Ο Αλέξης Βλαβιανός ξέρει να παίρνει μεγάλα ρίσκα
O επιτυχημένος επιχειρηματίας (Varkiza Resort, Κτήμα Epavlis, Villa Pelagos) μιλάει στο Nou-Pou για την αγαπημένη του Πάρο, τη δημιουργία των πολλαπλών μαγαζιών και τη σημασία του να είναι ο λόγος του συμβόλαιο.
- 12/03/2016
- Κείμενο: NouPou.gr
‘Έψαχνα να βρω χώρο για να κάνω τη δεξίωση του γάμου μου. Επίσης θυμάμαι χαρακτηριστικά έναν ιδιοκτήτη τέτοιου χώρου να μου ανοίγει χαλαρός την πόρτα με το μπουρνούζι του. Είχε μόλις έρθει από την πισίνα του. Οπότε είπα στον εαυτό μου ‘Κάτι δεν κάνω καλά. Δουλεύω σαν τον αιχμάλωτο όλη μέρα (σ.σ. Έμενε ακριβώς δίπλα, όπως άλλωστε συμβαίνει και τώρα στο Varkiza Resort. Μόνο που τότε, όταν έκλεινε το μαγαζί, έμπαινε ξημερώματα στο φορτηγάκι και πήγαινε μόνος του σε λαχαναγορά και ψαραγορά για τις προμήθειες). Έκλεινα το μαγαζί μόλις δυο φορές το χρόνο (1η Ιανουαρίου και Κυριακή του Πάσχα). Δεν μπορούσα να ξεκινήσω οικογένεια έτσι. Από την άλλη, θα μου πεις, ούτε έχει λογική να πας να ξεκινήσεις οικογένεια και να μηδενίζεις τον τραπεζικό σου λογαριασμό’
Οπότε, το προηγούμενο βράδυ, ο μοναχογιός του καπετάνιου Μιχάλη Βλαβιανού από το Παλαιό Φάληρο, εξόφλησε και ευχαρίστησε τα 17 άτομα προσωπικό που τον βοήθησαν να κάνει το Πέλαγος μια από τα πιο δημοφιλή μουσικά μεζεδοπωλεία της παραλιακής (‘Τα Σαββατοκύριακα αναγκαζόμασταν να βάζουμε αλυσίδα στην πόρτα και να διώχνουμε τον κόσμο γιατί δεν χώραγαν να περάσουν τα γκαρσόνια’). Και, χωρίς να ειδοποιήσει κανέναν, ούτε καν τη μέλλουσα σύζυγό του Έλενα και νυν μητέρα του γιου του Άγγελου-Μιχαήλ, έφερε τη μπουλντόζα και είπε στον οδηγό της να ξεκινήσει το ξήλωμα.
Δώδεκα χρόνια αργότερα ο Αλέξης Βλαβιανός είναι ιδιοκτήτης της Vlavianos Group of Companies, στο χαρτοφυλάκιο του οποίου συμπεριλαμβάνεται η Villa Pelagos, το Κτήμα Epavlis (‘Ήξερα από την πρώτη στιγμή που αντίκρισα τη θέα από εδώ, που σε κάνει να αισθάνεσαι ότι είσαι σε αεροπλάνο, ότι μπορεί να γίνει ένας από τους καλύτερους χώρους δεξιώσεων στην Αττική. Και έγινε. Αφού βέβαια χρειάστηκε να κάνουμε χιλιόμετρα ασφαλτόστρωση και να χτίσουμε πισίνες, εκκλησία και όλα τα υπόλοιπα’), το ιταλικό εστιατόριο Bella Vespa (‘Ήταν τόσο καλή η χημεία με τα παιδιά που δουλεύουμε μαζί στο Varkiza Resort, οπότε αποφασίσαμε να κάνουμε κάτι για το χειμώνα στη Γλυφάδα. Έχουμε ήδη προτάσεις από νησιά, Πειραιά και βόρεια προάστια. Αλλά δεν θέλουμε να κάνουμε βιαστικές κινήσεις’) και φυσικά, το υπέρ-επιτυχημένο Varkiza Resort, στο οποίο έκανε αναφορά μέχρι και το Monocle.
Μιλάμε για μια οργανωμένη παραλία που το καλοκαίρι που μας πέρασε ‘μέτρησε’ χιλιάδες επισκεπτών λουόμενους και μη, παρουσιάζοντας μια τεράστια αύξηση σε σχέση με την προηγούμενη χρονιά.
