Η διάσωσή μου από το Norman Atlantic
Η μαρτυρία του Νότιου Νίκου Αραμπατζή, όπως μας τη διηγήθηκε ο ίδιος μετά τη διάσωσή του από το Norman Atlantic.
- 09/01/2015
- Κείμενο: NouPou.gr
Πράξη πρώτη: Η πυρκαγιά
«Μπήκαμε στο Norman Atlantic στις 12 το βράδυ για ένα οικογενειακό ταξίδι. Ο πατέρας μου, η γυναίκα του, εγώ, και τα μικρότερα αδέρφια μου, η Ιωάννα 10 χρονών και ο Χρήστος 14. Κατά τις 4 η ώρα, ενώ κοιμόμασταν στην καμπίνα, στη δεξιά πλευρά του πλοίου, ακούσαμε εκρήξεις. Μύριζα καμένο. Κοιτάζω έξω και βλέπω φωτιά να γλύφει το παράθυρο. Δεν ακούστηκε ούτε συναγερμός, ούτε ανακοίνωση. Τίποτα. Τρέξαμε προς το κατάστρωμα, βρήκαμε μόνοι μας τα σωσίβια και τα φορέσαμε. Μετά από μιάμιση ώρα περίπου ακούστηκε ανακοίνωση “Deck 5. Deck 5”. Μείναμε εκεί κάνα δίωρο. Το πλοίο καιγόταν, καπνοί παντού και τα κύματα να το χτυπάνε με 10 μποφόρ. Σε τέτοιες περιπτώσεις το πλοίο βουλιάζει. Γέρνει και αρχίζει να το καταπίνει η θάλασσα. Δεν υπήρξε καμία καθοδήγηση, κάποιος υπεύθυνος που να φοράει διακριτικό να τον αναγνωρίσουμε. Ένα μάτσο φοβισμένοι και πανικοβλημένοι άνθρωποι που έκαναν ότι τους έλεγε εκείνη την ώρα ο πανικός τους».
Πράξη δεύτερη: Ο φόβος του θανάτου
«Κάποιοι επιβάτες έριξαν μόνοι τους τις βάρκες του πλοίου. Χωρίς να ξέρουν πώς να τις κουμαντάρουν, βλέπαμε τις βάρκες να φεύγουν άδειες. Μία λέμβος έφυγε γεμάτη με τους 5 μηχανικούς και καμιά σαρανταριά επιβάτες. Οι μηχανικοί έπρεπε να μείνουν. Ήταν οι μόνοι που μπορούσαν κάπως να μας καθοδηγήσουν. Άλλα τέσσερα, πέντε βαρέλια που ανοίγουν με την επαφή τους στο νερό, τα πέταξαν κι αυτά χωρίς να τα δέσουν και χάθηκαν. Μέσα στον πανικό, ένα φλεγόμενο πλοίο με περίπου 500 άτομα, χωρίς σωσίβιες λέμβους. Πιστεύω δεν θα το έχεις νιώσει ποτέ, αυτό το αίσθημα, όταν ξέρεις πως θα πεθάνεις. Στην αρχή φοβάσαι. Νιώθεις ένα κόμπο στο στομάχι. Είμαι μόνο 24 χρόνων σκέφτηκα. Μετά από πολύ λίγο όμως έρχεται ένα συναίσθημα γαλήνης. Το αποδέχεσαι, ηρεμείς και περιμένεις…».
Πράξη τρίτη: Αν δεν μπορείς να το αποφύγεις, τουλάχιστον προσπάθησε να το διασκεδάσεις
«Νόμιζα πως το καράβι θα σταματούσε αλλά ένας φορτηγατζής μου είπε πως ο καπετάνιος το έβαλε πρόσω ολοταχώς. Τον πρώτο λόγο στη διάσωση το είχαν οι Ιταλοί. Ίσως του είπε η εταιρεία να το βγάλει στα διεθνή ύδατα. Δεν ξέρω. Ήμασταν περίπου 15 μίλια από την Κέρκυρα. Ο αέρας φυσούσε μανιασμένος και έβρεχε. Κουβέρτες δεν είχαμε, ούτε νερό. Η μικρή μου αδερφή είχε πλαντάξει στο κλάμα. Πάλευα να διακωμωδήσω την κατάσταση για τα αδέρφια μου. Είναι άσχημες εμπειρίες αυτές για παιδιά. Τους έλεγα αν θα πρέπει να πηδήξουμε, εγώ θα σκάσω με μπόμπα! Η φωτογραφία είναι από εκείνη την ώρα. Χαμογελάμε με μισή καρδιά. Όχι, δεν περνάγαμε καλά, κρυώναμε και νομίζαμε πως θα πεθάνουμε. Τους έλεγα να χαμογελάσουμε για τη selfie για να τη βλέπουμε όταν θα έχουν τελειώσει όλα αυτά και να γελάμε».
