Η ζωή της Σοφίας Μπεκατώρου δεν μετριέται σε ναυτικά μίλια, αλλά σε κατακτήσεις
Ολυμπιονίκης, πρόσωπο του #Metoo, Νότια, υποψήφια Ευρωβουλευτής. Η Σοφία Μπεκατώρου είναι ένα πρόσωπο που σε εμπνέει, είτε με τις αθλητικές της επιδόσεις είτε με το θάρρος της να ανοίξει πρώτη τη δημόσια συζήτηση για τη σεξουαλική κακοποίηση. Μιλώντας μαζί της διαπιστώνεις ότι στη ζωή της δεν αφήνει τα εμπόδια να την νικήσουν, θέτει στόχους και δεν σταματάει να αγωνίζεται για τις αλλαγές που θα ήθελε να δει, τόσο στον αθλητισμό όσο και στην κοινωνία.
- 05/06/2024
- Κείμενο: Μάρω Σενετάκη
- Φωτογραφίες: Δημήτρης Καπάνταης (SOOC)
Δύο φορές Ολυμπιονίκης και κάτοχος χρυσών μεταλλίων σε Παγκόσμια Πρωταθλήματα ιστιοπλοΐας, η Σοφία Μπεκατώρου φοίτησε επίσης στη Σχολή Πολιτικών Μηχανικών του Εθνικού Μετσοβίου Πολυτεχνείου – που ήταν ο στόχος της ως μαθήτρια – και είναι πτυχιούχος του Τμήματος Ψυχολογίας του Παντείου Πανεπιστημίου. Το 2020 ήταν ο άνθρωπος που κατάφερε να ανοίξει τη συζήτηση για την κακοποίηση στη χώρα μας – το ελληνικό #Metoo – μέσα από τη δική της, δημόσια εξομολόγηση για τη σεξουαλική κακοποίηση που είχε δεχθεί στο παρελθόν από παράγοντα του αθλητισμού και σήμερα, αποφάσισε να αγωνιστεί σε μια διαφορετική πίστα, αυτή της πολιτικής, ούσα υποψήφια στις Ευρωεκλογές με τον ΣΥΡΙΖΑ – ΠΣ.
Αν έπρεπε να συνοψίσουμε το βιογραφικό της Σοφίας Μπεκατώρου σε λίγες γραμμές, τα παραπάνω θα μπορούσαμε να πούμε ότι είναι οι πιο αντιπροσωπευτικοί σταθμοί στην πορεία της. Σε αυτήν την πρώτη συνάντηση μαζί της ωστόσο, αποφασίσαμε να μη μείνουμε μόνο εκεί, αλλά να γνωρίσουμε και τη Νότια Σοφία, που γεννήθηκε στο Παλαιό Φάληρο, έμαθε ιστιοπλοΐα στον Ναυτικό Όμιλο Τζιτζιφιών Καλλιθέας και πλέον ζει με τα δύο της παιδιά στη Βάρκιζα.
Της ζητήσαμε να μας μιλήσει για την αθλητική της πορεία και τις δυσκολίες που συνάντησε στη διαδρομή της, ενώ η ίδια αναφέρει ποιες αλλαγές θα ήθελε να δει στον Αθλητισμό. Φτάνοντας στο κίνημα #Metoo, η Σοφία Μπεκατώρου επιλέγει να μιλήσει περισσότερο για το πώς θα έπρεπε να διαμορφωθούν οι διαδικασίες, ώστε να προστατεύονται οι γυναίκες που κακοποιούνται, ενώ δεν θα μπορούσαμε να μην τη ρωτήσουμε για την απόφασή της να κατέβει στις Ευρωεκλογές, τους στόχους που θέτει και πώς η ίδια βλέπει την Πολιτική και τους Πολιτικούς.
Ας τα πάρουμε από την αρχή. Μεγαλώσατε στο Παλαιό Φάληρο. Τι θυμάστε από τα παιδικά σας χρόνια στο νότια προάστια;
Θυμάμαι τα παιχνίδια στην πυλωτή, το λάστιχο με τις φίλες και τα παιδιά στη γειτονιά, το καθημερινό περπάτημα για το σχολείο και τα παιχνίδια στο προαύλιο.
Η ιστιοπλοΐα πώς μπήκε στη ζωή σας;
Η ιστιοπλοΐα ήρθε ανάμεσα σε άλλα αγωνίσματα που έκανα, γιατί ασχολούμουν επίσης με το τένις, το κολύμπι, την ενόργανη, έκανα και προσκοπισμό. Καθώς περνούσε ο καιρός, μείωνα τα υπόλοιπα και αφιέρωνα περισσότερο χρόνο στον ιστιοπλοΐα. Ήταν και ένα άθλημα που άρεσε πολύ στον πατέρα μου, οπότε με έναν τρόπο ένιωθα κι εγώ αυτόν τον ενθουσιασμό μέσα από την οικογένεια. Στη συνέχεια όμως, με συνέπαιρνε και εμένα ο χρόνος στη θάλασσα και οι εναλλαγές του φυσικού τοπίου κρατούσαν το ενδιαφέρον μου. Επίσης, το γεγονός ότι ήμουν κάθε Σαββατοκύριακο μέσα στο σκάφος που μας έδιναν από τον Όμιλο, μου έδινε την αίσθηση ότι τα καταφέρνω – και αυτό μου άρεσε.
