O Πάνος Βλάχος μιλά στο Nou-Pou πριν ανέβει στο αεροπλάνο για Αμερική
Όλα όσα μας είπε ο πρωταγωνιστής του 'Μην Αρχίζεις την Μουρμούρα' μερικές μέρες πριν την μεγάλη αναχώρηση.
- 15/10/2015
- Κείμενο: NouPou.gr
Είναι Δευτέρα πρωί, γύρω στις 11, και ο 21χρονος φοιτητής του τμήματος Τμήμα Ναυτιλιακών Σπουδών του Πανεπιστημίου Πειραιώς έχει μόλις ολοκληρώσει την καθημερινή τρίωρη ποδηλατική του προπόνηση από το σπίτι του στην Βούλα ως το Σούνιο και πίσω. Για άλλη μια φορά αλλάζει ρούχα, βάζει γραβάτα και μπαίνει στα γραφεία της ναυτιλιακής στην Βούλα που δουλεύει εδώ και 1 1/2 χρόνο. Για την ακρίβεια για τελευταία φορά, αφού το ίδιο μεσημέρι παραιτείται, επειδή οι απαιτήσεις της δουλειάς δεν μπορούσαν να συνδυαστούν με τις πρόβες για την θεατρική παράσταση που είχε ξεκινήσει, βγάζει τη γραβάτα, ανοίγει την πόρτα και ξεκινά, με ένα τεράστιο χαμόγελο στο πρόσωπο, την επόμενη φάση της ζωής του.
Αυτή θα ήταν η πρώτη σκηνή σε μια πιθανή βιογραφία του Πάνου Βλάχου, αν ποτέ μου δινόταν η ευκαιρία να την σκηνοθετήσω. Ο ίδιος, πάντως, είναι, όπως το συνηθίζει, πολύ πιο σεμνός και μετρημένος. Και στην σχετική περιγραφή παραπάνω και συνολικά.
‘Παραιτήθηκα όταν είδα ότι δεν μπορώ να συνδυάσω αυτά τα δυο πράγματα. Το όλο θέμα μου προέκυψε εντελώς τυχαία. Εκείνη την εποχή έπαιζα στο ‘Ξύπνα Βασίλη’ στο ερασιτεχνικό θεατρικό εργαστήρι του Δήμου Βούλας, με είδε ο Βασίλης Χριστόμογλου και με πήρε στην παράσταση που ανέβαζε. Ήταν για μένα πολύ μεγάλη στροφή. Και παραμένει. Σκέψου ότι η ναυτιλία πήγαινε σούπερ. Ήταν κάτι σίγουρο. Ήθελα όμως να ζήσω την ζωή μου όπως θέλω εγώ. Τη στιγμή της παραίτησης ένοιωσα όμορφα. Αισθανόμουν ότι κάνω καλά, όχι απαραίτητα ότι θα πετύχω σε κάτι’
Μια δεκαετία μετά ο Πάνος, που έχει επίσης υπάρξει ταλαντούχο αμυντικό χαφ στον Άρη Βούλας και στο Καλαμάκι (‘σταμάτησα γιατί δεν προλάβαινα λόγω σπουδών’) και βοηθός σερβιτόρου στο Destijl (‘Ήταν η πρώτη μου δουλειά, το καλοκαίρι που ήμουν 19 ετών. Δεν ήμουν καν σερβιτόρος. Κουβάλαγα σαμπανιέρες και μάζευα τα ποτήρια’), οφείλει να αισθάνεται πλήρως δικαιωμένος.
Πέρα από την τρομακτική επιτυχία του ‘Μην Αρχίζεις την Μουρμούρα’ που τον μετέτρεψε στον αγαπημένο μας ‘Χαρούλη’ (και του έθνους και συγκεκριμένα του σπιτιού μου, αφού η 5χρονη κόρη μου τον λατρεύει), καθώς επίσης τα ‘Βασιλιάδες’ και ‘Love in the End’, τα δυο τελευταία χρόνια βρέθηκε και στην Επίδαυρο με δυο εξαιρετικές παραστάσεις (πέρυσι τους ‘Βατράχους’, φέτος τις ‘Εκκλησιάζουσες’).
