Ο Πέτρος Θεοδωρακόπουλος σε βοηθά να δεις τον θάνατο αλλιώς
Ο ιδιοκτήτης Γραφείων Τελετών στα Νότια, Πέτρος Θεοδωρακόπουλος, μας μιλάει για την δύσκολη δουλειά του Τελετάρχη και την σχέση του θανάτου με το γέλιο.
- 27/04/2016
- Κείμενο: NouPou.gr
Πόσο εξοικειωμένος μπορείς να είσαι με την ιδέα του θανάτου; Και πόσο εύκολη μπορεί να είναι η καθημερινότητά σου, αν η δουλειά σου σχετίζεται φύση και θέση με αυτόν; Ο Πέτρος Θεοδωρακόπουλος, ιδιοκτήτης Γραφείων Τελετών στα Νότια, μου μιλάει για τις συνθήκες του επαγγέλματος, τις δυσκολίες, τον ρόλο του τελετάρχη, και το χιούμορ που ακόμα παραμένει η τελευταία ασπίδα του ανθρώπου.
Μια οικογενειακή επιχείρηση.
Αυτή η δουλειά είναι για μένα οικογενειακή επιχείρηση. Την ξεκίνησε ο παππούς μου μαζί με τον πατέρα μου το 1965. Πρέπει να σου πω ότι δεν θυμάμαι την πρώτη μου φορά μέσα στο Γραφείο γιατί κυριολεκτικά γεννήθηκα μέσα σ’ αυτό. Έχω εικόνες από 5 χρονών και θυμάμαι τελετές, νεκροφόρες. Η οικογένεια μου ασχολήθηκε μόνο με αυτό. Μετά τον παππού μου την δουλειά την πήρε ο πατέρας μου και εγώ την ανέλαβα επίσημα όταν έγινα 18 χρονών, το 1997 (3η γενιά). Επί της ουσίας είμαι μέσα στην δουλειά από πολύ παλαιότερα αλλά επίσημα τότε πέρασε στα χέρια μου. Έβαλα το κουστουμάκι μου και βγήκα στην αγορά.
Φωτογραφίες: Τόνια Φάντη
Κάθε “πελάτης” και μια άλλη ιστορία.
Σαφέστατα δεν είναι κάθε θάνατος το ίδιο. Ο αιφνίδιος θάνατος είναι κάτι πάρα πολύ άσχημο. Είναι από τα πράγματα που όταν συμβαίνουν στην δουλειά μου δεν μου αρέσει καθόλου ο ρόλος μου. Είναι πάρα πολύ άχαρος, ειδικά όταν πρόκειται για νέους ανθρώπους. Οφείλεις να προσεγγίσεις σε αυτές τις περιπτώσεις την οικογένεια και να κουβεντιάσεις μαζί τους ορισμένα θέματα που πρέπει να κουβεντιαστούν. Το σοκ είναι μεγάλο, είναι απ’ αυτές τις περιπτώσεις που λες δεν το θέλουμε «ούτε στους εχθρούς μας». Μια αρρώστια πολλές φορές σε προετοιμάζει. Όμως ένα ατύχημα είναι μεγάλο σοκ. Στις μεγάλες πάλι ηλικίες τα πράγματα είναι πιο απλά. Ευτυχώς, οι περισσότερες περιπτώσεις είναι τέτοιες. Πολύ πιο φυσιολογική αντιμετώπιση. Όλοι συμφωνούν ότι αυτή είναι η φυσιολογική κατάληξη του ανθρώπου. Όπως λέμε στην δουλειά μας το φυσιολογικό είναι «τα παιδιά να θάβουν τους γονείς». Το αντίθετο είναι το δράμα.
Η στιγμή που κάθε τελετάρχης “εξοικειώνεται” με την δουλειά του.
Δεν υπάρχει αυτή η στιγμή, όσο και να την ψάχνεις. Είναι μια δουλειά που πρέπει να θωρακίσεις τον εαυτό σου από ευαισθησίες. Ότι βιώνεις κάθε μέρα πρέπει όταν μπαίνεις μέσα στο σπίτι σου να το ξεχνάς. Να μην το αφήσεις να σε καταβάλει. Γιατί σε διαφορετική περίπτωση δεν κάνεις για αυτή την δουλειά. Ανάλογα είναι τα πράγματα και σε άλλα επαγγέλματα, απλά στο δικό μας δεν έχεις ποτέ δεύτερη ευκαιρία. Θεωρώ ότι αν δεν τα καταφέρνεις σε αυτό το επίπεδο θα έχεις πρόβλημα.
