Δυο φόνοι, ο Πάσσαρης και όλη η τραγική ιστορία πίσω από το πιο γνωστό γκράφιτι των νοτίων προαστίων
Όλοι οι νότιοι ξέρουν το πρόσωπο του Βασίλη κι ας μην τον γνώρισαν ποτέ. Είναι ένα γκράφιτι που αποκλείεται να μην το έχει παρατηρήσει κάποιος αφού από αυτό το σημείο στην Λ.Βουλιαγμένης περνάει καθημερινά χιλιάδες κόσμος.
- 25/09/2018
- Κείμενο: Αντώνης Κωνσταντάρας
Φωτό: Αντώνης Κωνσταντάρας
Κάθε περιοχή έχει τα ορόσημά της.Συνήθως αποδεικνύονται εξαιρετικά χρήσιμα για να δίνεις οδηγίες σε κάποιον και παράλληλα ανανεώνουν τη μνήμη μας σχετικά με την ιστορία του εκάστοτε τόπου. Ένα από τα πιο χαρακτηριστικά νότια παραδείγματα είναι η κόκκινη δεξαμενή της Λεωφόρου Βουλιαγμένης. Δύο χιλιόμετρα «πιο νότια» υπάρχει ακόμη ένα σημάδι που σε καλωσορίζει σπίτι. Σχεδόν κάτω από τη γέφυρα του Ελληνικού, στη «Βούτα», τον τοίχο κοσμεί ένα από τα πιο αναγνωρίσιμα γκράφιτι των νοτίων προαστίων.
Πρόκειται για την απεικόνιση ενός προσώπου τόσο γνώριμου, μα παράλληλα εξίσου άγνωστου στους περισσότερους περαστικούς. Αυτό, ανήκει σε έναν νέο που, όπως μας πληροφορούν οι τρεις δημιουργοί του κομματιού, «έφυγε άδικα στις 28/3/2005». Μπορεί το σημείο που επέλεξαν οι άνθρωποι πίσω από αυτό να βοήθησε πολύ ώστε να θεωρείται πλέον κλασικό (σκεφτείτε πόσοι άνθρωποι περνάνε καθημερινά από εκεί), όμως, κάποιος που δεν γνωρίζει την ιστορία πίσω από αυτό μπορεί να πιστέψει ότι αποτελεί φόρο τιμής σε κάποιον που έχασε τη ζωή του σε τροχαίο. Ωστόσο, το πιο διάσημο γκραφίτι των νοτίων προαστίων έχει ένα πολύ διαφορετικό background.
Το Παιδί Πίσω Από το Πρόσωπο
Ο Βασίλης Μαμόπουλος ήταν ένας 17χρονος, ο οποίος, παρά το νεαρό της ηλικίας του, είχε βιώσει πολλές δυσκολίες στη ζωή του. Οι γονείς του ήταν χωρισμένοι, ενώ το 2000 έχασε τον πατέρα του. Παρότι ως γεγονός ήταν αρκετό για να πληγώσει ανεπανόρθωτα τη ψυχολογία ενός παιδιού, αυτή ήταν μόνο η αρχή του δράματος που έμελλε να έχει τον ίδιο ως κεντρικό πρωταγωνιστή. Έναν χρόνο αργότερα, τον Αύγουστο του 2001, η μητέρα του θα έπεφτε νεκρή από τις σφαίρες του διαβόητου κακοποιού Κώστα Πάσσαρη στο φαρμακείο της αδερφής της, στα Πατήσια. Όπως μπορεί πολύ εύκολα να καταλάβει κανείς, μιλάμε για ένα παιδί που μπήκε στην εφηβεία με τους χειρότερους δυνατούς οιωνούς.
Την επιμέλειά του αναλαμβάνουν ο παππούς και η γιαγιά του, όμως το 2003 ο πρώτος φεύγει απ’ τη ζωή αφήνοντας τον Βασίλη, ο οποίος τον έβλεπε σαν μέντορα και στήριγμά, απαρηγόρητο. Προερχόταν από έναν ευρύτερο οικογενειακό κύκλο που ήταν ευκατάστατος, δεν αντιμετώπιζε οικονομικά προβλήματα, φοιτούσε σε ιδιωτικό σχολείο και, σύμφωνα με τις τότε δηλώσεις των συμμαθητών του, επρόκειτο για ένα δύσκολο αλλά αγαπητό παιδί. Δημοσιεύματα της εποχής αναφέρουν ότι είχε απευθυνθεί σε παιδοψυχίατρο, όμως, σταμάτησε να εμφανίζεται στα ραντεβού και τότε ανέλαβε να δουλέψει μαζί του μια κοινωνική λειτουργός.
