Πού ήσουν όταν σηκώσαμε το τιμημένο;
Η δημοσιογραφική ομάδα του Nou-Pou.gr θυμάται το βράδυ της 4ης Ιουλίου 2004 και όσα μαγικά συνέβησαν εκείνη την ώρα για τη χώρα μας.
- 04/07/2016
- Κείμενο: NouPou.gr
Είναι μερικά βράδια τα οποία σου μένουν αναμφίβολα αξέχαστα και κάθε ένας από εμάς, Νότιος και μη, θα τα θυμάται για πάντα. Μπορεί στην πορεία του Euro 2004, σιγά σιγά, να πιστέψαμε στην Εθνική μας και το θαύμα που εκτυλισσόταν μπροστά μας αλλά εκείνο το βράδυ, το βράδυ του τελικού με την Πορτογαλία, συνειδητοποιήσαμε τι τρελό είχαμε καταφέρει απέναντι σε μεγαθήρια του Ευρωπαϊκού ποδοσφαίρου. Κάτι που φέτος προσπάθησε να κάνει η Ισλανδία, αλλά αν θέλετε να δούμε σωστά την αναλογία, είναι αυτό που προσπαθεί να κάνει η Ουαλία.
Ας δούμε πού βρίσκονταν οι δημοσιογράφοι του Nou-Pou.gr όταν η Ελλάδα πήρε το Euro.
Στη Γλυφάδα για πανηγυρισμούς o Χάρης Σοφιανός
Η “ισόγα” ήταν το γούρι μας. Η μεγάλη μας παρέα είχε σχηματιστεί από δύο φατρίες. Τους “Γλυφαδιώτες” και τους “Βουλιώτες”. Οι Βουλιώτες είχαν την “υπόγα”, το υπόγειο του Νάσου, που ήταν το παραδοσιακό τους στέκι για παρακολούθηση αγώνων, ειδικά αυτών του Παναθηναϊκού. Εμείς είχαμε την “ισόγα”, το ισόγειο γραφείο της αδερφής μου. Εκεί είδαμε το πρώτο ματς με την Πορτογαλία και κατά συνέπεια όλα τα υπόλοιπα. Οπότε και στον μεγάλο τελικό το ραντεβού είχε δοθεί για εκεί. Όταν, δε, τέλειωσε το ματς πήγαμε όλοι στην πλατεία Εσπερίδων για πανηγυρισμούς. Ιδέα που είχαν χιλιάδες άλλοι νότιοι. Όλοι μας θαυμάσαμε τον Πάνο, που έκλεψε (για ακόμη μια φορά) τις εντυπώσεις, έχοντας ντυθεί τσολιάς. Ναι, τσολιάς. Το σβήσιμο της νύχτας μας βρήκε – με αμείωτη πανηγυρική διάθεση – στο Galea με τον Χελάκη να εναλλάσσεται με τον Μαζωνάκη.
Στο Balux Cafe ο Νίκος Μίχαλος
2004… Μία χρόνια που ούτε στα όνειρα μου δεν την έχω δεί.. Είμαι στο Balux Cafe (μόλις είχε ανοίξει) και βλέπουμε τον τελικό.Έχω ανοίξει μαγάζι που πουλάει κουβάδες (χάνω στο στοίχημα συνέχεια την Ελλάδα) και κάθε βράδυ με φίλους αράζαμε στο γκάζον,στις μαξιλάρες και παρακολουθούσαμε το Euro. Μεγάλες στιγμές…Μόλις τελείωσε ο αγώνας στο μαγαζί επικράτησε ένας χαμός μπουγέλα φωνές και θυμάμαι ότι ανοίγαμε σαμπάνιες.Μετά όλοι έφυγαν για Ομόνοια.Τώρα που τα θυμάμαι όλα και ζω στο 2016 νομίζω πως δεν θα έχω ξανά την τύχη να δω την Εθνική πρωταθλήτρια. Α να θυμήσω το 2014 είχαμε Ολυμπιακούς Αγώνες ,πρωταθλητές στο Euro , πρώτοι στην Eurovision,και μία Ελλάδα που αν είχε λογαριασμό στο Instagram θα ήταν πρώτη στους followers…
