Ο Αργύρης Παπαργυρόπουλος μας πηγαίνει μια βόλτα στ’ «Αστέρια»
Το μεγαλύτερο αφιέρωμα που έγινε ποτέ για τη ΓλυφάδαΤις δεκαετίες του '80 και του '90 τα Αστέρια, το θρυλικό κέντρο της παραλιακής λεωφόρου, ήταν για τους νότιους μεταμεσονύκτιος προορισμός, συνήθως μετά από διασκέδαση στα μπαράκια της Γλυφάδας. Στο μαγαζί που άφησε ιστορία μπορούσε όποιος ήθελε να πάει με blue jean, χωρίς να έχει κλείσει τραπέζι, ακόμα και για ένα τελευταίο ποτό στο μπαρ λίγο πριν τελειώσει το πρόγραμμα. Άλλωστε σχεδόν όλοι γνώριζαν τον Αργύρη Παπαργυρόπουλο, τον ιδιοκτήτη του κέντρου από το 1981, στον οποίο τα Αστέρια οφείλουν τη δεύτερη χρυσή εποχή τους.
- 16/09/2021
- Κείμενο: Γεωργία Βαμβακερού
- Φωτογραφίες: Νίκος Μυλωνάς
Τη δεκαετία του ‘30 στα «μεικτά λουτρά» της πλαζ των Αστεριών -της χερσονήσου της Πούντας, όπως ονομαζόταν αυτή η πανέμορφη ακτογραμμή στην αρχαιότητα- υπήρχε «περίπτερο χορού λουομένων». Οι νέοι του Μεσοπολέμου, αφού έκαναν εκεί τα μπάνια τους, κορίτσια αγόρια μαζί για πρώτη φορά στη χώρα μας, χόρευαν και διασκέδαζαν – πάντα με ευπρέπεια βέβαια, όπως το καλούσαν τα ήθη της εποχής. Μετά τον πόλεμο, την δεκαετία του ‘50, τα Αστέρια, που είχαν καταστραφεί στην Kατοχή, ξαναφτιάχνονται από τον ΕΟΤ και το σχέδιο προβλέπει μέσα σε όλα και «Κέντρο Διασκέδασης». Κι έτσι ξεκινάει η ιστορία του νυχτερινού κέντρου με τη μεγαλύτερη ίσως λάμψη στην ιστορία της χώρας μας.
Μέχρι τα μέσα δεκαετίας του ’70, το κέντρο Αστέρια είναι στην κορυφή της νυχτερινής ζωής της Αθήνας. Ωστόσο, καθώς τα κέντρα και τα κλαμπ αντικαθίστανται στα ‘80s από τις ντίσκο κι ο κόσμος θέλει περισσότερο θέαμα, τα Αστέρια παρακμάζουν. Τότε περνούν στα χέρια ενός επιχειρηματία που έχει σπουδάσει καλά τη νύχτα, του Αργύρη Παπαργυρόπουλου, ο οποίος υπογράφει τη δεύτερη χρυσή τους περίοδο.
«Όλα άρχισαν το 1980, την εποχή που τα Αστέρια της Γλυφάδας, το κέντρο διασκέδασης που είχε φιλοξενήσει τους μεγαλύτερους καλλιτέχνες και τα μεγαλύτερα συγκροτήματα του κόσμου, ήταν σε παρακμή. Εγώ είχα το κέντρο Αθηναία στο Κολωνάκι κι ήταν φίλος μου ο Κώστας Βουτσάς, ο οποίος ήρθε στο μαγαζί ένα βράδι και μου σύστησε τον διευθυντή των Αστεριών, τον κ. Χρόνη Στεργιόπουλο, έναν εξαιρετικό άνθρωπο. Εκείνο το βράδυ λοιπόν του λέει ο Βουτσάς: “Γιατί δεν δίνεις τα Αστέρια στον Αργύρη, που πάει καλά και θα τα αναδείξει;”. Έτσι, το 1981 πήρα τα Αστέρια. Τότε λειτουργούσαν οι καμπάνες, η πλαζ με τις ξαπλώστρες της πάντα γεμάτη κόσμο, οι πετσέτες με τους λουόμενους γέμιζαν το γκαζόν, οι εγκαταστάσεις της πλαζ είχαν γήπεδα τένις μέσα, είχε και beach volley κι έρχονταν όλοι οι επώνυμοι. Όλη η κοσμική Αθήνα σε μια πλαζ».