Ποια είναι η διαδρομή για ένα παιδί 7 ετών, που ξεκινάει μαθήματα ιστιοπλοΐας, μέχρι να φτάσει να γίνει Ολυμπιονίκης;
Απέχει πολύ το ένα από το άλλο και δεν ξεκίνησα ποτέ την ιστιοπλοΐα επειδή ήθελα να γίνω Ολυμπιονίκης. Ξεκίνησα γιατί περνούσα πολύ καλά σε αυτό το αγώνισμα. Ο πρωταθλητισμός ήρθε σαν φυσική συνέπεια, καθώς στην πορεία η ενασχόληση με την ιστιοπλοΐα έγινε σε πιο αγωνιστικό επίπεδο – είχαμε προπονητές που αγαπούσαν πολύ να συμμετέχουμε σε αγώνες, οπότε είχαμε γυρίσει όλη την Ελλάδα από πολύ μικρή ηλικία και χωρίς τους γονείς μας. Ήταν σαν εκδρομές με θεματική, οπότε οι εμπειρίες μου ήταν πολύ ωραίες και αν και δε ζούσα μια συμβατική ζωή όπως άλλα παιδιά στην ηλικία μου, μου άρεσε ο ανταγωνισμός, το τεχνικό κομμάτι που έχει να κάνει με τον εξοπλισμό και να δαμάζω τα κύματα.
Σε ηλικία 16 ετών αγωνιζόμουν σε μονοθέσιο σκάφος και μέσα από τη συμμετοχή μου σε αγώνες του εξωτερικού διαπίστωσα ότι τεχνογνωσία μας και η υποστήριξη από το κράτος γι’ αυτήν την κατηγορία ήταν πολύ μικρή. Κατάλαβα ότι θα ήταν πάρα πολύ δύσκολο να αγωνιστώ σε αυτήν την κατηγορία, θα έπρεπε να φύγω στο εξωτερικό και να ζω μόνιμα εκεί για να αποκτήσω τεχνογνωσία. Στην ηλικία των 16 όμως αυτό δεν ήταν εφικτό, συν του ότι είχα βάλει στόχο να μπω στο Πολυτεχνείο, οπότε είχα μειώσει τον χρόνο που αφιέρωνα στην ιστιοπλοΐα για να διαβάζω. Στο πρώτο έτος λοιπόν, έχοντας περάσει αρχικά στο ΤΕΙ Δομικών Έργων, σκέφτηκα “ποιο άλλο σκάφος γνωρίζουμε στην Ελλάδα καλύτερα;”. Τότε είχαμε παγκόσμιους πρωταθλητές τους Ανδρέα Κοσματόπουλο και Κώστα Τριγκώνη, που ήταν ήδη στην κορυφή του κόσμου και συνειδητοποίησα ότι σε ένα τέτοιο σκάφος υπάρχει τεχνογνωσία στην οποία μπορούσα να βασιστώ.
Έτσι, σε ηλικία 19 ετών, πρότεινα στην Αιμιλία Τσουλφά -η οποία είχε σταματήσει με τη συναθλήτριά της μετά τους Ολυμπιακούς Αγώνες στην Ατλάντα- να δοκιμάσουμε, να δούμε αν ταιριάζουμε αγωνιστικά και θέλουμε να κάνουμε μια προσπάθεια από κοινού, με στόχο να διεκδικήσουμε μια Ολυμπιακή διάκριση.
Θέτοντας πολύ αυστηρά κριτήρια, μετά από ενάμιση χρόνο συνεργασίας, λάβαμε την πρώτη μας διάκριση στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα και βάλαμε πλώρη για το Σίδνεϋ. Στη διαδρομή αυτή κερδίσαμε το Παγκόσμιο και το Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα την ίδια χρονιά και πήγαμε ως φαβορί στους Ολυμπιακούς. Εκεί δυστυχώς κάναμε μια ατυχή επιλογή σε σχέση με τον εξοπλισμό μας, ήταν και η πρώτη μου Ολυμπιάδα, οπότε έγιναν λάθη και από την 3η θέση που διεκδικούσαμε πέσαμε στη 13η. Ήταν ένα πολύ γερό χαστούκι και έπρεπε μετά να σκεφτούμε αν αντέχουμε να κάνουμε άλλη μία προσπάθεια.
Μετά από έξι μήνες, λοιπόν, αποφασίσαμε ότι θα ξεκινήσουμε μια προσπάθεια ακόμα – ήταν και στη χώρα μας άλλωστε οι Ολυμπιακοί Αγώνες το 2004, οπότε θέλαμε πολύ να αγωνιστούμε. Καταφέραμε με πολλή προσπάθεια να έχουμε επιστημονικούς συνεργάτες και χρηματοδότηση που μπορούσε να εξασφαλίσει την εργασία όλων αυτών των ανθρώπων γύρω από την ομάδα μας.
