Akanthus: Η ιστορία του μαγαζιού που εφηύρε το live clubbing
Προσωπικές αφηγήσεις και άγνωστες λεπτομέρειες μιας νότιας, στρωμένης με γαρύφαλλα διαδρομής.
- 19/09/2018
- Κείμενο: NouPou.gr
Θα μπορούσαμε να χωρίσουμε τα νυχτερινά μαγαζιά σε δύο κατηγορίες. Σε εκείνα που διαγράφουν κυκλικές τροχιές (ανοίγουν για μια σεζόν, κάνουν μεγάλη ή μικρότερη επιτυχία, κλείνουν, αλλάζουν όνομα, ανοίγουν και πάλι) και σε εκείνα που πορεύονται σε ευθεία. Ανοίγουν, καθιερώνονται, συνεχίζουν. Μπορεί στη διαδρομή να μεταμορφωθούν, να προσαρμοστούν στις νέες συνθήκες ή να είναι αυτά που θα δημιουργήσουν τα καινούρια δεδομένα στα οποία θα προσαρμοστούν οι υπόλοιποι. Όμως πάντα προχωρούν. Το Akanthus ανήκει σίγουρα στη δεύτερη κατηγορία.
Ξεκίνησε το 2002, στην περίφημη «Μπιφτεκούπολη» της οδού Κωνσταντινουπόλεως, στη Γλυφάδα. «Εκείνη την εποχή έλειπε από την ευρύτερη περιοχή των νοτίων προαστίων ένας χώρος φαγητού και διασκέδασης μαζί. Τότε μεσουρανούσε το Galea, που ήταν αμιγώς club, και υπήρχε και το Ρακάδικο που ήταν μεζεδοπωλείο αλλά λίγο πιο κεντρικά, στο Παλαιό Φάληρο» λέει ο Κωνσταντίνος Δάνδολος, ένας από τους τρεις ανθρώπους που δημιούργησαν το Akanthus. Ο Γιάννης Παπαγιαννόπουλος και ο Μανώλης Μούτσος ήταν οι άλλοι δύο. «Ξεκινήσαμε τις Κυριακές με μεζέδες και μια μικρή ορχήστρα. Ήταν μόνο δυο άτομα και έπαιζαν κυρίως λαϊκά. Αλλά η ανταπόκριση του κόσμου ήταν άμεση. Μέσα σε λίγες εβδομάδες, από το μαγαζί είχαν περάσει σχεδόν όλοι» θυμάται.
Και, κάπως έτσι, οι Κυριακές στη Γλυφάδα απέκτησαν σύντομα μια σαββατιάτικη αίγλη –και ένα αμιγώς ελληνικό soundtrack.
Μανώλης Μούτσος και Κωνσταντίνος Δάνδολος στο Akanthus της Μπιφτεκούπολης
Γιάννης Παπαγιαννόπουλος και Μανώλης Μούτσος
«Ακάνθους». Δηλαδή;
Η «Άκανθος η απαλή» (Acanthus mollis) είναι το φυτό που λέγεται πως υπήρξε η πηγή έμπνευσης για το κορινθιακό κιονόκρανο. Σύμφωνα με τον μύθο, ο γλύπτης Καλλίμαχος παρατηρούσε μια μέρα το καλάθι με τα παιχνίδια που είχε τοποθετηθεί στο ταφικό μνημείο ενός κοριτσιού στην Κόρινθο. Το καλάθι σκεπαζόταν από μία τετράγωνη πλάκα και, γύρω του, είχαν φυτρώσει άκανθοι, ακολουθώντας το σχήμα του. Και έτσι γεννήθηκε το διακοσμημένο με φύλλα ακάνθου κορινθιακό κιονόκρανο. «Για να είμαι ειλικρινής, τη δική μας έμπνευση για το όνομα την πήραμε από ένα μαγαζί στο Εδιμβούργο. Ωστόσο, επιβεβαιώσαμε πως αυτό είναι το τέλειο όνομα όταν ψάξαμε και διαβάσαμε για την ιστορική σημασία του. Την αναγράφαμε μάλιστα στους πρώτους καταλόγους του Akanthus» λέει ο Κωνσταντίνος.