«Όταν ανέλαβα λοιπόν το μαγαζί, έκανα κάτι πολύ πρωτότυπο για την εποχή. Έβαλα μέσα τρεις πίστες. Τα εγκαίνια έγιναν με τη Ζανέτ Καπούγια, τον μαέστρο του Ντέμη Ρούσου και μια Αμερικανίδα τραγουδίστρια, που είχε κάνει τότε δυο τρία σουξέ, μαζί με δυο χορεύτριες που χόρευαν με rolling skate και στις τρεις πίστες. Πήδαγαν με τα skate από τη μία πίστα στην άλλη κι από κάτω γινόταν χαμός από τον κόσμο».
«Στα εγκαίνια έγινε χαμός! Μαζεύτηκε χιλιάδες κόσμου, εγώ δεν μπορούσα να τους εξυπηρετήσω, μπλοκάραμε. Πήγαιναν στην πλατεία της Γλυφάδας και στο Bussola, το ιταλικό εστιατόριο απέναντι, για να πάρουν φαγητό γιατί η κουζίνα μας δεν προλάβαινε. Εγώ πού να τα βγάλω πέρα με τόσον κόσμο; Η πρώτη εβδομάδα ήταν δραματική για εμάς. Είχαμε δέκα σερβιτόρους και χρειαζόμασταν τριάντα. Από κει κι έπειτα ήταν μια πολύ επιτυχημένη σεζόν κι εγώ, σύμφωνα με το πνεύμα της εποχής, το συνέχισα με λαϊκά. Όχι σκυλάδικα, ποτέ σκυλάδικα, γιατί τα Αστέρια ήταν ένα elegant μαγαζί κι εγώ δεν το άφησα ποτέ να χάσει την αίγλη του. Άλλωστε από αυτό το μαγαζί στο παρελθόν είχαν περάσει μεγάλοι καλλιτέχνες διεθνούς φήμης. Μέχρι κι ο μεγάλος Χάρυ Μπελαφόντε».
«Έφερα λοιπόν την Κανελλίδου και τη Ζαχά και την Χριστιάννα με καταπληκτικό σόου. Ήταν βλέπεις μια περίοδος που ο κόσμος πήγαινε πολύ στα μαγαζιά, χόρευε, γλεντούσε, ανέβαινε στα τραπέζια, οπότε προσαρμόστηκα κι εγώ στην εποχή αλλά προσπαθούσα πάντα να κρατήσω αξιοπρεπή τον χώρο – και νομίζω ότι τα κατάφερα καλά».
«Σχεδόν όλο το ελληνικό πεντάγραμμο πέρασε από τα Αστέρια. Βοσκόπουλος, Κόκκοτας, Πουλόπουλος, Βίσση, Γαρμπή, Κωνσταντίνα. Όλοι. Από αυτό το κέντρο πέρασαν και διασκέδασαν επίσης πολλοί Έλληνες και ξένοι επώνυμοι, αρχηγοί κρατών, γαλαζοαίματοι, υπουργοί, πρωθυπουργοί. Όποιον ερχόταν επίσκεψη στην Ελλάδα, το βράδυ τον έφερναν να διασκεδάσει στα Αστέρια».
«Ο ίδιος ο Κωνσταντίνος Καραμανλής είχε έρθει στο μαγαζί. Θυμάμαι ότι ήταν σαν να είχε μαγνητικό πεδίο γύρω του, περνούσε και σηκωνόταν ο κόσμος. Μάγευε. Του ζήτησα να βγούμε μαζί μια φωτογραφία και του φωτογράφου από την ταραχή, του έπεσε κάτω η μηχανή κι έσπασε. Αλλά κι ο Ανδρέας Παπανδρέου ήταν μόνιμα εδώ. Ερχόταν στις πρεμιέρες, έφερνε την παρέα του και πάντα χόρευε».