Ποια είναι η πιο δύσκολη στιγμή που θυμάστε από αυτή τη διαδρομή;
Τρεις μήνες πριν τους Ολυμπιακούς της Αθήνας από την υπερκόπωση έσπασε ένας δίσκος στη σπονδυλική μου στήλη, κατά τη διάρκεια του Παγκοσμίου Πρωταθλήματος στην Κροατία. Για κάποιο διάστημα δεν μπορούσα ούτε να περπατήσω, οπότε έπρεπε να γίνει μια φοβερή διαχείριση. Έπρεπε να πάρουμε αποφάσεις τόσο σχετικά με την υγεία μου όσο και για το αγωνιστικό κομμάτι. Όλη η ομάδα ήταν σε μεγάλη δυσκολία. Αποφασίσαμε μετά την εγχείρηση που έγινε στην Ελλάδα, να πάω στη Γερμανία όπου έκανα δύο μήνες αποθεραπεία και γύρισα στην Ελλάδα ένα μήνα πριν τους Ολυμπιακούς, περπατώντας ελάχιστα. Το θέμα δεν ήταν αν ήμουν σε καλή φυσική κατάσταση, αλλά να μπορώ να περπατάω.
Στο διάστημα αυτό είχαμε υποστήριξη στην ομάδα, ώστε η Αιμιλία να κάνει προπόνηση με έναν συναθλητή για να μένει σε φόρμα και ενώ όλες οι ομάδες προπονούνταν εντατικά, όταν επέστρεψα κάναμε 5 λεπτά, 10 λεπτά, 15 λεπτά προπόνηση, προσθέτοντας κάθε μέρα και λίγο χρόνο ακόμη, μέχρι που λίγο πριν τους Ολυμπιακούς είχαμε φτάσει στις τρεις ώρες, που ήταν το σύνολο του χρόνου που περνάγαμε στη θάλασσα όταν αγωνιζόμασταν.
Κάπως έτσι ξεκινήσαμε, σίγουρα εγώ δεν ήμουν σε καλή φόρμα, σωματικά κυρίως, γιατί πνευματικά προσπαθούσα να επιστρατεύσω ό,τι στρατηγική ικανότητα είχα. Αντίστοιχα, με την Αιμιλία γνωριζόμασταν πάρα πολύ καλά, η κίνηση της μίας ήταν η συνέχεια της άλλης και αυτό δεν ξεχνιέται. Έτσι, με ένα κλίμα πίστης, ξεκινήσαμε τον αγώνα, που τελικά είχε ως αποτέλεσμα το χρυσό μετάλλιο.
Δείτε αυτή τη δημοσίευση στο Instagram.Η δημοσίευση κοινοποιήθηκε από το χρήστη Sofia Bekatorou OLY (@sofiabekatorou)
Έχουμε πιστεύετε στην Ελλάδα επαρκείς εγκαταστάσεις για να διευκολύνουμε τα παιδιά να προχωρήσουν στον αθλητισμό και τους αθλητές να πετυχαίνουν τους στόχους τους;
Θα μιλήσω περισσότερο για το άθλημα της ιστιοπλοΐας, όπου δεν είναι τόσο οι εγκαταστάσεις που δημιουργούν ένα κλίμα ανάπτυξης, όσο το ανθρώπινο δυναμικό.
Στην Ελλάδα αυτό που δυστυχώς δεν έχουμε κάνει είναι να επενδύουμε στην τεχνογνωσία και στην εμπειρία των αθλητών. Δηλαδή να δημιουργούμε συνθήκες ώστε να μένουν οι άνθρωποι που έχουν εμπειρία στον χώρο και να μεταφέρουν τη γνώση τους στους επόμενους, για να εξελιχθούν. Επίσης, δεν υπάρχει εκσυγχρονισμός με βάση τις νέες κατηγορίες, με αποτέλεσμα στους φετινούς Ολυμπιακούς Αγώνες, για παράδειγμα, να δούμε μειωμένη συμμετοχή – κάποια σκάφη δεν τα έχουμε καθόλου, δεν έχουν προκριθεί αθλητές μας, δεν μπορέσαμε να στηρίξουμε το να μπουν οι αθλητές σε καινούργια σκάφη γιατί αυτό έχει κόστος.
Βέβαια, όλα έχουν κόστος και πρέπει να δούμε πώς αξιοποιούμε τους πόρους μας και τι μακροπρόθεσμα πλάνα έχουμε. Στην αρχή όλα είναι δύσκολα, αλλά όταν υπάρχει προγραμματισμός και συγκεκριμένη φιλοσοφία, μπορεί να υπάρξει ανάπτυξη.
Στην Ελλάδα βλέπουμε μια εξόντωση των μικρών σε ηλικία αθλητών, με αποτέλεσμα γύρω στην ηλικία των 15 να αποσύρονται γιατί έχουν ήδη καεί. Χρειάζεται να παρέχουμε στους νέους αθλητές περισσότερη επιστημονική υποστήριξη από ειδικούς, που θα προκύψει μέσα από μακροχρόνιες συνεργασίες.
