Η Margi Farm είναι ένα όνειρο θερινής νυκτός στην πρωτεύουσα
Περάσαμε ένα απόγευμα στη Margi Farm και αυτή η επιστροφή στη φύση είχε μια δόση παραμυθιού!
- 29/07/2016
- Κείμενο: Πωλίνα Παρασκευοπούλου
Υπάρχουν μόνο δύο εικόνες που μπορούν να διώξουν από πάνω μου συσσωρευμένους τόνους στρες, σαν σκόνη που πολυκαίριασε πάνω σε παλιά ξύλινα έπιπλα. Η πρώτη είναι η θάλασσα, που μια Νότια ποτέ δεν μπορεί να βγάλει από την καρδιά της. Και η δεύτερη είναι τα απέραντα λιβάδια με λεβάντες, που σε κάποιο ταξίδι μου στη Γαλλική Προβηγκία, γέμισαν μωβ μαγεία τη ματιά μου και τη φαντασία μου, γαργάλισαν τη μύτη μου με το χαρακτηριστικό άρωμά τους, ενώ τα άνθη τους έπλεξαν τα μαλλιά μου…
Φωτογραφίες: Φραντζέσκα Γιαϊτζόγλου – Watkinson
Εκείνο το απόγευμα Παρασκευής, πριν περάσω την ξύλινη πόρτα της Margi Farm, το άγχος και η πίεση της εβδομάδας αλλά και ολόκληρης της χρονιάς είχαν δώσει το πιο σπουδαίο, το πιο φαντασμαγορικό τους ρεσιτάλ. Μόνο που το δικό μου χειροκρότημα δεν ήρθε αμέσως. Ακούστηκε λίγα λεπτά αργότερα, χωρίς κάποιο βαρύ ήχο αλλά περισσότερο σαν μια πολύ απαλή -σχεδόν αθόρυβη- μελωδία με μια περίεργη δυναμική που με έκανε να νιώσω πως η γη πάλλεται κάτω από τα πόδια μου. Ήταν το θρόισμα που σχημάτιζαν οι λεβάντες, καθώς τις χάιδευα, περπατώντας στο δρομάκι που οδηγεί στην καρδιά της φάρμας. Αυτό το ρεσιτάλ ήταν το κύκνειο άσμα του άγχους μου και η απαρχή μιας γαλήνιας βραδιάς που άπλωσε τα πέπλα της και στις μέρες που ακολούθησαν.
Στο βάθος του δρόμου με τις λεβάντες, αντίκρισα ένα μικρό σπίτι, ένα χαρακτηριστικό αγροτόσπιτο, με κισσούς που το είχαν αγκαλιάσει σαν ζωγραφιά και ξύλινα παντζούρια που μου ξύπνησαν αναμνήσεις από άλλες εποχές και άλλα μέρη της γης. Εκεί μας περίμενε ένα όμορφο καλωσόρισμα από τους χαμογελαστούς ανθρώπους του The Margi με φρέσκια, σπιτική λεμονάδα, κρητικό ντάκο και ελιές. Ήταν σαν η φύση να ήταν η οικοδέσποινα και στην επίσκεψή μας στο σπίτι της να μας φιλεύει τους καρπούς της. Τόσο απλή κι όμως τόσο μεγαλειώδης σα σκέψη.
Ο Κρητικός υπεύθυνος της φάρμας θα ήταν ο ξεναγός μας γι’ αυτό το ταξίδι μας στην Ελληνική γη και την παραδοσιακή κουζίνα που μόλις ξεκινούσε. Πήραμε ένα ψάθινο καλάθι, για να το γεμίσουμε με τους ώριμους καρπούς της φύσης που θα κόβαμε εμείς οι ίδιοι, για να το γεμίσουμε με ζωή. “Ένα χρόνο πριν το ξενοδοχείο The Margi ξεκίνησε μια πρωτότυπη ιδέα, τη δημιουργία μιας φάρμας στα Καλύβια, με σκοπό να καλύψει τις ανάγκες του σε φρέσκιες πρώτες ύλες. Σήμερα η The Margi Farm ανοίγει τις πόρτες της κάθε Παρασκευή σε όλους και οι επισκέπτες της θα μπορούν να ξεναγηθούν στη φάρμα, καθώς και να δειπνήσουν στο μεγάλο μοναστηριακό ξύλινο τραπέζι της”. Κάπως έτσι ξεκινάει η ξενάγηση αυτής της #FromFarmToFork εμπειρίας που μας βάζει από το πρώτο λεπτό στο παιχνίδι της απόλαυσης να κόψουμε το κρεμμυδάκι, τις ντομάτες και τις πιπεριές, -όλα οργανικής καλλιέργειας, χωρις φυτοφάρμακα-, για τη σαλάτα που θα φάμε λίγο αργότερα και στην ουσία αυτό είναι που της προσφέρει μια γεύση πολύ πιο δυνατή, πολύ πιο έντονη!
Το γεμάτο καλάθι μας με τα ολόφρεσκα δώρα της φύσης παραδίδονται στην υπαίθρια κουζίνα με τον ωραίο ξυλόφουρνο, τη σούβλα για μπάρμπεκιου και το μεγάλο τζάκι, πίσω και γύρω από το μοναστηριακό τραπέζι, άρτι αφιχθέν από το Άγιο Όρος, που έχει στρωθεί ειδικά για εμάς. Και γύρω του εκατοντάδες λεβάντες, με παρασύρουν μαζί τους σε μια ευχάριστη δίνη που με στροβιλίζει γύρω από το άρωμά τους. Κάποιες στιγμές νομίζω, πως ονειρεύομαι. Κοιμάμαι κι έχω ταξιδέψει νοερά στην επαρχία της Γαλλίας. Ένα μωβ όνειρο από το οποίο αρνούμαι να ξυπνήσω. Είναι, όμως, κάποιες στιγμές που συνειδητοποιείς πως η ζωή μπορεί να είναι πιο ωραία και από ένα όμορφα ταξιδιάρικο όνειρο! Και τότε είναι που δεν θες να αποκοιμηθείς καθόλου.