Στο “μπαλκόνι” ο Κωστής Πιερίδης
Το γούρι ήταν «το μπαλκόνι» στην Άνω Νέα Σμύρνη. Με θείους και οικογενειακούς φίλους και την παρέα μου να είναι σε ένα άλλο μπαλκόνι στα 100 μέτρα από το δικό μου. Τους άκουγα φυσικά, ή έστω νόμιζα ότι τους άκουγα, χωρίς να έχει και τόσο σημασία. Ίδιες θέσεις από το ματς με την Ρωσία και κανείς δεν ήθελε να διαταράξει αυτό το ακατανόητα μεταφυσικό του 2004. Από το βράδυ του τελικού δεν θα ξεχάσω: α) τον θείο μου Σωτήρη που αμέσως μετά το γκολ του Χαριστέα είπε «δεν αντέχω να το δω άλλο» και κατέβηκε στο δρόμο να πλύνει το αυτοκίνητό του. β) το περπάτημα μέχρι την πλατεία και τον κόσμο στους δρόμους και στα μπαλκόνια. Ανάμεσά τους και η γιαγιά που με την απορία στο πρόσωπό της μας ρώτησε «τι συμβαίνει;» για να πάρει την απάντηση «ήρθε ο βασιλιάς». Γ) Την έκσταση του κόσμου. Βρεθήκαμε στην πλατεία, στα μόλις παραδοθέντα έργα του τραμ. Ο φίλος Μάκης ξεκίνησε να φωνάζει συνθήματα και όλοι ακολουθούσαν με μια παρανοϊκή φυσικότητα. Κάποια στιγμή σύσσωμο το πλήθος τραγούδαγε: «ο πιο καλός μεταφραστής είναι ο Τοπαλίδης». Ούτε ο Μπουνουέλ αυτά.
Πλατεία Γλυφάδας με 10.000 άτομα αγκαλιά ο Κώστας Χρήστου
Νομίζω πως μετά τα παιχνίδια με την Γαλλία και την Τσεχία, η Πορτογαλία δεν φόβιζε τόσο τον κόσμο. Όμως ήμασταν στον τελικό και δεν μπορούσαμε να το πιστέψουμε. Έμοιαζε τόσο εξωπραγματικό, που δεν μπορούσαμε να φανταστούμε άλλη πραγματικότητα από το ότι θα σηκώναμε το κύπελλο. Αυτή ήταν η στιγμή που περίμεναν οι αναρίθμητοι Γλυφαδιώτες κατά μήκος της οδού Μεταξά, που ντυμένοι στα γαλαζόασπρα χρώματα του «πολέμου», κρατώντας σημαίες, κασκόλ και τύμπανα, περίμεναν ένα ακόμα γκολ από τον Χαριστέα. Ήταν εκείνη η ομοβροντία από φωνές την στιγμή του γκολ, που έκανε τον κόσμο να ξεχυθεί έξω από τις καφετέριες -όλα τα μαγαζιά έπαιζαν το ματς- και που μέσα σε ελάχιστα δευτερόλεπτα άκουγες τις κόρνες των αυτοκινήτων να κρατούν τον ρυθμό από τις φωνές. Κατά τ’ άλλα, δεν μου έχει μείνει μόνο η στιγμή που ο Χαριστέας βάζει το γκολ. Δεν είναι μόνο τα δάκρυα του Φύσσα, δεν είναι η «κούπα» που σήκωσε ο Ζαγοράκης. Ήταν εκείνη η μαγική εικόνα που χιλιάδες άνθρωποι έγιναν μία τεράστια αγκαλιά. Που φώναξαν, γέλασαν, έκλαψαν και κρατήθηκαν χέρι-χέρι. Μία εικόνα που έχουμε καιρό να δούμε από τότε και την έφερε μαζί του μέσα σε μία στιγμή, ο βασιλιάς των αθλημάτων. Το ποδόσφαιρο.