Η εξέλιξη και οι συνεργασίες-σταθμοί
Εκείνες οι Κυριακές στη Μπιφτεκούπολη άρχισαν σύντομα να γίνονται πόλος έλξης όχι μόνο για τους «γλεντζέδες» των νοτίων προαστίων, αλλά και για τα μεγαλύτερα ονόματα του ελληνικού λαϊκού τραγουδιού. Γνωστοί καλλιτέχνες άρχισαν να επισκέπτονται το μαγαζί για να διασκεδάσουν με την παρέα τους. Και πάντα κατέληγαν με το μικρόφωνο στο χέρι.
«Είχε live κι εμείς πηγαίναμε ως πελάτες, αλλά τελικά λέγαμε και από κανένα τραγούδι. Θυμάμαι ακόμα μοναδικές βραδιές με τον Νίκο Βέρτη, με τον Νίκο Κουρκούλη, με τον Ανδρέα Στάμο και πολλούς άλλους» αφηγείται ο Γιώργος Γιαννιάς. «Ήταν μια προσπάθεια που στηρίξαμε όλοι ρομαντικά και που, προσωπικά, μου έχει αφήσει πολύ όμορφες αναμνήσεις. Ζήσαμε υπέροχες στιγμές σε αυτό το μαγαζί και σήμερα χαίρομαι τρομερά που ήμουν κι εγώ ένα κομμάτι αυτής της εποχής».
Δυσκολίες; Φυσικά και υπήρξαν. Δύο από τους τρεις ιδιοκτήτες δεν είχαν καμία προηγούμενη επαγγελματική επαφή με τον χώρο της διασκέδασης και της εστίασης, ενώ ο τρίτος (Γιάννης Παπαγιανόπουλος) είχε απλώς εργαστεί σε νυχτερινά μαγαζιά, δεν είχε όμως την παραμικρή επιχειρηματική εμπειρία. Ο Κωνσταντίνος θυμάται: «Ήταν μια περίοδος που είχαμε δυσκολευτεί αρκετά οικονομικά. Πήγαμε λοιπόν στην τράπεζα για να ζητήσουμε ένα δάνειο. Η τράπεζα μάς είπε ότι θα μας το βγάλει αλλά, για να γίνει αυτό, θα έπρεπε πρώτα να κάνουμε και μια ασφάλεια ζωής. Για να μην στα πολυλογώ, το αποτέλεσμα ήταν ότι κάναμε την ασφάλεια αλλά το δάνειο δεν εγκρίθηκε. Και μείναμε μόνο με την ασφάλεια! Ευτυχώς, μας βοήθησαν οικονομικά κάποιοι φίλοι».
Παρ’ όλα αυτά, αφού ο πρώτος χρόνος στέφθηκε με επιτυχία και το εγχείρημα έδειχνε να αγκαλιάζεται θερμά από το κοινό, οι τρεις επιχειρηματίες αποφάσισαν να μεταφέρουν το καλοκαιρινό Akanthus στην Παραλιακή, συστήνοντας στα νότια προάστια την έννοια του live clubbing. Σε αυτήν την απόφαση βρήκαν τη στήριξη της οικογένειας Παπαθεοχάρη.
Το Akanthus στην παραλία της Γλυφάδας, όπου στεγάστηκε από το 2004 μέχρι το 2013.
«Αποφασίσαμε να το πηγαίνουμε τα καλοκαίρια στον Αστέρα Γλυφάδας, συνεργαζόμενοι με τον αδελφικό μας φίλο, Διογένη Παπαθεοχάρη, που είχε τον χώρο στην Παραλιακή. Η συνεργασία κράτησε 10 ολόκληρα χρόνια, από το 2004 μέχρι το 2013, και λειτούργησε όχι μόνο ως επισφράγιση της φιλίας μας με τον Διογένη Παπαθεοχάρη, αλλά και ως ένα μεγάλο σχολείο για εμάς. Μάθαμε από τους καλυτέρους όλα αυτά που έπρεπε να ξέρουμε για να εξελίξουμε τη δουλειά μας. Χτίσαμε τις σωστές βάσεις».
