Αντώνιος: Ένας μοναχός στο τιμόνι της Μητρόπολης Γλυφάδας
Γεννήθηκε στην Κέρκυρα. Σπούδασε στην Αθήνα περνώντας από το Νομικό, το Θεολογικό και το Οικονομικό Τμήμα του Πανεπιστημίου Αθηνών. Σήμερα ο Αντώνιος (κατά κόσμον Διονύσιος Αβραμιώτης) ηγείται της Μητροπόλεως Γλυφάδας, Ελληνικού, Βούλας, Βάρης και Βουλιαγμένης, στα γραφεία της οποίας στη Βούλα τον συναντήσαμε. Μαζί με την πόρτα του γραφείου του, μας άνοιξε κι ένα παράθυρο στο φωτεινό πνεύμα του.
- 28/03/2021
- Κείμενο: Γεωργία Βαμβακερού
- Φωτογραφίες: Σπύρος Μπακάλης
Η ενθρόνισή του στη Μητρόπολη Γλυφάδας, Ελληνικού, Βούλας, Βουλιαγμένης και Βάρης, τον Απρίλιο του 2019, εισοδεύοντας στη Μεγάλη Εβδομάδα, κάθε άλλο παρά ανέφελη ήταν. Ωστόσο ο νέος Μητροπολίτης Γλυφάδας Αντώνιος, κατάφερε με τη ζεστή, συγχωρετική, αλλά και εύστοχη ομιλία του να κάνει το πλήθος κόσμου, που είχε κατακλύσει τον Μητροπολιτικό Ναό των Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης, να δακρύσει από συγκίνηση. Σήμερα, δυο χρόνια μετά, , αν και η μπόρα δεν έχει ακόμα κοπάσει, με την ασκητική και συνάμα αγαπητική προς το ποίμνιο στάση του ο Σεβασμιώτατος φαίνεται ότι έχει κερδίσει τις καρδιές των πιστών.
Τον συναντήσαμε στα γραφεία της Μητροπόλεως στη Βούλα κι όσο η συνομιλία μας μαζί του προχωρούσε, τόσο η εντύπωση ενός ισχυρού ιεράρχη,, που πολλοί χαρακτήρισαν τσάρο των Οικονομικών της Εκκλησίας της Ελλάδος, υποχωρούσε και ανακαλύπταμε έναν μοναχό ο οποίος έφθασε ως εδώ από υπακοή στην Εκκλησία.
Είστε ο Οικονομικός εγκέφαλος της Εκκλησίας της Ελλάδος.
Ας πούμε ήμουν, δεν είμαι. Αυτοί οι όροι είναι υπερβολικοί και δεν ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα.
Όμως είστε ένας Ιεράρχης πνευματικός, μοναχός κατά κύριο λόγο και ταυτόχρονα ένας πολύ καλός οικονομολόγος. Πώς συνδυάζονται αυτά τα δύο;
Εμένα η επιθυμία μου από παιδί ήταν να γίνω μοναχός. Και μου εγεννήθη αυτή η επιθυμία ως εξής. Όταν ήμουν παιδάκι, περίπου οκτώ ετών, ο μακαρίτης ο πατήρ Νικόδημος ο Μπιλάλης ήθελε να κτίσει έναν Ναό του Αγίου Νικοδήμου του Αγιορείτου στο Άγιο Όρος, κοντά στο κελάκι που εκοιμήθη ο Άγιος, γιατί δεν υπήρχε τότε Ναός στο Άγιο Όρος αλλά και στην υπόλοιπη Ελλάδα εις μνήμη ενός τόσο μεγάλου Αγίου. Για τον σκοπό αυτό εξεδόθη Εγκύκλιος της Ιεράς Συνόδου για διενέργεια εράνου. Εγώ τότε άκουσα τον μακαριστό πατέρα Ιωάννη Αντωνόπουλο στον Άγιο Στυλιανό στου Γκύζη, που είναι το πατρικό μου σπίτι, να αναλύει την εγκύκλιο και να λέει και κάποια πράγματα για τους μοναχούς και το Άγιο Όρος. Από τότε μέσα μου γεννήθηκε η επιθυμία να γίνω μοναχός. Πράγματι, έγινα σε πολύ μικρή ηλικία, εικοσιενός ετών. Ήμουν τότε ακόμη τεταρτοετής φοιτητής στην Νομική Σχολή όπου εφοιτούσα κατά επιθυμία του μακαριστού πατέρα μου. Αλλά η προοπτική μου ήταν να γίνω μοναχός. Και μάλιστα το διακόνημα που μου άρεσε ήταν να πλένω πιάτα, διότι το έβλεπα σαν παιχνίδι. Όταν έγινα μοναχός δεν ήθελα να τελειώσω τη σχολή αλλά ο γέροντάς μου, ο πατέρας