Σε ξενοδοχείο η Μαρία Πετροπούλου
Α, τι μου θύμισε αυτή η ερώτηση. Πάρο ήμουν! Μόλις είχαμε τελειώσει το σχολείο και ήταν οι πρώτες μας διακοπές χωρίς γονείς. Ήμασταν λοιπόν στο lobby του ξενοδοχείου και βλέπαμε τον αγώνα μαζί με τους υπόλοιπους ενοίκους. Η κολλητή μου χοροπηδούσε σε κάθε γκολ και μαζί της κι εγώ. Κάπως έτσι ‘αγαπήσαμε’ και οι δυο τον Χαριστέα. Μετά δε, που νικήσαμε, καλά, δεν φαντάζεσαι. Έλληνες και μη πανηγυρίζαμε και η βραδιά έκλεισε φυσικά με ποτό στην υγειά της ομάδας!
Νιόπαντρος στον Άλιμο ο Πάνος Κοκκίνης
Ο τελικός ήταν μια ακριβώς μέρα μετά τον γάμο μου. Οπότε, μετά το γλέντι της προηγούμενης μέρας στο κτήμα-οινοποιείο Φράγκου στα Σπάτα, που προφανώς και κράτησε ως το ξημέρωμα, απλώς ξυπνήσαμε αργά το μεσημέρι και είπαμε στους κουμπάρους και σε καμία 20αρια ακόμη φίλους και συγγενείς να περάσουν από το σπίτι. Για καλή μας τύχη μας είχαν ξεμείνει καμία 8αρια σαμπάνιες από το προηγούμενο βράδυ. Με τις οποίες, τελικά, βγήκαμε στο μπαλκόνι και λουστήκαμε. Μια συνολικά καλή χρονιά, τόσο για την Ελλάδα όσο και για εμένα προσωπικά. Ελπίζω να αξιωθεί η κόρη μου, κάποια στιγμή, να ζήσει κάτι αντίστοιχο
Μες στις προλήψεις η Τατιάνα Τζινιώλη
Ότι είχα μια προληπτική φίλη και δεν είδα τον τελικό; Αμέ! Ήμασταν σπίτι της και επειδή δεν είχαμε δει καθόλου Euro, δεν ήθελε να το…γρουσουζέψουμε. Γιατί, προφανώς ο Χαριστέας δε θα έβαζε γκολ αν τον κοιτάζαμε. Αντ αυτού, τη βγάλαμε στη βεράντα, χωρίς καν πίτσα ή σουβλάκι. Τι Euro ήταν αυτό, δεν ξέρω… Μόλις όμως το κύπελλο σηκώθηκε, κατεβήκαμε Ομόνοια μαζί με τους γονείς της. Ήταν τότε που στους δρόμους επικρατούσε το αδιαχώρητο, η γαλανόλευκη κυμάτιζε παντού και το τραγούδι με την εκφώνηση του Γιώργου Χελάκη έπαιζε παντού. Παλαιό Φάληρο – Ομόνοια ίσα με μία ώρα.
Στο κέντρο η Πωλίνα Παρασκευοπούλου
Βρισκόμουν με φίλους σε σπίτι στο κέντρο, καθόλα οργανωμένοι για να παρακολουθήσουμε τον τελικό. Τίποτα άλλο δεν είχε σημασία πέρα από το παιχνίδι, ο χρόνος είχε σταματήσει. Δεν μου το ‘χεις σε καμία περίπτωση σαν με βλέπεις αλλά το ποδόσφαιρο είναι το αγαπημένο μου άθλημα για να παρακολουθώ. Για την ακρίβεια, ούτε καν με το άθλημα που παίζω, το τένις, δεν παθιάζομαι τόσο. Καταλαβαίνεις δηλαδή τι γίνεται όταν παίζει και η εθνική μας και βρισκόμαστε και στον τελικό! ΤΡΕΛΑ! Με διακατέχουν όλα τα συμπτώματα του έντιμου ποδοσφαιρόφιλου που σέβεται τον εαυτό του. Έχω ταχυκαρδία μόλις πλησιάζουμε το τέρμα τους ή πλησιάζουν το δικό μας, χτυπιέμαι, βρίζω, δαγκώνω τα χείλη μου, κάνω εκκλήσεις σε όλα τα Θεία αυτού του πλανήτη και γενικά στο τσακ γλιτώνω το εγκεφαλικό (“μέχρι να σφυρίξει ο χριστιανός του Θεού”!). Εκείνο το βράδυ με το γκολ των Αγγέλων, πετύχαμε το ακατόρθωτο, κάναμε πραγματικότητα το όνειρο, μια μαγική στιγμή που μας απέδειξε πως οι Έλληνες μπορούν. Και σηκώσαμε το ΤΙΜΗΜΕΝΟ! Ρε μήπως ο Βάσκο Ντα Γκάμα ήταν Έλληνας;;; Φυσικά και πήγαμε Ομόνοια, ήμασταν δίπλα άλλωστε αλλά και στις Κουκουβάουνες να ήμασταν με τέτοια ενέργεια θα διακτινιζόμασταν! Το βασίλειό μου θα έδινα για να ξαναζούσα αυτές τις στιγμές, για να ξαναζούσαμε όλοι οι Έλληνες τέτοια χαρά ενωμένοι σαν μια γροθιά.