Το poster για τις εμφανίσεις των Onirama το 2012
Παράλληλα, σε αυτήν ακριβώς την περίοδο ήταν που έμελλε να πραγματοποιηθεί και μια δεύτερη συνεργασία-ορόσημο για τη διαδρομή της επιχείρησης: αυτή με την ψαροταβέρνα «Παπαϊωάννου», το 2011. Το φημισμένο εστιατόριο του Πειραιά κατέλαβε ένα κομμάτι του χώρου, έφερε στον κοσμοπολίτικο Αστέρα τη μαγειρική μαεστρία του Μικρολίμανου και το μεράκι για φρέσκο, καλό ψάρι και χάρισε απλόχερα στο παραλιακό πλέον Akanthus το γαστρονομικό κύρος του. Η συνταγή, φυσικά, πέτυχε.
Το γραφιστικό για το opening του 2013
Επόμενη στάση: Άλιμος
Το 2014, το Akanthus μετακόμισε στην ακτή του Ήλιου στον Άλιμο, όπου φέτος ολοκληρώνει το πέμπτο επιτυχημένο καλοκαίρι του. Αυτό βέβαια δεν σημαίνει ότι έχει κανείς επαναπαυθεί. Ο Μίμης Μπουκλής, που δουλεύει με την ομάδα του club τα τελευταία 10 χρόνια και βρίσκεται -μαζί με τους συνεργάτες του στην εταιρεία Momentum- πίσω από την «εικόνα» του Akanthus, με αρμοδιότητες στην Επικοινωνία, τα Social Media και το Marketing, εξηγεί ότι πριν από κάθε opening είναι σαν να στήνεται το club από την αρχή. «Κάποιος θα μπορούσε να πει ότι στην ανακαίνιση ξύνουμε το πάτωμα, το βάφουμε λόγω της αλμύρας και ανοίγουμε. Στην πραγματικότητα, εμείς από τον χειμώνα είναι σαν να ξαναφτιάχνουμε όλο το μαγαζί από το μηδέν. Έτσι λειτουργεί για μας η ‘ανακαίνιση’».
Το σημερινό καλοκαιρινό Akanthus, στην Ακτή του Ήλιου στον Άλιμο
Με τη σειρά του, ο Τζέρι Καββαδάς, υπεύθυνος για κάθε τεχνικό ζήτημα του Akanthus, προσθέτει: «Δεν είναι μόνο ότι κάθε χρονιά θέλουμε να κάνουμε κάτι διαφορετικό σε σχέση με την προηγούμενη και καινοτόμο σε σχέση με τον ανταγωνισμό. Ψαχνόμαστε συνεχώς. Πώς να βάλουμε τα καλύτερα φώτα, πώς να έχουμε τον καλύτερο ήχο, πώς να κλείσουμε τους καλύτερους DJs. Το κάνουμε και για εμάς, αλλά κυρίως για τους πελάτες. Σημαντικές μέρες για εμάς, ιδίως σε ό,τι αφορά το τεχνικό κομμάτι, είναι πάντως εκείνες των lives. Εκεί φαίνεται περισσότερο η δυναμική του μαγαζιού, ο κορυφαίος εξοπλισμός του αλλά και όλη η δουλειά που έχει πέσει από πίσω».
Μιας και το έφερε η συζήτηση…
Τα lives
Τα lives, λοιπόν, όλα αυτά τα χρόνια, και παρά τις μεγάλες αλλαγές που αυτή η μακρά διαδρομή επεφύλασσε στην αρχική μορφή του Akanthus, παρέμεναν σταθερά συνδεδεμένα με την ταυτότητά του. «Τα συνεχίσαμε και στο καλοκαιρινό Akanthus της Γλυφάδας. Αρχίσαμε να βάζουμε στο πρόγραμμα lives με γνωστούς καλλιτέχνες και μέχρι σήμερα έχουμε συνεργαστεί με πάρα πολλούς, όπως ο Στέλιος Ρόκκος, ο Διονύσης Σχοινάς, οι Onirama, ο Ηλίας Βρεττός, ο Χρήστος Μενιδιάτης και, φέτος το καλοκαίρι, ο Ηλίας Καμπακάκης. Εκτός από τις live βραδιές, είχαμε και περιόδους εξολοκλήρου αφιερωμένες στο live, όπως το 2005 με τους C-Real, ενώ λίγο αργότερα εντάξαμε το χειμερινό Akanthus σε έναν χώρο του Αθηνών Αρένα με τον Αντώνη Ρέμο» λέει ο Κωνσταντίνος Δάνδολος. Κάτι παρόμοιο θα επαναληφθεί και φέτος, με το χειμερινό Akanthus να μεταφέρεται στον χώρο του Vox με τον Διονύση Σχοινά.
