H ιστορία του πρώτου κατοίκου του Παλαιού Φαλήρου
Το Παλαιό Φάληρο στα μέσα του 19ου αιώνα ήταν μια περιοχή ερημική και μόνο μια αθηναϊκή οικογένεια τόλμησε να εγκατασταθεί εκεί, φτιάχνοντας το σπίτι και την επιχείρησή της δίπλα στη θάλασσα. Αυτή είναι η ιστορία τους, όπως την καταγράφει για το NouPou η νότια συγγραφέας Πολύμνια Ρέγκου*.
- 16/10/2024
- Κείμενο: Πολύμνια Ρέγκου
Το Φάληρο πάντα τραβούσε τους Αθηναίους. Μια κατηφόρα η Συγγρού και ξαφνικά βρισκόσουν στη θάλασσα. Ταβερνάκια, ζαχαροπλαστεία, παραλίες. Άλλος αέρας φυσούσε εκεί. Αύρα θαλασσινή. Στα τέλη όμως του 19 ου αιώνα η εικόνα ήταν πολύ διαφορετική. Οι κάτοικοι της πρωτεύουσας που χρησιμοποιούσαν τη συγκοινωνία, δεν είχαν τρόπο να φτάσουν ως το Παλαιό Φάληρο ή το Καλαμάκι κι έτσι οι συγκεκριμένες ακτές παρέμεναν ερημικές.
Ήταν η εποχή του Μπάρμπα Σπύρου και της οικογένειας του. Ποιος τον θυμάται όμως; Ίσως η λέξη Ξηροτάγαρο να θυμίζει κάτι στους νεότερους. Πολύ λίγοι όμως ξέρουν από που προέρχεται αυτή η παλιά ονομασία του Δέλτα Φαλήρου. Τα χρόνια της ερημιάς της περιοχής, εκεί γύρω στα μέσα του 1800, μια αθηναϊκή οικογένεια κατηφόρισε προς την παραλία. Έφτιαξαν το σπιτικό τους πάνω στην ακτή, σκόρπισαν και μερικά ζωντανά εκεί γύρω, για να έχουν τυρί και γάλα κι άρχισαν να ψαρεύουν. Πλούσια η γη, πλούσια και η θάλασσα. Ψαρικά και όστρακα υπήρχαν σε αφθονία κι έτσι τα αδέρφια Χρήστος και Σπύρος Ξηροτάγαροι άνοιξαν ένα μικρό ταβερνάκι, τη λεγόμενη «παράγκα». Λιγοστός ο κόσμος που έμπαινε στο μαγαζί τους. Ρομαντικά ζευγάρια και περιπατητές, που είχαν την πολυτέλεια της μετακίνησης με άμαξες ή άλογα.
Το μέρος ήταν όμορφο, σα ζωγραφιά. Μια ρεματιά με καλαμιές και πλούσια βλάστηση, κατέληγε στον Σαρωνικό. Ήταν ο Βουρλοπόταμος, που σήμερα έχει σκεπαστεί από τη λεωφόρο Αμφιθέας. Πιο κει, ένα βυζαντινό εκκλησάκι, εκείνο του Άη Γιώργη, μέσα σε μια έκταση γεμάτη θάμνους και κυπαρίσσια. Στο βάθος η Αίγινα, με τα πάλευκα σπιτάκια μου έμοιαζαν με αφρούς από κύματα. Από τη μια μεριά της ακτογραμμής, ξεχώριζαν τα σπίτια του Πειραιά και του Νέου Φαλήρου, ενώ από την άλλη, η απεραντοσύνη της Αττικής γης.
Όλο και περισσότεροι ερχόντουσαν στην παράγκα του Μπάρμπα Σπύρου. Έβλεπαν τη γραφική φιγούρα του οικοδεσπότη, που σέρβιρε φορώντας παραδοσιακή φορεσιά. Γεύονταν τη νοστιμιά των μεζέδων του, των καμωμένων από το γάλα των δικών του αρνιών και μεθούσαν με το γλυκό κρασί του. Πασίγνωστα έγιναν και τα λεγόμενα «γαϊδουρόποδά» του, τα στρείδια που έβγαζε από τα βράχια της θάλασσας, και τα σέρβιρε λαχταριστά, με μπόλικο λεμόνι.
