Το «κακόφημο κάγκελο» και η γνωστή φράση που επιβιώνει μέχρι σήμερα: Μια αναπάντεχη ιστορία από το Φάληρο του 20ου αιώνα
Αναρωτηθήκατε ποτέ από πού προέρχεται η έκφραση «της π@τ@ν@ς το κάγκελο»; Η απάντηση βρίσκεται στο Νέο Φάληρο των αρχών του 20ού αιώνα, όταν μια σιδερένια εξέδρα έγινε το επίκεντρο συνωστισμού, κοινωνικών συναντήσεων και... συμφωνιών. Γράφει η Νότια συγγραφέας Πολύμνια Ρέγκου.
- 10/11/2024
- Κείμενο: Πολύμνια Ρέγκου
Υπάρχει μια φράση που δεν είναι ιδιαίτερα κομψή. Για την ακρίβεια είναι χοντροκομμένη κι αντιαισθητική. Κάποιοι θα την έλεγαν και χυδαία. Όλοι όμως την έχουμε πει κάποια στιγμή στη ζωή μας, θέλοντας να περιγράψουμε τον κακό χαμό, την ανακατωσούρα, την ακαταστασία, την αταξία ή ακόμα και το μεγάλο πλήθος. Με τόσες πολλές κρυμμένες έννοιες, σε λίγες μόνο λέξεις, δύσκολο να μην έχει ειπωθεί ακόμη και από τα χείλη ευγενικών ανθρώπων. Πρόκειται για τη φράση «της π@τ@ν@ς το κάγκελο», την έχετε πει κι εσείς;
Ωραία! Τώρα μπορούμε να συνεχίσουμε χωρίς ντροπές την ιστορία μας. Συνήθως με τις εκφράσεις που περιγράφουν το κοινωνικό αίσθημα, αυτό συμβαίνει. Μπορεί να περιέχουν κάποια κακή ή άγνωστη λέξη. Μπορεί να ακούγονται σα βρισιά. Κανείς ή πολύ λίγοι γνωρίζουν από που προέκυψαν. Για παράδειγμα λέμε «Τρελοκαμπέρο», θέλοντας να αναφερθούμε σε μια αλλοπρόσαλλη ή εκκεντρική συμπεριφορά. Πόσοι θυμούνται όμως τον πρωτοπόρο αεροπόρο, Δημήτριο Καμπέρο, που χάρη στις παράτολμες πτήσεις του, δόθηκε το όνομα του σε αυτόν τον χαρακτηρισμό;
Στο θέμα μας και πάλι τώρα. Πώς άραγε προέκυψε το συγκεκριμένο κάγκελο και γιατί δηλώνει αναστάτωση, συνωστισμό και ταραχή; Το 1891 κατασκευάστηκε μια πολύ μεγάλη σιδερένια εξέδρα, στην παραλία του Νέου Φαλήρου. Έδωσε μεγάλη χαρά στους κατοίκους θεωρώντας πως η κατασκευή της έγινε «δια λόγους περιπάτου και αναψυχής». Βέβαια, άλλος ήταν ο σκοπός της αρχικά, αλλά δεν είναι το θέμα μας τώρα αυτό. Το αποτέλεσμα ήταν πως έγινε μεγάλο αξιοθέατο, προσελκύοντας επισκέπτες από όλη την Αθήνα. Δίπλα φτιάχτηκε η Ταραντέλλα και κατασκευάστηκαν πολυτελή ξενοδοχεία. Η εξέδρα εμπλουτίστηκε, με μια μακρόστενη πλατφόρμα στην άκρη της, από τη μεριά της θάλασσας, διευκολύνοντας έτσι την αποβίβαση και την επιβίβαση στα πλοία.
Στις αρχές του 20ου αιώνα μάλιστα, όταν πλέον επιτρέπονταν τα «μπαιν μιξτ», δηλαδή το δικαίωμα αντρών και γυναικών να χαίρονται τη θάλασσα μαζί, πλάι στην περίφημη εξέδρα κατασκευάστηκαν αποδυτήρια και λουτρά, που ενισχύθηκαν με περίτεχνα παγκάκια. Διαρκώς λοιπόν οι επισκέπτες αυξάνονταν, γεμίζοντας την προβλήτα, τα γύρω καταστήματα, τα παγκάκια, την ακτή. Πελάτες των ξενοδοχείων, ζευγάρια, οικογένειες, περιπατητές μα και επιβάτες πλοίων, διέσχιζαν ολημερίς τη μεταλλική κατασκευή.
Αυτοί λοιπόν οι επιβάτες ευθύνονται, άθελά τους, για την έκφραση που προαναφέραμε. Στην αποβάθρα της εξέδρας αγκυροβολούσαν πάσης φύσεως καράβια. Κάποια μετέφεραν ομογενείς που έψαχναν για Ελληνίδες νύφες. Υπήρχαν και πολεμικά που αποβίβαζαν ναυτάκια, διψασμένα για διασκεδάσεις και πονηρές συνευρέσεις. Γυναίκες που εκδίδονταν, εντόπισαν το ιδανικό μέρος για αλίευση πελατών.
Σιγά σιγά η όμορφη εξέδρα έγινε τολμηρή πασαρέλα, όπου συμφωνίες για ερωτική συνεύρεση κλείνονταν μέσα σε λίγα λεπτά. Ο στόλος ήταν καιρό στο πέλαγος κι έτσι οι άντρες ήταν διατεθειμένοι να πληρώσουν πολλά, για να σβήσουν την κάψα τους. Λίγο η μαγευτική θέα της Ακρόπολης, λίγο η αύρα της θάλασσας, πολύ τα κάλλη των ιερόδουλων, το μέρος έγινε χρυσορυχείο για τον αγοραίο έρωτα.
Λίγο πριν τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, οι γυναίκες που περίμεναν στα κάγκελα της εξέδρας, ήταν τόσες πολλές, που αναγκάστηκαν να γράφουν τα ονόματά τους πάνω στο σίδερο, για να κλειδώνουν τη θέση. Δεν πρέπει να λειτούργησε και πολύ αυτή η τακτική. Καθημερινές ήταν οι ταραχές και τα ξεμαλλιάσματα μεταξύ τους. Οι γονείς απαγόρευαν στα παιδιά τους να πλησιάζουν, ενώ σαν έπεφτε ο ήλιος, ακόμη κι οι βαρκάρηδες απέφευγαν την κάποτε κοσμική κατασκευή. Το μέρος, από χώρος οικογενειακής αναψυχής και όμορφου περιπάτου, έγινε κακόφημο στέκι και οδήγησε στην παρακμή της γύρω περιοχής.
Τα χρόνια πέρασαν, η εξέδρα ξηλώθηκε, τα ξενοδοχεία κατεδαφίστηκαν. Η παραλία του Νέου Φαλήρου άλλαξε εντελώς μορφή. Οι άνθρωποι που περπάτησαν στα μέρη εκείνα, δεν υπάρχουν πια. Οι μνήμες έσβησαν μέσα στη δίνη του χρόνου, όπως συμβαίνει με καθετί παλιό. Μόνο η έκφραση έμεινε, για ένα κάποιο κάγκελο, κακόφημο, ταραγμένο, γεμάτο κόσμο και φασαρία.