Νικόλαος Μαλλιάρας, ο καθηγητής πανεπιστημίου πίσω από τα εκπαιδευτήρια με την 60χρονη ιστορία
Ο Γενικός Διευθυντής των Νέων Εκπαιδευτήριων Γ. Μαλλιάρα στον Άλιμο μας μιλάει για τη μακρά πορεία τους στο χρόνο και τη σημασία του να προσφέρεις σε μαθητές (και γονείς) εμπειρίες και βιώματα πολιτισμού, παιδείας και αγωγής.
- 05/04/2017
- Κείμενο: NouPou.gr
Ήταν Σεπτέμβριος του 2001 όταν ο μεγαλύτερος γιος του Δρ. Μαλλιάρα (που πλέον σπουδάζει Ψυχολογία στο Πανεπιστήμιο), διδάκτορα Φιλολογίας και Μουσικολογίας και συγγραφέα 9 επιστημονικών βιβλίων, ξεκίνησε στην Α’ Δημοτικού στο συγκεκριμένο σχολείο.
Ήταν ένα μόλις μήνα, κάτι εντελώς καρμικό, μετά τον θάνατο του πατέρα του και ιδρυτή των εκπαιδευτηρίων, του περίφημου κυρ Γιώργη ή Δάσκαλου, όπως τον έλεγαν οι πάντες. Tου φτωχού δηλαδή γιου αγρότη από την Αρκαδία που ήρθε στην Αθήνα να σπουδάσει στη Νομική και ‘κατέφυγε’ τελικά στη διδασκαλία προκειμένου να μπορέσει να ζήσει την μητέρα του και τα τέσσερα μικρότερα αδέλφια του.
«Ήταν πολύ δύσκολες εποχές. Ο πατέρας μου εργάστηκε αρκετά χρόνια ως δάσκαλος σε χωριά της Λακωνίας και της Αρκαδίας, όπου πληρωνόταν σε είδος από τους κατοίκους και όχι από το κράτος. Του έδιναν ένα δωμάτιο για να μένει, ένα πιάτο φαΐ το μεσημέρι και ένα το βράδυ -που του έφερναν εκ περιτροπής οι νοικοκυρές- και ένα τενεκέ λάδι, τον οποίο μπορούσε να πουλήσει για να βγάλει κάποια χρήματα. Ότι χρήματα έβγαζε με τον τρόπο αυτό τα έστελνε στην οικογένειά του»
Ο κυρ Γιώργης ήταν ο ίδιος εργατικός άνθρωπος που, ως κυριολεκτικά την τελευταία μέρα της ζωής του, βρισκόταν από το πρωί ως το βράδυ στο σχολείο που δημιούργησε το 1957, αρχικά σε ένα αρχοντικό στο Παλαιό Φάληρο (σ.σ. εκεί ξεκίνησαν τα εκπαιδευτήρια, ως δημοτικό μόνο, για να μεταφερθούν το 1978 σε ιδιόκτητο κτίριο στο Καλαμάκι) μαζί με την σύζυγό του Άρτεμη, κόρη στρατηγού και απόφοιτη της Ραλλείου Παιδαγωγικής Ακαδημίας.
«Ανέλαβα τα καθήκοντά μου το 1991. Μέχρι και το 2001, που πέθανε στα 79 του, ο πατέρας μου ερχόταν κάθε μέρα στις 7 η ώρα, πριν από μένα, και καθόταν όλη μέρα. Το καλοκαίρι, που δεν υπήρχαν μαθήματα, καθόταν και καθάριζε, έτριβε και λούστραρε όλα τα θρανία ή έβαφε όλο το σχολείο μόνος του. Το θεωρούσε, βλέπεις, δημιούργημά του μέχρι το τελευταίο πετραδάκι. Ήταν όλη η ζωή του. Ακόμη και όταν αρρώστησε, ερχόταν και ορμήνευε, όπως λέμε στο Μοριά, τους άλλους: τους συμβούλευε, δηλαδή, πώς να τα κάνουν όλα σωστά. Ήταν μια πατρική φιγούρα για όλους, για αυτό και οι πάντες τον αποκαλούσαν δάσκαλο ή κυρ Γιώργη»
Το ίδιο σχολείο (από το 1993 ξεκίνησε, σε νέο κτίριο, πρώτα γυμνάσιο και μετά και Λύκειο) στο οποίο ο νυν γενικός διευθυντής των εκπαιδευτηρίων, στα οποία πλέον φοιτούν 1100 παιδιά το χρόνο (από το Μοσχάτο έως τη Βάρη και τον Νέο Κόσμο-δεν εξυπηρετεί τις πιο πέρα περιοχές γιατί δεν θέλει να επιβαρύνει τα παιδιά με υπερβολικά μεγάλο χρόνο μετάβασης), πήγε για πρώτη φορά όταν ήταν μόλις τριών ετών.