Μελέτιος, ο μετέπειτα Μητροπολίτης Νικοπόλεως και Πρεβέζης, μου το επέβαλε. Και έκανα υπακοή. Με την ευχή του και τη χάρη του Θεού, ετελείωσα με άριστα. Στη συνέχεια ο Γέροντας επέμενε να πάω και στη Θεολογική. Χάριν της υπακοής της, επήγα και έδωσα όλα τα μαθήματα του πρώτου έτους την περίοδο του Σεπτεμβρίου, τα πέρασα και μπήκα κατευθείαν στο δεύτερο έτος. Τελείωσα σχετικά γρήγορα και εικοσιπέντε χρονών είχα πάρει και το δεύτερο πτυχίο. Μετά ήθελα να πάω και στη Φιλοσοφική, διότι η μεγάλη μου επιθυμία ήταν να διδάσκω αρχαία Ελληνικά, λατινικά και ιστορία. Επειδή όμως έμαθα ότι από τους 100 αιτούντες θα έπαιρναν μόνον δέκα, σκέφτηκα ότι αυτοί θα ήταν γνωστοί, γι’ αυτό δεν έδωσα εξετάσεις. Επειδή όμως είχα τελειώσει τη Νομική, θα μπορούσα τότε να πάω στο Οικονομικό, που ήταν της ίδιας Σχολής. Έτσι, πήγα στο Οικονομικό της Νομικής. Είχα βέβαια και μια εξοικείωση με τα οικονομικά, διότι εφοίτησα στο πρώτο Γυμνάσιο Αθηνών, που ήταν το κοντινότερο στο σπίτι μου. Παράλληλα με τις σπουδές μου στη Νομική εργαζόμουν, ενώ μετά τη μοναχική κουρά μου ήταν και η ιερατική και μοναχική μου πορεία. Όταν τελείωσα και τα Οικονομικά, ήθελα να πάω στο Μόναχο να κάνω διδακτορικό στο Κανονικό Δίκαιο, που είναι και η αγαπημένη μου ενασχόληση. Κι ενώ είχα και την έγκριση του μακαριστού Αρχιεπισκόπου Σεραφείμ, την τελευταία στιγμή με σταμάτησαν και με έβαλαν να εργασθώ στην Οικονομική Υπηρεσία της Συνόδου, διότι τότε υπήρχε ανάγκη. Αναγκάστηκα με πολύ βαριά καρδιά να αφήσω τις σπουδές μου και να ασχοληθώ με αυτό το αντικείμενο ελπίζοντας ότι θα ξεμπερδέψω σύντομα. Δεν ξεμπέρδεψα όμως. Επέτρεψε ο Θεός να βοηθήσω σε μια κάποια οικονομική ανάκαμψη της Εκκλησίας. Μετά από μερικούς μήνες που πήγα, ορίστηκα αναπληρωτής του Γενικού Διευθυντού και από τον Μάρτιο του 2011, ανέλαβα Γενικός Διευθυντής μέσα στην κρίση. Με τη χάρη του Θεού προσπαθήσαμε να κάνουμε κάποια πράγματα. Δεν θεωρώ ότι άπτονται της αληθείας αυτά τα οποία λένε περί οικονομικού εγκεφάλου και τσάρου. Απλώς αγωνιστήκαμε με ό,τι χαρίσματα μας έδωσε ο Θεός, να φέρουμε εις πέρας μια διακονία. Ειλικρινά σας το λέω, τότε που με εκάλεσε ο μακαριστός Σεραφείμ και μου είπε “δεν θα πας στο εξωτερικό διότι σε έχουμε ανάγκη”, όσο κι αν έπρεπε να κάνω υπακοή, διότι ήταν ο Επίσκοπος μου και Αρχιεπίσκοπος, το πήρα πάρα πολύ βαριά. Εζήτησα τη συμβουλή και του παπά Εφραίμ του Κατουνακιώτη, του Αγίου Εφραίμ, και του παπά Άνθιμου στην Αγία Άννα και οι δύο με παρότρυναν να κάμω υπακοή και να ιδώ την υπηρεσία αυτή σαν ένα διακόνημα στην Εκκλησία. Έτσι δέχτηκα. Ειδάλλως είχα στην αρχή πάρα πολύ δυσκολία να αποδεχτώ ότι θα μπλεχτώ με τα διοικητικά της εκκλησίας και ιδιαίτερα με τα οικονομικά. Πάντως, τώρα που αναπολώ τη ζωή μου, θεωρώ ότι ο Θεός την οδήγησε όπου κι όπως Εκείνος ήθελε. Ας είναι δοξασμένο το Όνομα Του.
«Αισθάνομαι τρισευτυχισμένος. Αισθάνομαι ότι ο Θεός με έχει ευνοήσει υπέρμετρα, που μου έδωσε τέτοιο ευλογημένο ποίμνιο».