Η αλήθεια λοιπόν είναι ότι δεν σκληραίνεις ποτέ. Εγώ από την φύση μου δεν είμαι σκληρός άνθρωπος και μάλιστα όταν συμβαίνουν πράγματα στην δουλειά μου που μπορεί να με «σκληρύνουν», τα αποφεύγω. Πολλές περιπτώσεις δεν θέλω να τις αναλάβω. Φυσικά είμαι εκεί και τις αναλαμβάνω γιατί οι συνάνθρωποι μου έχουν ανάγκη και πρέπει να είμαι δίπλα τους, αλλά δεν μπορώ να το δω επιχειρηματικά ή οικονομικά. Με ξεπερνάει. Ας πούμε εγώ σαν γραφείο δεν αναλαμβάνω κηδείες βρεφών. Είναι κάτι που δεν μπορώ να το κάνω. Μόνο σε ελάχιστες περιπτώσεις φίλων ή γνωστών και τότε φυσικά δεν πήρα χρήματα. Είναι κάτι που είναι μακρυά από εμένα.
Οι Έλληνες και ο θάνατος.
Είμαστε ένας λαός που δεν τα πάει και πολύ καλά με την ιδέα του θανάτου. Μπορώ να σου πω όμως ότι η νέα γενιά τα πάει πολύ καλύτερα. Γενικότερα, οι νεότεροι σε ηλικία ίσως και επειδή ο θάνατος σαν έννοια είναι κάπως πιο μακριά από αυτούς το αντιμετωπίζουν πολύ καλύτερα. Επίσης, οι μεγαλύτερης ηλικίας άνθρωποι είναι και πιο κοντά στην εκκλησία και αυτό τους κάνει εκ των πραγμάτων να βιώνουν σε μεγαλύτερο βαθμό το πένθος. Οι μικρότεροι όμως που νιώθουν ότι έχουν την ζωή μπροστά τους και έτσι αντιμετωπίζουν καλύτερα τον θάνατο. Τώρα βέβαια σαν λαός και σε σχέση με άλλους λαούς νομίζω ότι είμαστε λίγο πίσω. Είμαστε αρκετά θρησκόληπτος λαός και η θρησκεία μας αντιμετωπίζει τον θάνατο ως μη τελικό στάδιο – «προσδοκώ ανάσταση νεκρών» που λέει και το Ευαγγέλιό μας – και αυτό δεν βοηθάει πολύ κατά την γνώμη μου να «κλείσει» αυτός που μένει πίσω ένα κεφάλαιο. Έχουμε την παράδοση και μετά την τελετή, να τιμάμε τον νεκρό (επιμνημόσυνες δεήσεις) σε τακτά χρονικά διαστήματα και αυτή η νοοτροπία πολλές φορές δεν βοηθάει τους ανθρώπους να ξεπεράσουν μια κατάσταση. Με κάποιον τρόπο συντηρείται το πένθος.
Το θέμα της καύσης των νεκρών.
Οι καύσεις νεκρών σταδιακά κερδίζουν έδαφος, παρότι στην Ελλάδα ακόμα κι αν έχει ψηφιστεί δεν έχουν κατασκευαστεί κατάλληλοι χώροι για αποτέφρωση και έτσι εξυπηρετούμαστε σε γειτονικά ευρωπαϊκά κράτη. Θεωρώ ότι είναι μια λύση στην περίπτωση που δεν υπάρχει οικογενειακός τάφος. Ξέρεις γιατί στο λέω αυτό; Εμένα προσωπικά με σοκάρει πολύ περισσότερο η εκταφή παρά η ίδια η τελετή. Για μένα είναι μια δεύτερη κηδεία και είναι πάρα πολύ άσχημο να σου λέει κάποιος ότι στα 3 χρόνια θα πρέπει να ξεθάψεις τον νεκρό σου. Αυτό είναι κάτι που ποτέ δεν μου άρεσε. Σου ομολογώ ότι έχω δει πάρα πολύ λίγες εκταφές στην ζωή μου και το θέαμα κάθε φορά με σοκάρει πάρα πολύ. Νομίζω μόνο και μόνο το θέμα της εκταφής θα οδηγήσει πολύ κόσμο στην λύση της καύσης. Ειδικά όταν γίνουν αποτεφρωτήρια στην Ελλάδα.