«Το 1990, τα Αστέρια πήραν φωτιά και κάηκαν εντελώς. Καταστροφή. Μόλις είχα γυρίσει στο σπίτι κι ήρθε ένας γείτονας και μου το είπε. Πήγα στο μαγαζί και είδα αποκαΐδια. Τότε, σήκωσα ψηλά τα μανίκια, μετέφερα τους χορούς που είχα ήδη κλείσει στο διπλανό μαγαζί, στην πισίνα, και το ξαναφτιάξαμε από την αρχή».
«Στα Αστέρια έμεινα τριανταπέντε χρόνια. Αυτό το μαγαζί είναι η ζωή μου όλη. Εκεί παντρεύτηκα, στα Αστέρια, μέσα στη θάλασσα βάφτισα και τα δυο παιδιά μου, όλες οι αναμνήσεις μου είναι εκεί».
«Για πολύ καιρό έζησα στις καμπάνες, μαζί με τον κουμπάρο μου, τον Τόλη Βοσκόπουλο. Είχε χωρίσει από τη Μαρινέλλα τον καιρό που πήρα εγώ τα Αστέρια κι ήρθε να μείνει στις καμπάνες. Είχαμε ήδη μια φιλία κι όταν γίναμε γείτονες η φιλία μας έδεσε ακόμα περισσότερο. Ο Βοσκόπουλος έκανε μεγάλη επιτυχία στα Αστέρια. Μεγάλη επιτυχία έκαναν και η Βίσση ο Τερζής, ο Κόκκοτας, η Μαίρη Λίντα, η Πόλυ Πάνου αλλά και νέα παιδιά τότε, ο Κιάμος, ο Ρόκκος, η Πέγκυ Ζήνα κι άλλοι πολλοί».
«Ξέρεις, όλη η ζωή μου, περίπου εξήντα χρόνια, ήταν τα κέντρα διασκέδασης. Και περίπου πενήντα χρόνια δούλεψα με φίρμες. Με καλλιτέχνες που ο κόσμος θαυμάζει, τους ζητάει αυτόγραφα, τους έχει ινδάλματα, εγώ είχα την ευκαιρία να τους συναναστραφώ, να πιω μαζί τους έναν καφέ, ένα τσιπουράκι, ένα ουισκάκι, να καλαμπουρίσουμε. Αυτοί μπορεί να ήταν ο Μπιθικώτσης, ο Παπαϊωάννου, ο Τσιτσάνης, ο Αγγελόπουλος, ο Καζαντζίδης. Σκέψου τώρα τι λέγαμε και τι κάναμε. Πήρα πολλά πράγματα από όλους αυτούς. Τους σπούδασα. Κατάλαβα ότι ήταν άνθρωποι με τις αδυναμίες και τα πάθη τους».
«Ξέρεις ποιος ήταν ο σημαντικότερος ρόλος μου; Ποτέ δεν μόνιασαν οι καλλιτέχνες. Έπαιρναν φωτιά τα καμαρίνια. Κι εγώ έπρεπε από καμαρίνι σε καμαρίνια λέω ψέματα, να μονιάσουν οι καλλιτέχνες, να μην τσακώνονται ποιος θα βγει πρώτος, ποιος δεύτερος, ποιος θα τραγουδήσει περισσότερη ώρα και να τους φέρω βόλτα να μην έχουμε γκρίνιες για να δουλέψουν όλοι αγαπημένοι για το μαγαζί. Από την στιγμή που σταματούσαν να βρίζονται μεταξύ τους κι άρχισαν να βρίζουν όλοι μαζί εμένα, έφτιαχνε το κλίμα κι η ατμόσφαιρα κι όλο αυτό έβγαινε στη σκηνή».
«Κάπως έτσι ζήσαμε τη δεύτερη χρυσή εποχή των Αστεριών. Και τώρα ελπίζουμε στην τρίτη, με τη μεγάλη επένδυση. Χαίρομαι που τώρα τα Αστέρια αναμορφώνονται κι είναι μέσα κι ο κ. Παπαθεοχάρης, ο οποίος έχει και γούστο και εμπειρία, αγαπάει τη δουλειά του και μαζί με την Grivalia κάνουν καταπληκτικά πράγματα. Και τα Αστέρια, προς όφελος της Γλυφάδας, θα γίνουν καλύτερα από κάθε άλλη εποχή. Είμαι σίγουρος ότι θα γίνουν και πάλι ένα κόσμημα».