Πως είναι να είσαι η νότια που θέλει να γίνει βόρεια
Μια νότια συντάκτρια εξομολογείται την παντοτινή επιθυμία της να γίνει βόρεια. Μέχρι σήμερα.
- 14/10/2017
- Κείμενο: NouPou.gr
Όποιον κάτοικο κι αν ρωτήσεις τι αγαπά στα νότια προάστια, θα πάρεις την ίδια απάντηση. Τη θάλασσα, την ηρεμία και ταυτόχρονα την φασαρία της Γλυφάδας το χειμώνα, της Βουλιαγμένης το καλοκαίρι. Αντίστοιχα, οι βόρειοι έχουν τα δικά τους. Κανείς δεν κάνει αυτό το «ταξίδι» χωρίς να αφιερώσει μια ολόκληρη ημέρα σε αυτό. Οριακά το θεωρούν εκδρομή.
Φαντάσου λοιπόν, έναν νότιο που όλη του τη ζωή ήθελε να γίνει βόρειος. Όχι επειδή είναι πιο ωραίοι ή πιο γαμάτοι, -αντιθέτως, είναι οι μεγαλύτεροι φλώροι που ξέρω- αλλά επειδή δεν μπορούσε να κάνει αλλιώς. Αυτή είμαι εγώ.
Γεννημένη στη Βούλα, μέσα στην πιο νότια οικογένεια που θα μπορούσες να συναντήσεις στα νουπου. Το «λάθος» της δικής μου οικογένειας, ήταν το να μην επιλέξουν να παω στο δεύτερο Βούλας. Αφενός, γιατί θα ξυπνούσα 8 το πρωί και αφετέρου γιατί δεν θα σκεφτόμουν ποτέ, όχι να μείνω, αλλά να πατήσω στα βόρεια προάστια.
Όλα λοιπόν, ξεκίνησαν όταν στα έξι μου χρόνια, οι γονείς μου με έστειλαν σχολείο στην Κάντζα. Δώστου τα παιδικά πάρτυ στη Κηφισιά, στο Ψυχικό και στην Πολιτεία, και δώστου η καλύτερη μου φίλη, η Ιωάννα, να μένει στην κάτω Κηφισιά. Αυτό συνεχίστηκε στο Γυμνασίο αλλά και στο Λύκειο. Ενώ όλοι έβγαιναν στο Blanos και στο Applebee’s, εγώ ήπια το πρώτο μου ποτό στον Φάρο Ψυχικού, σε ένα μαγαζί που λεγόταν Aquarius μέσα σε ένα εμπορικό. Βλέπεις, όχι μόνο δεν είχα φίλους στα νότια προάστια, αλλά δεν είχα καν γνωστούς.
Περίπου στα 13 μου άρχισαν και οι φασαρίες, τα θέλω και ο μικρός χαμός. Πως γίνεται οι φίλοι μου να μένουν δίπλα και έχω να χρειάζομαι δύο ταξί και 60 ευρώ να πάω να τους βρω; Ήταν άδικο. Ένα άδικο που κανείς δεν έμοιαζε να καταλαβαίνει στο σπίτι μου, αφού τα αδέρφια μου με τον έναν ή με τον άλλον τρόπο, πάντα κατάφερναν να βρίσκουν φίλους που μένουν κοντά στο πατρικό μας. Skate, Blanos και Starbucks (αργότερα) εκείνες, φλώροι, Spoiled και Mac Κηφισιάς εγώ. Όταν όλοι ήθελαν να μάθουν σερφ στην Βάρκιζα, εγώ ήθελα να πηγαίνω για τέννις στη Νέα Ερυθραία. Ήμουν απλώς εκείνη η νότια, που ένιωθε πως ο νότος δεν είναι η γειτονιά της. Εκείνη η νότια που πάντα ήθελε να μένει στα βόρεια.
Μέχρι σήμερα. Μέχρι την στιγμή που κατάλαβα ότι δεν έχει τίποτα καλύτερο απ’ τα νότια. Ίσως μερικά εστιατόρια και μπαρ, αλλά και πάλι, τίποτα που να θέλω να είναι μια πόρτα μακριά. Μέχρι την στιγμή που κατάλαβα πως οι πρώην μου ήταν κλασικοί βορειοπροαστήτες και εγώ δεν έχω καμία δουλειά με την Κηφισιά, παρά μόνο 3 κολλητές φίλες τις οποίες κατάφερα να αναγκάζω να κατεβαίνουν στο κέντρο.
Η αλήθεια είναι πως μετά από μια δεκαετία απελπισίας και ελπίδας να μετακομίσουμε στο Ψυχικό ή την Κηφισιά, κατάφερα να δω την Αίγινα από το σαλόνι μου. Μια Αίγινα που ήταν πάντα εκεί μα δεν είχα ασχοληθεί και πολύ. Γιατί αυτό είναι ένα κλασικό παράδειγμα του (Morrissey) «θέλω πάντα αυτό που δεν μπορώ να έχω» αλλά και «ποτέ δεν βλέπεις αυτά που είναι πραγματικά κοντά σου.» Κατάφερα να περπατήσω μέχρι την πλατεία της Βούλας και να πιώ τον πιο ωραίο καφέ που έχω πιει ποτέ μου, να πάω για brunch στην Βουλιαγμένη και σινεμά στη Γλυφάδα.
Τώρα λοιπόν, μετά από τόσα βάσανα, χτυποκάρδια και επιμονή στο ότι μια μέρα θα πάω να ζήσω δίπλα στο Different Beast (πριν καν αυτό ανοίξει), όχι μόνο είδα, εκτίμησα και αγάπησα με όλη μου την καρδιά τα νότια προάστια και τις μαγικές εικόνες (του ηλιοβασιλέματός) τους αλλά αποφάσισα πως όταν κάνω την μεγάλη κίνηση να φύγω, δεν θα πάω πολύ μακριά. Κάπου στο κέντρο μόνο. Γιατί ποτέ δεν ξέρεις πόσους νότιους μπορεί να γνωρίσω εκεί, σωστά;
Κεντρική Φωτογραφία: Nine Kopfer