Ο Ηλίας Καμπακάκης on stage
Όσο για τις προαναφερθείσες δυσκολίες, προφανώς συνεχίστηκαν και αυτές. Και, μοιραία, έγιναν ιστορίες που οι πρωταγωνιστές τους διηγούνται, χρόνια αργότερα, χαμογελώντας. «Και οι τρεις ιδιοκτήτες, ένεκα οικονομίας, αναγκαστήκαμε στην αρχη να υπηρετήσουμε διάφορα πόστα της επιχείρησης (σ.σ.: στον ρόλο του αφηγητή και πάλι ο Κωνσταντίνος). Ήταν λοιπόν μια περίοδος που εγώ έκανα τον DJ και οι άλλοι δύο τους ταμίες. Τις βραδιές όμως που οι άλλοι δύο έλειπαν, εγώ έπρεπε να κάνω και τα δύο, μουσική και ταμείο. Έτσι, όταν ζητούσε μια παρέα λογαριασμό, έπρεπε να εγκαταλείψω για κάποια ώρα το πόστο του DJ και να πάω στο ταμείο. Οπότε, θυμάμαι πως είχα φτιάξει στον υπολογιστή ένα φάκελο που τον είχα ονομάσει ‘Bills΄ και είχε, ειδικά για την περίπτωση των λογαριασμών, κάποια τραγούδια πολύ μεγάλης διάρκειας, ώστε να προλάβω. Ακόμα κι έτσι όμως, ήταν τρομερά αγχωτικό! Παρ’ όλα αυτά, η ενασχόλησή μας με όλα τα πόστα μάς έκανε και τους τρεις να καταλάβουμε την αξία του προσωπικού σε μια επιχείρηση. Γι’ αυτό, μέχρι και σήμερα θεωρώ πως είμαστε πάντα κοντά στο προσωπικό μας, αντιμετωπίζουμε τον καθένα σαν ένα ξεχωριστό συνεργάτη μας και έχουμε προσωπική σχέση και επαφή με όλους».
Ο Στέλιος Ρόκκος στη σκηνή του Akanthus το καλοκαίρι του 2017
Ο Λευτέρης Ακριτίδης, σημερινός υπεύθυνος του μαγαζιού, θα συμφωνήσει. Θα χρησιμοποιήσει, όμως, μια άλλη λέξη: Οικογένεια. «Είναι ο τέταρτος χρόνος μου στο Αkanthus, αλλά το νιώθω ήδη σαν το σπίτι μου. Δεν νιώθω ότι είναι δουλειά. Είμαστε μια τρομερά δεμένη ομάδα. Κάνουμε μαζί διακοπές, πίνουμε μαζί τα ποτά μας στο ρεπό μας. Θα έλεγα λοιπόν πως δεν είμαστε απλώς συνεργάτες. Είμαστε οικογένεια. Και το Akanthus είναι το σπίτι μας».
Αυτήν την οικογενειακή θαλπωρή επιβεβαιώνει και ένας από τους στενούς πια «συγγενείς», ο Γιώργος Γιαννιάς. «Ακολουθώ το Akanthus από τα πρώτα του βήματα στη Μπιφτεκούπολη μέχρι σήμερα, παντού. Αυτό που με συγκινεί είναι να βλέπω ότι τα παιδιά παρότι έχουν γίνει πια μεγάλοι επιχειρηματίες και δημιούργησαν ένα τόσο επιτυχημένο μαγαζί, παραμένουν εκπληκτικοί άνθρωποι. Αυτό δεν έχει χαθεί. Κι εγώ προσωπικά θα είμαι πάντα δίπλα τους. Τους νιώθω σαν φίλους και κάτι παραπάνω, σαν οικογένεια».
Και τώρα;
Με το καλοκαίρι να έχει φτάσει πια στο τέλος του (οι βραδιές στον Άλιμο συνεχίζονται για λίγο ακόμα), το Akanthus ετοιμάζεται ήδη για το χειμερινό του family reunion. Το ραντεβού έχει δοθεί για τον Οκτώβριο, στο Vox, με τον Διονύση Σχοινά.