Ο Στέφανος Δάνδολος δεν έχει (ευτυχώς) ξοφλήσει τους λογαριασμούς του με την Ιστορία
Αφιέρωμα: ΒούλαΜια συζήτηση με τον νότιο συγγραφέα Στέφανο Δάνδολο, τον Έλληνα μετρ των ιστορικών μυθιστορημάτων και δημιουργό του βιβλίου «Φλόγα και Άνεμος» που φέτος μεταφέρεται στην τηλεόραση, στην ήδη πολυσυζητημένη ομώνυμη σειρά της ΕΡΤ.
- 15/09/2022
- Κείμενο: Γεωργία Περιμένη
- Φωτογραφίες: Σπύρος Μπακάλης
Η ιστορία και τα πρόσωπα που άφησαν σε αυτή το διαχρονικό τους στίγμα είναι για εκείνον μια θεματολογία γοητευτική. Αυτό είναι μάλλον κάτι αυταπόδεικτο, αφού τα τελευταία χρόνια ο Στέφανος Δάνδολος έχει καταπιαστεί συγγραφικά μεταξύ άλλων με τη ζωή της Πηνελόπης Δέλτα και τον ανεκπλήρωτο έρωτά της με τον Ίωνα Δραγούμη («Ιστορία χωρίς Όνομα», Εκδόσεις Ψυχογιός, 2017), με τις τελευταίες ώρες του Ιησού Χριστού και όσα συνέβησαν από τη σύλληψη μέχρι τη σταύρωσή του («Η δίκη που άλλαξε τον κόσμο», Εκδόσεις Ψυχογιός, 2021) και με τη θυελλώδη σχέση του Γεωργίου Παπανδρέου και της ηθοποιού Κυβέλης Αδριανού, η οποία γεννήθηκε σε μια κρίσιμη πολιτική περίοδο για την Ελλάδα, αυτήν του εμφυλίου και της δικτατορίας («Φλόγα και Άνεμος», Εκδόσεις Ψυχογιός, 2020).
Ο ίδιος λατρεύει να βυθίζεται στην Ιστορία, να την παρατηρεί και να την καταγράφει μέσα από τη δική του, σύγχρονη ματιά, ενώ αποκαλεί τον εαυτό του άνθρωπο της «ατμόσφαιρας», του νουάρ και της νοσταλγικής σέπιας.
Αδιαμφισβήτητα, ο Στέφανος Δάνδολος αγαπά να ξετυλίγει ιστορίες τις οποίες στο μυαλό του οραματίζεται «ξεθωριασμένες», ενώ βασικό στοιχείο των μυθιστορημάτων του είναι πάντα ο έρωτας, τον οποίο θεωρεί εργαλείο για την εξερεύνηση ανθρώπινων ψυχισμών και εποχών.
Φέτος, το «Φλόγα και Άνεμος» ζωντανεύει στις μικρές οθόνες των σπιτιών μας και οι ήρωες του Στέφανου Δάνδολου παίρνουν σάρκα και οστά. Με αυτήν την αφορμή, συναντήσαμε τον συγγραφέα σε ένα μέρος που ο ίδιος αγαπά, την παραλία της Βούλας, ένα απόγευμα καθημερινής. Μιλήσαμε μαζί του για το έργο, για τη μεταφορά του στην τηλεόραση και το συναρπαστικό ταξίδι της δημιουργίας του – από την πρώτη λέξη που γράφτηκε στο χαρτί, μέχρι την πρεμιέρα της ομώνυμης με το βιβλίο σειράς.
Έχετε μια αδυναμία στις μεγάλες προσωπικότητες της Τέχνης, αλλά και στο πάντρεμα αληθινών γεγονότων με τη μυθοπλασία.
Ναι, τα τελευταία χρόνια μπορεί να πει κανείς ότι έχω κάνει στροφή σε πρόσωπα που σημάδεψαν την Ελλάδα. Και το θεωρώ πολύ γοητευτικό. Όχι μόνο επειδή βυθίζομαι στην Ιστορία και την επαναπροσεγγίζω μέσα από έναν διαφορετικό τρόπο, αλλά κυρίως επειδή συνθέτω αυτό το «πάντρεμα» που αναφέρατε, την πλοκή που είναι και αλήθεια και μύθος, που είναι και ιστορία και επινόηση. Οι Αμερικανοί το ονομάζουν Faction, εκ του Fact (γεγονός) και Fiction (μυθοπλασία). Στην ουσία δεν είναι παρά το πνεύμα της καθαρής λογοτεχνίας που γυρνάει στο παρελθόν για να μιλήσει για πράγματα που ίσως μας αφορούν και σήμερα.
