Προσεισμικός έλεγχος 40.000 δημοσίων κτιρίων στην Ελλάδα
Την Τετάρτη θα ανακοινωθούν οι τελικές λεπτομέρειες για την επιτροπή που θα αναλάβει τον προσεισμικό έλεγχο των δημόσιων κτιρίων αλλά και των μνημείων- Η βαρύτητα θα δοθεί σε σχολεία και νοσοκομεία - Ποια είναι η σκέψη για τα ιδιωτικά κτίρια και τα σπίτια
- 21/02/2023
- Κείμενο: NouPou.gr
Την επίσπευση των σεισμικών ελέγχων σε περίπου 40.000 δημόσια κτίρια που είχαν μείνει σε εκκρεμότητα από το 2001 έφερε ο σεισμός σε Τουρκία και Συρία. Η βαρύτητα θα δοθεί αρχικά σε σχολεία και νοσοκομεία και στόχος είναι οι εργασίες να έχουν ολοκληρωθεί σε 3 με 4 χρόνια.
«Ο ΟΑΣΠ είχε προγραμματίσει εδώ και μήνες να καταστεί υποχρεωτικός ο έως τώρα προαιρετικός σεισμικός έλεγχος στα δημόσια κτίρια», αναφέρει ο Ευθύμης Λέκκας, πρόεδρος του Οργανισμού Αντισεισμικού Σχεδιασμού και Προστασίας. Μάλιστα, έχει συζητηθεί και συγκεκριμένο χρονοδιάγραμμα για τους ελέγχους που θα κάνει η νέα επιτροπή, η οποία σχηματίστηκε από τον υπουργό Κλιματικής Κρίσης και Πολιτικής Προστασίας, Χρήστο Στυλιανίδη σε συνεργασία με τον ΟΑΣΠ και το Τεχνικό Επιμελητήριο Ελλάδας. Οι λεπτομέρειες και η εξειδίκευση του τρόπου που θα δουλέψει η επιτροπή, θα ανακοινωθούν την Τετάρτη (22/02/2022).
Ο Βασίλης Λεκίδης, ομότιμος ερευνητής του Ινστιτούτου Τεχνικής Σεισμολογίας και Αντισεισμικών Κατασκευών και πρόεδρος στην Επιτροπή Φυσικών Καταστροφών του Τεχνικού Επιμελητηρίου Ελλάδας, σημειώνει πως ο σεισμικός έλεγχος των δημοσίων κτιρίων ξεκίνησε το 2001. Την αρμοδιότητα για τους ελέγχους είχαν (και έχουν ως τώρα) οι κατά τόπους τεχνικές υπηρεσίες των δήμων και των περιφερειών. «Είναι όμως μια διαδικασία που προχώρησε πολύ αργά», λέει και συμπληρώνει: «Τόσο αργά, που από τα 80.000 δημόσια κτίρια ελέγχθηκαν περίπου 20.000 σε 21 ολόκληρα χρόνια».
Αυτό, σύμφωνα με τον κ. Λέκκα, συνέβη, γιατί η πλειονότητα των δημόσιων φορέων δεν έδειχναν προθυμία να προχωρήσουν στον προσεισμικό έλεγχο. Όμως, κατά τον ίδιο, η σταθερή σεισμική δραστηριότητα στη χώρα μας σε συνδυασμό με το μεγάλο χτύπημα του εγκέλαδου στη γειτονική Τουρκία, έβαλε ξανά με επιτακτικό τρόπο αυτή τη φορά στο τραπέζι την εντατικοποίηση των ελέγχων. Μάλιστα, ο κ. Λέκκας σημειώνει πως ακόμα και αυτά τα περίπου 16.000 δημόσια κτίρια που ελέγχθηκαν, είναι πολύ πιθανό να ελεγχθούν εκ νέου, αφού αν και πέρασαν το τεστ πριν από 20 χρόνια, αυτό δεν αρκεί. Ο πρόεδρος του ΟΑΣΠ τονίζει πως αυτή τη φορά θα υπάρχουν αυστηρές προδιαγραφές που θα πρέπει να τηρεί ένα κτίριο. Στον πρωτοβάθμιο έλεγχο, οι μηχανικοί κοιτάζουν αν το κτίριο έχει κάποιο εμφανές πρόβλημα και γίνεται μια βασική αυτοψία.