Στο ισόγειο (του Στέφανου) ο Μάνος Μίχαλος
Το ισόγειο του Στέφανου (δηλαδή της αδερφής του, που το είχε ως γραφείο κι εμείς το σφετεριζόμασταν) είχε αρκετές χρήσεις. Άλλοτε για playstation και PRO, μερικές φορές για καμιά μίνι συγκέντρωση και στην περίοδο του Euro της Πορτογαλίας για να βλέπουμε τα ματς. Πιστεύω ότι διαλέξαμε το ισόγειο γιατί στην πραγματικότητα δεν είχαμε δώσει ιδιαίτερη βαρύτητα στη διοργάνωση. Η φάση ήταν να έχουμε ανοιχτή την τηλεόραση να χαζεύουμε (στην τελική δεν ήταν και Ευρωμπάσκετ). Όμως, μετά τις πρώτες καλές ριξιές της Εθνικής ομάδας στον όμιλο, αρχίσαμε να νιώθουμε ότι κάτι πάει να γίνει. Προφανώς δεν λέγαμε για πειρατικά και τιμημένα ακόμα, αλλά βλέπαμε ότι το ελληνικό ποδόσφαιρο για κάποιο λόγο δεν είχε εμφανιστεί ως ελληνικό αλλά ως κάτι καλύτερο. Στα νοκ άουτ πια τα πράγματα πήραν τη μορφή ιεροτελεστίας, πάντα εκεί με το άγχος πλέον στα πρόσωπα μας και με τις κραυγές στα γκολ να φτάνουν ως το μαγαζάκι πάνω στη Γούναρη. Το τέλος γνωστό. Αγκαλιές, πανηγυρισμοί, περηφάνια, Ελληνάρες και τέτοια. Το έγραψε και ο Στέφανος ότι έχουμε φίλο που βγήκε στους δρόμους της Γλυφάδας ως τσολιάς. Μετά ήρθε η τρόικα και ηρέμησε.
Σε καφετέρια η Μαρία Τζωρτζάκη
Δεν με λες ποδοσφαιρόφιλη. Ούτε με ιδιαιτέρως έντονα εθνικά ένστικτα. Ήμουν από αυτούς που πήγα να το δω ψιλοαναγκαστικά (λογω ανωτέρας βίας). Σε κάποια καγκουροκαφετέρια της Καλλιθέας θαρρώ ήμουν, με μπόλικη φασαρία, μπίρες και τέτοια πράγματα. Κι εκεί που πίστευα ότι θα ξενερώσω τη ζωή μου, άρχισα να καρδιοχτυπώ ελαφρώς. Και να αγωνιώ. Και να νιώθω μια περηφάνια που ακόμη δεν δικαιολογώ πλήρως στον εαυτό μου (σάματις εγώ έβαλα το περιβόητο γκολ; ) Μετά τον αγώνα, με είχε πλημμυρίσει λίγο αυτό το κύμα ενέργειας που εκείνο το βράδυ πρέπει να έκανε την Ευρώπη να σείεται. Κι αν για κάτι είμαι σίγουρα περήφανη είναι γιατί η ομάδα τότε προσπάθησε και πήγε κόντρα σε όλα τα προγνωστικά και γενικά συμπαθώ τους αγωνιστές και τα αουτσάιντερ από όπου κι αν προέρχονται.