Η Εκκλησία έχει τους λόγους της να είναι ενάντια σε αυτό. Θεωρεί ότι η ανάσταση του Χριστού συνέβη μετά την ταφή του και ως εκ τούτου έτσι πρέπει να συμβαίνει και με όλους τους πιστούς και την επερχόμενη «Δευτέρα Παρουσία». Βέβαια, ο καθένας καταλαβαίνει ότι υπάρχουν και ένα σωρό άλλοι λόγοι πίσω από αυτό που συντηρούν μια κατάσταση ταφών, εκταφών, μνημείων, ειδικών κατασκευών. Είναι πάρα πολλά επαγγέλματα που εμπλέκονται.
Οι αντιδράσεις του κόσμου απέναντι σε έναν Τελετάρχη.
Πολλοί σοκάρονται όταν μαθαίνουν τι δουλειά κάνω. Είναι αλήθεια αυτό. Τους κάνει εντύπωση. Από εκεί και πέρα όταν με γνωρίσουν λίγο παραπάνω είμαι ένας φυσιολογικός άνθρωπος. Και μετά αρχίζουν και μου λένε «ρε συ έπρεπε να κάνεις άλλη δουλειά, δεν σου ταιριάζει». Εγώ όμως νιώθω ότι είμαι γεννημένος για αυτό. Νιώθω ότι είναι αυτό που ξέρω καλύτερα απ’ όλα. Δεν ξέρω να κάνω κάτι άλλο και συχνά λέω ότι είμαι γεννημένος τελετάρχης. Αν βρεθεί το φάρμακο της αθανασίας εγώ θα πεινάσω 100%. Νομίζω ότι είμαι αρκετά καλός σε αυτό που κάνω γιατί το αγαπάω.
(Και) Ο θάνατος θέλει χιούμορ.
Χωρίς αυτό καήκαμε. Αρκετοί μου λένε ότι έχω χιούμορ. Να ξέρεις ότι δεν έχω μόνο εγώ χιούμορ από τους τελετάρχες. Νομίζω όλοι οι άνθρωποι του κλάδου μας έχουν χιούμορ, γιατί είναι ένας ξεκάθαρος τρόπος διαφυγής για όλους εμάς. Ένας τρόπος να ξεφύγουμε από αυτά που βιώνουμε σε καθημερινή βάση. Άσε που όταν είσαι τόσο κοντά στο θάνατο εκτιμάς πολύ περισσότερο την ίδια την ζωή και το γέλιο. Βέβαια, το χιούμορ μας είναι εσωτερικής κατανάλωσης. Πάντα κάθε περίπτωση αντιμετωπίζεται με σεβασμό και σοβαρότητα. Στον περίγυρό μας όμως γίνεται πλάκα. Σε αυτό το επίπεδο κάνουμε διάφορες πλάκες. Ας πούμε εγώ είχα φτιάξει και μοίραζα αναπτήρες με σλόγκαν «το κάπνισμα μας φέρνει πιο κοντά». Όσο πιο πολύ διακωμωδούμε την ματαιότητα της ύπαρξής μας και την βεβαιότητα του θανάτου, τόσο περισσότερο κερδίζουμε απέναντί του.
Οι περίεργες επιθυμίες των συγγενών.
