Ο Απόλλωνας Παπαθεοχάρης με το Victor Victoria μας μεταφέρει στο Broadway
Το Nou-Pou.gr παρακολούθησε την πρόβα τζενεράλε του λαμπερού μιούζικαλ Victor Victoria, δίπλα στον σκηνοθέτη του, τον Απόλλωνα Παπαθεοχάρη και τον ρώτησε για το νέο του εγχείρημα που συνιστά κυριολεκτικά ένα υπερθέαμα.
- 27/02/2016
- Κείμενο: NouPou.gr
Είναι μαγική εκείνη η στιγμή που δύο τέχνες, η μουσική και η υποκριτική, γίνονται ένα. Ένα σώμα, μια φωνή, ισχύς εν τη ενώσει και το media naranja βρίσκει το άλλο του μισό, «κουμπώνει» μαζί του και κυλά, ακολουθώντας τη ροή του. Γιατί δεν μπορεί να μην έχει ροή ένα αρμονικό σμίξιμο. Σαν δυο σώματα που ενώνονται με παθιασμένη δύναμη, ρουφάνε έρωτα το ένα από το άλλο, αλλά κανένα δεν βγαίνει πιο αδύναμο. Κανένα δεν έχει επισκιάσει το άλλο. Το αντίθετο. Το ένα χρειάζεται το άλλο, το βοηθά να αναδειχτεί, για να συνεχίσει να υπάρχει και το ίδιο. Αυτή η σκέψη περνούσε από το μυαλό μου την ώρα που παρακολουθούσα την πρόβα τζενεράλε του μιούζικαλ Victor Victoria σε σκηνοθεσία Απόλλωνα Παπαθεοχάρη, δυο μέρες πριν την επίσημη πρεμιέρα στο εντυπωσιακό θέατρο «Πάνθεον».
Και είναι απορίας άξιο πως ένα είδος θεάτρου καταγραμμένο στο DNA μας, αφού σαν φόρμα έχει το αρχαίο δράμα, -τα χορικά και τα επεισόδια του οποίου έχουν μετουσιωθεί στην πρόζα, το τραγούδι και το χορό του μιούζικαλ-, δεν έχει αναπτυχθεί όσο θα ήταν φυσικό επακόλουθο στην Ελλάδα. Έπρεπε δηλαδή να μας ζώσει η θλίψη της κρίσης για να έρθει αυτό ως αντίδοτο; «Το μιούζικαλ αρέσει στο ελληνικό κοινό γιατί είναι μια μουσική παράσταση που προσφέρει νοσταλγία, κέφι και αποσπά την προσοχή του θεατή από το ζοφερό κλίμα που επικρατεί» μου λέει ο Απόλλωνας Παπαθεοχάρης, επιβεβαιώνοντας μου το -σχεδόν- ρητορικό μου ερώτημα. «Ωστόσο, από το ελληνικό θέατρο λείπουν οι παραγωγές με σύγχρονη αισθητική, να υπάρχει ένα επίπεδο που να είναι συναγωνίσιμο παραγωγών του εξωτερικού». Ο Απόλλωνας με το Victor Victoria το πετυχαίνει αυτό, για λίγο ξεχνάμε πως βρισκόμαστε στην Ελλάδα και θα στοιχηματίζαμε πως βρισκόμαστε στο Broadway.
