Η Νέα Σμύρνη του Κρίτωνα Πουλή
Ο σεφ που γνωρίσαμε από τα ζαχαροπλαστεία Bon Bon Fait Maison, αλλά και το νεοσύστατο L'atelier της Αθήνας, μας αφηγείται νοσταλγικές ιστορίες από τη γειτονιά στην οποία μεγάλωσε, τη Νέα Σμύρνη, και μοιράζεται αναμνήσεις από τις πιο αγαπημένες του μαγείρισσες, τη μητέρα και τη γιαγιά του.
- 09/02/2023
- Κείμενο: Γεωργία Περιμένη
Γνωστός σεφ και ζαχαροπλάστης, ο Κρίτωνας Πουλής μπορεί να μην ζει πια στα νότια προάστια, όμως οι μνήμες από την παιδική και εφηβική του ηλικία στη Νέα Σμύρνη είναι χαραγμένες καλά στο μυαλό του. Εκεί, στο πατρικό του σπίτι, στην κουζίνα της μητέρας του άλλωστε, μπήκε μέσα του το μικρόβιο της μαγειρικής και της ζαχαροπλαστικής.
Πίσω στον χρόνο, θυμάται μια Νέα Σμύρνη εντελώς διαφορετική από τώρα, αυτή «της γειτονιάς», όπου όλοι λίγο – πολύ γνωρίζονταν. Χρόνια τα οποία και εκείνος, όπως πολλά παιδιά τότε, περνούσε ώρες εκτός σπιτιού στην πολυσύχναστη πλατεία, εκεί, στο σημείο συνάντησης με την παρέα. «Η πλατεία τότε ήταν πολύ διαφορετική σε σχέση με τώρα. Όλα ήταν λίγο πιο ατόφια, δεν υπήρχε καν ο πεζόδρομος, υπήρχε πιο πολύ πράσινο, πιο πολλά παιδιά που έπαιζαν έξω», μου εξηγεί.
Ο ίδιος μέχρι και την Γ’ γυμνασίου φοίτησε στη Λεόντειο Σχολή Νέας Σμύρνης και αργότερα αποφοίτησε από το 3ο Λύκειο της πόλης. Από μικρός ντυνόταν ζαχαροπλάστης και μεγαλώνοντας, στο Λύκειο, έκανε συλλογή από βιβλία μαγειρικής, τα οποία αγόραζε από το θρυλικό βιβλιοπωλείο Κάουφμαν στη Σταδίου, στο κέντρο.
Τα αξέχαστα κυριακάτικα τραπέζια στο σπίτι
Must για τον Κρίτωνα στη Νέα Σμύρνη αποτελούσαν τα σουβλάκια του «Λευτέρη», ωστόσο θυμάται πως το κυριακάτικο τραπέζι ήταν μια σταθερή συνήθεια. «Μεγάλωσα σε μια οικογένεια στην οποία και η μητέρα και η γιαγιά μου αγαπούσαν πολύ τη μαγειρική και μαγείρευαν συνεχώς. Τουλάχιστον μια φορά την εβδομάδα – επειδή και η γιαγιά μου έμενε επίσης στη Νέα Σμύρνη- την Κυριακή, είχαμε το καθιερωμένο οικογενειακό τραπέζι, στο οποίο ακόμη και τα γλυκά τα έφτιαχναν η μητέρα με τη γιαγιά μου. Έδιναν πραγματικά ρεσιτάλ μαγειρικής. Έφτιαχναν αυτά τα εκπληκτικά, τόσο cozy, μαμαδίστικα φαγητά που όλοι λαχταράμε, και φρόντιζαν όλα να είναι στην εντέλεια στο τραπέζι. Δεν αγοράζαμε σχεδόν τίποτα απ’ έξω, γιατί ήθελαν πάντα να ξέρουν τι ακριβώς περιέχει αυτό που σερβίρουν στα πιάτα μας».