Στην Οικονομική Υπηρεσία της εκκλησίας της Ελλάδος πήγατε, όπως είπατε, με βαριά καρδιά. Σ’ εμάς με τι καρδιά ήρθατε;
Δυστυχώς, με πολύ βαριά καρδιά και με πολλή πίκρα. Τον λόγο τον γνωρίζετε και δεν θα ήθελα να αναφερθώ. Αλλά θα σας πω κάτι. Έμαθα στην ζωή μου ότι αν αφεθεί κανείς στο θέλημα του Θεού ο Θεός πάντοτε τα φέρνει στο αγαθό. Ο Κύριος με οδήγησε να γνωρίσω αγίους ανθρώπους, από τους οποίους ωφελήθηκα πάρα πολύ πνευματικά και από τους οποίους προσπάθησα σαν μελισσάκι από ηδύπνοα άνθη να πάρω κάτι. Κι έμαθα, ότι κάνοντας υπακοή κανείς, έχει πάντοτε όφελος. Όπως σας είπα, με βαριά καρδιά πήγα στην οικονομική υπηρεσία, κάνοντας υπακοή στον μακαριστό Σεραφείμ. Πέρασα αρκετές και βαριές πίκρες, αλλά η χάρις του Θεού πάντοτε με διέσωσε και με βοήθησε να τα φέρω σε πέρας, ακριβώς γιατί θεωρούσα πάντοτε ότι κάνω ένα διακόνημα μέσα στην εκκλησία. Κι εδώ ήρθα κάνοντας υπακοή στην επιθυμία του Μακαριωτάτου Αρχιεπισκόπου Ιερωνύμου. Εγώ δεν είχα σκεφτεί ότι θα ερχόμουν εδώ. Επιθυμία μου ήταν να διαδεχτώ τον γέροντά μου στην Πρέβεζα. Εκεί είναι οι πνευματικοί αδελφοί μου και είναι ένας χώρος που είχα διακονήσει κι εγώ. Εκεί χειροτονήθηκα πρεσβύτερος και εκεί θεωρούσα ότι θα ανεπαυόμουν. Τα πράγματα ανετράπησαν, λόγω του ότι η Σύνοδος με διόρισε αιφνιδίως γενικό διευθυντή στην Οικονομική Υπηρεσία. Έτσι, όταν εκοιμήθη ο Γέροντας, δεν μπορούσα να τον διαδεχτώ. Και έφτασε η ώρα που εκοιμήθη ο μακαριστός γέροντας Παύλος, ο Μητροπολίτης Γλυφάδας. Εγώ σε αυτή την περιοχή δεν θεωρούσα ποτέ ότι θα μπορούσα να έλθω, διότι θεωρούσα ότι εδώ θα έρθουν κάποιοι αξιόλογοι και ισχυροί. Δεν θεωρούσα ποτέ ότι είμαι κάτι σπουδαίο, ακόμη κι όταν αργότερα έγινα επίσκοπος. Πάντοτε έβλεπα τον εαυτό μου σαν ένα απλό διάκονο του Χριστού. Όταν μου είπε ο Μακαριότατος ότι σκέπτεται να με προτείνει για αυτήν την Μητρόπολη, έκαμα υπακοή. Συνέβησαν τα γεγονότα τα οποία συνέβησαν και πραγματικά με στιγμάτισαν. Με πίκραναν αλλά δεν ήθελα να αφήσω αυτήν την πίκρα να μαυρίσει την καρδιά μου. Και με τη χάρη του Θεού νομίζω ότι το κατάφερα. Γι’ αυτό δεν αισθάνομαι, για κανέναν, έστω και την παραμικρή αντιπάθεια. Επειδή ακριβώς όμως έκαμα υπακοή, από την ίδια τη στιγμή της ενθρονίσεώς μου επήρα μια μεγάλη χαρά. Ειλικρινά σας λέω, δεν περίμενα με κανέναν τρόπο, ότι θα ήταν τόσος πολύς κόσμος. Αυτή η παρουσία του τόσου λαού και η αυθόρμητη εκδήλωση των συναισθημάτων αγάπης που μου έδειξαν από εκείνη την πρώτη στιγμή, γλύκαναν την καρδιά μου. Και μετά που άρχισα να πηγαίνω στις Ακολουθίες, γιατί ήταν λίγες ημέρες πριν αρχίσει η Μεγάλη Εβδομάδα, η τόση αγάπη του κόσμου ήταν το μεγαλύτερο βάλσαμο που μπορούσε να μου δώσει ο Θεός. Μέσα από την ψυχή μου δοξάζω τον Πανάγαθο Θεό και ευγνωμονώ τον Μακαριώτατο Αρχιεπίσκοπο που με έστειλε σε εσάς, τον ευλογημένο λαό του. Κυριολεκτικά είμαι κατασυγκινημένος και προσεύχομαι κάθε μέρα , πρωί βράδυ, στον Πανάγαθο Θεό να σας έχει καλά και να σας έχει κοντά Του, όλο τον κλήρο και τον λαό. Τους καλούς κληρικούς μας και τους αγαθούς αδελφούς που μου εκφράζουν με πολύ ζωντανό τρόπο την αγάπη τους. Αισθάνομαι τρισευτυχισμένος. Αισθάνομαι ότι ο Θεός με έχει ευνοήσει υπέρμετρα, που μου έδωσε τέτοιο ευλογημένο ποίμνιο.
«Εγώ σε αυτήν την Μητρόπολη δεν θεωρούσα ποτέ ότι θα μπορούσα να έλθω, διότι θεωρούσα ότι εδώ θα έρθουν κάποιοι αξιόλογοι και ισχυροί. Δεν θεωρούσα ποτέ ότι είμαι κάτι σπουδαίο, ακόμη κι όταν αργότερα έγινα επίσκοπος».