Παρακολουθούσατε πάντα τις βιογραφίες τέτοιων προσωπικοτήτων; Υπάρχουν κι άλλες με τις οποίες θα θέλατε να ασχοληθείτε;
Δεν θα έλεγα ότι τις παρακολουθούσα πάντα. Ασχολήθηκα με την Πηνελόπη Δέλτα για καθαρά μυθιστοριογραφικούς λόγους, με ενδιέφερε ως προσωπικότητα, και έτσι έγραψα την «Ιστορία Χωρίς Όνομα». Δεν ήταν η πρώτη φορά, βέβαια, που αποτολμούσα κάτι ιστορικό, καθώς από το 2004 είχα ξεκινήσει με το «Νέρων – Εγώ, ένας θεός». Μετά την Πηνελόπη Δέλτα έπιασα την Κυβέλη, για την οποία δεν είχε γραφτεί ποτέ τίποτα, οπότε το «Φλόγα και Άνεμος» έγινε το αδελφάκι της «Ιστορίας Χωρίς Όνομα», καθώς τα δύο βιβλία, παρότι πολύ διαφορετικά μεταξύ τους, συμπληρώνουν το ένα το άλλο ως μια ανάγνωση του ελληνικού εικοστού αιώνα. Στο μυαλό μου υπάρχει και ένα τρίτο μυθιστόρημα, για μια αντίστοιχη προσωπικότητα, που θα πλαισιώσει αυτά τα δύο, συνθέτοντας μια άτυπη σειρά που την ονομάζω «Τριλογία του Έρωτα και της Πατρίδας». Κάποια στιγμή λοιπόν στο μέλλον, καλώς εχόντων των πραγμάτων, αυτό θα φτάσει στα χέρια των αναγνωστών.
Τι είναι αυτό που σας κεντρίζει το ενδιαφέρον στα πεπραγμένα των παλαιότερων δεκαετιών;
Είμαι άνθρωπος της «ατμόσφαιρας». Με συνεπαίρνει η ομίχλη του παρελθόντος, το χρώμα της σέπιας, η ξεθωριασμένη αύρα, το νουάρ. Από εκεί εκκινώ και προσπαθώ να ταξιδέψω τον αναγνώστη. Βεβαίως, αυτό δεν είναι παρά η επιφάνεια. Στο βάθος «κοχλάζουν» θέματα και ερωτήματα. Ποια ήταν η Ελλάδα του χθες; Γιατί πάντα στρεφόμασταν ο ένας εναντίον του άλλου; Πώς μας κατέστρεφαν οι ουτοπίες; Γιατί διαρκώς τα ίδια λάθη; Εν κατακλείδι, μέσα από κάθε ιστορία εποχής προσπαθώ να μιλήσω για τη δική μας εποχή. Βλέπετε, το σοβαρό ιστορικό μυθιστόρημα πρέπει διαμέσου τού τότε να σε φέρνει αντιμέτωπο με το τώρα.
Ο έρωτας είναι ένα ακόμη στοιχείο που κυριαρχεί στα βιβλία σας. Πόσο σημαντικός πιστεύετε ότι είναι για τη ζωή ενός ανθρώπου και πόσο ικανό είναι αυτό το στοιχείο να συνεπάρει το κοινό και να το κάνει να ταυτιστεί με τους ήρωες μιας ιστορίας;
Πιστεύω πως ο έρωτας είναι που κάνει τη ζωή των ανθρώπων πιο ενδιαφέρουσα, πιο όμορφη. Και προφανέστατα, συνεπαίρνει και το κοινό. Ας μην ξεχνάμε ότι ο έρωτας και ο θάνατος είναι τα κορυφαία ζητήματα της λογοτεχνίας εδώ και αιώνες. Απλώς το θέμα είναι πώς τον διαχειρίζεσαι σε ένα βιβλίο. Γιατί αν τον δεις μέσα από τα συνήθη κλισέ που γνωρίζουμε, δεν έχεις παρά ένα ακόμα love story «του σωρού». Για μένα ο έρωτας είναι τρόπος. Είναι όχημα. Είναι μια πλατφόρμα που με οδηγεί στη χαρτογράφηση ανθρώπων και εποχών. Ο έρωτας της Πηνελόπης Δέλτα στην «Ιστορία Χωρίς Όνομα» με ώθησε να μιλήσω για τη σκλαβωμένη ελληνική ψυχή και ο έρωτας της Κυβέλης στο «Φλόγα και Άνεμος» με ώθησε να μιλήσω για την ελεύθερη ελληνική ψυχή. Ο έρωτας είναι το μελάνι στις σελίδες, είναι ο παλμός στις σελίδες, δεν είναι οι ίδιες οι σελίδες.