‘Ήταν κάτι που με συγκλόνισε και μου άφησε άφησε ένα συναίσθημα που είναι ζωντανό. Γενικά μου αρέσει να νοιώθω τα πράγματα έντονα. Η αλήθεια είναι πως δεν ονειρεύομαι κάτι συγκεκριμένο. Δεν πίστευα ποτέ ότι θα πάω Επίδαυρο. Όπως δεν πίστευα ποτέ ότι θα κάνω τον δίσκο που μόλις κυκλοφόρησε (σ.σ. ονομάζεται τα ‘Τα παιχνίδια των παιδιών’, μόλις κυκλοφόρησε από το Ogdoo και περιλαμβάνει τραγούδια σε στίχους και μουσική Πάνου Βλάχου. Συμμετέχουν οι Χρήστος Θηβαίος, Μίλτος Πασχαλίδης, Ιωάννα Λέκκα & Χριστίνα Μαξούρη). Προέκυψε στη ζωή μου αυτή η ανάγκη να εκφραστώ μέσα από την μουσική, όπως προέκυψε η ανάγκη να εκφραστώ μέσα από την υποκριτική’
H αλήθεια είναι ότι ο Πάνος ήταν ανέκαθεν καλλιτεχνική φύση. Κάτι που μπορούν να επιβεβαιώσουν όσοι ήταν παρόντες στα παρκάκια γύρω από το 1ο Λύκειο Βούλας, όπου συνήθιζε, μετά το σχολείο, να αράζει με τους φίλους του και να μιλούν για τις ώρες. Με εκείνον πάντα εξοπλισμένο με μια κιθάρα’
‘Ναι, ήμουν ‘κανταδόρος’ τύπου. Μαζευόμασταν, λέγαμε τραγούδια και μιλάγαμε για τους έρωτες μας και για ότι άλλο μπορείς να φανταστείς. Είναι μια ομάδα ανθρώπων που υπεραγαπώ και, που ακόμη και σήμερα, που οι περισσότεροι βρίσκονται εκτός Ελλάδας, συνεχίζουμε να μιλάμε για εκείνη την εποχή. Μας συνδέει όχι μόνο το γεγονός ότι μεγαλώσαμε μαζί, αλλά ότι συνεχίζουμε να έχουμε κοινή αντίληψη γύρω από τη ζωή’
Μια κοινή αντίληψη που, χωρίς να μου το διευκρινίσει, θεωρώ δεδομένο ότι συμπεριλαμβάνει το να αποφεύγει πεισματικά να μιλάει για την προσωπική του ζωή (βλέπε την σχέση του με την Ιωάννα Τριανταφυλλίδου, με το ‘combo’ ζευγάρι στη σειρά, ζευγάρι στη ζωή να τους έχει κάνει αγαπημένους ‘στόχους’ κουτσομπολίστικων περιοδικών)
‘Δεν με απασχολεί τι λένε. Απλώς με κάνουν κάποιες φορές να αγανακτώ και να δυσανασχετώ όταν παρεμβαίνουν στον τρόπο με τον οποίο έχω επιλέξει να ζω. Αν και εγώ, τελικά, ζω ακριβώς όπως ζούσα. Απλώς, πολλές φορές, ο κόσμος είναι χυδαίος, και όταν επιλέγεις να μην εκφράζεσαι δημόσια, κυριαρχεί κάτι που εσύ δεν έχεις σχολιάσει ποτέ. Είναι ή δεν είναι αλήθεια’
Μια κοινή αντίληψη για τη ζωή που επίσης συμπεριλαμβάνει το ‘θράσος’, με την καλή έννοια, να έχει μεγάλα (βλέπε υπερατλαντικά όνειρα) χωρίς να αισθάνεται την ανάγκη, όπως η πλειοψηφία των συναδέλφων του που έχουν επιχειρήσει να ζήσουν το Αμερικάνικο Όνειρο, να τα ανακοινώσει. Για αυτό και το μόνο που μου δηλώνει σχετικά, όταν τον ρωτάω για τα δεκάδες δημοσιεύματα περί αναχώρησής του για ΗΠΑ, είναι
‘Κάνω όσα πράγματα με γεμίζουν και με καλύπτουν, όσο καλύτερα μπορώ και προσπαθώ να είμαι δημιουργικός κάθε μέρα. Το τι σκοπεύω να κάνω στο μέλλον και το τι σκέφτομαι εγώ και τι σχεδιάζω, δεν αφορά κανέναν άλλο πέρα από τον εαυτό μου’
Μια απάντηση που συνδυάζεται μούρλια με εκείνη που μου έδωσε όταν, αφού μου μίλησε ‘υποτιμητικά’ για τον τον εαυτό του ως οργανοπαίκτη (‘Δεν είμαι καλός, αλλά τα κουτσοκαταφέρνω σε αρκετά έγχορδα’), τον ρώτησα σε τι τελικά θεωρεί τον εαυτό του καλό. Πότε λέει καλή κουβέντα για τον εαυτό του.
