το παιδί, που μπορεί να έχει δύσκολο ταμπεραμέντο, να είναι ανήσυχο ή και φοβισμένο ή υπερκινητικό. Ένας δεύτερος παράγοντας είναι οι γονείς. Σε αυτή την περίπτωση συνήθως παρατηρούμε έλλειψη θετικής ενίσχυσης, έλλειψη μοντελοποίησης κατάλληλων διατροφικών συμπεριφορών ή διαμόρφωση μη αποδεκτών διατροφικών συμπεριφορών, ενώ ενδέχεται να δίνεται προσοχή στην αύξηση του βάρους έναντι της αλληλεπίδρασης, καθώς και να υπάρχουν ακραίοι φόβοι για έλλειψη αύξησης βάρους ή ακατάλληλες αναπτυξιακές προσδοκίες.
»Τέλος, το περιβάλλον είναι ένας ακόμη παράγοντας που επηρεάζει τις διατροφικές συνήθειες των παιδιών. Ενδεικτικά αναφέρουμε την έλλειψη έκθεσης σε ποικιλία τροφίμων, την απουσία προγράμματος σίτισης ή του κατάλληλου προγράμματος για την ηλικία του παιδιού ή για το επίπεδο δεξιοτήτων του, την έλλειψη ρουτίνας γεύματος, τα παιχνίδια ή την τηλεόραση κατά τη διάρκεια των γευμάτων, ακόμη και τη διάταξη των καθισμάτων στο τραπέζι αν αυτή δεν υποστηρίζει σωστά τη στάση του σώματος».
Υπάρχουν «λάθη» των γονιών που οδηγούν τα παιδιά στην επιλεκτική σίτιση;
Η κ. Πιτσικάλη επισημαίνει ότι είναι σημαντικό να κατανοήσουμε ότι η επιλεκτική σίτιση είναι εγγενής κατάσταση, που όπως προαναφέρθηκε οφείλεται σε λόγους ιατρικής ή διατροφικής φύσεως, στη σιτιστική ικανότητα των παιδιών ή στην ψυχοκοινωνική τους λειτουργία. Με άλλα λόγια, είναι γεννετικά προδιαγεγραμμένο εάν ένα παιδί θα σιτίζεται κατάλληλα βάση της ηλικίας του ή όχι. Από την άλλη, αυτό δεν σημαίνει ότι και οι γονεϊκές πρακτικές -θετικές ή μη- δεν παίζουν σημαντικό ρόλο στην καλλιέργεια των σιτιστικών δεξιοτήτων. Η ίδια άλλωστε, είχε αναφέρει τους γονείς ως έναν από τους παράγοντες που ενδέχεται να οδηγήσουν ένα παιδί στο να γίνει επιλεκτικό με το φαγητό του.
Μερικές από τις πρακτικές που επισημαίνει ότι καλό είναι να μην ακολουθούνται κατά τη σίτιση των παιδιών είναι η χρήση τηλεόρασης ή άλλων μέσων για να παροτρύνουν ή ξεγελάσουν το παιδί να φάει, η χρήση ενισχυτικών τροφών (φάε αρακά για να φας μετά σοκολάτα) αλλά και η χρήση ενισχυτικών μέσων γενικά (φάε για να παίξουμε). Επιπροσθέτως, αρνητικό ρόλο παίζει η χρήση απειλών (φάε αλλιώς θα θυμώσω, φάε γιατί θα πας στο νοσοκομείο), η παρουσίαση μόνο των τροφών που τρώει το παιδί (δεν τρώει ψάρι άρα ας μην το δώσω) η οποία οδηγεί στο να μην έρχεται το παιδί σε έκθεση με νέες τροφές. Παράλληλα, η παρουσίαση των τροφών με τον ίδιο ακριβώς τρόπο κάθε μέρα, όπως για παράδειγμα το τοστ κομμένο σε τριγωνάκι ή η παρουσίαση των τροφών σε πιάτο με διαχωριστικά, μπορούν να ενισχύουν την επιλεκτικότητα.
«Η επιλεκτική σίτιση μπορεί να σχετίζεται με λάθη που έχουν γίνει πολύ νωρίτερα από την εμφάνισή της. Χαρακτηριστικά, να αναφέρω ότι η καθυστερημένη μετάβαση σε κομμάτια τροφών, μετά τους 10 μήνες ηλικίας του παιδιού φαίνεται να σχετίζεται με μεγαλύτερη επιλεκτικότητα στα 3 έτη. Έτσι, είναι σημαντικό να σταματήσει η παρατεταμένη πολτοποίηση των τροφών και να δοθούν τροφές πατημένες με πιρούνι και σε κομμάτια πριν το παιδί συμπληρώσει τους 10 μήνες», προσθέτει η κ. Αγγουράκη.