«Η Ελλάδα δεν είναι οι τηλεπερσόνες, οι τράπερς και το “σκουπιδολόι” που μας σερβίρει η καθημερινότητα, αλλά τα ίχνη κάποιων ανθρώπων που σε δύσκολες, σκοτεινές εποχές θυσιάστηκαν, μόχθησαν και πάλεψαν για κάτι καλύτερο».
Πώς αποφασίσατε να δημιουργήσετε ένα μυθιστόρημα για τη ζωή της ηθοποιού Κυβέλης Αδριανού;
Ως προσωπικότητα, μου άσκησε μεγάλη γοητεία, ήταν πολύ μπροστά από την εποχή της, και σε προσωπικό επίπεδο και σε επαγγελματικό. Υπήρξε η κορυφαία ηθοποιός της Ελλάδας για πολλά χρόνια. Επίσης, ήταν πολύ διαφορετική από την Πηνελόπη Δέλτα, με την οποία είχα ασχοληθεί προηγουμένως, και αυτό στάθηκε για εμένα ως ένα επιπλέον κίνητρο συγγραφικά. Σαν ηρωίδες λειτουργούν ως οι δύο όψεις του ίδιου νομίσματος, η μία πειθάρχησε στον κόσμο της, συμβιβάστηκε με τα θέλω των άλλων, σκότωσε τα συναισθήματά της, ενώ η άλλη έζησε όπως ήθελε, έβαλε πάνω από όλα την καρδιά της. Ήταν απόλαυση να γράφω για την Κυβέλη και, φυσικά, δεν θα μπορούσα να φτάσω τόσο βαθιά στη ζωή της εάν δεν είχα τη βοήθεια και την εμπιστοσύνη της Βαλεντίνης Ποταμιάνου, της δισέγγονης της Κυβέλης. Εκείνη ήταν που με μύησε στις άγνωστες λεπτομέρειες, εκείνη ήταν που μου χάρισε πρόσβαση σε ανέκδοτες επιστολές, εκείνη ήταν που έφτασε να γίνει και μια από τις ηρωίδες του «Φλόγα και Άνεμος», αφού ήταν το στήριγμα της Κυβέλης την εποχή που πέθανε ο Παπανδρέου.
Ποιος ήταν ο στόχος σας όταν ξεκινήσατε να γράφετε το συγκεκριμένο βιβλίο και ποια η έμπνευσή σας;
Στόχος μου ήταν να ταξιδέψω τον αναγνώστη ζωντανεύοντας όσο πιο πειστικά μπορούσα μια ολόκληρη εποχή. Το βιβλίο δεν αφορά μόνο την Κυβέλη και τον Παπανδρέου. Είναι η απεικόνιση μιας άλλης Ελλάδας, το εθνικό μας ταξίδι σε ογδόντα χρόνια ιστορίας, οι τραγωδίες, οι θρίαμβοι, οι καταστροφές, τα όνειρα. Είναι επίσης ένα καλειδοσκόπιο επινοημένων χαρακτήρων που συμπλέκονται με τους αληθινούς, και μας θυμίζουν την ευγένεια, την ανθρωπιά, αλλά και την απροκάλυπτη μοχθηρία εκείνων των εποχών, και όλων των εποχών. Ως προς την έμπνευση, το έχω ξαναπεί: αυτού του είδους τα βιβλία, κυρίως την «Ιστορία Χωρίς Όνομα» και το «Φλόγα και Άνεμος», τα οφείλω στον γιο μου, τον Πάνο. Η γέννησή του πριν από εννέα χρόνια με άλλαξε ως συγγραφέα, με έφερε αντιμέτωπο με τη δική του γενιά, και θέλησα να ασχοληθώ με ιστορίες που θα έχουν κάτι όμορφο και ουσιώδες να πουν για αυτή τη χώρα, την πατρίδα μας, στους μελλοντικούς αναγνώστες. Δεν ξέρω αν θα μείνει κάτι από μένα στην ιστορία της ελληνικής λογοτεχνίας, για να είμαι ειλικρινής, ούτε με απασχολεί. Στα δικά μου τα μάτια θα έχω καταφέρει όμως κάτι σπουδαίο, αν ένας σημερινός πιτσιρίκος ανοίξει έπειτα από δέκα, είκοσι χρόνια την «Ιστορία Χωρίς Όνομα» ή το «Φλόγα και Άνεμος», και συνειδητοποιήσει, διαβάζοντας, ότι η Ελλάδα δεν είναι οι τηλεπερσόνες, οι τράπερς και το «σκουπιδολόι» που μας σερβίρει η καθημερινότητα, αλλά τα ίχνη κάποιων ανθρώπων που σε δύσκολες, σκοτεινές εποχές θυσιάστηκαν, μόχθησαν και πάλεψαν για κάτι καλύτερο.