Για να γενικεύσω λίγο το θέμα του αθλητισμού, στην Ελλάδα δεν υπάρχει μια «ομπρέλα». Ακόμη και από την κορυφή της πυραμίδας, το αρμόδιο υπουργείο, θεωρώ ότι δεν έχουν περάσει πολλοί άνθρωποι σχετικοί με τον αθλητισμό, οπότε αυτό έχει ως αποτέλεσμα να γίνονται πράγματα που δεν συνδέονται μεταξύ τους. Αν όντως επενδύσουμε στο να δημιουργήσουμε ολοκληρωμένους ανθρώπους που θα μπορούν να λειτουργήσουν και σε άλλους χώρους με αυτοπεποίθηση, να είναι υγιείς και να σέβονται τον συνάνθρωπό τους – οι αξίες που θα έπρεπε να είναι η βάση του αθλητισμού – σε μια οκταετία ή δεκαετία μπορούμε να δούμε έναν άλλο αθλητισμό στην Ελλάδα.
Ο πρωταθλητισμός από την άλλη, θα πρέπει να είναι πιο στοχευμένος και, επειδή κοστίζει, θα έπρεπε να υπάρχει μια σύνδεση και με τον ιδιωτικό τομέα, να δημιουργηθούν «κανάλια» ώστε οι εταιρείες να στηρίζουν τους αθλητές. Μέχρι τώρα, ο αθλητισμός στη χώρα μας μένει ψηλά γιατί έχουμε αθλητές που ξεχωρίζουν και αναδεικνύονται με τη δική τους υπερπροσπάθεια. Εννοείται ότι χρειαζόμαστε τον πρωταθλητισμό, γιατί τα πρότυπα είναι που θα τραβήξουν περισσότερα παιδιά στον αθλητισμό, αλλά χρειάζεται μια διαφορετική παρέμβαση για να δημιουργηθεί ένα υγιές και βιώσιμο μοντέλο που θα στηρίζει πρωταθλητές τώρα και στο μέλλον.
Εσείς ξεκινήσατε προπονήσεις στον Ναυτικό Όμιλο Τζιτζιφιών Καλλιθέας. Ποια είναι η κατάσταση σήμερα με τους αθλητικούς συλλόγους στα νότια;
Πήγα αρχικά στο Ναυτικό Όμιλο Παλαιού Φαλήρου, αλλά μου είπαν ότι ήμουν πολύ μικρή, οπότε πήγα στις Τζιτζιφιές Καλλιθέας και έμεινα εκεί 30 χρόνια. Σήμερα βρίσκομαι στον Ναυτικό Όμιλο Βουλιαγμένης. Θεωρώ ότι οι Όμιλοι δεν έχουν προχωρήσει ιδιαίτερα. Έχουν μείνει πίσω σε εκσυγχρονισμό και κυρίως σε νοοτροπίες και αυτό νομίζω ότι είναι το μεγαλύτερο πρόβλημα. Δεν θέλουν τόσο την ανάπτυξη, αυτή είναι η δική μου συνειδητοποίηση. Θα έπρεπε να υπάρχει η δυνατότητα όποιος το επιθυμεί να μπορεί να κάνει ιστιοπλοΐα σε έναν Όμιλο, χωρίς να χρειάζεται να έχει δικό του σκάφος, να είναι συγκεκριμένης ηλικίας, να έχει ταυτότητα αθλητού. Όπως συμβαίνει και σε άλλα αθλήματα, δηλαδή. Σε μία χώρα με τόση θάλασσα θα έπρεπε αυτά να είναι εύκολα και όχι να απευθύνονται σε λίγους.
Για να σας δώσω ένα παράδειγμα του πώς μπορεί να υπάρχει ανάπτυξη στο συγκεκριμένο άθλημα, πριν από μερικά χρόνια είχα φτιάξει ένα πρόγραμμα σε συνεργασία με το Διαδραστικό Ευρωπαϊκό Σχολείο, με στόχο την ανάπτυξη νέων αθλητών ιστιοπλοΐας, για να έχουν θεωρητική και πρακτική κατάρτιση. Το πρόγραμμα λειτούργησε για τρία έτη και το αγκάλιασαν παιδιά και γονείς. Μέσα από το θεωρητικό κομμάτι που κάναμε στο σχολείο, τα παιδιά μάθαιναν μέσα από πειράματα πώς λειτουργεί ο άνεμος και η πλευστότητα ενός σκάφους, είδαν τη μηχανική και τους κεντρίσαμε το ενδιαφέρον να καταλάβουν πώς λειτουργεί το σκάφος.
Το πρόγραμμα πλαισιώθηκε και με τα μαθήματα στη θάλασσα, όπου πέρα από την ιστιοπλοΐα και ανάλογα με την ηλικία των παιδιών μπορεί να παίζαμε μέσα στα σκάφη στη θάλασσα, κάναμε κολύμπι, ψάρεμα. Κάναμε πολλά πράγματα για να περνάμε καλά και αυτό ήταν ένα σημείο αναφοράς για τη διαπαιδαγώγηση των παιδιών και το χτίσιμο υγιών σχέσεων μεταξύ τους. Δεν υπήρχε κάτι ανάλογο σε κάποιον Όμιλο.