«Ωστόσο, τα βασικότερα λάθη που κάνουν οι γονείς αφορούν κυρίως το κομμάτι της διαχείρισης των γευμάτων», επισημαίνει η κ. Αγγουράκη και μας δίνει ως παράδειγμα τα τρία πολύ συχνά λάθη που κάνουν οι γονείς και όχι μόνο δεν βοηθάνε τα παιδιά να φάνε το φαγητό τους, αλλά φαίνεται ότι ενισχύουν την επιλεκτικότητά τους:
Το πρώτο λάθος έχει να κάνει με την διακοπή προσφοράς των τροφών που δεν τρώει το παιδί ή τρώει σε ελάχιστη ποσότητα. «Η αλήθεια είναι ότι σπάνια ένα παιδί θα φάει με χαρά όλα τα φαγητά που του προσφέρουμε. Κάποια θα του αρέσουν περισσότερο, κάποια λιγότερο και κάποια άλλα καθόλου. Δεν είναι ρεαλιστικό να αναμένουμε ότι θα πρέπει να τρώει τα πάντα χωρίς αντιρρήσεις και σε μεγάλες ποσότητες. Έτσι, οι γονείς θα πρέπει να συνεχίσουν να τους προσφέρουν κανονικά και συστηματικά όλες τις τροφές, ακόμα κι αν το παιδί αναφέρει ότι κάτι δεν του αρέσει ή επειδή έφαγε μόνο ένα κομματάκι», αναφέρει η κ. Αγγουράκη.
Το δεύτερο λάθος έχει να κάνει με την προσφορά εναλλακτικών: «Είναι αρκετά σύνηθες όταν ένα παιδί απορρίπτει το φαγητό που του προσφέρουν αρχικά οι γονείς, να του δίνουν δεύτερη επιλογή, ώστε να μη μείνει νηστικό. Με αυτό τον τρόπο όμως, το παιδί δεν θα φάει ποτέ την τροφή που δεν του αρέσει, ενώ ταυτόχρονα του δίνουν το μήνυμα ότι μπορεί πάντα να ζητάει και να παίρνει αυτό που θέλει -σε αυτή την περίπτωση πάντα το αγαπημένο του φαγητό».
Τέλος, η δωροδοκία, η επιβράβευση ή η τιμωρία ως τεχνάσματα για την κατανάλωση των τροφών που δεν τρώει, είναι λάθος. «Είναι συνηθισμένη τακτική να υπόσχονται οι γονείς στο παιδί ότι θα φάει γλυκό αν πρώτα καταναλώσει το μπρόκολο ή ότι δεν επιτρέπεται να σηκωθεί από το τραπέζι αν πρώτα δεν δοκιμάσει απ’ όλες τις τροφές που έχει μπροστά του. Με αυτόν τον τρόπο όμως η τροφή που δεν αρέσει στο παιδί γίνεται ακόμα λιγότερο δελεαστική. Όταν θα αφαιρεθεί η δωροδοκία ή όταν μεγαλώσει το παιδί και θα σηκώνεται όποτε θέλει από το τραπέζι, απλά θα σταματήσει να τρώει τις τροφές που δεν θέλει, καθώς αυτά τα τεχνάσματα δεν αποτελούν πια κίνητρο».
Πώς αντιμετωπίζεται η επιλεκτική σίτιση
Δυστυχώς δεν υπάρχουν εύκολες και γρήγορες λύσεις για την αντιμετώπιση της επιλεκτικής σίτισης, μας λέει η κ. Αγγουράκη, επισημαίνοντας ότι κάθε περίπτωση μπορεί να είναι εντελώς διαφορετική. «Οι γονείς θα πρέπει να κατανοήσουν ότι δεν μπορούν να πείσουν ένα παιδί να φάει αυτά που θέλουν, αλλά μπορούν να δημιουργήσουν τις κατάλληλες συνθήκες για να δοκιμάσει όταν αυτό θα νιώσει έτοιμο. Εννοείται ότι εάν η επιλεκτική σίτιση προέρχεται και από κάποιο παθολογικό, ανατομικό ή αισθητηριακό παράγοντα, σίγουρα απαιτείται πρώτα η διόρθωση της αιτίας και μετά η εφαρμογή σωστών στρατηγικών σίτισης».