Πράξη τέταρτη: Πρώτη μέρα διάσωσης
«Μετά από μερικές ώρες ο καιρός έπεσε. Ρυμουλκά άρχισαν να σβήνουν τη φωτιά. Ξεκίνησε η διάσωση. Κατά τις 12 με 1 το πρωί ήρθε το πρώτο ελικόπτερο. Μετά από 9 ολόκληρες ώρες! Την πρώτη μέρα, ήταν 4 ελικόπτερα και ανέβαζαν ένα άτομο τη φορά. Είναι τραγικό αυτό το 2015. Δηλαδή αν η εκκένωση έπρεπε να γίνει άμεσα, θα ήμασταν σίγουρα νεκροί. Με τον τσαμπουκά καταφέραμε με τον πατέρα μου να βάλουμε τα μικρότερα αδέρφια μου στο ελικόπτερο. Να φύγουν πρώτα τα παιδιά και άνθρωποι με προβλήματα υγείας. Υπήρχαν φυσικά και κάποιοι που έσπρωχναν ακόμη και τα παιδιά για να ανέβουν εκείνοι. Δεν το καταλάβαινα αυτό. Για ποιό λόγο να φύγω πρώτος αφού ηλικιακά αλλά και από θέμα βάρους αντέχω περισσότερο; Εκείνη την ώρα δεν υπήρχε φόβος θανάτου. Όσο αναπνέαμε καθαρό αέρα θα σωζόμασταν. Δεν ήταν θάρρος, ούτε ηρωισμός. Θαρραλέοι ήμασταν όλοι τις πρώτες 8-9 ώρες. Ήταν θέμα κοινής λογικής. Ένα δεκάχρονο λεπτό κορίτσι δεν έχει τις ίδιες αντοχές με μένα. Όσοι έφυγαν την πρώτη εκείνη μέρα, μεταφέρθηκαν σε ένα επιβατικό πλοίο και πήγαν στην Ηγουμενίτσα».
Πράξη πέμπτη: Αναμονή
«Αφού έφυγαν οι περισσότεροι, οι υπόλοιποι περιμέναμε να σωθούμε. Πάλευαν το βράδυ να μας δέσουν σε ρυμουλκό για να μας τραβήξουν στην Ιταλία, που βρισκόταν 50 μίλια με κόντρα τον άνεμο ενώ η Αυλώνα ήταν 12 μίλια. Τέσσερις κάβοι που προσπαθούσαν να δέσουν κάποιοι φορτηγατζήδες, έσπασαν! Το πλήρωμα έπρεπε να κατέβει με σκοινί για να δέσει τους κάβους γιατί μέσα είχε πολύ καπνό, με 3 αναπνοές ήσουν νεκρός. Φοβόντουσαν να κατέβουν. Τελικά προσφέρθηκαν κάποιοι οδηγοί φορτηγών. Στην αρχή δεν το είχα καταλάβει, νόμιζα πως ήταν πλήρωμα και ήθελα να τους χτυπήσω από τα νεύρα μου γιατί δεν υπήρχε καμία συνεννόηση. Ο καπετάνιος μίλαγε ιταλοαγγλικά με ναυτικούς όρους, οι φορτηγατζήδες φώναζαν να τα πει με πιο απλούς όρους. Κάποιος δίπλα μου με ενημέρωσε. Μετά ήθελα να τους φιλήσω γι’ αυτό που έκαναν».
Πράξη έκτη: Δεύτερη μέρα διάσωσης και άφιξη στην Ιταλία
«Η διάσωση ήταν καλή τη δεύτερη μέρα. Ήρθαν ελικόπτερα του Ιταλικού στρατού που έπαιρναν 20 άτομα και τα μετέφεραν σε πολεμικό πλοίο. Ήρθαν και κάποια Ελληνικά με το “έτσι θέλω”. Οι Ιταλοί δεν τους άφηναν, τους έλεγαν πως έχουν την κατάσταση υπό έλεγχο. Εμένα και άλλους 7 μας σήκωσε Ελληνικό ελικόπτερο, στις 10 η ώρα το πρωί της επόμενης μέρας, 30 ολόκληρες ώρες μετά. Μείναμε στο Ιταλικό πολεμικό πλοίο άλλες 36 ώρες. Ζητούσαμε να φύγουμε αλλά μας έλεγαν πως είχαν rescue mission. Ήμασταν στο πάτωμα του πλοίου και έκανε πολύ κρύο. Δεν μπόρεσα να κλείσω μάτι. Στη συνέχεια μας μετέφεραν σε ένα ξενοδοχείο ανάμεσα στο Μπάρι και στο Πρίντεζι. Εκεί απλά θυμάμαι να “λιποθυμώ” στο κρεβάτι από την κούραση. Μέσα στην ατυχία μας σκεφτόμουν πως είμαστε “τυχεροί” που πλησιάζουν οι εκλογές! Το ξενοδοχείο ήταν πρώτης κατηγορίας με πλούσιο πρωινό, το οποίο και τιμήσαμε δεόντως. Δυστυχώς ο Σαμαράς δεν πλήρωσε και το mini-bar που χρησιμοποίησα!»
Πράξη έβδομη: Επιστροφή στα πάτρια
«Έφτασα στον Ελευθέριο Βενιζέλο στις 31 Δεκεμβρίου κατά τις 4 η ώρα το μεσημέρι. Είχε άσχημο καιρό και ήταν να μην πετάξουμε αλλά τελικά φύγαμε. Μέσα στο αεροπλάνο κάναμε πλάκα μεταξύ μας, πως αν συμβεί κάτι, τώρα έχουμε πάρει το κολάι, ξέρουμε τι να κάνουμε! Εκείνη τη μέρα ήμουν πολύ χαρούμενος! Το βράδυ είδα τους φίλους μου, ήπια, πέρασα καλά. Το επόμενο μεσημέρι που ξύπνησα όμως είχα μια αγωνία, μια στεναχώρια. Οδηγούσα και ένιωθα άγχος πως κάτι θα συμβεί».
Μέχρι να ολοκληρωθούν οι έρευνες στο Norman Atlantic για τα αίτια της πυρκαγιάς και να εξακριβωθεί η τύχη των αγνοουμένων, ας ελπίσουμε να μάθαμε κάτι από το περιστατικό και να μην υπάρξει ξανά στο μέλλον χάσιμο πολύτιμου χρόνου για τη λήψη ζωτικών αποφάσεων και ανάληψη ευθυνών. Όσο για τον Νίκο και τους υπόλοιπους δασωθέντες ας ευχηθούμε από δω και πέρα να περνούν την κάθε μέρα τους σαν να είναι μοναδική!