Ζούμε δύσκολες εποχές με τον Κορωνοϊό, σεβασμιότατε. Οι εκκλησίες έκλεισαν για τον κόσμο για μεγάλο διάστημα ή λειτούργησαν με πολύ λίγο κόσμο. Έρχεται Πάσχα. Θα είναι το δεύτερο Πάσχα που θα κάνουμε χωρίς τις ακολουθίες της Μεγάλης Εβδομάδας και την Αναστάσιμη θεία λειτουργία;
Η περίοδος που περνάμε είναι μια πολύ δύσκολη και τραγική περίοδος. Ειλικρινά, κλαίει η καρδιά μου όταν λειτουργώ σε Ναούς που ήταν κάποτε κατάμεστοι και τώρα είναι εντελώς άδειοι. Πιστεύω πως αυτό το μέτρο, έτσι οριζόντια όπως εφαρμόζεται, στο θέμα των εκκλησιών είναι λανθασμένο. Θα μπορούσαν να εκκλησιάζονται κάποιοι, με περιοριστικά μέτρα, αλλά όχι να είναι εντελώς κλειστοί οι ναοί. Στα λεωφορεία και στο μετρό κυκλοφορεί τόσος κόσμος. Με ένα φρενάρισμα εκεί ο ένας πέφτει πάνω στον άλλο. Και τι να πούμε; Να μην πηγαίνει ο κόσμος στις δουλειές του; Στα αεροπλάνα η πληρότητα είναι 100%. Που σημαίνει ότι ο ένας ακουμπάει, όσο κρατάει η πτήση, με τους διπλανούς του. Σε έναν χώρο μάλιστα εντελώς κλειστό, που δεν αερίζεται καθόλου. Στα πλοία η πληρότητα είναι 85%. Στα σούπερ μάρκετς επίσης. Θα μπορούσε το ίδιο που ισχύει στα σούπερ μάρκετς να ισχύει και στους ναούς. Και μάλιστα ο Ναός, εν αντιθέσει με το σούπερ μάρκετ που έχει μέχρι επάνω ράφια με προϊόντα, έχει μόνο μερικά καθίσματα. Ο υπόλοιπος χώρος του είναι ελεύθερος. Επιπλέον ο ναός έχει τριπλάσιο ή τετραπλάσιο ύψος από το σούπερ μάρκετ, που σημαίνει ότι έχει πολύ περισσότερο αέρα. Και στους διαδρόμους μεταξύ των ραφιών οι άνθρωποι ακουμπούν ο ένας τον άλλο. Εμείς φροντίζαμε να έχουμε πόρτες και παράθυρα πάντα ανοιχτά, ακόμα κι όταν κάνει κρύο, για να ανανεώνεται ο αέρας . Στα σούπερ μάρκετς αντίθετα, οι πόρτες ανοιγοκλείνουν αυτόματα και στα υπόγειά τους δεν υπάρχει καθόλου καθαρός αέρας. Βέβαια δεν είναι δυνατόν να κλείσουν τα σούπερ μάρκετς, διότι ο κόσμος έχει ανάγκη τροφή. Και η ψυχή του ανθρώπου όμως έχει ανάγκη από τροφή. Βλέπετε, ότι οι άνθρωποι έχουν αρχίσει να έχουν πολλά ψυχικά προβλήματα και χρειάζεται να πάνε σε ψυχίατρο. Γιατί αυτοί οι άνθρωποι, που έχουν αρρωστήσει ψυχικά, να μην βρουν την παρηγοριά τους πηγαίνοντας να ανάψουν ένα κεράκι; Να προσευχηθούν. Εξάλλου η Θεία Λειτουργία δεν διαρκεί περισσότερο από μία ώρα. Θα μπορούσαμε να περιορίσουμε τον εκκλησιασμό μόνο στη Θεία Λειτουργία. Μία ώρα μόνο. Και να κάνουμε δύο ή και τρεις Θείες Λειτουργίες, για να μπορούν να έρχονται περισσότεροι άνθρωποι. Εμείς αυτό το εφαρμόσαμε όταν άνοιξαν για λίγο οι ναοί. Εκτός αυτού κάθε εξάμηνο κάνουμε απολύμανση. Και πήραμε ειδικές λάμπες που κάνουν αποστείρωση του χώρου κάθε βράδυ, αυτόματα. Θεωρώ λοιπόν ότι είναι άδικο να απαγορεύεται η παρουσία των πιστών στη Θεία Λατρεία. Είναι ένα οριζόντιο μέτρο που θα έπρεπε να το ξαναδούν. Εν τω μεταξύ δεν έχει σταματήσει να έχει ανάγκη ο κόσμος τα συσσίτια της Εκκλησίας. Μάλλον περισσότεροι άνθρωποι τα χρειάζονται. Δεν έχουμε σταματήσει ούτε μια ημέρα. Μόνον που πλέον τους τα πηγαίνουμε στο σπίτι. Και μάλλον θα το μονιμοποιήσουμε αυτό, διότι κι αυτοί αισθάνονται καλύτερα να τρώνε σπίτι τους.
«Σε επίπεδο Μητροπόλεως, μόνον ο κ. Αθανάσιος Μαρτίνος μας βοηθεί. Είμαι ευγνώμων στον κύριο Αθανάσιο Μαρτίνο».
Η Μητρόπολή μας απαρτίζεται από εύπορες περιοχές. Οι εύποροι και ευκατάστατοι άνθρωποι της περιοχής μας βοηθούν στο έργο της εκκλησίας;
Σε διάφορους ναούς υπάρχουν δωρητές. Ανάλογα βεβαίως με την περιοχή και με την δραστηριοποίηση των ιερέων. Σε επίπεδο Μητροπόλεως, όμως, μόνον ο κ. Αθανάσιος Μαρτίνος μας βοηθεί. Είμαι ευγνώμων στον κύριο Αθανάσιο Μαρτίνο. Ο Θεός να δώσει και σ’ αυτόν και στην σύζυγό του, την κυρία Μαρίνα, και στα παιδιά τους και στα εγγόνια τους κάθε καλό. Κυριολεκτικά από την πρώτη στιγμή που ήρθα εδώ ο κ. Μαρτίνος με περιέβαλε με πολύ μεγάλη αγάπη και καλοσύνη . Ελλείψει επισκοπείου ανεκαίνισε τα δυο μικρά διαμερισματάκια που βρίσκονται επάνω από τα γραφεία μας για να κατοικήσω. Ανεκαίνισε εκ βάθρων τον βρεφονηπιακό σταθμό Αγία Ειρήνη. Έκαμε επισκευές στο Μοναστήρι μας, στο οποίο τα τελευταία χρόνια ζει κοινοβιακά μια καλή αδελφότητα. Έφτιαξε τον Ναό του Κοιμητηρίου της Βουλιαγμένης και άλλα πολλά, για να μην αναφερθώ στους ναούς που κατασκεύασε επί του προκατόχου μου και είναι γνωστοί. Στο πρόσωπό του βρήκαμε έναν μεγάλο ευεργέτη αλλά κυρίως ένα αγαθό άνθρωπο με την έννοια που ομιλεί ο Χριστός για τους αγαθούς, τους εναρέτους ανθρώπους.