Σύμφωνα με τις ειδικούς, ορισμένες στρατηγικές αντιμετώπισης της επιλεκτικής σίτισης, που μπορούν να εφαρμόσουν οι γονείς, είναι οι εξής:
- Κρατάμε ευλαβικά μια σιτιστική ρουτίνα με παρουσίαση τροφών κάθε 2,5 με 3 ώρες.
- Τρώμε μαζί με τα παιδιά το ίδιο γεύμα ή κάτι πολύ κοντινό στο γεύμα τους.
- Τρώμε στην τραπεζαρία ή στην κουζίνα.
- Παρουσιάζουμε μια ποικιλία τροφών (τουλάχιστον δύο με τρεις τροφές).
- Παρουσιάζουμε πάντα κάτι που το παιδί τρώει και κάτι που θα θέλαμε να μάθει να τρώει.
- Παρουσιάζουμε συστηματικά και φαγητά που έχει απορρίψει στο παρελθόν.
- Μειώνουμε την πρόσληψη υγρών (εκτός νερού) ειδικά μεταξύ των γευμάτων.
- Παρέχουμε στο παιδί πιο οργανωμένα γεύματα και όχι συνεχές τσιμπολόγημα.
- Το παιδί πρέπει να βλέπει τους γονείς να καταναλώνουν τροφές που δεν τρώει, ώστε να λειτουργούν ως σωστό διατροφικό πρότυπο.
- Διατήρηση ενός χαλαρού στυλ στα γεύματα, με διακοπή της πίεσης ή οποιασδήποτε ενέργειας που φαίνεται να αγχώνει το παιδί.
Πότε να απευθυνθείτε σε έναν ειδικό
«Οι γονείς θα πρέπει να απευθυνθούν σε κάποιον ειδικό όταν παρατηρούν ότι η διατροφή του παιδιού χειροτερεύει με το πέρασμα του χρόνου, όταν εφαρμόζουν ευλαβικά τα παραπάνω χωρίς βελτίωση, αλλά ακόμα και όταν υπάρχουν έντονα συναισθήματα την ώρα του γεύματος -τόσο από τους γονείς όσο και από τα παιδιά-, με αποτέλεσμα το γεύμα να θυμίζει περισσότερο πεδίο μάχης», αναφέρει η κ. Αγγουράκη.
Από την πλευρά της, η κ. Πιτσικάλη σημειώνει ότι αν οι γονείς ανησυχούν για την ποσότητα ή την ποικιλία των φαγητών που καταναλώνει το παιδί, μπορούν να ζητήσουν μια αξιολόγηση σίτισης, σε εξειδικευμένο στη σίτιση λογοθεραπευτή ή εργοθεραπευτή.
Επιπλέον, η ίδια παροτρύνει να γίνει αξιολόγηση σίτισης όταν παρατηρούν ότι το παιδί τρώει αλεσμένες τροφές μετά το έτος, καταναλώνει κάτω από τριάντα τροφές και κόβει προοδευτικά τροφές, έχει αποκλείσει ολόκληρες κατηγορίες τροφών, είναι λιποβαρές, δεν δείχνει κανένα ενδιαφέρον για το φαγητό, αναστατώνεται πριν ή κατά την διάρκεια των γευμάτων, ενοχλείται από μυρωδιές, γεύσεις ή και υφές και δυσκολεύεται με τη μάσηση.
Το Who is Who των ειδικών
Η Ντόρα Πιτσικάλη (Feed The Peaker) είναι απόφοιτος του Τμήματος Λογοθεραπείας, Α.Τ.Ε.Ι Πατρών, με Μεταπτυχιακό τίτλο διετούς εξειδίκευσης στην επιστήμη της Λογοθεραπείας στο University Fernando Pessoa στην Πορτογαλία. Έχει πολυετή κλινική εμπειρία σε νευροαναπτυξιακές διαταραχές (αναπτυξιακή καθυστέρηση, διαταραχές επικοινωνίας, διαταραχή αυτιστικού φάσματος, δυσπραξία, νοητική υστέρηση, σιτιστικές διαταραχές).
Η Ιωάννα Αγγουράκη (Mommy and Me) είναι Διαιτολόγος με Μεταπτυχιακό στη Διατροφή και Δημόσια Υγεία και μετεκπαίδευση στη διατροφή βρεφών και νηπίων (Ludwigh Maximilians University of Monash) και στην επιλεκτική σίτιση (SOS Feeding Therapist).