Τι ακριβώς περιλάμβανε η έρευνά σας προτού γράψετε την ιστορία και πόσο διάστημα σας πήρε;
Η έρευνα είναι πάντα το πιο δύσκολο κομμάτι της δουλειάς. Μου πήρε σχεδόν δύο χρόνια και περιλάμβανε τα πάντα, από εφημερίδες της εποχής, που είναι το αγαπημένο μου είδος μελέτης, μέχρι διαδικτυακές αναφορές και τηλεοπτικά ντοκουμέντα. Ο τρίτος χρόνος ήταν αφιερωμένος στο γράψιμο.
Αυτή τη φορά, η ιστορία έχει να κάνει μεταξύ άλλων με ένα πολύ σημαντικό πρόσωπο του πολιτικού κόσμου της Ελλάδας, τον Γεώργιο Παπανδρέου. Ήταν η πρώτη φορά που ασχοληθήκατε με το θέμα της πολιτικής;
Ναι, ήταν η πρώτη φορά. Και για να σας πω την αλήθεια, το χάρηκα πολύ, γιατί από τη μία έχεις την τρέλα του θεάτρου και την υπερβατική συνθήκη της Τέχνης, και από την άλλη έχεις το όραμα της πολιτικής, και βεβαίως όχι οποιουδήποτε πολιτικού, αλλά ενός ανθρώπου που αφιέρωσε τη ζωή του στην ελευθερία της ψυχής.
Πώς διατηρούνται οι ισορροπίες μεταξύ πραγματικότητας και μυθοπλασίας, όταν έχουμε να κάνουμε με υπαρκτά πρόσωπα και μάλιστα με τέτοιες προσωπικότητες; Μπορεί να υπάρξουν κίνδυνοι;
Υπάρχουν κίνδυνοι, αλλά μόνο αν δεν έχεις κάνει επαρκή έρευνα. Ένας κίνδυνος είναι να δημιουργήσεις καρικατούρες χαρακτήρων, δηλαδή ήρωες μη πιστευτούς. Ένας άλλος είναι να παρερμηνεύσεις την προσωπικότητά τους και να οδηγηθείς σε λανθασμένα μονοπάτια που θα αλλοιώσουν εντελώς την ουσία τους. Εγώ προσπαθώ να χρησιμοποιώ τη μυθοπλασία ως συμπλήρωμα της ουσίας, που σημαίνει πως οτιδήποτε επινοημένο αφορά τους αληθινούς χαρακτήρες έρχεται να διανθίσει κάτι που ήδη υφίσταται. Με άλλα λόγια, δεν αποκαλύπτω κάτι καινούργιο, δεν εισέρχομαι σε αθέατες πτυχές. Παίρνω την πραγματικότητα και την μπολιάζω με δικές μου πινελιές ώστε να την κάνω πιο μυθιστορηματική. Επίσης χρησιμοποιώ τη μυθοπλασία για να στήσω άλλες, παράλληλες πλοκές, καθαρά επινοημένες. Ο Φώντας, η Όλγα, ο Γκούβερης, ο Μιχάλης και η Φωτεινή, ακόμα και το αγοράκι με την μπάλα την ημέρα της κηδείας, είναι όλοι τους εξίσου σημαντικοί με την Κυβέλη και τον Παπανδρέου. Και πρέπει να είναι, καθώς γράφω μυθιστόρημα, όχι ρεπορτάζ, ούτε δοκίμιο.