‘Κοίτα, ή πιστεύω, στην ιδιωτική μου συζήτηση, ότι είμαι ο καλύτερος σε όλο τον κόσμο και το κρύβω ή ξέρω πραγματικά τον αληθινό μου εαυτό. Αυτό κανείς δεν το ξέρει’
Επιστρέφοντας πίσω στην εικόνα του Πάνου, στο παρκάκι, με την κιθάρα στο χέρι, οφείλουμε να επισημάνουμε ότι αυτή είναι η μια από τις δυο χαρακτηριστικές που έχουν για εκείνον όσοι τον γνωρίζουν καλά και από παλιά. Η άλλη είναι εκείνη πάνω σε ένα ποδήλατο, επί της παραλιακής.
‘Πέρα από την καθημερινή μου πρωινή διαδρομή με ποδήλατο από Βούλα μέχρι Σούνιο και πίσω, η αγαπημένη μου Κυριακάτικη ιεροτελεστία, επί επτά χρόνια, ήταν η τριαθλητική μου προπόνηση που περιελάμβανε ποδήλατο ως το Σούνιο, τρέξιμο, κολύμβηση στο Μώλο Βουλιαγμένης και μετά σουβλάκι στην πλατεία Βούλας και βάφλα με λευκή και μαύρη σοκολάτα, κομμένη φράουλα, μπισκότο, Ferrero Rose και Lila Pause στο Waffle House στην Βουλιαγμένη. 7.500 θερμίδες μπας και ισιώσω’
Το τρίαθλο ήταν το δεύτερο ‘στάδιο’ στην αγωνιστική εξέλιξη του Πάνου που ξεκίνησε από mountain bike, πέρασε στο ορεινό τρέξιμο, συμμετείχε στο Abu Dhabi Internation Triathlon το 2010 και, πλέον, ασχολείται συστηματικά με τους αγώνες υπερ-αποστάσεων. Ο τελευταίος ήταν η συμμετοχή του, εκτός συναγωνισμού στο 33ο Σπάρταθλο, τον 245χλμ υπεραμαραθώνιο Αθήνας-Σπάρτης, με τους διοργανωτές να δίνουν 15 ευρώ στην Εταιρία Προστασίας Σπαστικών για κάθε χλμ. που εκείνος θα κατάφερνε να τρέξει. (Τελικά έτρεξε 116 χλμ, 16 πάνω από το προηγούμενο ρεκόρ του).