Φυσικά και ακούμε πολύ περίεργες επιθυμίες. Ο ρόλος μας είναι παράλληλα και ψυχοθεραπευτικός. Δεν είναι μόνο ενός εργολάβου τελετών που θα οργανώσει και θα φέρει σε πέρας μια τελετή. Πολλές φορές η στήριξη στον πελάτη είναι το πλέον σημαντικό κομμάτι της δουλειάς μας. Καθημερινά λοιπόν μπορεί να ακούσουμε αδιανόητες επιθυμίες ανθρώπων που συνήθως σχετίζονται με θέματα τελετής και πολλές φορές μας παρουσιάζοντα και ως επιθυμίες του εκλιπόντα. Άπειρες φορές έχουμε κουβαλήσει CD player στην ταφή για να παίζει ένα συγκεκριμένο τραγούδι που αγαπούσε ο θανόντας. Αυτό ας πούμε είναι από τα πιο απλά. Μια φορά θυμάμαι ναύλωσα ένα ολόκληρο πλοίο. Η τελετή θα γινόταν σε ένα νησί και επειδή οι συγγενείς του εκλιπόντος ήθελαν να είμαστε μόνοι μας, ναυλώσαμε ένα ολόκληρο πλοίο να ταξιδέψει μόνο για εμάς. Είμασταν περί τα 80 άτομα. Όμως, πρέπει να καταλάβουμε ότι ο καθένας έχει το δικαίωμα να αντιλαμβάνεται τον θάνατο ενός δικού του ανθρώπου με τον δικό του ξεχωριστό τρόπο και να αντιδρά εκ των πραγμάτων ανάλογα. Ό,τι και να ακούσω πλέον δεν μου κάνει εντύπωση. Σε άλλον βγαίνει θυμός, σε άλλον μεγάλη θλίψη, άλλοι έρχονται πιο κοντά με την Εκκλησία, άλλοι δεν πατάνε το πόδι τους στο νεκροταφείο.
Ο κορεσμός των κοιμητηρίων στα αστικά κέντρα.
Το πολύ μεγάλο μας θέμα στην Αθήνα αλλά και σε άλλα αστικά κέντρα της χώρας είναι η έλλειψη χώρου. Τα κοιμητήρια πλέον έχουν γεμίσει, τα χώματα έχουν κορεστεί σε πολύ μεγάλο βαθμό. Και δυστυχώς τα 3 χρόνια μέχρι την εκταφή, όπως σου είπα και προηγουμένως είναι ένα πολύ μικρό χρονικό διάστημα. Και είναι μικρό και για το ίδιο το σώμα του θανόντος αλλά και για την οικογένεια να συμβιβαστεί με το γεγονός της εκταφής. Είναι πάρα πολύ άσχημο αυτό. Και στο αναφέρω γιατί το αντιμετωπίζω καθημερινά. Δεν δίνεις στο σώμα τον χρόνο που χρειάζεται για την σήψη και στην οικογένεια τον χρόνο που χρειάζεται για να συνειδητοποιήσει και να διαχειριστεί την απώλεια.
Άσε που τα κοιμητήρια της χώρας μας δεν είναι όσο όμορφα είναι τα κοιμητήρια του εξωτερικού. Γιατί το λέω αυτό; Δεν έχουμε φροντίσει να υπάρχει όσο πράσινο υπάρχει στο εξωτερικό και επίσης δεν έχουμε ομοιόμορφους τάφους. Ο καθένας μπορεί να κάνει ότι κατασκευή θέλει, χρησιμοποιούμε πολύ μάρμαρο και μερικές φορές οι κατασκευές είναι μεγάλες και κακόγουστες. Υπάρχουν λοιπόν λίγα νεκροταφεία στην Ελλάδα που είναι αξιοπρεπή. Το Α’ νεκροταφείο είναι ασφαλώς ένα από αυτά. Κατά την γνώμη μου είναι μουσείο.
Η Οργάνωση των Γραφείων Κηδειών.
Ο Σύλλογός μας είναι ιδιαίτερα ενεργός. Μαζευόμαστε συχνά, ανταλλάσσουμε απόψεις και γνώμες για ότι μας απασχολεί στην καθημερινότητα του επαγγέλματος μας. Μην νομίζεις ότι είναι λίγα. Σκέψου ας πούμε ότι το 2012 ή 2013 η τότε κυβέρνηση ήθελε να μας φορολογήσεις τις νεκροφόρες σαν να είναι κανονικά Ι.Χ. Και είναι και μεγάλου κυβισμού αυτοκίνητα αυτά, θα είχαμε μεγάλο πρόβλημα. Σκέψου ότι υπάρχουν περιπτώσεις συναδέλφων που μπορεί να έχουν δύο ή τρία τέτοια αυτοκίνητα.