Αν μη τι άλλο, και εκείνος θυμάται πως πάντα έμπαινε στην κουζίνα. Μπλεκόταν στα πόδια της μητέρας του, έκανε τους πρώτους του πειραματισμούς στον κόσμο του φαγητού και του γλυκού. «Τις περισσότερες φορές ήμουν μαζί με τη μητέρα μου στην κουζίνα, από πολύ μικρός. Ήταν κάτι που μου άρεσε πάρα πολύ».
Όπως μου εξομολογείται, όλη αυτή η γευστική «παιδεία» που έλαβε από την οικογένειά του, σίγουρα τον επηρέασε στην πορεία που ακολούθησε. Οι γεύσεις είναι για εκείνον ανάμνηση. Οι αναμνήσεις που είχε από τότε εντυπώθηκαν στον εγκέφαλό του και όσες περισσότερες αποκτούσε, τόσο περισσότερο εμπλούτιζε την εμπειρία και τη γνώση του στον κλάδο. Απέκτησε έτσι μια βάση, για να φτάσει στο επίπεδο που βρίσκεται σήμερα. «Έμαθα από πολύ μικρός να ξεχωρίζω το γευστικό από το άνοστο, το αλμυρό από το ανάλατο, και πάει λέγοντας». Είχε πάντα περιέργεια για το πώς φτιάχνεται κάθε προϊόν. Πάντα ρωτούσε τη μητέρα του και δοκίμαζε τα πάντα.
Τα ατίθασα νιάτα της Νέας Σμύρνης
Οξύμωρο είναι το γεγονός ότι ο ίδιος σπούδασε ζαχαροπλαστική στη σχολή Le Cordon Bleu στο Παρίσι, παρόλα αυτά, όπως παραδέχεται, στο σχολείο αντιπαθούσε τα γαλλικά. Αντιθέτως, οι «σκανταλιές» στην πλατεία της Νέας Σμύρνης –και όχι μόνο– ήταν αυτό που λέμε το φόρτε του, όπως ίσχυε και για τα περισσότερα παιδιά της ηλικίας του. «Τις περισσότερες κοπάνες από το σχολείο τις έχω περάσει στην πλατεία Νέας Σμύρνης. Στα καφέ, στο Coffee Avenue, το Ethnic και άλλα στέκια, περνώντας ώρες ολόκληρες, σε όλα τα the places to be, της εποχής», αποκαλύπτει. Θυμάται πως περνούσε ατελείωτες ώρες στα μπιλιαρδάδικα και τα σινεμά της πόλης. «Και φυσικά στο γήπεδο, πάντα με Πανιώνιο».
Σε πιο «άγριες» καταστάσεις, θυμάται τις ατελείωτες βόλτες με τα ποδήλατα και αργότερα με τα μηχανάκια. Αυτές τις «απαγορευμένες» στιγμές, που εξιτάρουν κάθε έφηβο, ίσως τότε με λίγο πιο αυθεντικό τρόπο, γιατί δεν το έκαναν για κανένα post στο Instagram. «Ζούσαμε απλά τη στιγμή, χωρίς να έχουμε να την ποστάρουμε κάπου», αναφέρει χαρακτηριστικά.
Δυστυχώς πια, λόγω των αυξημένων υποχρεώσεων, δεν καταφέρνει να βρίσκεται συχνά στη γειτονιά που μεγάλωσε, ούτε βγαίνει εκεί. Ξέρει όμως το γεγονός ότι όπως και σε όλη την Αθήνα, το γαστρονομικό επίπεδο της περιοχής ολοένα και εξελίσσεται. Όσο για το αν θα δούμε κάποιο δικό του μαγαζί στη Νέα Σμύρνη ή στα νότια; Αυτή τη στιγμή οι αυξημένες υποχρεώσεις και οι συνθήκες δεν του το επιτρέπουν, όμως δεν αποκλείει τίποτα και επιφυλάσσεται για το μέλλον.