Όταν ο Χανς Κρίστιαν Άντερσεν επισκέφθηκε τον Πειραιά
Αφιέρωμα: ΠειραιάςΗ εμπειρία του διάσημου παραμυθά Χανς Κρίστιαν Άντερσεν από τη νεοσύστατη, τότε, πόλη του Πειραιά, μέσα από το προσωπικό του ημερολόγιο.
- 19/07/2022
- Κείμενο: NouPou.gr
Ένας από τους πρώτους Ευρωπαίους περιηγητές που επισκέφτηκαν την Ελλάδα αμέσως μετά την απελευθέρωσή της ήταν και ο Δανός συγγραφέας Χανς Κρίστιαν Άντερσεν.
Γεννημένος το 1805, ήταν γιος ενός φτωχού τσαγκάρη και μιας πλύστρας. Εντελώς αμόρφωτος αρχικά, αποφάσισε στα δεκαεπτά του χρόνια να ξεκινήσει το σχολείο, έχοντας συμμαθητές δωδεκάχρονα παιδιά. Δέκα περίπου χρόνια μετά, τα 28 του χρόνια τον βρίσκουν να έχει εκδώσει θεατρικά έργα και το κυριότερο, πλήθος παραμυθιών, που έγιναν πασίγνωστα και αγαπητά σε όλα τα παιδιά ανά τον κόσμο.
Ο Χανς Κρίστιαν Άντερσεν φτάνει στον Πειραιά
Στη διάρκεια της ζωής του, ο Άντερσεν έκανε 29 μεγάλα ταξίδια, επικά για την εποχή του. Μεταξύ των πόλεων που επισκέπτεται ήταν και η νεοσύστατη, τότε, πόλη του Πειραιά.
Ο Άντερσεν βρίσκεται επί του πλοίου «ΛΕΩΝΙΔΑΣ», το οποίο θα μείνει αγκυροβολημένο στη Σύρο για μερικές μέρες. Τότε, και επειδή είναι ανυπόμονος, ο καπετάνιος του προτείνει να μεταφερθεί στο γαλλικό πολεμικό «ΛΥΚΟΥΡΓΟΣ», το οποίο θα πήγαινε στον Πειραιά.
Πράγματι, το πρωί της 22ης Μαρτίου 1841, ημέρα Δευτέρα, ο Χανς αντικρίζει από το κατάστρωμα του πλοίου τον Πειραιά. Είναι υποχρεωμένος όμως να μείνει στο πλοίο δύο μέρες πριν αποβιβαστεί. Στον Πειραιά υπάρχει μια υποχρεωτική 24ωρη τουλάχιστον καραντίνα για να σιγουρευτούν οι αρχές ότι δεν υπάρχουν ανάμεσα στους επιβάτες φορείς μεταδοτικής νόσου.
Τα αφικνούμενα λοιπόν πλοία ανεβάζουν τότε μια κίτρινη σημαία που σήμαινε ότι βρίσκονταν στην διήμερη καραντίνα. Αν όμως τα πλοία έπρεπε να αποβιβάσουν επιβάτες και να φύγουν τότε στην περίπτωση αυτή οι επιβάτες για κακή τους τύχη έμπαιναν για παραμονή στο Λοιμοκαθαρτήριο το οποίο έμοιαζε περισσότερο με φυλακή.
Επειδή η γερμανική εφημερίδα Αλγκεμάινε Ζάιτουγκ έχει αναγγείλει την άφιξη του διάσημου παραμυθά στον Πειραιά – αν και οι αρχές τον αγνοούσαν παντελώς – στο λιμάνι έχουν φτάσει Ευρωπαίοι που ζούσαν στον Πειραιά και στην Αθήνα, για να τον καλωσορίσουν. Ανάμεσά τους είναι και ο Δανός Άντολφ Λουντβιχ Κέππεν, ο οποίος είναι διορισμένος από τον Βασιλιά Όθωνα ως Καθηγητής Ιστορίας και Γεωγραφίας (1834-1843) στη Σχολή Ευελπίδων του Πειραιά.
Ο Κέππεν ζει μόνιμα στον Πειραιά και αναλαμβάνει να τον κατατοπίσει προφορικά (μην ξεχνάμε την καραντίνα) αν και ο Άντερσεν έχει πλούσιο ενδιαφέρον για τον κόλπο της Σαλαμίνας και την καταστροφή του περσικού στόλου.
