Στο Φαληρικόν στις Τζιτζιφιές άνθισε το λαϊκό τραγούδι
Το Φαληρικόν του Γιώργου Μαργωμένου αποτέλεσε ένα από τα θρυλικότερα μπουζουξίδικα, όπου γλεντούσε η παλιά Αθήνα, όπως μόνο εκείνη ήξερε, τιμώντας το λαϊκό τραγούδι.
- 03/05/2017
- Κείμενο: NouPou.gr
Οι Τζιτζιφιές αποτέλεσαν “στέγη” για τους ρεμπέτες και εστία ανασυγκρότησης του ρεμπέτικου τραγουδιού μετά την Κατοχή και το κυνήγι τους από το καθεστώς του Μεταξά. Οι ρεμπέτες γέμισαν με τις βαριές λαϊκές φωνές τους τα κέντρα διασκέδασης των Τζιτζιφιών, που αποτέλεσαν μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του ’60 το κέντρο της Αθηναϊκής νυχτερινής ζωής!
Ένα από αυτά τα ιστορικά μπουζουξίδικα ήταν “Το Φαληρικόν”, που κυριάρχησε είκοσι πέντε χρόνια και ανήκε στον Γιώργο Μαργωμένο, ενώ στη μαρκίζα του υπήρχαν τρανταχτά ονόματα όπως αυτά των Τσιτσάνη, Παπαϊωάννου, Γαβαλά, Μπιθικώτση και άλλων. Τη συνάντηση του Παπαϊωάννου με τον Τσιτσάνη πρώτος την επιχείρησε ο Μαργωμένος στο Φαληρικόν. Μαζί τους είχαν και την Άννα Χρυσάφη (η οποία μεσολάβησε γι’ αυτό το “σμίξιμο”). Τα μαγαζιά στην ουσία ήταν δύο, το χειμερινό (Αχαρνών και Ηπείρου 48) και το καλοκαιρινό, το περί ου ο λόγος, στις Τζιτζιφιές (τέρμα θησέων).
Εικόνα: Ανέστος Αθανασίου και Βασίλης Τσιτσάνης και πίσω τους ο Καρμανιόλας στο βιολί κλείνει μάτι, στο «Φαληρικόν»
Σε μια αφήγηση του ο γιος του Γιώργου Μαργωμένου, Στέλιος, εξιστορεί άγνωστες ιστορίες καλλιτεχνών από την περίοδο εκείνη.
«Το “Φαληρικόν” το άνοιξε ο πατέρας μου το 1958. Απ’ αυτό το μαγαζί πέρασαν όλα τα μεγάλα ονόματα της εποχής: ο Παπαϊωάννου, ο οποίος ήταν Τζιτζιφιώτης, φίλος του πατέρα μου, ο Τσιτσάνης, ο Ζαμπέτας, ο Βαμβακάρης, ο Μητσάκης, ο Τσαουσάκης, Τζιτζιφιώτης κι αυτός, η Μαρίκα Νίνου, η Μπέλλου, η Ρόζα, η Σακελλαρίου σε πολύ μικρή ηλικία, και άλλα μεγάλα τότε ονόματα.
Εικόνα: Ο Ζιλ Ντασέν με τον Βασίλη Τσιτσάνη, όταν έπαιζε στο Φαληρικόν στις Τζιτζιφιές, στα τέλη της δεκαετίας του 1950
Απ’ ό,τι άκουγα, το άνοιξε ο πατέρας μου σε μια εποχή που οι Τζιτζιφιές δεν ήταν ακόμα τόσο δημοφιλές προάστιο. Το σημείο εκείνο ήταν ένα κακόφημο μέρος, όπου υπήρχαν σπίτια με «γυναίκες» και όλοι αναρωτιόντουσαν τι τρελός είναι αυτός που πάει να ανοίξει μαγαζί εκεί; Αλλά τελικά, απ’ ό,τι φαίνεται, οι γνώμες των άλλων δεν σημαίνει ότι είναι και σωστές.