Όσο ο σεφ ετοιμάζει το δείπνο μας, εμείς προχωράμε στο ζωικό βασίλειο της φάρμας. Να ταΐσουμε τις κατσίκες, να πούμε ένα γεια στον λίγο απόμακρο (θέλει το χρόνο του!) αλλά αγαπημένο γαϊδαράκο και μασκότ της φάρμας, Billy, να μαζέψουμε φρέσκα αυγά από τις κότες. Αυτή η επαφή με τα ζώα της φάρμας μου θύμισε όμορφες στιγμές με τον αγαπημένο μου παππού, που έφυγε πριν λίγους μήνες από τη ζωή, στον ορεινό τόπο του, στο χωριό που είχα την τύχη να περνάω αρκετό διάστημα των παιδικών καλοκαιριών μου. Μου θύμισε όλες τις φορές που με έβαζε καβάλα στο γαϊδούρι του για να ανέβουμε το βουνό ή τη συγκλονιστική εκείνη στιγμή, που όντας 80 χρονών με λιγοστές αντοχές πλέον, τα παιδιά του, του πούλησαν τα ζωντανά του, για να μην κουράζεται κι εκείνος, μόλις το έμαθε, έκλαιγε σαν μικρό παιδί. Φυσικά, την επόμενη μέρα τα είχε πίσω κι εμείς καταλάβαμε πως είναι πολύ ισχυρό το δέσιμο ενός ανθρώπου με τα ζώα του, ακόμη κι όταν αυτά δεν είναι κατοικίδια, αλλά και πόσο σημαντική σχέση μπορεί να αναπτύξει ένας άνθρωπος με τη φύση.
Έφτασε η μεγάλη στιγμή να απολαύσουμε το παραδοσιακό δείπνο με γαστριμαργικές δημιουργίες, από τη φάρμα. Οι τελευταίες προσθήκες γίνονται στα φαγητά, όπως τα φρέσκα αυγά που ρίχνει ο ξεναγός μας μέσα σε κόκκινη σάλτσα για να φτιάξει μια καλοκαιρινή στραπατσάδα. Περνάμε με τα πιάτα μας από τον “σπιτικό” μπουφέ και τα γεμίζουμε με φρέσκα ντοματοσάλατα, ρόκα, γεμιστά, πιπεριές, σπανακόπιτα, λεπτοκομμένες τηγανητές πατάτες, γευστική μελιτζανοσαλάτα, λίγο κρέας (γιατί μετά από μια τέτοια εμπειρία με τα ζώα, σου έρχεται κάπως περίεργο), πιτούλες και φρυγανισμένο ψωμί. Δροσερό κρασί έχει ήδη σερβιριστεί στα ποτήρια μας και η στιγμή είναι ιερή. Άλλωστε τρώμε πάνω σε μοναστηριακό τραπέζι… πώς θα μπορούσε να μην είναι;
Σε αυτό το τραπέζι, Έλληνες και ξένοι, προσωπικό και πελάτες, γινόμαστε μια παρέα. Τρώμε, γελάμε και τσουγκρίζουμε σε στιγμές όμορφες, όπως αυτή, κοντά στη φύση. Ο κύριος Αλέξης, αυτή τη βραδιά μας ταξιδεύει μουσικά με το μπουζούκι του και τη φωνή του. Όπως στα παλιά τα χρόνια, στις ελληνικές ταινίες. Ο Πουλόπουλος, ο Μπιθικώτσης, ο Ζαμπέτας, ο Γιάννης Βογιατζής, όλοι εμφανίζονται μπροστά μας. Εμείς θυμόμαστε και αναπολούμε, τραγουδώντας και χορεύοντας, οι ξένοι ακολουθούν τα βήματά μας, με περίσσεια διάθεση. Το κέφι και η διασκέδαση δεν έχουν εθνικότητα.
Η βραδιά κλείνει μαγικά, με μια αίσθηση πληρότητας, αφού έχει χορτάσει το σώμα μας αλλά κυρίως η ψυχή μας. Από ‘δω που στεκόμαστε, βλέπουμε το σχεδόν γεμάτο φεγγάρι και κατευθυνόμαστε προς την έξοδο, περνώντας πάλι από τους δρόμους λεβάντας, ενώ ο κύριος Αλέξης μας ακολουθεί, μέχρι την ξύλινη πόρτα της φάρμας, παίζοντας το μπουζούκι του. Στο δρόμο προς την επιστροφή, μυρίζω ένα κλωνάρι λεβάντας, σαν να μην θέλω να φύγει από πάνω μου αυτή η η μυρωδιά, αυτή η αίσθηση αλλά τελικά όταν μια εμπειρία έχει γραφτεί με ανεξίτηλο μελάνι μέσα μας, τότε δεν φεύγει ποτέ.
Φωτογραφίες: Φραντζέσκα Γιαϊτζόγλου – Watkinson
Για να δηλώσεις συμμετοχή σε αυτή τη μοναδική εμπειρία, μπορείς να επικοινωνήσεις στο 210 9670924 (Margi Farm).