Η κυρία Ντίνα σερβίρει «Παλιά Φάβα» πίσω από την Αμφιθέας
Νότιε (και όχι μόνο) που βαρέθηκες το τζανκ φουντ, τα πιο μαμαδίστικα πιάτα θα τα δοκιμάσεις σε αυτή την ιστορική ταβέρνα που βρίσκεται στο Παλιό Φάληρο.
- 08/02/2016
- Κείμενο: NouPou.gr
Το πόσα μικρά, δαιδαλώδη σχεδόν (οκέι υπερβάλλω), στενά έχει το Παλιό Φάληρο δεν το είχα αντιληφθεί. Μέχρι που αποφάσισα να πάω στην «Παλιά Φάβα». Στην ιστορική ταβέρνα της Κυρίας Ντίνας Χαρίση πίσω από την Αμφιθέας. Μας υποδέχτηκε η ίδια, με μαμαδίστικη τρυφερότητα και νάζι μικρού κοριτσιού. Μας είπε να διαλέξουμε όποιο τραπέζι μας αρέσει (είχαμε επιλογή καθότι καθημερινή, για σουκού μας συμβούλευσε να την πάρουμε τηλέφωνο για κράτηση) και πάνω που πήγε να κάτσει να τα πούμε, έφυγε φωνάζοντας «συγγνώμη, επιστρέφω αμέσως, έχω βάλει το φρικασέ, πάω λίγο μη μου καεί». Πάνω από όλα η δουλειά της. Συγκεντρωμένη και σωστή επαγγελματίας σκέφτηκα. Δυναμική γυναίκα η κυρία Ντίνα, ανέλαβε το μαγαζί τούτο το 2005, μαγειρεύει εκείνη και της αρέσει πολύ αυτό που κάνει. «Έρχομαι κάθε πρωί με τα πόδια, μένω 1,5 χιλιόμετρο από εδώ», μου λέει.
Όταν γύρισε από την κουζίνα, όπου τελικά έσωσε το φρικασέ, μας έφερε να δοκιμάσουμε σουτζουκάκια με ρύζι, κότσι αρνιού με πουρέ, τυροπιτάκια, σαντορινιά σαλάτα και φυσικά φάβα. Την φάβα την σερβίρουν σε μεγάλο πιάτο, της συμπεριφέρονται σαν να είναι κυρίως και όχι ένα απλό ορεκτικό. Έχει δώσει το όνομά της στο μαγαζί άλλωστε. Νοστιμότατη η φάβα τους παιδιά και το λέω εγώ που στις ταβέρνες ποτέ δεν την άγγιζα. Με το κρεμμυδάκι της, με τα όλα της. Όσο για την σαντορινιά σαλάτα μην απορείτε, ο άντρας της κυρίας Ντίνας έχει καταγωγή από την Σαντορίνη, είχε δουλέψει και εκείνη παλιά εκεί. Και την κάππαρη και άλλα υλικά που χρησιμοποιούν στα πιάτα τους τα φέρνουν από την φάρμα που έχουν στο νησί.
Όσο για τον χώρο, πρόκειται για μία κλασική ταβέρνα, που θα μπορούσε να είναι κάλλιστα το σκηνικό σε μία ελληνική ταινία με Αλίκη Βουγιουκλάκη, Ζαμπέτα και τέτοια πράγματα. Με τα βαρέλια της, τα καδράκια με τις παλιές διαφημίσεις της, με τα καρό τα τραπεζομάντιλά της. Το αρνάκι ήταν πάρα πολύ ωραίο, δεν μύριζε, ήταν μαλακό, λουκούμι που θα έλεγε και ο παππούς μου (και όλοι οι παππούδες). Ήπιαμε και κρασάκι κόκκινο αρκετό, που στο τέλος φοβήθηκα μήπως δεν θυμάμαι να γράψω αυτά που είδα, δοκίμασα κι άκουσα από την κυρία Ντίνα. «Κανένα πιάτο δεν πρέπει να μοιάζει γευστικά με κάποιο άλλο», αυτό το θυμάμαι καθαρά.
Μάθαμε και την ιστορία του μαγαζιού. Που ήταν βαρελάδικο το 1960, όταν ακόμη η Αμφιθέας είχε στο πλάι χώματα και τα σπίτια τριγύρω ήταν χαμηλά. Που μετά, αφού άρχισαν να βγάζουν κρασί και μεζέδες στους πελάτες, έγινε ταβέρνα με το όνομα «Η Φάβα» με ιδιοκτήτες τον Σολωμό και την Ελευθερία Γαβαλά (όπως γράφει και η ταμπέλα που ακόμη μπορείς να δεις, σηκώνοντας λίγο το κεφάλι σου με το που μπαίνεις από την αυλή στον μέσα χώρο). Που εδώ έρχονταν ο Κατράκης και ο Ζερβός, που με το που υψώθηκαν γύρω της τα ψηλά κτίρια, άρχισε να κρύβεται και να πέφτει η δουλειά. Όμως το μεράκι της πιο γλυκιάς μαγείρισσας των νοτίων προαστίων αναπτέρωσε το μαγαζί και το γέμισε ζωντάνια και ακόμη πιο ωραίες μυρωδιές.
Βασικά, η κυρία Ντίνα είναι αυτό που λέμε μαμά. Στα φαγητά της και στα όλα της. Μας μίλησε για τον γιο της και μας τάισε μέχρι σκασμού. «Ο Γιάννης είναι ο ιθύνων νους», μου είπε, «ασχολείται με το επιχειρηματικό κομμάτι και εγώ μαγειρεύω». Μιλήσαμε και για τον έρωτα και μας έδωσε συμβουλές πάνω από το εξαιρετικό γλυκό κυδώνι που ήρθε με γιαουρτάκι και που δεν έμεινε ούτε μπουκιά.
Κυρία Ντίνα, χάρηκα που σας γνώρισα και που δοκίμασα τα ωραία φαγητά σας, έκανα όμως μία αταξία που τη συνήθιζα και παλιά, τότε που οι δικοί μου με πήγαιναν σε όμορφα ταβερνάκια κάτι κυριακάτικα μεσημέρια. Έσκισα ένα μικρό κομμάτι από το νάιλον, ναι από αυτό κάτω από το χάρτινο τραπεζομάντιλο, και ξέρετε κυρία Ντίνα αυτό το έκανα όταν καθόμουν στις ταβέρνες πολύ κι όχι επειδή βαριόμουν αλλά επειδή άρχιζα να νιώθω άνετα. Και στην Παλιά Φάβα και άνετα ένιωσα και έκατσα πολύ κι ούτε κατάλαβα πως πέρασε η ώρα. Θα σας ξανάρθουμε.