Σε όσα κτίρια κριθεί αναγκαίο, θα ακολουθήσει δευτεροβάθμιος έλεγχος με την απαραίτητη στη συνέχεια ενίσχυση και υποστήριξη του κτιρίου. Στον δευτεροβάθμιο έλεγχο, οι μηχανικοί κοιτάζουν τα αρχιτεκτονικά σχέδια του κτιρίου και παίρνουν δείγμα από το κτίριο και πιο συγκεκριμένα από τα προβληματικά σημεία του.
Ορισμένα κτίρια, αυτά με τα περισσότερα προβλήματα, αναμένεται να περάσουν και τριτοβάθμιο έλεγχο. Σε αυτό το στάδιο, σύμφωνα με τον κ. Λέκκα, θα αποφασίζεται αν το κτίριο αξίζει -από οικονομικής άποψης – να υποστεί εκτεταμένες παρεμβάσεις ή αν θα πρέπει να κατεδαφιστεί. «Φυσικά, στα κτίρια με ιστορικό αποτύπωμα, θα προκρίνεται η πρώτη λύση», υπογραμμίζει ο έμπειρος σεισμολόγος.
Διαρκής η ανανέωση των αντισεισμικών κανονισμών στη χώρα
Ο κ. Λεκίδης εξηγεί σε αυτό το σημείο πως η ιστορία των αντισεισμικών κανονισμών στην Ελλάδα, πηγαίνει πίσω στο 1959, όταν και θεσπίστηκε ο πρώτος ολοκληρωμένος πολεοδομικός κανονισμός. Όπως περιγράφει: «τότε, ο σεισμός ερχόταν ως μια μικρή παράμετρος στην ολοκλήρωση ενός κτιρίου, μέσα από κάποιους ελέγχους, οι οποίοι δεν ήταν και πάντα εξασφαλισμένοι. Με αυτόν τον κανονισμό και με τη μέθοδο της αντιπαροχής, μετά τον πόλεμο, χτίστηκαν εκατοντάδες χιλιάδες κτίρια στην Ελλάδα».
Το 1985 ήρθε ο πρώτος ελληνικός αντισεισμικός κανονισμός που περιελάμβανε τη σύγχρονη αντίληψη για τη «συμπεριφορά» που πρέπει να έχουν τα κτίρια κατά τη διάρκεια ενός σεισμού- και πιο συγκεκριμένα κατά τη διάρκεια της οριζόντιας ταλάντωσης που κάνει ένα κτίριο όταν δέχεται το χτύπημα της σεισμικής δόνησης. Την αφορμή για τον νέο κανονισμό είχε δώσει τότε ο μεγάλος σεισμός της Θεσσαλονίκης το 1978 αλλά και αυτός στην Αθήνα το 1982. O κανονισμός ήταν ο πρώτος που ενσωμάτωνε τις σύγχρονες αντιλήψεις στην ανέγερση κτιρίων, σύμφωνα με τις οποίες, η αντισεισμική θωράκιση του σκελετού ενός κτιρίου είναι το πιο βασικό κριτήριο από όλα.
Από το 1985 κι έπειτα, υπάρχει σύμφωνα με τον κ. Λεκίδη, μια συστηματική προσπάθεια διαρκούς εκσυγχρονισμού των δικλείδων ασφαλείας των ελληνικών κτιρίων. Το 1995 και αφού μεσολάβησαν κι άλλοι σημαντικοί σεισμοί, όπως αυτός της Καλαμάτας το 1986 αλλά και της Έδεσσας το 1990, προέκυψε ο νέος αντισεισμικός κανονισμός ΝΕΑΚ. Το 2000 ήρθε και ο ΕΑΚ -Ελληνικός Αντισεισμικός Κανονισμός-, ο οποίος το 2003 αναθεωρήθηκε εκ νέου.