Εικόνα: Ο ιδιοκτήτης του «Φαληρικού» Γιώργος Μαργωμένος με το γιο του Στέλιο
Το μαγαζί ήταν μια μεγάλη αυλή μ’ ένα πάλκο και τραπέζια με καρέκλες. Δεν είχε ούτε τοίχο, ούτε τίποτα. Ο κόσμος καθόταν, διασκέδαζε, και γύρω γύρω άλλοι όρθιοι, που έρχονταν να ακούσουν μουσική χωρίς να κάτσουν και να πληρώσουν, αλλά διασκέδαζαν. Ένα πανηγύρι καθημερινό.
Θυμάμαι, εκεί που έτρωγαν στις ταβέρνες της πλατείας, ξαφνικά λέγανε «δεν πάμε στα μπουζούκια;», κάνανε μια παρεΐτσα και φεύγανε. Έτσι απλά, ούτε να το σκεφτούν, ούτε τίποτα• και ας ήταν καθημερινή. Πηγαίνανε απέναντι στα μαγαζιά που ήτανε πάνω στη σημερινή Θησέως. Το «Φαληρικόν» ήταν Θησέως και Ποσειδώνος. Σήμερα είναι ένα μεγάλο οικόπεδο που το ’χει ο Δήμος Καλλιθέας.
Εικόνα: Το Εξοχικόν Κέντρον Φαληρικόν με το συγκρότημα Παπαϊωάννου
Όποτε περνάω από την πλατεία των Τζιτζιφιών στο μυαλό μου έρχεται η μυρωδιά από τις ταβέρνες και τα τραγούδια από τα τζουκ μποξ της εποχής, που παίζανε το κάθε τραγούδι που άρεσε στον κόσμο, δέκα φορές το λιγότερο κάθε βραδιά. Αφού δεν μπορούσα πια, βαριόμουνα να τ’ ακούω• κάτι σαν τους σημερινούς ραδιοσταθμούς.
Έτσι, λοιπόν, και εμείς, αφού τρώγαμε στην πλατεία, μετά πηγαίναμε στο μαγαζί του πατέρα μου. Εκεί ήταν η μεγάλη μου χαρά. Τους έβλεπα όλους τεράστιους και από πλευράς ονόματος και σε μέγεθος, γιατί εγώ ήμουν 6-7 χρονών, αλλά είχα μεγαλώσει μέσα σ’ αυτόν τον κύκλο.
Εικόνα: Ο Μάριος Πλωρίτης, η Αλίκη Βουγιουκλάκη και η παρέα τους, με τον Βασίλη Τσιτσάνη, όταν με το συγκρότημα του έπαιζε στο “Φαληρικόν”, στις Τζιτζιφιές, στα τέλη της δεκαετίας του ’50. Στο μπουζούκι ο Τάσος Αναγνώστου.
Θυμάμαι την Μπέλλου που ερχότανε στο σπίτι μας και έπινε καφέ με τη μητέρα μου και τα λέγανε. Αργότερα έμαθα ότι η Μπέλλου ερχόταν σπίτι και έλεγε τις γυναικοδουλειές του πατέρα μου, πού και με ποια ήταν σπιτωμένος. Ε, και φυσικά μετά ερχόταν το ξεσπίτωμα…
Άκουγα ιστορίες που λέγανε, για τους καβγάδες Τσιτσάνη – Μπέλλου στα καμαρίνια, μα μετά που βγαίνανε στο πάλκο ήταν σαν να μη συμβαίνει τίποτα. Λέγανε για τον Ζαμπέτα, που τον αγάπαγε πολύ ο πατέρας μου (σκέψου… όταν πέρασαν τα χρόνια, για να διασκεδάσει πήγαινε τακτικά στη «Φαντασία» να τον δει), ότι έπαιρνε μεροκάματο 50 δρχ. όταν πρωτοπήγε στο «Φαληρικόν».
Εικόνα: Η Χρυσάφη κι ο Μητσάκης, όταν τραγουδούσαν μαζί, στο “Φαληρικόν” το 1960
Για τη Σακελλαρίου, που ήταν μικρή, λέγανε ότι έκλεινε δυο τρία ραντεβού το ίδιο βράδυ, κι ότι αυτή έφευγε από την πίσω πόρτα και τους άφηνε σύξυλους. Σ’ αυτά τα μαγαζιά γίνονταν καυγάδες και βγαίνανε μαχαίρια, πετάγαν τραπέζια, καρέκλες, για κάποια τραγούδια που δίναν παραγγελιά και θελαν να τα χορέψουν μόνοι τους. Όμως ο πατέρας μου είχε την ικανότητα να τους καλμάρει όλους σε πέντε λεπτά και να τους βάζει να τρώνε και να πίνουνε μαζί. Ήταν μεγάλος καταφερτζής.
