Το Παλαιό Φάληρο της Μαρίας Ναυπλιώτου
Η ηθοποιός Μαρία Ναυπλιώτου μέσα από τη στήλη της Lifo μας ξεναγεί στo δικό της Παλαιό Φάληρο.
- 15/01/2015
- Κείμενο: NouPou.gr
“Γεννήθηκα στου Μακρυγιάννη και στα 8 μου μετακομίσαμε στο Παλαιό Φάληρο γιατί η μητέρα μου αγαπούσε πολύ τη θάλασσα. Πήραμε αυτό το υπέροχο σπίτι εδώ, το πατρικό μου, στο οποίο εξακολουθώ και μένω ακόμα και σήμερα. Το σπίτι βλέπει στη θάλασσα και μέσα σε αυτό είναι συγκεντρωμένες οι περισσότερες ενθυμήσεις της ζωής μου.”
“Το Φάληρο είναι ευνοημένη περιοχή εξαιτίας της εγγύτητάς της με τη θάλασσα. Διαθέτει μεγάλους δρόμους, σωστά πεζοδρόμια, υπάρχει μια ασφάλεια που για τη δική μου γενιά είχε λειτουργήσει ευεργετικά. Τα παιδιά μπορούσαν να παίζουν στους δρόμους στις γειτονιές, δεν υπήρχε ο φόβος που κυριαρχεί σήμερα. Ξέγνοιαστα χρόνια! Όταν ήμουν μικρή, διατηρούνταν ακόμα εκείνα τα παλιά εγκαταλελειμμένα σπίτια, οι εξοχικές παραθεριστικές κατοικίες των πλούσιων αστών που τα επόμενα χρόνια δόθηκαν αντιπαροχή. Όμορφα κτίρια, απλά φτιαγμένα, που τα χρησιμοποιούσαμε για αρχηγεία στις εξορμήσεις μας. Διαμορφώναμε τις σοφίτες και τα κελάρια τους και η κάθε ομάδα είχε το δικό της ορμητήριο. Πώς δεν σκοτωθήκαμε εκεί μέσα… Παίζαμε στους δρόμους μέχρι πολύ αργά, χωρίς να μας ψάχνει κανείς. Την ώρα που έπρεπε να γυρίσουμε σπίτι το βράδυ, μπορούσες να ακούσεις από τα μπαλκόνια μαμάδες να κράζουν διάφορα ονόματα και τα παιδιά να απαντούν «… σε ένα τέταρτο»!”
“Τότε στα περίπτερα κυκλοφορούσαν ακόμα περιοδικά soft πορνό με φωτογραφίες ή εικονογραφημένα. Με τις «συμμοριτοπαρέες» μας, σε πολύ μικρή ηλικία, είχαμε μεγάλη περιέργεια να δούμε τι περιείχαν. Έτσι, εκ περιτροπής, κάποιος πήγαινε στον περιπτερά και ζητούσε ένα σχετικό περιοδικό μαζί με τσιγάρα, υποτίθεται, για μια θεία μας. Το ξεφυλλίζαμε όλοι μαζί με τρομερή περιέργεια και την επόμενη μέρα το επιστρέφαμε για να πάρουμε κάποιο άλλο. Μεγαλώνοντας το κόψαμε, ήμασταν 8-10 χρονών τότε. Οι γονείς μου δεν το έμαθαν ποτέ. Αυτή η σκανταλιά ήταν μια ένδειξη γειτονιάς που έχει περάσει ανεπιστρεπτί, το ότι σκαρώναμε τέτοια πράγματα, απολύτως συνωμοτικά και με και εχεμύθεια”.
“Μπάνιο κάναμε εδώ, στις ακτές του Φαλήρου, παρά την αίσθηση ότι ήταν βρόμικες. Υπάρχουν ακόμα λουόμενοι, οι παραλίες έχουν καθαρίσει κι έχουν κερδίσει και γαλάζιες σημαίες. Στην εφηβεία συντηρούσαμε μια παλιά παράδοση στο σχολείο μου –το οποίο δεν ήταν καθόλου commeilfaut– για την τελευταία μέρα του σχολικού έτους. Για κάποιο μυστηριώδη λόγο, για να γιορτάσουμε τη λήξη των μαθημάτων γιαουρτωνόμασταν και ρίχναμε αυγά ο ένας στον άλλο, το προαύλιο γινόταν αγνώριστο κι έπειτα κατεβαίναμε όλοι μαζί και πέφταμε στη θάλασσα από τον κυματοθραύστη για να καθαριστούμε”.