Δείτε αυτή τη δημοσίευση στο Instagram.Η δημοσίευση κοινοποιήθηκε από το χρήστη Sofia Bekatorou OLY (@sofiabekatorou)
Είστε η πρωτεργάτρια του κινήματος #Metoo στην Ελλάδα και η αλήθεια είναι ότι η δική σας εξομολόγηση άνοιξε τον δρόμο ώστε τουλάχιστον να καταρρεύσει μια κουλτούρα σιωπής. Πού θεωρείτε ότι βρίσκεται σήμερα το κίνημα στη χώρα μας;
Αρχικά να σας πω ότι δεν υπάρχει κάποιο κίνημα και δεν θεωρώ τον εαυτό μου πρωτεργάτρια. Απλώς το γεγονός ότι είχα μια αναγνωσιμότητα έδωσε τη δυνατότητα και σε άλλες γυναίκες να μιλήσουν, γιατί είδαν μια διαφορετική ενδεχομένως αντιμετώπιση όταν μίλησα εγώ. Το πρόβλημα είναι τεράστιο, μία στις δύο γυναίκες κακοποιείται ή παρενοχλείται και ένας από τους λόγους που μπαίνω στον χώρο της πολιτικής είναι ότι παρότι υπάρχουν τρόποι παρέμβασης, δεν εφαρμόζονται.
Πώς θεωρείτε ότι θα έπρεπε να διαμορφωθούν οι διαδικασίες ώστε να προστατεύονται πραγματικά οι γυναίκες που κακοποιούνται;
Όπως προανέφερα, υπάρχουν τρόποι παρέμβασης, υπάρχουν και νόμοι, αλλά χρειάζεται μια διασύνδεση, μια διατομεακή παρέμβαση φορέων, ώστε να καταπολεμηθεί ο κυκεώνας γραφειοκρατίας. Ο επιζών ή η επιζώσα θα έπρεπε να έρχεται σε επαφή με ένα μόνο πρόσωπο αναφοράς, το οποίο θα μπορεί να προσφέρει αυτά που χρειάζεται το κακοποιημένο άτομο, χωρίς να υπάρχει δευτερογενής κακοποίηση, δηλαδή χωρίς να πηγαίνει το θύμα σε κάποια υπηρεσία να λέει ξανά και ξανά την ιστορία του, να το πιστεύουν ή όχι, να λέει και να προτείνει ο καθένας ό,τι θέλει. Χρειάζεται να υπάρχει ένας άνθρωπος στον οποίο να μπορεί να απευθυνθεί και να βοηθηθεί και στη συνέχεια να υπάρχει ένα σύστημα που θα λειτουργεί από μόνο του, προσφέροντας υπηρεσίες φροντίδας, ψυχοκοινωνικής στήριξης, καθώς και νομική βοήθεια στηρίζοντας όσους δεν έχουν την οικονομική δυνατότητα να μπουν σε ένα κυκεώνα νομικών διαδικασιών. Παράλληλα, θα πρέπει το σύστημα της δικαιοσύνης να μην λειτουργεί με τόσο αργό τρόπο.
Οπότε, όσον αφορά τουλάχιστον το θέμα της ενδοοικογενειακής βίας, χρειάζεται διαφορετική αντιμετώπιση. Στην Ισλανδία, για παράδειγμα, το Κέντρο Οικογενειακής Δικαιοσύνης λειτουργεί με μεγάλη επιτυχία, παρέχοντας υποστήριξη με την παρουσία αστυνομικού, εισαγγελέα, ψυχολόγου και κοινωνικού λειτουργού, ενώ υπάρχει και άμεση έκδοση μέτρων. Διαχειρίζονται την κατάσταση όπως χρειάζεται και δεν κινδυνεύουν τα θύματα. Επίσης, σε αντίθεση με ό,τι συμβαίνει στην Ελλάδα όπου το θύμα εκκινεί τις διαδικασίες, στην Ισλανδία η ευθύνη μεταφέρεται στην αστυνομία όταν καλείται σε περιστατικό ενδοοικογενειακής βίας – εκείνοι συλλέγουν όλες τις πληροφορίες, έχουν μαζί κοινωνικούς λειτουργούς και ψυχολόγους και απομακρύνεται ο δράστης από το σπίτι, δεν ψάχνει η γυναίκα πού θα μείνει ούτε πού θα πάει τα παιδιά της.
Εδώ να αναφέρουμε ότι ένα ακόμη πολύ σημαντικό θέμα στην Ελλάδα είναι ότι οι ξενώνες φιλοξενίας μπορούν να φιλοξενήσουν ένα άτομο από δύο έως έξι μήνες. Μία γυναίκα όμως που αποφασίζει να φύγει από το σπίτι της δεν μπορεί να μην ξέρει πού θα μείνει μετά από έξι μήνες. Επιπλέον, δεν έχουμε ξενώνες άμεσης φιλοξενίας – για να φιλοξενηθεί πρέπει πρώτα να κλείσει ραντεβού σε δημόσιο νοσοκομείο, να κάνει εξετάσεις, για να μπορέσει να αξιολογηθεί ο φάκελός της.