«Όταν ανέλαβα εγώ τη Μητρόπολή μας, στο ταμείο βρήκα 20.000 ευρώ. Και τις 20 αυτές χιλιάδες τις χρωστούσαμε».
Πολύς κόσμος Σεβασμιώτατε μιλάει «για την εκκλησία που έχει περιουσία αλλά δεν δίνει». Που «παίρνει δωρεές και δεν έχει οικονομικά καμία ανάγκη, την ίδια στιγμή που υπάρχει πολύς κόσμος που περνάει πολύ δύσκολα». Θέλετε να το σχολιάσετε;
Να πούμε για τη Μητρόπολή μας. Η Μητρόπολή μας δεν έχει ούτε καν Επισκοπείο. Όχι για εμένα, αλλά για τον εκάστοτε επίσκοπο. Ο Μακαριστός Παύλος είχε προσπαθήσει πολύ, αλλά οι προσπάθειές του έπεσαν στο κενό. Εμείς δεν έχουμε ούτε ένα οικόπεδο για να φτιάξουμε ένα επισκοπείο, αλλά ούτε και χρήματα να το φτιάξουμε. Όταν ανέλαβα εγώ στο ταμείο βρήκα 20.000 ευρώ. Και τις 20 αυτές χιλιάδες τις χρωστούσαμε. Ούτε έσοδα έχουμε, πλην του νομοθετημένου ποσοστού από τους Ναούς μας. Ούτε δωρεές έχουμε. Μόνον ένας παλαιός γνωστός μου, ο κ. Γεράσιμος Φωκάς, έκαμε μια δωρεά σε εμέ προσωπικά, όταν εξελέγην, και τα έδωσα στη Μητρόπολη, για να αντιμετωπίσουμε τις ανάγκες μας. Ο κ. Μαρτίνος χρηματοδοτεί μόνος του τα έργα. Και χαίρομαι πολύ γι’ αυτό διότι έτσι αποφεύγω τη διαχείριση ξένων χρημάτων. Για την Εκκλησία γενικά, θα επαναλάβω αυτό που είπε ο Μακαριώτατος σε συνεδρίαση της Ιεράς Συνόδου στον τότε υπουργό Οικονομικών Ευάγγελο Βενιζέλο. Σας καλούμε να έλθετε να ελέγξετε τα οικονομικά της εκκλησίας. Κι αν βρείτε, ότι πραγματικά μπορούμε να επιβιώσουμε, ό,τι περισσέψει ευχαρίστως να τα δώσουμε για να βοηθήσουμε το Κράτος. Δεν είναι έτσι όπως τα λένε. Η Εκκλησία από το 1835 μέχρι το 1952 έδωσε στο Κράτος το 96% της περιουσίας που είχε μέχρι τότε, και ό,τι είχε μετά την απελευθέρωση των περιοχών από τη Θεσσαλία κι επάνω. Και το έδωσε για να αντιμετωπίσει το Κράτος ανάγκες ανασυγκροτήσεως, εξωτερικού δανεισμού, αποκαταστάσεως των προσφύγων της μικρασιατικής καταστροφής και ακτημόνων γεωργών και κτηνοτρόφων μετά τους παγκόσμιους πολέμους και τον εμφύλιο και κατασκευής νοσοκομείων, σχολείων κλπ. Τώρα όμως επτώχευσε και η ίδια η εκκλησία. Από το 4% που της απέμεινε τα ¾ είναι δάση. Το ¼ της απομένει για αξιοποίηση. Και σε αυτό όμως υπάρχουν δεσμεύσεις για πάρκα, πλατείες, πράσινο και σχολεία. Οπότε η περιουσία που μπορεί η εκκλησία να αξιοποιήσει σήμερα είναι πολύ μικρή. Η πρόταση του Αρχιεπισκόπου στον κ. Βενιζέλο είναι ανοιχτή. Όποιος θέλει μπορεί να ελέγξει και να δει.