“Η φάση τότε ήταν «Ρόδα, τσάντα και κοπάνα» και οι πιο γοητευτικοί τύποι ήταν εκείνοι που καβάλαγαν τα μηχανάκια. Υπήρχαν αντιπαλότητες ανάμεσα στα γειτονικά σχολεία, γίνονταν τσαμπουκάδες, είχαν μπει ναρκωτικά και για μια περίοδο, όταν ήμουν στο γυμνάσιο, το σχολείο μου περιφρουρούνταν από αστυνομικές δυνάμεις. Μπορεί και να το έχω ονειρευτεί, βέβαια, αυτό. Εκείνη την εποχή είχε ανοίξει το πρώτο μπεργκεράδικο της εποχής, έξω από το οποίο συχνάζαμε, ενώ ακριβώς απέναντι βρισκόταν το πρώτο δισκάδικο. Βινύλια στο Φάληρο! Το πρώτο που χαζέψαμε εκστατικά λόγω της προβοκατόρικης για την εποχή αισθητικής του ήταν φυσικά το «Likeavirgin» της Μαντόνα. Τότε στο ραδιόφωνο δεν άκουγες ξένη μουσική. Ο ραδιοφωνικός παραγωγός Γιάννης Πετρίδης κάποια μεσημέρια, για μια ώρα την εβδομάδα, έβαζε «ξένα». Τρέχαμε με τον αδερφό μου μετά το σχολείο σαν τρελοί για να πατήσουμε το rec στο κασετόφωνο και να μαγνητοφωνήσουμε τις εκπομπές. Έχω ακόμα αυτές τις κασέτες στην αποθήκη. Αυτά ήταν τα hotspots της περιοχής, μαζί με τα προαύλια των εκκλησιών, του Αγίου Αλεξάνδρου και της Παναγίτσας. Τα καλοκαίρια τα πέρναγα εδώ, εκτός από τον Αύγουστο, που έπαιρνε άδεια ο πατέρας μου και φεύγαμε για Κρήτη, στο χωριό της μαμάς που βρίσκεται στους πρόποδες του Ψηλορείτη”.
“Τα πρώτα ερωτικά σκιρτήματα πυροδοτήθηκαν σε εκείνα τα μεγάλα σχολικά πάρτι, που περιμέναμε ευλαβικά να αποσυρθούν οι γονείς στα μέσα δωμάτια για να σταματήσουμε να χορεύουμε στοιχισμένοι. Και, φυσικά, στους ετήσιους χορούς που γίνονταν στα μεγάλα ξενοδοχεία, στο Coral και στο Poseidon. Εκεί ξεκίνησαν όλα! Πολύ προχωρημένες καταστάσεις για την εποχή”.
“Όταν πέθαναν οι γονείς μου, σκέφτηκα να μετακομίσω στο κέντρο. Το πατρικό μου, όμως, είναι η προίκα μου, όπως και να το κάνουμε. Έτσι, αποφάσισα να το ανακαινίσω πλήρως, αφού πρόκειται για ένα πραγματικά πολύ όμορφο σπίτι. Παρόλο που αγαπώ πολύ το κέντρο και συχνάζω εκεί λόγω της δουλειάς, το Φάληρο μου προσφέρει την ψευδαίσθηση της αποστασιοποίησης από τα προβλήματα της πόλης. Άσε που η Συγγρού είναι ένας δρόμος χωρίς φανάρια και μπορείς να βρίσκεσαι σε 10 λεπτά στο κέντρο”.
“Η θάλασσα, βέβαια, είναι το κυρίαρχο στοιχείο του Φαλήρου. Μπορείς να περπατήσεις κατά μήκος της ακτής, να τρέξεις ή να κάνεις ποδήλατο μέχρι το Καλαμάκι ή μέχρι το Νέο Φάληρο. Με ένα βιβλίο κι έναν καφέ στο χέρι να αράζεις στον κυματοθραύστη και να περνάς πολλές όμορφες ώρες εκεί. Όταν έχει καλό καιρό, συναντάς τους πάντες σε αυτή την περατζάδα: οικογένειες με παιδάκια, σκυλιά –για τα οποία, μάλιστα, υπάρχει και ειδικός χώρος–, ζευγάρια, ψαράδες, τρελούς σαν εμένα, με το βιβλίο στο χέρι, να ατενίζουν τον ορίζοντα, μπας και κάτι τους φανερωθεί… Μου αρέσει πολύ και το Skipper’s, στη μαρίνα του Αλίμου, πηγαίνω εκεί πολλά χρόνια, σταθερά”.
“Με τα παλιά σπίτια, η ατμόσφαιρα ήταν κάπως διαφορετική. Αυτή η αίσθηση τώρα ίσως έχει χαθεί, αλλά για μένα εξακολουθεί και είναι η γειτονιά μου και η αλήθεια είναι ότι πρόκειται για μια περιοχή «νοικοκυραίων». Με τους γείτονές μου, ας πούμε, την Έφη, τον Χρήστο, τον Βασίλη και την Αριστέα γνωριζόμαστε τριάντα χρόνια. Είναι οικογένεια: ζητάς ένα λεμόνι, σου κρατούν το σκυλί όταν λείπεις. Οι κουζίνες μας επικοινωνούν με φωταγωγό και τα καλοκαίρια πίνουμε το καφεδάκι μας και τα λέμε από τα παράθυρα. Είναι ένας αυθεντικός δεσμός που έχω αναπτύξει με τα χρόνια. Δεν υπάρχει το στοιχείο του κουτσομπολιού και η διάθεση να κρυφτώ από τους γείτονές μου. Αντίθετα, τα λέω όλα μαζί τους. Στους γύρω δρόμους υπάρχουν γνωστές φυσιογνωμίες από τότε που ήμουν παιδί. Ο Χρήστος έχει το καλύτερο μικρό ντελικατέσεν του Φαλήρου, το Έγγαλο, με προϊόντα από την Κρήτη. Σταθερή αξία! Όπως και το μανάβικο της Ιωάννας, που είναι δίπλα στο καλύτερο χασάπικο! Με αυτούς τους ανθρώπους καλημεριζόμαστε καθημερινά. Αυτή η οικειότητα, ότι έχεις μια θέση εδώ που σου ανήκει δικαιωματικά, για μένα είναι ανεκτίμητη”.
Πηγή: Lifo.gr
ΦΩΤΟ: ΠΑΡΙΣ ΤΑΒΙΤΙΑΝ