Ως άνθρωπος που έχει βιώσει κακοποίηση αλλά και ως ψυχολόγος, τι θα συμβουλεύατε όσους βιώνουν κακοποίηση αλλά διστάζουν να μιλήσουν;
Πολύ εύστοχη η ερώτησή σας, γιατί πολλοί βιάζονται να πουν «ζεις ένα δράμα, μίλησε». Το κράτος είναι υπεύθυνο όταν λέει σε κάποιον να μιλήσει, να μπορεί να βοηθήσει κιόλας και οι διαδικασίες που εφαρμόζει όντως να ανακουφίζουν και να μην θέτουν σε κίνδυνο το άτομο. Επειδή το φαινόμενο της ενδοοικογενειακής βίας συνεπάγεται ότι δέχεσαι την κακοποίηση από πολύ κοντινό σου άτομο, δεν είναι τόσο εύκολο να το συνειδητοποιήσει το ίδιο το θύμα. Και είναι πολύ σημαντικό να κατανοήσουμε ότι οι άνθρωποι που κακοποιούν δεν είναι τέρατα που ξεχωρίζεις στον δρόμο. Είναι άνθρωποι όπως όλοι μας, που δεν μπορούν να ελέγξουν τον τρόπο με τον οποίο συμπεριφέρονται και γίνονται βίαιοι. Οπότε ακόμη και να συνειδητοποιήσει το θύμα τι του συμβαίνει, δεν είναι εύκολο να μιλήσει, μιας και η βία είναι ένα μόνο κομμάτι του λεγόμενου κύκλου της κακοποίησης, ο οποίος περιλαμβάνει επίσης τη μεταμέλεια – όπου ο κακοποιητής ζητάει συγγνώμη -, μια προσπάθεια κάλυψης του κενού και της βίας με μία άλλη, καλύτερη συμπεριφορά και τέλος, μπαίνει και μία κατάσταση απειλής, όπου το θύμα φοβάται τι θα γίνει αν καταγγείλει, πού θα πάει αν δεν μπορεί να βρεθεί σε ασφαλές περιβάλλον.
Δεν πρέπει να ξεχνάμε επίσης, ότι οι γυναίκες πολλές φορές σκέφτονται και τι θα κάνουν με τα παιδιά τους, καθώς ακόμη και αν πάνε μαζί σε έναν ξενώνα φιλοξενίας, υπάρχει τρόπος να μάθει τη διεύθυνση ο πατέρας, όταν για παράδειγμα η μητέρα χρειαστεί να γράψει τα παιδιά στο σχολείο.
Με άλλα λόγια, πριν ζητήσουμε από το θύμα να μιλήσει πρέπει να του εξασφαλίσουμε συνθήκες ασφάλειας. Χρειαζόμαστε μια εφαρμοσμένη πολιτική για το θέμα της βίας και πρέπει να εφαρμόσουμε τη Σύμβαση της Κωνσταντινούπολης που αναδεικνύει ότι πρέπει να προστατεύονται τα θύματα από κάθε μορφή βίας. Μόνο όταν θα εφαρμόζονται παντού και με τον ίδιο τρόπο οι προβλεπόμενες διαδικασίες, θα μπορούμε να λέμε ότι υπάρχει προστασία.
Είστε μητέρα δύο παιδιών στην εφηβεία. Πόσο σημαντική θεωρείτε ότι είναι η σεξουαλική διαπαιδαγώγηση στα σχολεία και από πότε πιστεύετε ότι θα έπρεπε να ξεκινάει; Το ΔΕΣ για παράδειγμα, στο οποίο αναφερθήκατε και προηγουμένως, εφαρμόζει προγράμματα συναισθηματικής και σεξουαλικής αγωγής ήδη από την ηλικία των δύο ετών. Είναι πιστεύετε σημαντική μια τόσο πρώιμη εισαγωγή σε αυτά τα θέματα;
Το ΔΕΣ έχει κάνει όντως ένα καινοτόμο πρόγραμμα. Θεωρώ ότι η πρόληψη είναι ο καλύτερος τρόπος και πράγματι πιστεύω ότι η εκπαίδευση θα πρέπει να ξεκινάει ήδη από την προσχολική ηλικία. Θα σας φέρω ένα παράδειγμα, πρόσφατα συζητούσα με την κόρη μου και μου ανέφερε ένα περιστατικό μεταξύ συμμαθητών της: Ένα κορίτσι φώναξε σε ένα αγόρι και εκείνος έβαλε το χέρι του μπροστά και της είπε «Στοπ, δεν μου αρέσει αυτό που κάνεις». Το είπε κόσμια, δεν γύρισε να βρίσει ή να σπρώξει, αλλά χρησιμοποίησε τον λόγο του και έβαλε το χέρι μπροστά για να δημιουργήσει απόσταση, βάζοντας το όριό του. Αυτό το πράγμα το διδάσκονται από την προσχολική ηλικία και βγήκε στα δώδεκα. Υπάρχει δηλαδή ο σπόρος μέσα και βγήκε την κατάλληλη στιγμή. Αυτό σημαίνει παρέμβαση με επιτυχία. Η τιμωρία του bullying που εξήγγειλε τώρα η Κυβέρνηση είναι άκρως αντιπαιδαγωγική, δεν είναι αυτή που θα αλλάξει την κουλτούρα της βίας. Η θετική παρέμβαση είναι αυτή που θα φέρει την αλλαγή.