Τι αποκομίσατε από την διετή διακονία σας ως εφημέριος στο Νοσοκομείο Παίδων «Αγλαΐα Κυριακού»;
Από εκείνη την εμπειρία μου αυτό που αποκόμισα είναι ένα μεγάλο πνευματικό όφελος. Τη δύναμη που έχει το μυστήριο του βαπτίσματος. Είδα θαύματα να γίνονται μέσα από το μυστήριο αυτό. Όπως ξέρετε, στα νοσοκομεία παίδων οι ιερείς βαπτίζουν παιδιά τα οποία είναι ετοιμοθάνατα και συνήθως τα βαπτίζουν με ραντισμό. Το πρώτο που εβάπτισα, Μεγάλη Τετάρτη βράδυ, μετά την Ακολουθία, ήταν ένα παιδάκι Ρομά, επτά ετών, με πολύ βαριά μηνιγγίτιδα. Το ονομάσαμε Αναστάσιο. Με τη χάρη του Θεού, από την επόμενη ημέρα είχε αισθητή βελτίωση και μετά το Πάσχα, έφυγε υγιέστατο. Άλλο ένα περιστατικό που θυμάμαι είναι ένα παιδάκι, στο νοσοκομείο Αγία Σοφία, που επειδή έλειπε ο ιερέας εκάλεσαν εμένα. Το παιδί έπαθε αλλεργικό σοκ από αντιβίωση και αυτό το έκαψε στην κυριολεξία. Ήταν σαν να το είχαν ψήσει. Το δέρμα του όλο ήταν εντελώς αλλοιωμένο και οι γονείς του περίμεναν να πεθάνει. Ήταν δυο νέα παιδιά που είχαν λιώσει στο κλάμα και γι’ αυτό τους συμπόνεσα πολύ. Ήταν 13 Αυγούστου, του Αγίου Μαξίμου του Ομολογητού. Γι’ αυτό αποφάσισαν να ονομάσουν το παιδί Μάξιμο. Πήγαινα και έβλεπα το παιδί κάθε ημέρα. Μετά το βάπτισμα, από το ίδιο βράδυ, συνήλθε από τον λήθαργο και σταδιακά καλυτέρεψε, μέχρι που έγινε εντελώς καλά και βγήκε από το νοσοκομείο. Θυμάμαι επίσης ένα βράδυ, στις δυόμιση ώρα τα ξημερώματα, που με εκάλεσαν να πάω στο νοσοκομείο επειγόντως. Μάλιστα ο ταξιτζής που με πήρε από τη Μονή Πετράκη, στην οποία έμενα τότε, για να με πάει στο Παίδων, δεν μου πήρε χρήματα και μου είπε «Πάτερ για να πηγαίνετε στο νοσοκομείο τέτοια ώρα, ποιος ξέρει σε τι περιστατικό πάτε». Να τον ευλογεί ο Θεός. Επρόκειτο για ένα μωρό περίπου τριών μηνών το οποίο επάθαινε συνεχείς εγκεφαλικές αιμορραγίες και οι γιατροί του έδιναν ελάχιστες ελπίδες. Από την επόμενη ημέρα άρχισε να βελτιώνεται, έγινε καλά, βγήκε από το νοσοκομείο. Μάλιστα οι γονείς του δεν ήσαν παντρεμένοι και με την κατάλληλη συζήτηση παντρεύτηκαν. Πριν από τέσσερα χρόνια, σε μια πανήγυρη, στον ‘Αγιο Αρτέμιο Παγκρατίου, με συνάντησε ένα παλικάρι πανύψηλο και μου ζήτησε την ευχή μου, λέγοντας. «Με έχετε βαπτίσει στο νοσοκομείο παίδων»’. Ήταν εκεί με τη μητέρα του, η οποία με είχε αναγνωρίσει.
Πολλοί άνθρωποι αναρωτιούνται, γιατί ο Θεός επιτρέπει να αρρωσταίνουν, να υποφέρουν και να πεθαίνουν αθώα παιδιά;
Κάποτε ο Άγιος Αντώνιος ερωτούσε επίμονα τον Θεό: «Γιατί Κύριε υπάρχουν άνθρωποι πλούσιοι, που ζουν άνετα σε όλη τους τη ζωή, έχουν όλα τα αγαθά και πεθαίνουν ειρηνικά και υπάρχουν άλλοι φτωχοί, που ζουν με πολλή ταλαιπωρία και πολλές φορές κι ο θάνατός τους είναι δύσκολος;». Αφού έκανε πολλές φορές αυτό το ερώτημα στον Θεό, παρουσιάστηκε άγγελος και του είπε: «Αντώνιε, κοίταζε τον εαυτό σου και άστα αυτά τα πράγματα. Είναι του Θεού. Μην ασχολείσαι με αυτά». Μία παρόμοια απάντηση θα μπορούσαμε να πούμε κι εδώ. Και να το δούμε το πράγμα πιο σφαιρικά, σαν Χριστιανοί. Η παρούσα ζωή είναι ένα κομμάτι της αιώνιας ζωής μας. Ένα πολύ μικρό κομμάτι αυτής της ζωής μας. Άρα, αυτό που έχει αξία είναι η αιώνια ζωή μας και αν θα αξιωθούμε σε αυτήν την αιώνια ζωή να ζούμε μαζί με τον Χριστό. Αυτός πρέπει να είναι ο σκοπός μας. Αυτή πρέπει να είναι η προοπτική μας και αυτό πρέπει να είναι στον νου μας. Ξέρετε, εμείς μερικές φορές, βλέποντας αυτόν τον κόσμο, τα ωραία αυτού του κόσμου, λέμε μα γιατί να στερηθεί κάποιος αυτά τα πράγματα. Όμως τα ωραία του άλλου κόσμου είναι