Πως είναι να βλέπεις παράσταση στις αντρικές φυλακές Κορυδαλλού
Πέρασα ένα απόγευμα στις φυλακές Κορυδαλλού, όπου οι κρατούμενοι σε συνεργασία με το Εθνικό ανέβασαν θεατρική παράσταση.
- 20/03/2019
- Κείμενο: Χριστίνα Ζάχου
Το περασμένο Σάββατο (16/03) λίγο μετά τις τέσσερις το απόγευμα βρέθηκα έξω από μια τεράστια σιδερένια πόρτα, όπου η επιγραφή από πάνω έγραφε με μεγάλα γράμματα: Φυλακές Κορυδαλλού.
Η σιδερένια πόρτα άνοιξε και δύο αστυνομικοί ρώτησαν το όνομα μου -πρέπει να έχεις ειδική άδεια για να εισέλθεις μέσα. Αφού το βρήκαν ζήτησαν ευγενικά να τους δείξω την ταυτότητα μου και να περάσω από τον πρώτο έλεγχο. Κάνοντας ένα ακόμη βήμα βρέθηκα σε ένα μικρό χώρο, όπου εκεί παρέδωσα το κινητό μου και πήρα άδεια εισόδου: ήμουν το νούμερο 46.
Έπειτα κι άλλος έλεγχος. Και μετά ακολούθησα τις οδηγίες των αστυνομικών για να βγω σε ένα προαύλιο χώρο. Λίγες ώρες μετά θα μάθαινα πως αυτός ήταν ο «παιδικός» καθώς εκεί βλέπουν τα ανήλικα παιδιά τους οι κρατούμενοι.
Ένα κυλικείο, ένα γήπεδο ποδοσφαίρου, ένα κοτέτσι όπου έτρεχαν οι κότες και οι κόκορες και δύο τρεις κήποι. Περιμετρικά ήταν τα κελιά. Αυτό ήταν το σκηνικό που αντίκρισα και κοιτούσα την κάθε λεπτομέρεια σχολαστικά. Τριγύρω μου οι συγγενείς των κρατουμένων που περίμεναν υπομονετικά να ανοίξουν οι πύλες για να κατευθυνθούμε προς το χώρο που θα ανέβαινε η παράσταση.
Την προσοχή μου τράβηξε μια γυναίκα που κρατούσε στα χέρια της ένα τοστ –προσπαθούσε να το τυλίξει μέσα σε δύο χαρτοπετσέτες- ενώ δίπλα της είχε μια βαλίτσα και ένα κόκκινο τριαντάφυλλο. Ευγενικά τη ρώτησα ποιον έχει έρθει να δει και με σταθερή φωνή μου απάντησε τον σύντροφο της. Τον βλέπει δύο φορές το μήνα γιατί δεν είναι παντρεμένοι οπότε ο νόμος είναι διαφορετικός στη δική τους περίπτωση. «Έχει ένα μικρό ρόλο στη φετινή παράσταση γιατί περιμένει να αποφυλακιστεί. Μας έχει μείνει ένα τελευταίο δικαστήριο» μου εξηγεί ήρεμα και κάθε λίγο γυρνάει να δει αν άνοιξε η πύλη που θα μας βάλει στο εσωτερικό. «Δεν είναι εύκολο όλο αυτό. Ειδικά όταν φεύγεις από τη φυλακή δεν νιώθεις πολύ καλά. Παίρνω δύναμη από τον σύντροφο μου και από άλλες γυναίκες που έρχονται εδώ 15 χρόνια» μου εξηγεί σαν να μαντεύει τις ερωτήσεις που θέλω να της κάνω. Ίσως πάλι αυτές τις ερωτήσεις τις έχει ακούσει πολλές φορές.
Μια παρέα λίγο πιο πέρα έχει πάρει την μπάλα και παίζει ποδόσφαιρο. Νεαροί ηθοποιοί του Εθνικού όπου έχουν έρθει να δούνε την παράσταση, όπου παίζει μαζί με τους κρατούμενους και ένας επαγγελματίας ηθοποιός του Εθνικού.
View this post on InstagramA post shared by Christina Zachou (@chzachou) on
Σαράντα λεπτά αργότερα η μία πύλη ανοίγει. Περνάμε λίγοι λίγοι. Κι ύστερα πάλι στην επόμενη πύλη όπου ακούς το δυνατό θόρυβο που κάνουν μόλις κλείνουν. Με την συνοδεία αστυνομικού κατευθυνόμαστε προς τα μέσα. Κι άλλος έλεγχος. Ανεβαίνουμε και κατεβαίνουμε σκάλες. Κι έπειτα ένας μεγάλος, σκοτεινός διάδρομος. Το στομάχι μου δεμένο κόμπος, αλλά συνεχίζω να προχωράω χωρίς να μπορώ να πάρω ανάσα. Κι άλλος έλεγχος, ο τελευταίος μέχρι να φτάσουμε στο χώρο όπου θα παιχτεί η παράσταση. Κατευθύνομαι στο χώρο του θεάτρου –έξω η πόρτα γράφει «Σιδηρουργείο» εκεί παλαιότερα φτιάχνονταν τα σίδερα των φυλακών.
Κάθομαι στην πρώτη σειρά όπου λίγο πιο δίπλα μου είναι η ηθοποιός Χριστίνα Θεοδωροπούλου και ο διευθυντής Καταστήματος Κράτησης Κορυδαλλού, Ιωάννης Καζλάρης.