Χρειάζεται αναδιάρθρωση του εκπαιδευτικού μας συστήματος για να διδάσκονται τα παιδιά αυτό που λέμε Δεξιότητες Ζωής. Βέβαια και ως ψυχολόγος, η μεγαλύτερη πρόκληση που αντιμετωπίζουμε είναι η δυσκολία των γονέων να καταλάβουν ότι το να γνωρίζει ένα παιδί το σώμα του είναι σημαντικό και δεν είναι κάτι πέρα από την ηλικία του. Μακάρι να υπήρχαν σχολεία γονέων, για να λέμε επιτέλους τα πράγματα με το όνομά τους και να μάθουμε και εμείς οι γονείς τα όριά μας – έως πού προστατεύω, πού φροντίζω και πού αφήνω το παιδί να με αποχωριστεί γιατί έχει έρθει η ώρα.
Κοιτώντας πίσω, πώς νιώθετε σήμερα για το γεγονός ότι μιλήσατε ανοιχτά για το προσωπικό σας βίωμα;
Νιώθω ότι έκανα αυτό που έπρεπε τη στιγμή που μπορούσα και, φυσικά, δεν το έχω μετανιώσει. Ίσα – ίσα εύχομαι με αυτή τη δημόσια θέση να δημιούργησα περισσότερη ορατότητα και στο θέμα της σεξουαλικής παρενόχλησης και κακοποίησης στον αθλητισμό, όπου πλαισιώνεται με έναν τρόπο πολύ παραπλανητικό με αποτέλεσμα άνθρωποι που έχουν εξουσία να αποκτούν την εμπιστοσύνη των άλλων, να γίνονται αποδεκτοί από το περιβάλλον και να δρουν σχεδόν ανενόχλητοι γιατί κανείς δεν τους υποπτεύεται, ενώ οι άνθρωποι που βιώνουν την κακοποίηση νιώθουν εγκλωβισμένοι.
Πρέπει να υπάρχει άλλο πλαίσιο, άλλη κουλτούρα, χρειάζεται εκπαίδευση από κάτω προς τα πάνω – αυτό ξεκινάει από το σχολείο. Χρειάζεται χρόνος και πρέπει να εφαρμόσουμε μια υπερκομματική στρατηγική, καθώς η βία δεν πρέπει να έχει χρώματα, κόμματα, ομάδες, φύλα. Η επιθυμία να ζούμε όλοι καλύτερα, με σεβασμό ο ένας στον άλλον, πρέπει είναι κοινός στόχος.
Πρόσφατα αποφασίσατε να εμπλακείτε με την Πολιτική ως υποψήφια στις Ευρωεκλογές. Πώς το αποφασίσατε και ποιοι είναι οι στόχοι σας εάν εκλεγείτε;
Αποφάσισα να ασχοληθώ με την Πολιτική καθώς, όπως προανέφερα, από ένα σημείο και μετά καμία θεωρία δεν λειτουργεί αν δεν υπάρχει εφαρμογή. Ως πολίτες θέλουμε η ζωή μας να έχει ένα καλύτερο επίπεδο, αξιοπρέπεια, να υπάρχει ισότητα και αλληλεγγύη, να σεβόμαστε τους συνανθρώπους μας, να υπάρξει βιώσιμη ανάπτυξη και να φροντίζουμε το περιβάλλον. Για μένα αυτά έχουν χαθεί, έχουν χαθεί οι αξίες μας.
Στην πορεία, ενώ εξελισσόμαστε τεχνολογικά, έχουμε χάσει την ανθρωπιά μας, το ήθος μας, υπάρχει τρομερή τάση για υπερκατανάλωση και απομόνωση – είμαστε πιο συνδεδεμένοι και πιο απομονωμένοι. Με την παρουσία μου στην Πολιτική, αυτό θέλω να προσφέρω: Για θέματα που θα ήθελα να αναλάβω, όπως τα Ανθρώπινα Δικαιώματα, η Πράσινη Μετάβαση, η Κοινωνική Ισότητα και η Δικαιοσύνη, να μπορώ να εξαντλήσω κάθε μέσο στο Ευρωκοινοβούλιο με στόχο να υπάρξουν οι νομοθεσίες που θα δημιουργήσουν μια Ευρώπη βιώσιμη. Γιατί αν η καθημερινότητά μας ως πολίτες δεν βελτιωθεί, τότε δεν υπάρχει επιτυχημένη εφαρμοσμένη πολιτική. Θέλω λοιπόν να είμαι αυτή που θα βοηθήσει η θεωρία να γίνει πράξη και να έχουμε μια καλύτερη ζωή.
Πιστεύετε ότι έχουμε καταλάβει οι Έλληνες τι ακριβώς κάνει ένας Ευρωβουλευτής στις Βρυξέλλες;
Το εύχομαι. Τον τελευταίο καιρό υπάρχει αρκετή συζήτηση γύρω από αυτό. Το 70% των αποφάσεων που βιώνουμε στην Ελλάδα λαμβάνεται στο Ευρωκοινοβούλιο, οπότε αυτό αν κρατήσουμε στο μυαλό μας, θα καταλάβουμε γιατί είναι σημαντικό να συμμετέχουμε στην εκλογική διαδικασία. Και δεν έχει σημασία τι θα ψηφίσει ο καθένας, αρκεί να αναλάβει την ευθύνη αυτού που θα ψηφίσει. Να καταλάβει ότι οι άνθρωποι που θα εμπιστευτούμε, είναι αυτοί που θα μας εκπροσωπήσουν στο εξωτερικό και θα βοηθήσουν ή όχι στο πώς επηρεάζεται η καθημερινότητά μας.
