Το Number One ήταν η τοπ υπόγεια σχολή του Μπιλιάρδου
Aμερικάνικο, 8μπαλο,γαλλικό, snooker. H τσόχα που μάθαμε εμείς δεν είχε τραπουλόχαρτα, αλλά πολλές μπάλες.
- 31/01/2014
- Κείμενο: NouPou.gr
Στην οδό Λαζαράκη, ακριβώς απέναντι από τα ηρωικά Applebee’s- πλέον από το “Σπίτι” και κάτω από τον rest in peace Ελευθερουδάκη- δέσποζε το μεγάλο club των στεκαδόρων, το Πρώτο, το Ένα, το Number One. Οι παλαιότεροι των ξεχασμένων δεκαετιών, το θυμούνται στις πιο ροκαμπίλι εποχές του, όπου οι μπάλες και οι μπύρες κυκλοφορούσαν αδιάκοπα στο μαγαζί με τους πιο hardcore θαμώνες να ξημεροβραδιάζονται. Άπαξ και γνώριζες το Number One, δύσκολα ξεκολλούσες.
Στην εποχή των 90’s υποφέραμε για να μπορέσουμε να μπούμε. Δεν σε αφήναν εύκολα άμα ήσουν πολύ πιτσιρικάς και ο πιο ψαγμένος και μυημένος κόσμος σε κοίταζε και λίγο στραβά. Οι δε μανάδες μας, έκαναν αμάν για να μας κρατήσουν μακριά, καθότι το υπόγειο βασίλειο του Number One πολύ πιθανόν και να το παρομοίαζαν με την τρύπα του σατανά. Όμως το κακό είχε γίνει. Είχε μπει ήδη μέσα μας το μικρόβιο εκείνο που θέλεις να κάνεις τα πάντα πολύ γρήγορα. Μετά από λίγο καιρό, οι στέκες του γνωρίστηκαν με τα δάχτυλα μας και ένας νέος δρόμος προς την ενηλικίωση ξεκινούσε.
Το Number One είχε πάντα χαρακτήρα. Και αυτό ήταν που το έκανε τόσο αγαπητό. Αν και αργότερα προς τα τέλη των 90’s έβαλε ηλεκτρονικά και πινγκ-πονγκ, θύμιζε πάντα εκείνα τα underground μπιλιαρδάδικα που βλέπαμε στις ταινίες. Μέσα στους μεγάλους του διαδρόμους με τα πολλά και διαφορετικά τραπέζια, περίμενες να εμφανιστεί ο Στίβεν Σιγκάλ για να δείρει κανένα περίεργο. Συνήθως όμως οι βραδιές κυλούσαν ομαλά. Ήταν το νούμερο ένα σποτ για όλους όσους έμεναν…στην απ’ έξω.
«Θα στο πω απλά: Μεγαλώσαμε και προλάβαμε μια Γλυφάδα που έβαζε ‘‘πόρτα’’ στη καφετέρια. Αν ήσουν μόνος σου με άλλους 2-3 μπακουροκατάσταση, δεν υπήρχε περίπτωση να βρεις τραπέζι. Έτσι οι επιλογές σου ήταν πολύ λίγες. Εμείς για παράδειγμα με την παρέα μου, αγαπήσαμε το Number One γιατί ήταν το μοναδικό ‘‘σπίτι’’ που μας δεχόταν όλες τις ώρες. Και όταν είσαι ακόμη πιτσιρικάς στο Λύκειο, δεν θες να πάει στράφι η Παρασκευή σου», λέει ο Δημήτρης.
Όμως το Νο1 δεν ήταν μόνο η λύση της έκτακτης ανάγκης. Για κάποιους υπήρξε πάντα η νούμερο ένα επιλογή, ακόμη και όταν δεν είχαν θέμα με μαγαζιά και μάλιστα οι κοπέλες έτρεχαν και πίσω τους. «Εγώ θυμάμαι τα κορίτσια να θέλουν να έρθουν στο Νο1 και να μην το κάνουν, γιατί 100 άντρες που ήταν μέσα τις κοίταζαν περίεργα. Είχα μια φίλη που τολμούσε να παίζει μαζί μας 9μπαλο και την είχαν βαφτίσει πουτάνα και πως την πηδάει όλο το Νο1. Αυτό όμως το ‘‘άβατον’’ είχε και μια γοητεία. Οι κοπέλες σε συνόδευαν μέχρι τις σκάλες όταν τους έλεγες ότι πας στο Νο1 και μάλιστα έριχναν κλεφτές ματιές από τη πόρτα. Άργησαν να μπουν, αλλά μόλις έβαλαν και τα τραπέζια του πινγκ-πονγκ βρήκαν αφορμή», μας λέει ο Γιάννης που ο μέσος όρος παραμονής του στο μαγαζί, ήταν μέρα-παραμέρα για τουλάχιστον 5 ώρες.
Δεν ήταν ποτέ ακριβό για τις τσέπες μας και ιδιαίτερα όταν θα πηγαίναμε με παρέα. Μέσα στις πόρτες του αγαπήσαμε και μάθαμε το μπιλιάρδο, σε σημείο μάλιστα που κάποιοι οργάνωναν και unofficial τουρνουά. Επίσης για πολλούς πιτσιρικάδες, ήταν ένα από τα μαγαζιά που τους σύστησε το snooker, το παντελώς άγνωστο μέχρι στιγμής στη ζωή του. Το κοιτούσες με το μεγάλο του τραπέζι και τις υπερβολικές σε αριθμό μπάλες του, ενώ μπερδευόσουν σε απίστευτο σημείο με τα χρώματα. Τελικά όχι μόνο το λατρέψαμε, αλλά όσο μεγαλώναμε τόσο περισσότερο το προτιμούσαμε. Από ένα σημείο και μετά, έγινε βασικό κομμάτι της εξόδου μας. Πριν αφεθούμε στις μπύρες και στο φαγητό του Wendy’s, είχαμε ήδη ξοδέψει 2 και κάτι ώρες πάνω από τα τραπέζια. Και όλα αυτά τον καιρό που είχαμε ακόμα δραχμές στη τσέπη μας και όχι μόνο μας έφταναν, αλλά μας περίσσευαν και λεφτά για την επόμενη μέρα.
Συν των άλλων, το One έδινε και μια αίγλη στη πόλη, η οποία δεν υπάρχει πια. Πρέσβευε πάντα τον αυθεντικό χαρακτήρα μιας άλλης εποχής που σήμερα λείπει σε πολύ μεγάλο βαθμό από τη Γλυφάδα. Το υπόγειο μπιλιαρδάδικο μας λείπει όχι μόνο επειδή έχει χαρίσει μαγικές στιγμές σε όλους, αλλά πολύ περισσότερο επειδή αποτελούσε μια προέκταση του τότε εαυτού μας. Ήταν μια διασκέδαση που η κουλτούρα του σήμερα την έχει ‘‘ποινικοποιήσει’’ για χάρη της σημερινής μόδας.
Ακόμα και αν η Γλυφάδα έχει αλλάξει πρόσωπο και οι δικές μας συνήθειες έχουν μεταλλαχθεί, θα θέλαμε όλοι σίγουρα να στήσουμε το τρίγωνο με τις μπάλες για ακόμη μια φορά.