Εκτός του Kέππεν, έχουν φτάσει στο Λιμάνι οι αδελφοί Αρχιτέκτονες Χριστιανός και Θεόφιλος Χάνσεν. Αυτοί μιλούν με τον Άντερσεν από την ασφάλεια μιας βάρκας, η οποία έχει πλευρίσει το πλοίο που ήταν σε καραντίνα. Ο Άντερσεν για να περάσει την ανία της καραντίνας, όταν δεν μιλά μαζί τους, ταίζει τα ψάρια με ψωμί και μετρά τα σπίτια του Πειραιά που φαίνονται από το κατάστρωμα του πλοίου. «Μέτρησα περίπου 120 σπίτια στον Πειραιά», σημειώνει αργότερα στο ημερολόγιό του.
Η πολυπόθητη αποβίβαση
Στις 24 Μαρτίου 1841, ημέρα Τετάρτη, τελικά αποβιβάζεται και ανεβαίνει σε άμαξα αμέσως, πετώντας κατά την προσφιλή του συνήθεια τις βαλίτσες του στην οροφή. «Σηκώνουμε πολλή σκόνη αλλά είναι κλασική σκόνη», σχολιάζει στο σημειώματαριό του. «Εδώ κι εκεί σπασμένα μαρμάρινα κιονόκρανα και από κοντά τα ερείπια μιας εκκλησίας. Οι Τούρκοι έχουν ξύσει όλα τα πρόσωπα κι έχουν φυτέψει σφαίρες στα μάτια και στο στόμα στου Χριστού» συμπληρώνει.
Επιλέγει να μείνει στην Αθήνα, γιατί θέλει να βρίσκεται δίπλα στην Ακρόπολη την οποία επισκέπτεται καθημερινά. Από εκεί επισκέπτεται τον Πειραιά διαρκώς, περιγράφοντας τα μνημεία που έβλεπε διάσπαρτα τότε στην πόλη και που σήμερα δεν έχουν σωθεί.
Η περιγραφή της πόλης από τον διάσημο παραμυθά
«Στον Πειραιά μπόρεσα να προσκυνήσω την ίδια μέρα τους τάφους δύο μεγάλων ηρώων της Ελλάδας, δύο φάρων της ιστορίας, του Θεμιστοκλή και του Μιαούλη. Περπατήσαμε σ΄ αυτήν την μικρή χερσόνησο (την Πειραϊκή) που είναι γεμάτη υπολείμματα αρχαίων τειχών. Ο χώρος είναι τρομερά πετρώδης, πρόβατα βόσκουν και κάποια στιγμή φτάσαμε στον τάφο του Μιαούλη στην παραλία. Στο μάρμαρο γράφει: “Ώδε κείται ο ναύαρχος Ανδρέας Μιαούλης, 1838”. Λέγεται ότι η οικογένειά του έκλεψε το πτώμα για να το πάει αλλού. Το φτωχικό του μνήμα μοιάζει με μια τετράγωνη καπνοδόχο και πάνω της μια πιο μικρή πέτρα. Πιο πάνω πάλι μια μικρότερη. Εκεί κοντά σε αναποδογυρισμένες κολόνες, δύο τάφοι σκαμμένοι σε βράχο, γεμάτοι από τα νερά του Σαρωνικού. Εκεί βρίσκεται ο τάφος του Θεμιστοκλή. Σε μια μικρή τετράγωνη προεξοχή των τειχών υπάρχουν μια σαρκοφάγος κι ένα παλιό μνήμα. Από εδώ η θέα του Πειραιά είναι ωραία». Κάπως έτσι περιγράφει την πόλη του Πειραιά ο Άντερσεν.
Η Αναχώρηση
Την Τρίτη 20 Απριλίου 1841, ο Άντερσεν φεύγει, όπως έφτασε, μέσω Πειραιά. «Είμαι λυπημένος γιατί αισθάνομαι σαν στο σπίτι μου εδώ». Το πλοίο σαλπάρει στις 4 το πρωί για Σύρο και από εκεί ο Άντερσεν θα επιβιβαστεί στο γαλλικό πλοίο «Ραμσής» με προορισμό τη Σμύρνη.
Έρευνα – Επιμέλεια: Στέφανος Μίλεσης, Πρόεδρος Φιλολογικής Στέγης Πειραιώς
Πηγή: http://pireorama.