Η αίθουσα είναι γεμάτη και οι υπεύθυνοι φέρνουν κι άλλες καρέκλες για να καθίσουν όλοι. Ο σκηνοθέτης του Εθνικού, Στρατής Πανούριος που εδώ και τρία χρόνια σκηνοθετεί τις παραστάσεις ρυθμίζει τις τελευταίες λεπτομέρειες και παίρνει θέση για να απολαύσει την παράσταση «Οικόπεδα με θέα» που δουλεύουν όλοι μαζί από αρχές του Σεπτέμβρη.
Τα φώτα χαμηλώνουν και από το μικρόφωνο ακούγεται μια αντρική φωνή που ζητάει να απενεργοποιήσουμε τα κινητά μας και να μην τραβήξουμε φωτογραφίες από την παράσταση. Το κοινό ξεσπάει σε γέλια –τα κινητά τα έχουμε παραδώσει από τον πρώτο έλεγχο.
Τα «Οικόπεδα με Θέα» μας μεταφέρουν στον σκληρό χώρο των μικρομεσαίων μεσιτικών επιχειρήσεων. Η ιστορία αφορά τέσσερις πωλητές γης στο Σικάγο και στο μερίδιο από το Αμερικάνικο Όνειρο που τους αντιστοιχεί. Το έργο διαδραματίζεται κατά τις τελευταίες μέρες ενός διαγωνισμού, που έχει επιβληθεί από τα κεντρικά γραφεία της εταιρίας. Ο πωλητής εκεί που θα κλείσει τις περισσότερες πωλήσεις, θα ανταμειφθεί με μία Κάντιλακ, ο δεύτερος καλύτερος με ένα σετ μαχαιροπήρουνα, ενώ τους άλλους δύο περιμένει η απόλυση.
«Τραγική ειρωνεία, αλλά με αρκετή δόση μαύρου χιούμορ και αυτοσαρκασμού, το έργο ανεβαίνει σ΄ ένα τέτοιο τόπο από κρατούμενους. Με την αμέριστη συμπαράσταση στελεχών του Εθνικού Θεάτρου» γράφει η θεατρική ομάδα του Καταστήματος Κράτησης Κορυδαλλού στο πρόγραμμα που κρατάω στα χέρια μου.
Δεν θυμάμαι πόση ώρα κράτησε το έργο. Κρατάω πως ήταν μια αξιόλογη παράσταση που κύλησε ευχάριστα –ειδικά ένας κρατούμενος (δεν θα πω το όνομα του) θα μπορούσε να ήταν ηθοποιός. Κρατάω το δυνατό χειροκρότημα του κοινού που σηκώθηκε όρθιο να τους χειροκροτήσει. Όχι από οίκτο, αλλά επειδή πραγματική ήταν μια παράσταση που θα μπορούσε να παίζει σε ένα κανονικό θέατρο.
Η αυλαία πέφτει και τώρα οι κρατούμενοι βρίσκονται στην αγκαλιά των συγγενών τους. Παρατηρώ τα χαμόγελα τους, αλλά και τους δικούς τους ανθρώπους που έχουν λίγο χρόνο στη διάθεση τους να μιλήσουν μαζί τους.
View this post on InstagramA post shared by Christina Zachou (@chzachou) on
Το στομάχι μου εξακολουθεί να είναι κόμπος. Βγαίνω από την αίθουσα και κάθομαι λίγο ακόμα στο διάδρομο. Πιάνω την συζήτηση με τον Χ (δεν μπορώ να πω το όνομα του), ο οποίος είναι μαζί με τη μητέρα του. «Ήταν πολύ δυνατή η εμπειρία. Από τον Σεπτέμβρη δουλεύουμε όλοι μαζί για να ανέβει αυτή η παράσταση. Με τα παιδιά περνούσαμε πολλές ώρες της ημέρας μαζί και έχουμε δεθεί πολύ. Δεθήκαμε περισσότερο κι από εκείνους που μοιραζόμαστε το ίδιο κελί. Του χρόνου δεν θα συμμετέχω στην ομάδα γιατί σε λίγο διάστημα θα αφήσω πίσω την φυλακή. Αποφυλακίζομαι» μου λέει με ένα πλατύ χαμόγελο.
Κοιτάζω δεξιά και αριστερά. Υπάρχουν αίθουσες. Εκεί γίνονται τα μαθήματα του σχολείου και των ΙΕΚ. «Όσοι αποφυλακίζονται μπορούν να συνεχίσουν κανονικά την εκπαίδευση τους στο ίδιο επίπεδο» μου εξηγεί ο διευθυντής των Φυλακών.
Διασχίζω το διάδρομο για να φύγω. Ανεβαίνω, κατεβαίνω σκάλες, περνάω τους ελέγχους, πόρτες ανοίγουν και κλείνουν, ξανά έλεγχος. Δίνω πίσω τον αριθμό 46 και μου επιστρέφουν το κινητό μου. Η ώρα έχει πάει 7 το απόγευμα και έχει νυχτώσει.
Σ΄ όλη τη διαδρομή περνάνε από μπροστά μου διάφορες εικόνες, ενώ ο θόρυβος από τις πόρτες δεν έχει φύγει. Θα αργήσει πολύ να φύγει…
Για το τέλος θα κρατήσω και κάτι που έγραψε ο διευθυντής του Εθνικού Θεάτρου, Στάθης Λιβαθινός: «Όταν μπορείς μέσα από το θέατρο να κάνεις τέτοια ταξίδια, να ανακαλύπτεις τη δημιουργικότητα, την αλληλεγγύη, τη συνεργασία, την ελεύθερη σκέψη, να συγκινείς και να συγκινείσαι, τότε ναι, υπάρχει ελπίδα».