Η Μοιραία Στιγμή
Ήταν Δευτέρα 28 Μαρτίου του 2005 και ο Βασίλης επέστρεφε στο σπίτι του (στην οδό Αριστοτέλους 5A στο Ελληνικό), έπειτα από μία σύντομη επίσκεψη σε κοντινό ψιλικατζίδικο. Η γιαγιά του έλειπε εκτός Αθήνας με τις μαρτυρίες να λένε πως ο εγγονός της δεν είχε βγει την προηγούμενη μέρα. Η ώρα ήταν σχεδόν πέντε το απόγευμα όταν ένα αυτοκίνητο στο οποίο επέβαιναν τέσσερις νεαροί τον πλησίασε και σταμάτησε δίπλα του. Οι δύο κατεβαίνουν και τον πλησιάζουν. Ακολουθεί διαπληκτισμός και τελικά πιάνονται στα χέρια, μέχρι που ο Βασίλης πέφτει στο έδαφος. Τότε, ένας εκ των δραστών βγάζει ένα περίστροφο, τον πυροβολεί δύο φορές στο κεφάλι και στη συνέχεια, όλοι μαζί, τρέπονται σε φυγή. Ο 17χρονος αφήνει την τελευταία του πνοή στο πεζοδρόμιο.
Οι αστυνομικοί, εύλογα, συνδέουν τη δολοφονία με την υπόθεση Πάσσαρη, όμως, δεν αργούν να φτάσουν στην άκρη του νήματος, απορρίπτοντας τις αρχικές τους υποψίες. Ο Βασίλης Μαμόπουλος είχε δολοφονηθεί από έναν συμμαθητή του. Ο λόγος; Τα 5.000 ευρώ που είχε δανείσει ο ανήλικος δράστης στο θύμα για να αγοράσει ένα μηχανάκι. Χρήματα τα οποία δεν ήθελε να ζητήσει από τη γιαγιά του και είχε υποσχεθεί πως θα επέστρεφε σε βάθος χρόνου. Τελικά, ο φίλος που επρόκειτο να του πουλήσει το δίκυκλο άλλαξε γνώμη και, όταν ο θύτης έμαθε τα νέα, πήγε να ζητήσει πίσω τα χρήματα. Λίγες ώρες μετά τη δολοφονία οι δράστες συνελήφθησαν και τελικά, καταδικάστηκαν.
Η Δημιουργία και η Κληρονομιά του Γκράφιτι
Ο Βασίλης Μαμόπουλος δεν πρόλαβε να ενηλικιωθεί. Τρεις μήνες πριν από τα 18α γενέθλιά του έχασε τη ζωή του από δύο σφαίρες (όπως συνέβη και με τη μητέρα του) κλείνοντας το κεφάλαιο μιας σπάνιας οικογενειακής τραγωδίας. Η κηδεία του πραγματοποιήθηκε στο Κοιμητήριο Ελληνικού και το παρόν έδωσαν πάνω από 150 φίλοι και συμμαθητές. Μάλιστα, τρεις από αυτούς, ο Θοδωρής, ο Μιχάλης και ο Κώστας, κατηφόρισαν προς τη Λεωφόρο Βουλιαγμένης και δημιούργησαν (μέσα σε λίγη ώρα) ένα υπέροχο έργο τέχνης για να μην ξεχάσει κανείς τον φίλο τους.
Τα κατάφεραν. Έχουν περάσει 13 χρόνια από τότε και το γκράφιτι παραμένει (χτυπημένο από τον χρόνο μεν, αγέρωχο δε) εκεί. Όλοι μας γνωρίζουμε το πρόσωπο του φίλου τους, ακόμη κι αν δεν τον έχουμε δει ποτέ από κοντά. Το δημιούργημά τους, μας θυμίζει πόσο άδικα κόπηκε το νήμα της ζωής ενός νέου παιδιού, που απλώς έκανε κάποιες λάθος επιλογές. Θα ήταν όμορφο αν κάποιος εξ αυτών επέστρεφε κάποια στιγμή με σκοπό να το φρεσκάρει, φροντίζοντας να μείνει εκεί για άλλα τόσα χρόνια. Έτσι, για να κρατηθεί τουλάχιστον ζωντανή η φλόγα στα εκφραστικά μάτια αυτού του νέου παιδιού που δεν πρόλαβε να ζήσει.