Μερακλής και γλεντζές ο Μπάρμπα Σπύρος, έμπαινε αμέσως στην καρδιά όλων. Ταξίδεψε η φήμη του κι έφτασε στα αφτιά του Βασιλιά Γεωργίου του Α΄. Έφτασε μαζί με τους αυλικούς του στην «παράγκα». Έφαγε, ήπιε διασκέδασε, κολύμπησε στα «διαυγή του Παλαιού Φαλήρου ύδατα». Χάρηκε η ψυχή του. Το έμαθαν ευγενείς και πολιτικοί. Έτρεξαν κι εκείνοι να χαρούν, να κλέψουν λίγο από το κέφι του οικοδεσπότη. Τους περιποιόταν όλους, χωρίς να διακρίνει πλούσιους ή φτωχούς. Κι αυτό τον έκανε να ξεχωρίζει.
Τα γλέντια που οργάνωνε κάθε βράδυ έμεναν αξέχαστα. Βιολιά και άλλα όργανα προστέθηκαν στην αυτοσχέδια κομπανία. Σύμφωνα με τις φήμες, βάρκες περίμεναν του γλεντζέδες για να τους μεταφέρουν σε άλλα παραλιακά μαγαζιά και να συνεχίσουν να γλεντοκοπάνε. Άλλοι λένε πως το πανδοχείο που εμφανίζεται σε καρτ ποστάλ του 1920, το είχε φτιάξει εκείνος για να ξαποσταίνουν οι ξενύχτηδες. Κτηματίας έγινε ο Ξηροτάγαρος και τα αδέλφια του. Οι πρώτοι οικιστές της περιοχής. Από τον Άη Γιώργη ως εκεί που έφτανε το μάτι, δικός τους ο τόπος. Υπάρχουν ακόμη οι αγγελίες, χρόνια μετά το θάνατο τους, όπου οι γιοι και τα εγγόνια τους πουλούσαν τα παλιά οικόπεδα. «Πωλείται μάνδρα εκτάσεως 1000 πήχεων, εντός υπάρχουσιν δωμάτια, σταύλος και ρεμίζα…».
Πέρασαν τα χρόνια. Πλησίαζε ο νέος αιώνας. Βάρυνε ο γερο Σπύρος πια και δεν το κουνούσε ρούπι από τον τόπο του. Έφτασε η συγκοινωνία μέχρι το Παλαιό Φάληρο. Σε λίγο θα ερχόταν και το τραμ. Άρχισε να αλλάζει η περιοχή. Πάντα όμως το όνομα του έμενε δεμένο με το μέρος. Στοιχειό τον ονόμαζαν ακόμη κι όταν είχε πια πεθάνει. Το 1905, άφησε την τελευταία του πνοή. Κηδεύτηκε στην Αγία Αικατερίνη της Πλάκας, ως γνήσιος Αθηναίος που ήταν.
Έγινε προάστιο της πρωτεύουσας, το παλιό Ξηροτάγαρο. Δέλτα ονομάστηκε το μέρος που έστεκε η «παράγκα» του. Μπαζώθηκε ο Βουρλοπόταμος και ξεριζώθηκαν οι καλαμιές. Μέχρι και τα στρείδια που ψάρευε εξαφανίστηκαν από τα αγαπημένα του νερά. Τώρα που ξέρετε για εκείνον, σαν φτάσετε στο Φλοίσβο κι ακούσετε από μακριά τραγούδια, χαρές και γέλια μεθυσμένα, σκεφτείτε τον, πετάξετε ένα βότσαλο στη θάλασσα, έτσι, προς τιμή του. Κι αυτός περπάτησε καμαρωτά εδώ στα ίδια μέρη. Τα αγάπησε, τα φρόντισε και τους χάρισε το όνομα του.
*Η Πολύμνια Ρέγκου γεννήθηκε και μεγάλωσε στον Άγιο Δημήτριο. Φοίτησε στο 1ο Γενικό Λύκειο, το λεγόμενο «Στρογγυλό». Τα τελευταία 15 χρόνια ζει στο Παλαιό Φάληρο. Το πρώτο της βιβλίο, το μυθιστόρημα με τίτλο «Πολεμίστρες στη Στέγη», κυκλοφορεί από την ΚΑΠΑ Εκδοτική.
Ολόκληρο το άρθρο του περιοδικού «Μπουκέτο»: pleias.library.upatras.gr | Διαδικτυακές πηγές ιστορικών πληροφοριών: MLP Blo-G-Spot | mikros-romios.gr | Παλαιό Φάληρο Καλαμάκι Αναμνήσεις, Facebook | Πηγή κεντρικής φωτογραφίας: panoramio.gr