Εξίσου σημαντικό είναι ότι το 2015 ήταν ουσιαστικά η πρώτη χρονιά που η Vlavianos Group of Companies είχε την ευκαιρία να συνενώσει -για πρώτη φορά στην ιστορία της- την παραλία (μέχρι τότε υπήρχε από την μια πλευρά το Yabanaki και από την άλλη το Do It, που περιελάμβανε καφετέρια, χώρους δεξιώσεων και beach bar) και να την οργανώσει όπως ήθελε (‘στήσαμε καινούργια μαγαζιά και κάναμε επιτυχημένες προσθήκες, όπως το Holly Spirit,το Vincenzo, το The Hands, τα beach tennis,το υπαίθριο γυμναστήριο και άλλα πολλά’), αφού το 2014 μπήκε στο παιχνίδι τελευταία στιγμή τον Ιούνιο. Οπότε ήταν ελάχιστα τα πράγματα που μπορούσε να κάνει (παρόλαυτα και πάλι η επισκεψιμότητα είχε σημαντική αύξηση)
‘Ήταν μεγάλο ρίσκο. Χαλάρωσα μόνο όταν είδα ότι κάναμε σωστές επιλογές σε brands και, κυρίως, σε ανθρώπους. Ότι ήμασταν μια κοινή παρέα που είχαμε κοινό στόχο. Αυτή τη χρονιά, το 2016, έχουμε την ευκαιρία να το εξελίξουμε ακόμη παραπάνω, να δημιουργήσουμε’
Αυτή η ανάγκη για δημιουργία είναι άλλωστε η λέξη κλειδί για να καταλάβεις την ευρηματικότητα του συγκεκριμένου επιχειρηματία πτυχιούχου με Bachelor of Honors in Tοurism Management, η επιχειρηματική ευστροφία και η απίστευτη εργατικότητα του οποίου ήταν εμφανής ήδη από το πρώτο του μεροκάματο. Όταν δηλαδή, για να βγάλει χαρτζιλίκι, δούλευε κρυφά από τους γονείς του ως delivery ταυτόχρονα σε δυο συνοικιακές πιτσαρίες.
Γιατί αυτό που ήθελε διακαώς ο Αλέξης ήδη από τα 21 του, όταν ξεκίνησε την πρώτη του επιχείρηση, μια κρεπερί στην Πάρο, ήταν να μπορεί να δημιουργεί τη μια επιχείρηση μετά την άλλη. Ο δικός του δηλαδή τρόπος για να εκφράσει την αστείρευτη δημιουργικότητά του.
‘Η συμβουλή που θα έδινα στο γιο μου όταν μεγαλώσει είναι να έχει το χέρι του για συμβόλαιο. Όπως το είχε και ο πατέρας μου. Όπως το έχω και εγώ. Ακόμη και αν αυτό σημαίνει ότι ενδέχεται να φάει τα μούτρα του από φίλους και γνωστούς που δεν κρατάνε τον λόγο τους. Επίσης να ξέρει ότι η καλύτερη ‘εκδίκηση’ σε κάποιον που σε αδίκησε είναι η δική σου επιτυχία. Για αυτό και όσο πιο μεγάλο χαστούκι τρως, τόσο περισσότερο πρέπει να πεισμώνεις, να σηκώνεσαι στα πόδια σου και να συνεχίζεις’
Αυτό δηλαδή που κατέληξε να κάνει, καθώς πέρα από τα brands που έχει αυτή τη στιγμή ο όμιλος, ο Αλέξης έχει υπάρξει ο ιθύνων νους του πρώτου πλωτού χώρου δεξιώσεων στην Ελλάδα, δημιουργός του Pool Club στην Μαρίνα Φλοίσβου, του κτήματος Epavlis στην Βάρη, της αλυσίδας πιτσαριών Pico Pico καθώς επίσης μιας τσαγιερί ‘το Κλασσικόν’, ενός μουσικού μεζεδοπωλείου ‘Φαληριώτισσα’, ενός πολίτικου εστιατορίου ‘Η Πολίτικη Κουζίνα’, ενός ψητοπωλείου ‘Big Pitta’και μιας κρεπερί ‘Μέρα-Νύχτα’. Σε όλα ήταν αποκλειστικός ιδιοκτήτης. Όλα ήταν επιτυχημένα. Και όλα τα έδινε γιατί κυνηγούσε πάντα κάτι καλύτερο.