Δεν θεωρώ ότι το διακύβευμα είναι η πολιτική σταθερότητα, δεν πρόκειται να υπάρξει κάποια αλλαγή στην Κυβέρνηση την επόμενη μέρα των Ευρωεκλογών. Αυτό όμως που μπορεί να υπάρξει είναι μια υπενθύμιση ότι δεν πάμε καλά και χρειαζόμαστε μια διαφορετική αντιμετώπιση, ενώ ενισχύουμε μια αντιπολίτευση η οποία κινείται προς τη σωστή κατεύθυνση, αναδεικνύοντας τα θέματα που μας ενδιαφέρουν και προτείνοντας λύσεις. Γιατί ο ΣΥΡΙΖΑ – ΠΣ προτείνει λύσεις, με το Ευρωψηφοδέλτιό του να αποτελείται από άτομα τα οποία όχι μόνο έχουν πετύχει σε αυτά που κάνουν στη ζωή τους, αλλά έχουν και τη διάθεση να προσφέρουν στο κοινωνικό σύνολο.
Νομίζω ότι αυτό θα έπρεπε να κάνουν οι πολιτικοί. Κατά τη γνώμη μου δεν μπορούν να είναι θεωρητικοί, να μιλάνε ατελείωτες ώρες, να μην τους καταλαβαίνει κανένας και στο τέλος να μην γίνεται τίποτα. Προσωπικά, ως πολίτης θα ήθελα όταν εμπιστεύομαι κάποιον να ξέρω ότι θα παλέψει για μένα, όπως θα πάλευα εγώ για τον εαυτό μου και την οικογένειά μου. Πρέπει λοιπόν να σκεφτούμε ποιον εμπιστευόμαστε για να παλέψει για εμάς.
Είστε έτοιμη να μετακομίσετε – σε περίπτωση που εκλεγείτε – στο εξωτερικό; Πώς θα διαχειριστείτε τη νέα κατάσταση με την οικογένειά σας;
Αν ο κόσμος τελικά με επιλέξει, έχουμε μιλήσει με τα παιδιά και θα μετακομίσουμε στο εξωτερικό. Όταν αποφάσισα να θέσω την υποψηφιότητά μου, ήταν κάτι που το συζήτησα με τα παιδιά. Δεν είναι τόσο εύκολο για μία μονογονεϊκή οικογένεια, δημιουργεί προβλήματα, αλλά νομίζω ότι ποτέ ένας αγώνας δεν δίνεται με εύκολες συνθήκες. Είμαι διατεθειμένη να δώσω αυτόν τον αγώνα, γιατί πιστεύω ότι αξίζουμε καλύτερες συνθήκες και θέλω να το προσπαθήσω.
Μεγαλώσατε στο Παλαιό Φάληρο και πλέον ζείτε στη Βάρκιζα. Ποιο από τα δύο «άκρα» της Αθηναϊκής Ριβιέρας προτιμάτε;
Κάθε φορά που περνάω από το Παλαιό Φάληρο η καρδιά μου χτυπάει. Το σπίτι μας ήταν μπροστά στον Φλοίσβο, οπότε πάντα έβλεπα τη θάλασσα και θυμάμαι τον μπαμπά μου να με βλέπει με τα κιάλια από το μπαλκόνι αν έπεφτα από το σκαφάκι στη θάλασσα.
Πλέον βέβαια, το Παλαιό Φάληρο έχει εξελιχθεί, όπως και όλα τα νότια προάστια και σε αυτήν την προσπάθεια να εξελιχθούμε και να δημιουργήσουμε φοβερές υποδομές, συχνά ξεχνάμε ότι πρέπει να σεβόμαστε τη Φύση, να υπάρχει ένα όριο στην ανάπτυξη, ένα όριο στα τσιμέντα και στις βαριές εγκαταστάσεις. Η Βάρκιζα, από την άλλη, κρατάει ακόμη μια όψη πιο φυσική.
Για να πούμε ότι περνάμε πραγματικά στην πράσινη μετάβαση, θα πρέπει να σκεφτούμε έξυπνα, να επιλέγουμε πιο βιώσιμα υλικά, πιο ελαφριές κατασκευές και να δίνουμε έμφαση στις παραλίες και στην ανακύκλωση. Εγώ έχω οραματιστεί τη δημιουργία ενός κέντρου ιστιοπλοΐας που θα είναι εντελώς «πράσινο» και το οποίο θα έχει τη δυνατότητα να παρέχει δωρεάν μαθήματα, όπως έμαθα εγώ, που το μόνο που χρειαζόταν να κάνουμε όταν ξεκινούσα ιστιοπλοΐα ήταν να αγοράσουμε ένα σωσίβιο.
Δείτε αυτή τη δημοσίευση στο Instagram.Η δημοσίευση κοινοποιήθηκε από το χρήστη Sofia Bekatorou OLY (@sofiabekatorou)