Και είναι αλήθεια, πως δεν διασπάστηκε μόνο η προσοχή μου από τη ζοφερή πραγματικότητα αλλά μεταφέρθηκα με όλο μου το είναι στην πραγματικότητα της παράστασης. Για όση ώρα διήρκησε το μιούζικαλ (και αρκετή ώρα αφού τελείωσε) εγώ ήμουν στο Παρίσι της δεκαετίας του ’30, ήμουν η πάμφτωχη σοπράνο Βικτώρια Γκραντ που για να βρει δουλειά, μεταμφιέζεται σε άντρα και θριαμβεύει στα μεγάλα κλαμπ του μεσοπολεμικού Παρισιού ως κόμης Βίκτορ Γκραζίσκι. Ήμουν ο γόης γκάγκστερ Μάρτσαρντ που ερωτεύεται τον Βίκτορ, την Βικτώρια, δεν έχει σημασία, γιατί στην πραγματικότητα ερωτεύεται τον άνθρωπο. «Το έργο είναι διαχρονικό, ανταποκρίνεται και στο σήμερα. Η ιστορία του, αυτά που πραγματεύεται, ο τρόπος που βλέπει τις ανθρώπινες σχέσεις, την αγάπη, τα ταμπού, το κοινωνικό σύνολο. Όλα αυτά είναι πράγματα του σήμερα. Δεν υπήρχε άλλος τρόπος να το ανεβάσω, σεβόμενος βέβαια το χρόνο και το χώρο όπου ο συγγραφέας καταθέτει ότι αυτό συμβαίνει».
Δεν ξέρω τι με παρέσυρε περισσότερο σε εκείνη την πρόβα τζενεράλε. Ίσως να ήταν το πάθος των ηθοποιών, η δυναμική της Εβελίνας Παπούλια, η μυστηριώδης αύρα του Γιάννη Στάνκογλου, η ικανότητα του Γιάννη Ζουγανέλη να ισορροπεί την κωμικότητα με τη σοβαρότητα, όπως ακριβώς και η ίδια η παράσταση, το μπρίο της Θεοδώρας Τζήμου, ο αυτοέλεγχος του Γιώργου Κοψιδά. Ίσως να ήταν οι καλόγουστες ατάκες και οι γήινοι διάλογοι της Μυρτώς Κοντοβά, ίσως τα τραγούδια που έχουν προσαρμοστεί στο σήμερα, η ζωντανή ορχήστρα του Αλέξιου Πρίφτη ακριβώς μπροστά μου ή τα επιβλητικά σκηνικά του Μανόλη Παντελιδάκη. Ίσως πάλι να ήταν τα φαντασμαγορικά κουστούμια επίσης του Απόλλωνα Παπαθεοχάρη, οι δυναμικές χορογραφίες της Chali Jennings ή η σκηνοθεσία του Απόλλωνα που πραγματικά φαίνεται βγαλμένη από μεγάλες παραγωγές του εξωτερικού.
Μοιάζει γεννημένος για το μιούζικαλ, άλλωστε ο Απόλλωνας, γιος του επιχειρηματία Γιάννη Παπαθεοχάρη, που δραστηριοποιείται στην ψυχαγωγία και της καλλιτέχνιδας Νίκης Παπαθεοχάρη, είναι ένα κράμα μουσικής εμπειρίας και πολιτιστικής παιδείας, αλλά δεν μπορώ να αντισταθώ στο να τον ρωτήσω πώς αποφάσισε ο ίδιος να ασχοληθεί με αυτό. «Εγώ ξεκίνησα τη σκηνοθεσία μέσα από τη μουσική. Σκηνοθέτησα μουσικές παραγωγές, video clips και μουσικά βραβεία. Έχω γεννηθεί μέσα στη μουσική. Την κατέχω. Κατέχω το ρυθμό της. Ξέρω τι θέλει το κοινό για να αναδείξεις κάτι μουσικό και θεώρησα πως είναι μια πολύ καλή μετάβαση για μένα ώστε να ασχοληθώ με την πρόζα των ηθοποιών μέσα από ένα μιούζικαλ».
Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία πως με το Victor Victoria ο Απόλλωνας κολυμπάει σε βαθιά νερά. Και ίσως να υπήρξε και ένα εγχείρημα που ξεπερνούσε τη φαντασία του, όταν είδε για πρώτη φορά την ταινία του 1982 στη μεγάλη οθόνη, με την Τζούλι Άντριους και του έμεινε χαραγμένη στο μυαλό. «Το μιούζικαλ έχει δυσκολίες γιατί έχει μουσική, έχει τραγούδι. Το συγκεκριμένο έργο ιδιαίτερα έχει πολύ έντονο δραματουργικό χαρακτήρα. Είναι και έργο, δεν είναι μόνο μιούζικαλ. Έχει αρκετή πρόζα και έντονη δράση. Έχει τις δυσκολίες μιας μεγάλης παραγωγής». Αλλά ο Απόλλωνας έχει μάθει από μικρό παιδί να βουτάει μέσα στο διαφορετικό, στην καινοτομία, αυτό που εφάρμοσε και ο πατέρας του στην ψυχαγωγία αλλά και να συνδυάζει διαφορετικά καλλιτεχνικά πράγματα με δημιουργική μαεστρία, όπως και η μητέρα του που ασχολείται με τη γλυπτική, τη στιχουργική και την ποίηση και την οποία συμβουλεύεται στη δουλειά του. «Η μητέρα μου είναι καλλιτέχνις, έχει εμπειρία, έχει ωραία ματιά, συγκεκριμένη».
Και με αυτό το υπόβαθρο, η φρέσκια σκηνοθετική ματιά του Απόλλωνα διανθίζεται με την προσωπικότητά του. «Τα βιώματά μου καταθέτω πάνω στην σκηνοθεσία και την εικαστική μου δημιουργία». Ο Απόλλωνας Παπαθεοχάρης είναι αυτό που λέμε παθιασμένος με αυτό που κάνει, παίρνει προσωπικά τη δουλειά του, μπαίνει στο πετσί του σκηνοθετικού του ρόλου, ψάχνεται ώρες ατελείωτες για να φέρει το αποτέλεσμα στο δικό του ιδανικό και αυτό είναι κάτι που πιστεύω αντιλαμβάνεται οποιοσδήποτε τον έχει ζήσει στις πρόβες του Victor Victoria. Ο Απόλλωνας είναι διαφορετικός με το δικό του τρόπο, κοινωνικός ως γνήσιος Τοξότης και παρόλο που στην συγκεκριμένη παράσταση είναι ο σκηνοθέτης και ο επιχειρηματίας, είναι οικείος με την ομάδα του και τους ηθοποιούς του σαν να είναι ο κολλητός τους. Μέχρι τα φώτα να σβήσουν, η ορχήστρα να ξεκινήσει να παίζει και ο χρόνος να σταματήσει. Τότε έχει μπροστά του μόνο τον Victor, την Victoria, τον Toddy, την Norma, τον King Marchand. «Αν το έργο πάει και ανέβει όπως το φαντάζομαι, σίγουρα θα είναι αυτό που με έχει κάνει να αισθανθώ πιο έντονα στη δουλειά μου».
Όσο για το τι να περιμένουμε από εκείνον το επόμενο διάστημα, «Κάτσε να δούμε τι μας επιφυλάσσει το μέλλον» που απαντά με πραγματική περιέργεια. «Πολλά έχω στο μυαλό μου, ίσως και κάποια ταινία». Ό,τι του δίνει έναυσμα να ξεδιπλώνει το πάθος και τη δημιουργικότητά του, καλοδεχούμενο, θα έλεγα εγώ.
Ημέρες και ώρες παραστάσεων: Τετάρτη ώρα 20:00
Πέμπτη, Παρασκευή, Σάββατο ώρα 21:00
Κυριακή ώρα 19:00
Τιμές εισιτηρίων: 15 €, 20 €, 25 €, 30 €, 35 €, 40 €, 45 €
Κάθε Πέμπτη γενική είσοδος 20 €
(διατηρείται και η τιμή των 15 €)
Φοιτητικό & ανέργων 15 €
Προπώληση: Ταμεία θεάτρου Πάνθεον – www.pantheontheater.gr
Δίκτυο καταστημάτων ΓΕΡΜΑΝΟΣ και www.tickethour.com