‘Mου αρέσει να δημιουργώ. Δεν σου κρύβω όμως ότι μετά, όταν η επιχείρηση έχει μπει σε μια ροή και έχει φτάσει στο αποκορύφωμά της , τότε θέλω να προχωρήσω στο επόμενο project. Για αυτό και μου κάνει καλό που πλέον έχω τη δική μου ομάδα, τους οποίους και εμπιστεύομαι να τα δουλεύουν’
Πολλά project, ένα μόνο ‘σουβενίρ’ με τη δική του σημασία. Συγκεκριμένα το ένα από τα μαντέμια που είχε στην κρεπερί του στην Πάρο. (‘Τα άλλα τα έχω στο σπίτι μου. Ενίοτε διοργανώνω βραδιές κρέπες για τους φίλους’), που βρίσκεται εν ενεργεία στο καφέ του Varkiza Resort.
Τότε που, μέσα σε 1 1/2 χρόνο, έγινε ο βασιλιάς της κρέπας του νησιού και έβγαλε, χωρίς δραχμή αρχικό κεφάλαιο, κέρδος που το επένδυσε όλο στο να δημιουργήσει το πρώτο του project στην Αθήνα, το μουσικό μεζεδοπωλείο Πέλαγος. Αυτό δηλαδή που θα ήταν το πρώτο κεφάλαιο σε μια πιθανή αυτοβιογραφία του και ο ιδανικός επίλογος στο δικό μας άρθρο.
‘Στην Πάρο πήγαινα να δουλέψω κάθε καλοκαίρι από τότε που ήμουν πιτσιρικάς. Ένα χρόνο πριν το Μουντιάλ του 1998 στη Γαλλία, πιάνω το αφεντικό στο bar που δούλευα και του ζητάω να με αφήσει να κρατήσω ανοιχτό ως κρεπερί, από τις 12 τα μεσάνυχτα ως το πρωί, το άλλο μαγαζί που είχε στην πλατεία της Νάουσας. Μόνο που εγώ δεν είχα ιδέα από κρέπες. Οπότε παίρνω βερεσέ τα μαντέμια. Κατεβάζω τα ρολά. Και περνάω τις επόμενες τρεις μέρες με ένα τσελεμεντέ στο χέρι και τη μάνα μου στην Αθήνα σε ανοιχτή ακρόαση, προκειμένου να μάθω να φτιάχνω τη ζύμη.
Με το που άνοιξα, είχε ουρά απέξω. Τόσος κόσμος που ο επιχειρηματίας πήγε να αλλάξει τους όρους της συμφωνίας, εγώ παραιτήθηκα και, στο δρόμο προς το Βαρελάδικο για να πιω ένα ποτό, με σταμάτησε ο ιδιοκτήτης μιας άλλης κρεπερί και με έβαλε κατευθείαν να δουλεύω εκεί. Το ίδιο που μου συνέβη την επόμενη εβδομάδα στην Πούντα. Οπότε κατέληξα να δουλεύω βράδυ στο ένα και πρωί στο άλλο, να κοιμάμαι 3 ώρες και να βγάζω 30.000 δρχ τη μέρα (σ.σ το καλό μεροκάματο τότε ήταν 5.000 δρχ). Έγινα, από το πουθενά, ο βασιλιάς της κρέπας.
Το επόμενο καλοκαίρι επέστρεψα και βρήκα ένα κλειστό σουβλατζίδικο απέναντι από το Hard Rock στην Παροικιά, έκλεισα συμφωνία με την ιδιοκτήτρια να την πληρώσω σε δύο δόσεις(ενώ δεν είχα δραχμή πάνω μου), αγόρασα έναντι τα μαντέμια, πήρα ένα παιδί των λουλουδιών από το camping στον Παρασπόρο να μου φτιάξει με γκράφιτι την ταμπέλα (‘Το ονόμασα Brazil επειδή ήταν χρονιά Μουντιάλ), έβαλα κάτι καλάμια σε ένα τοίχο, μετέτρεψα κάτι χωνιά λαδιού σε φωτιστικά και ξεκίνησα. Μέχρι το τέλος Αυγούστου είχα πληρώσει ότι χρωστούσα και είχα βγάλει κεφάλαιο για το πρώτο μου δυνατό ξεκίνημα. Το μυστικό; Ότι δεν φοβάμαι τη δουλειά. Και ότι αγαπώ να δημιουργώ!!!’
* Φωτό: Δημήτρης Βέργης