Παράλληλα, ισχύουν και οι πολύ αναλυτικοί, ευρωκώδικες αντισεισμικής προστασίας (όπως ονομάζονται), οι οποίοι «τρέχουν» παράλληλα με τον ισχύοντα κανονισμό κάθε ευρωπαϊκής χώρας. Οι συγκεκριμένοι κανονισμοί αναθεωρούνται και εμπλουτίζονται συχνά, μέσα από τις αποφάσεις που παίρνουν επιτροπές στις οποίες συμμετέχουν και Έλληνες ειδικοί. Όπως εξηγεί ο κ. Λεκίδης: «Οι νέες αποφάσεις βάζουν πια στο μικροσκόπιο τα πάντα – από νέους κανόνες κατασκευής για τις γέφυρες, μέχρι την ποιότητα του σκυροδέματος, την τοιχοποιία κ.τ.λ».
Υψηλή η «σεισμική συνείδηση» στην Ελλάδα, λιγοστοί όμως οι προσεισμικοί έλεγχοι
Παρ’ όλα αυτά, ο καλός αντισεισμικός κανονισμός δεν «φέρνει από μόνος του την άνοιξη», υποστηρίζει ο κ. Λεκίδης, σύμφωνα με τον οποίο, η «σεισμική συνείδηση» είναι αυτή που κάνει την Ελλάδα καλή στο θέμα των σεισμών, όχι όμως και την Τουρκία, όπως φάνηκε και από τη δόνηση των 7,8 Ρίχτερ.
Όπως εξηγεί: «Η σεισμική συνείδηση στην Ελλάδα περνάει από τον εργολάβο στον μηχανικό και φτάνει μέχρι τον ιδιοκτήτη του εργοστασίου, λαμβάνοντας υπόψιν την ποιότητα των οικοδομικών υλικών, τη σωστή συμπύκνωση του σκυροδέματος, το σωστό καλούπωμα του σκελετού κ.τ.λ. Όλα αυτά δηλαδή που δεν υπάρχουν στην Τουρκία».
Πάντως, τόσο σύμφωνα με τον κ. Λέκκα όσο και τον κ. Λεκίδη, αν και η ποιότητα των νέων κτιρίων στην Ελλάδα είναι πολύ καλή, ο έλεγχος που κάνουμε στο πιο παλιό μας κτιριακό απόθεμα, το οποίο είναι μεγάλο σε αριθμό, είναι ελλιπής και σε αυτό το κομμάτι χρειάζεται άμεση κινητοποίηση.
Ο κ. Λεκίδης, σημειώνει πως πολλά από τα σπίτια που χτίστηκαν μέχρι και τα μέσα της δεκαετίας του 1980 θα έπρεπε να περάσουν από προσεισμικό έλεγχο, άποψη με την οποία συμφωνεί και ο κ. Λέκκας, με τον τελευταίο μάλιστα να αναφέρει πως η νέα επιτροπή που θα ασχοληθεί με τα δημόσια κτίρια, έχει θέσει κι αυτό το θέμα επί τάπητος- να εφαρμοστεί με έναν τρόπο δηλαδή, προσεισμικός έλεγχος και στα σπίτια.
«Σήμερα, κάνουμε αγορά και μεταβίβαση ενός ακίνητου και πραγματοποιείται έλεγχος αυθαιρεσιών, ενώ ζητείται και ενεργειακό πιστοποιητικό, αλλά όχι αντισεισμικό πιστοποιητικό», τονίζει ο κ. Λεκίδης.
Προσεισμικός έλεγχος και για τα μνημεία
Στο μικροσκόπιο της επιτροπής έχουν μπει και τα μνημεία, για τα οποία ο ΟΑΣΠ θα συνεργαστεί με το υπουργείο Πολιτισμού, έτσι ώστε να θεσπιστούν προδιαγραφές και για τη σεισμική ενίσχυσή τους. «Πρόκειται πια για μια ολόκληρη επιστήμη», λέει ο κ. Λεκίδης και προσθέτει: «Υπάρχουν πολύ επιτυχημένα παραδείγματα σεισμικής ενίσχυσης στο Άγιον Όρος, σε δύσκολα μοναστήρια, πάνω σε βράχια. Για τα μνημεία υπάρχει πλήθος τεχνικών ενίσχυσης- εσωτερικά δεσίματα με οπλισμούς, έγχυση ρητίνης μέσα από διάτρηση της τοιχοποιίας κ.α. Στη Ροτόντα έχουν γίνει επίσης πολλές τέτοιες “επεμβάσεις”».
Πηγή: kathimerini.gr