Τι ανταπόκριση και τι σχόλια έχετε λάβει από το αναγνωστικό κοινό που διάβασε το βιβλίο;
Έχω δεχτεί μεγάλη αγάπη. Είναι δύσκολο να το περιγράψω, αλλά τόσο το «Φλόγα και Άνεμος» όσο και η «Ιστορία Χωρίς Όνομα», νιώθω ότι μου χάρισαν απίστευτες συγκινήσεις, γεγονός για το οποίο αισθάνομαι ευγνώμων.
Στο «Φλόγα και Άνεμος» της ΕΡΤ βλέπουμε ένα πολύ δυνατό cast ηθοποιών. Είναι μάλιστα η πρώτη φορά που μεταφέρεται κάποιο βιβλίο σας στην τηλεόραση. Πώς νιώθετε γι’ αυτό;
Όντως είναι η πρώτη φορά και νιώθω πως δεν έχω λόγια γι’ αυτό. Φανταστικοί ηθοποιοί, εξαιρετικό κανάλι, διότι η ΕΡΤ έχει δώσει δείγματα μεγάλης υπέρβασης τα τελευταία χρόνια, με τρομερές δουλειές, και τέλος, πανάξιοι συντελεστές σε όλους τους τομείς, από τη σκηνοθεσία και το σενάριο, μέχρι τη διεύθυνση φωτογραφίας, τα σκηνικά και τα κοστούμια. Έγινε μεγάλη προσπάθεια από την παραγωγή και τη σκηνοθέτιδά μας, Ρέινα Εσκενάζυ, και γυρίστηκε, πιστεύω, με την αισθητική που του αρμόζει. Εύχομαι από τα βάθη της καρδιάς μου να αγαπηθεί όσο και το βιβλίο, και, γιατί όχι, ακόμη περισσότερο.
«Ο Φώντας, η Όλγα, ο Γκούβερης, ο Μιχάλης και η Φωτεινή, ακόμα και το αγοράκι με την μπάλα την ημέρα της κηδείας, είναι όλοι τους εξίσου σημαντικοί με την Κυβέλη και τον Παπανδρέου. Και πρέπει να είναι, καθώς γράφω μυθιστόρημα, όχι ρεπορτάζ, ούτε δοκίμιο».
Πώς περιμένετε να ανταποκριθεί το τηλεοπτικό κοινό στη νέα και πολλά υποσχόμενη αυτή παραγωγή; Πιστεύετε ότι θα συνεχιστεί η αφοσίωσή του στις σειρές εποχής και, γιατί όχι, θεωρείτε πως η συγκεκριμένη θα φτάσει ακόμη πιο ψηλά;
Ποτέ δεν μπορείς να ξέρεις από πριν, και αν έχω μάθει κάτι είναι να μην κάνω προβλέψεις. Ας αρκεστώ σε αυτό: θεωρώ ότι το κοινό έχει ένστικτο, και επίσης έχει ανάγκη από πράγματα που συνδυάζουν την ψυχαγωγία με την ποιότητα, και όταν λέω ποιότητα δεν εννοώ την κατάθλιψη και τις σοβαροφανείς ελιτίστικες σαχλαμάρες, αλλά το καλαίσθητο, το προσεγμένο, το έντιμο. Η σειρά είναι ένα επικό δράμα εποχής που περιγράφει, πλην της μοιραίας σχέσης των δύο κεντρικών πρωταγωνιστών, τις περιπέτειες μιας πλειάδας ηρώων από τα τέλη του 19ου αιώνα μέχρι και την μεταπολίτευση. Είναι η σοβαρή τηλεόραση που αξίζουμε και μπορούμε να έχουμε.
Τελικά, ως συγγραφέας της ιστορίας, τι θα λέγατε εσείς στο κοινό για να το παροτρύνετε να παρακολουθήσει τη σειρά;
Θα έλεγα πως έχει εξαιρετικές ερμηνείες, υπέροχη σκηνοθεσία, φανταστικά κοστούμια, και ότι είναι μια ιστορία πολύ ανθρώπινη, που θα μας αγγίξει όλους.