Ναι, μιλάμε για τον ορισμό του ‘Νους υγιής εν σώματι υγιεί’. Αν και η ουσία εδώ δεν κρύβεται στον αριθμό των χιλιομέτρων αλλά στο γιατί τρέχει. Τι είναι αυτό που τον κυνηγά;
‘Ή τρέχεις για να ξεχάσεις ή για να θυμηθείς. Είναι σαν τη διαφορά του λαικού τραγουδιού με το ποπ. Το λαικό μας κάνει να θυμόμαστε και το pop να ξεχνάμε. Έτσι είναι και το τρέξιμο. Όταν φτάνεις τον εαυτό σου σε τέτοια κατάσταση ή θυμάσαι ποιος και τι πραγματικά είσαι ή ξεχνάς αυτά που σε βαραίνουν. Πάντως, και στις δυο περιπτώσεις, μετά είσαι πιο ανάλαφρος και έχεις περισσότερη ισορροπία. Και εγώ έχω θέματα με την ισορροπία μου. Το τρέξιμο και γενικά ο πόνος σε εξαγνίζει. Εκείνος ο πόνος που έχει να κάνει πάντα με μια πνευματική διεργασία και δεν είναι μόνο πόνος μαζοχιστικός. Και επειδή το τρέξιμο έχει κάτι καθαρά πνευματικό, νομίζω ότι εξαγνίζει. Όπως εξαγνίζει το να παίζεις σε μια θεατρική παράσταση, που έχει και ιδρώτα αλλά έχει και ψυχή’
Εξαιρετική, ομολογώ, η ταύτιση του τρεξίματος στο μαραθώνιο με το τι αισθάνεσαι όταν είσαι πάνω στη σκηνή. (‘Το ίδιο είναι. Ο άνθρωπος λειτουργεί ως σύνολο. Εγώ έτσι το αντιλαμβάνομαι. Ότι είσαι πολυπράγμων γιατί όλα αυτά συνθέτουν ένα κοινό παζλ’). Αλλά εννοείται πως δεν θα άφηνα το σχόλιο περί ισορροπίας να πέσει στο πάτωμα και να σκονιστεί. Τι ακριβώς, εννοείς, Πάνο;
‘Η ζωή είναι, ξέρεις, λίγο περίεργης ταχύτητας και εγώ είμαι υπεραγχωτικός. Αγχώνομαι να μην απογοητεύσω ανθρώπους που αγαπάω και με αγαπάνε’
Και ο έρωτας; Αυτός σε φέρνει σε ισορροπία ή σε βγάζει εκτός;
‘Και τα δυο. Βασικά ο έρωτας σου κάνει αυτό που θέλεις να πάθεις, αλλά δεν το ομολογείς. Αυτό όμως είναι προσωπικό ζήτημα’
Κατανοητό και τέρμα η συζήτηση περί αυτού. Άλλωστε προτιμώ να μιλήσουμε λίγο παραπάνω για νότιες αναμνήσεις.
‘Έχω ένα χρόνο που έχω μετακομίσει από τα νότια προάστια. Μου λείπει το πρωινό τρίωρο ποδήλατο στην παραλιακή και ότι μπορούσα να κάνω μπάνιο στον Μώλο στην Βουλιαγμένη με τους φίλους μου ως και τον Οκτώβρη. Το σούρουπο εκεί είναι εκπληκτικό. Εντελώς ζεν. Ειδικά στις αρχές Μαΐου ή στις αρχές Οκτωβρίου’
Για νότια Βουλιώτικα στέκια.
‘Η παραλία κάτω από το σπίτι μου στον Κόκκινο Βράχο, ο Μώλος στην Βουλιαγμένη, το πάρκο κάτω από το γήπεδο του Άρη Βούλας, το εμπορικό κέντρο Πλανήτης, που δεν υπάρχει πια, και το θερινό σινεμά Βιολέτα στην πλατεία Βούλας, που επίσης δεν υπάρχει πια. Εκεί πήγα το πρώτο ραντεβού μου. Ήμουν 6 ετών και είχα πάει με μια κοπέλα, την Χαρά, να δούμε το My Girl με τον Macaulay Culkin’
Και, τέλος, για νότιες ‘αλητείες’
‘Είχαμε ένα αστείο στην παρέα, την εποχή που μόλις είχαμε πάρει τα διπλώματα μας, όπου ο ένας έβαζε κλαδιά πάνω στο αυτοκίνητο του άλλου. Πηγαίνοντας ένα βράδυ στο Balux για να συναντήσω τον κολλητό μου τον Ίωνα, βλέπω μπροστά μου, παρκαρισμένο επί της παραλιακής, το αυτοκίνητο του. Οπότε κατεβαίνω και αρχίζω να του βάζω κάτι κώνους που βρήκα πάνω του. Εκείνη την στιγμή περνάει ένα περιπολικό. Εγώ τους λέω ‘Μην ανησυχείτε, πλάκα κάνω’. Δεν πείστηκαν και με μάζεψαν στο τμήμα για εξακρίβωση. Στην πορεία κατάλαβαν ότι είμαι βλαμμένο και με άφησαν να φύγω’
Τι μένει για το τέλος; Ένα ακόμη καλή τύχη για ένα σπάνιο χαρακτήρα. Και, που’σαι, Πάνο, μην αγχώνεσαι. Και, όποτε σου λείπουν τα νότια, μπαίνε στο nou-pou για να παίρνεις μια γεύση.