Εικόνα: Ο Τάκης Λαμπρόπουλος (Columbia), ο Γιαννης Παπαϊωάννου, η Μαίρη Λίντα, ο Μανώλης Χιώτης, ο Γρηγόρης Μπιθικώτσης και διπλα του ο Χρηστος Κολοκοτρώνης στο “Φαληρικόν” του 1963
Οι μαγαζάτορες της περιοχής δεν ήταν ανταγωνιστές. Ήταν φίλοι και είχαν αναπτύξει κουμπαριές μεταξύ τους, κάνανε παρέα και ο ένας στήριζε τον άλλον. Αλλά του πατέρα μου τα μυαλά πήραν αέρα, πολύ χρήμα αδερφάκι μου εκείνη την εποχή (θυμάμαι όταν έβγαζε χρήματα απ’ την τσέπη του να μου δώσει χαρτζιλίκι, τέτοιο πάκο με χρήματα δεν έχω ξαναδεί ποτέ!). Ε, λοιπόν, δεν ήταν δυνατόν και αυτός να μην έχει τα ίδια κουσούρια που είχαν και οι φίρμες, μιας κ’ ήταν κοντά κι ο ιππόδρομος… Ε, βέβαια, το ανέπτυξε και το άθλημα σε άλλα επίπεδα και τελικά το «Φαληρικόν» πέρασε στα χέρια του αδερφού του Γιάννη. Ο αδερφός του έπεσε με πολύ ζήλο σε αυτό το μαγαζί και τότε το «Φαληρικόν» έκανε δεύτερη καριέρα. Εποχή Καζαντζίδη, Ξανθόπουλου, Μαυράκη, Πόλυς Πάνου, Περπινιάδη, Αγγελόπουλου και αργότερα Καφάση, Κερμανίδη, Αιγύπτιου. Η Πόλυ Πάνου έκανε μεγάλη επιτυχία στο «Φαληρικόν» και έγιναν και κουμπάροι με τον Γιάννη, ο οποίος άνοιξε ένα κέντρο απέναντι απ’ το «Φαληρικόν», για τον χειμώνα, γιατί το «Φαληρικό» ήταν καλοκαιρινό μαγαζί.
Αργότερα έκαναν μαζί μια δισκογραφική, τη «Βεντέτα», η οποία δεν πήγε και τόσο καλά. Κι άνοιξαν ένα καινούργιο μαγαζί στην Αχαρνών, με το ίδιο όνομα, «Βεντέτα», το οποίο δούλεψε. Σ’ ένα από τα τραγούδια της Πόλυς υπάρχει μια στροφή που λέει «…πάμε σε κέντρα κοσμικά και σε μεγάλα, στου Μαργωμένου, κι από ’κεί στη Μαντουβάλα». Αναφέρει όλα τα μεγάλα κέντρα της εποχής.
Ο πατέρας μου δεν μ’ άφησε να κάνω τη δουλειά του γιατί ήθελε να κάνω οικογένεια, και μου ’δωσε μια συμβουλή που τη θυμάμαι πάντα. Σε ανύποπτη στιγμή μού ’πε «Γιε μου, ό,τι ζημιά κι αν πάθεις στη ζωή σου, αν δεν παίζεις τυχερά παιχνίδια και δεν πηγαίνεις στα μπουζούκια να κάνεις ζημιές, θα ξανασηκωθείς• αν έχεις αυτά τα ελαττώματα, τελείωσες». Μάλλον για τα πάθη του μου μίλαγε. Από τον πατέρα αυτόν έμαθα ν’ αγαπάω τη ζωή και τα λαϊκά τραγούδια. Όλη η ζωή είναι ένας στίχος…».
Πηγή φωτογραφιών: Μπουζούκι και Μπουζουξήδες (mpouzoukimpouzouksides.blogspot.gr)