ασυγκρίτως ανώτερα. Αν ετούτα του παρόντος κόσμου είναι τόσο όμορφα και μας ευχαριστούν, τα δέντρα, η θάλασσα, η φύση, τα ωραία δημιουργήματα του Θεού, πόσο ασύγκριτα ωραιότερος είναι ο παράδεισος. Η ωραία φύση που βλέπουμε είναι μία φύση η οποία έχει ξεπέσει από την αρχική της κατάσταση. Εκεί είναι η πραγματική ομορφιά. Κάποια παιδάκια, λοιπόν, μπορεί να φεύγουν νωρίς, αλλά τελικά αυτά είναι τα πιο ευτυχισμένα. Εμείς εδώ μένουμε σ’ αυτή την ζωή, ναι μεν απολαμβάνουμε κάποια ωραία πράγματα, αλλά, να μην κρυβόμαστε πίσω από το δάχτυλό μας, αυτή η ζωή έχει δέκα λύπες και μία χαρά. Πίσω από κάθε χαρά παραμονεύει μια μεγάλη λύπη. Εκείνα τα ευλογημένα παιδάκια σε πολύ λίγο χρονικό διάστημα, χωρίς να το καταλάβουν μερικά, έχουν αποκτήσει τον παράδεισο. Θυμάμαι όταν με εκάλεσαν να βαπτίσω ένα παιδάκι το οποίο είχε φύσημα. Μία μεγάλη τρύπα στην καρδιά δηλαδή. Ήταν διασωληνωμένο. Αφού το εράντισα με το αγιασμένο νερό της βαπτίσεως άρχισα να διαβάζω την ευχή άρχισα να διαβάζω την ευχή του Αγίου Χρίσματος. Η ευχή είναι μικρή. Στα μισά όμως το παιδί τραντάχτηκε κι έμεινε νεκρό. Έφυγε σε ένα λεπτό. Σα να περίμενε να βαπτιστεί. Ήταν πολύ συγκινητικό Και σκέφτηκα ότι τώρα αυτό το παιδάκι βρίσκεται με τους δικαίους και τους Αγίους και σίγουρα θα προσεύχεται και για μένα, αφού μέσω εμού αξιώθηκε να βρίσκεται σε αυτήν την μακαρία ζωή. Το γεγονός ότι ο θάνατος ενός παιδιού στεναχωρεί πάρα πολύ τους γονείς του είναι λογικό. Βλέπετε ότι και ο Κύριος, όταν άκουσε ότι ο φίλος του ο Λάζαρος κεκοίμηται, εδάκρυσε, έκλαψε. Που δείχνει ότι υπάρχει μια φυσιολογική ανθρώπινη σχέση με τα πρόσωπα που αγαπούμε. Δεν είναι μη χριστιανικό να κλάψει κανείς και να λυπηθεί. Είναι φυσιολογικό. Όμως να μην αφήσει την υπερβολή της λύπης να τον οδηγήσει σε κατάθλιψη. Θα λυπηθούμε, θα πονέσουμε, διότι αποξενωνόμαστε από τον άνθρωπό μας, έστω και παροδικά. Αλλά κάποια στιγμή όλοι θα φύγουμε. Ειδικά για έναν γονιό, μια μάνα κι ένα πατέρα, είναι πολύ πικρό κι οδυνηρό να χάσει ένα παιδάκι. Όμως πρέπει να τους παρηγορεί η προοπτική, ότι το παιδί τους αυτό πάει στον Παράδεισο. Δεν έχει προλάβει να κάνει καμία αμαρτία, οπότε έχει μια θέση στην Βασιλεία του Θεού. Είναι τελικά πολύ πιο ευνοημένο από ό,τι εμείς.
Ήσασταν ο τελευταίος ιεράρχης που συνάντησε τον γέροντα Εφραίμ της Αριζόνας πριν από την κοίμηση του.
Κατά τύχη έγινε αυτό. Τον Γέροντα τον εγνώριζα από παιδί, όταν πρωτοπήγα στο Άγιο Όρος το 1975. Είχα πάει με τον μακαριστό γέροντα μου, τον Μητροπολίτη Νικοπόλεως και Πρεβέζης Μελέτιο και με άλλα παιδιά. Ο γέροντας μας πήγε και στη Μονή Φιλοθέου, που ήταν τότε Ηγούμενος ο παππούς, ο παπά Εφραίμ. Με είχε συγκινήσει το γεγονός ότι μετά την πρωινή ακολουθία, που η εκεί κρατάει περίπου τρεισήμισι ώρες και αφού ο παππούς Εφραίμ είχε κάνει προηγουμένως άλλες τέσσερεις ώρες αγρυπνία στο κελί του, δηλαδή είχε συμπληρώσει επτάμισι ώρες πνευματικού αγώνος, εκάθισε και μας εμίλησε πάνω από μία ώρα στο Συνοδικό της Μονής. Παρά την κούρασή μας,- πρώτη φορά πηγαίναμε στο Άγιο Όρος και τόσο μεγάλες ακολουθίες και για μας ήταν κουραστικές-, τον ακούγαμε με πολλή προσοχή. Ήμουν σαν σφουγγάρι. Η μορφή του, όπως τον συνάντησα τότε, δεν θα φύγει ποτέ από τον νου μου. Ήταν η πρώτη σημαντική γνωριμία που είχα στο Άγιο Όρος. Στη συνέχεια εγνωρίσαμε και τον Γέρο Παΐσιο, τον άγιο Παΐσιο, ο οποίος ήταν τότε σ’ ένα κελάκι στον Τίμιο Σταυρό, κοντά στην Μονή Σταυρονικήτα. Η συνάντηση με αυτούς τους δύο αγίους ανθρώπους με εστιγμάτισε πνευματικά. Γι’ αυτό, όταν αργότερα αποφάσισα να πάω στο Άγιο Όρος, ήθελα να πάω κοντά στον Παπά Εφραίμ. Όμως επειδή έχω από παιδί κάποια προβλήματα υγείας με τη μέση μου, επέλεξα τελικά να πάω στην μονή Ξηροποτάμου, όπου ηγούμενος ήταν ο πνευματικός του υιός, ο Παπά Εφραίμ ο νεώτερος, ο οποίος έζησε με τον Γέροντα πάρα πολλά χρόνια. Ήταν μια εικόνα του Γέροντα. Και μαζί του έζησα πάρα πολύ πνευματικά. Ήμουν τόσο ευτυχισμένος εκεί, που παρόλη την κούραση του προγράμματος, ενόμιζα ώρες ώρες ότι πετούσα. Δυστυχώς ο γέροντας σκοτώθηκε σ’ ένα αυτοκινητικό δυστύχημα. Ο Θεός έτσι οδηγεί μερικές φορές τα πράγματα, όπως Αυτός θέλει. Με τον Γέροντα, τον παπά Εφραίμ, λοιπόν,διατήρησα μεγάλη επικοινωνία, όσο ήταν εδώ στην Ελλάδα. Πήγαινα τουλάχιστον μια φορά τον χρόνο στην Μονή Φιλοθέου. Όταν επήγε στην Αμερική, μόνιμα πια, τον επισκέφθηκα δύο φορές. Την τελευταία επήγα όταν είχε ήδη πάθει το εγκεφαλικό και ήθελα να πάρω την ευχή του, διότι δεν ήξερα πότε θα φύγει. Ευτυχώς πρόλαβα να τον δω διότι μετά από λίγες μέρες έφυγε. Για μένα ο Γέροντας είναι Άγιος. Όλη του η ζωή ήταν αφιερωμένη στον Θεό. Αν διαβάσετε το βιβλίο του «Ο Γέροντάς μου ο Ιωσήφ ο ησυχαστής» – αυτά μας τα διηγείτο ο ίδιος- θα δείτε πώς έζησε με τον Άγιο Ιωσήφ τον Ησυχαστή. Πόσο πνευματικό αγώνα έκανε. Πόσες ώρες προσευχή καθημερινά. Αγρυπνίες. Νηστείες. Πόσες στερήσεις και πόσες θλίψεις έζησε. Και αυτά που αποκόμισε από την υπακοή στον Άγιο Ιωσήφ τον ησυχαστή του έγιναν βίωμα και τα έδωσε στα πολυπληθή πνευματικά του παιδιά, κληρικούς και λαϊκούς. Από την εμπειρία, λοιπόν, που είχα πιστεύω, ότι ό Γέροντας είναι Άγιος. Απόδειξη είναι το γεγονός ότι τον αξίωσε ο Θεός να επανδρώσει από πνευματικά του παιδιά τέσσερα Μοναστήρια και μία μεγάλη σκήτη στο Άγιο Όρος. Επίσης είναι και το μεγάλο έργο στην Αμερική, όπου έκανε μια πνευματική αναγέννηση. Στον Καναδά και τις ΗΠΑ ίδρυσε εκ του μηδενός 20 μοναστήρια. Ένα καινούριο Άγιο Όρος. Αυτό δείχνει ότι τον παππού τον οδηγούσε πραγματικά η χάρις του Θεού. Διότι τι ήταν; Αγράμματος. Τρεις τάξεις του Δημοτικού είχε τελειώσει. Όταν όμως μιλούσε, έβλεπε κανείς τη χάρη του Θεού να βγαίνει από μέσα του. Έβλεπε κανείς ότι ήταν θεοκίνητη η γλώσσα του. Εβλέπαμε ότι ήταν θεόσοφος. Εζούσε κανείς αυτή την Αγιότητα. Η Αριζόνα είναι μια ξερή περιοχή, γεμάτη κάκτους. Εκεί λοιπόν, ακριβώς επειδή ήταν έρημος , ο Γέροντας ήθελε να κάμει ένα Μοναστήρι κι έψαχνε να βρει τόπο. Όπως λοιπόν τον περιέφεραν τα πνευματικά του παιδιά με το αυτοκίνητο λέει «Εδώ θα κάνουμε το Μοναστήρι». Μέσα στην ερημιά. Ήταν τετρακόσια στρέμματα, σε μια περιοχή άνυδρη ,τα οποία ο ιδιοκτήτης πουλούσε για ένα δολάριο το στρέμμα. Άρχισαν να ψάχνουν να βρουν νερό. Τους έδειξε ο Γέροντας ένα σημείο κοντά στον δρόμο και στα σύνορα του κτήματος. Έσκαψαν αλλά δεν βρήκαν. Έψαξαν και σε άλλα δυο τρία σημεία και δεν βρήκαν. Ο Γέροντας επέμενε στο πρώτο. Εδώ είναι το νερό, έλεγε. Έσκαψαν λοιπόν πάλι, πήγαν πολύ βαθιά. Και βρήκαν τόσο πολύ νερό, που η περιοχή έχει γίνει μία όαση. Έχουν φυτέψει δένδρα, λουλούδια, φυτά. Και μέσα σ’ αυτήν τη ζούγκλα έχουν μικρά σπιτάκια, ναούς, όμορφα δρομάκια για περίπατο ανάμεσα στα δένδρα και μια τεχνητή λιμνούλα μ’ έναν τεράστιο Σταυρό. Και πρόσφατα η Πολιτεία της Αριζόνας καθιέρωσε την περιοχή αυτή ως ιδιαιτέρου φυσικού κάλους και απαγορεύει σε οποιονδήποτε να αγοράσει και να χτίσει εκεί κοντά. Αυτά και μόνον δείχνουν ότι ο Θεός τον οδήγησε. Γι’ αυτό εγώ τον Γέροντα τον θεωρώ Άγιο και να έχουμε τις ευχές του.