«Την πρώτη χρονιά είχα νηπιαγωγό, θυμάμαι, την κα Ρίτσα, μια χαρούμενη, χαμογελαστή κυρία που όλο τραγουδούσε. Και στη δεύτερη τάξη την μητέρα μου. Αλλά, ουσιαστικά, εγώ μεγάλωσα εκεί μέσα. Δεν μπορούσα να διανοηθώ να πάω σε ένα σχολείο που δεν ανήκει στους δικούς μου. Αν και τελικά αυτό ακριβώς συνέβη αφού πήγα, από 4η δημοτικού έως και το λύκειο, στο Κολλέγιο Αθηνών, μετά από επιμονή του νονού μου που ήταν φιλόλογος και καθηγητής εκεί»
Κάτι, που, τελικά, αποδείχθηκε -υπό μια έννοια- πολύ χρήσιμο για όλους τους μετέπειτα μαθητές των Εκπαιδευτηρίων Μαλλιάρα, συμπεριλαμβανομένης της κόρης μου (που μόλις ξεκίνησε να πηγαίνει στην Α’ Δημοτικού), καθώς, πέρα από τα καλά που του πρόσφερε, τον έκανε να καταλάβει τη σημασία του να μην αισθάνεται κανένα παιδί μειονεκτικά λόγω της οικονομικής του κατάστασης.
«Αγωνίστηκα να δημιουργήσω ένα σχολείο το οποίο απευθύνεται σε ανθρώπους της μεσαίας τάξης, δημιουργικούς, που δεν βρήκαν τη ζωή τους έτοιμη, κάνουν θυσία και στερούνται πραγματικά προκειμένου να στείλουν το παιδί τους σε αυτό. Γιατί αυτό τους κάνει να το εκτιμήσουν περισσότερο και δείχνει σε μας ότι οι άνθρωποι αυτοί μας εμπιστεύονται με κόπο και θυσίες ό,τι καλύτερο έχουν: τα παιδιά τους! Το Σχολείο θεωρεί καθήκον του να το καταλαβαίνει και να το σέβεται αυτό. Αγωνίστηκα να εξασφαλίσω ότι αυτοί οι γονείς και τα παιδιά του Σχολείου μας δεν θα συναντήσουν ούτε την ελιτίστικη νοοτροπία, ούτε την υπεροψία, ούτε τον σνομπισμό. Το αρνητικό δηλαδή κομμάτι της δικής μου εμπειρίας ως μαθητή που βρέθηκα να είμαι με ανθρώπους μιας πιο υψηλής τάξης, στην οποία εγώ δεν ανήκα»
Η αλήθεια είναι, βάσει της μικρής εμπειρίας μου στον Μαλλιάρα, ότι αν υπάρχει κάτι που απαγορεύεται δια ροπάλου, είναι η έπαρση. Μαθητών, καθηγητών, αλλά και γονέων.
«Στην αρχή της θητείας μου υπήρχαν πολλοί γονείς που είχαν την νεοελληνική νοοτροπία ‘αφού πληρώνω, θα κάνεις ό,τι θέλω’. Όσον αφορά τα δρομολόγια, τα μαθήματα, ακόμη και τους βαθμούς. Προφανώς και ήμουν ανοιχτός στο να συζητήσω οποιαδήποτε ανησυχία τους, για αυτό άλλωστε ήμασταν από τα πρώτα ιδιωτικά σχολεία που ιδρύσαμε σύλλογο γονέων, αλλά ήμουν κάθετος απέναντι στις παράλογες απαιτήσεις. Τους εξηγούσα σταθερά ότι πρόκειται για εκπαιδευτικό ίδρυμα, με συγκεκριμένη φυσιογνωμία, φιλοσοφία και στόχους, όχι για επιχείρηση παροχής υπηρεσιών α-λα-καρτ. Ποτέ μου, άλλωστε, δεν είδα τους γονείς ως πελάτες και το σχολείο ως επιχείρηση»
Όπως επίσης χρήσιμο, και πάλι για όλους εμάς, ήταν το ότι χρειάστηκε να έρθει ‘αντιμέτωπος’ με δυο γιους στην εφηβεία με τη διττή ιδιότητα του πατέρα και του διευθυντή του σχολείου τους.
«Είναι πραγματικά δύσκολο να έχεις δυο γιους δυναμικούς, έξυπνους και δραστήριους, που προσπαθούν να χτίσουν την προσωπικότητα και να κερδίσουν την ατομική ανεξαρτησία τους, αλλά έχουν απέναντί του ένα πατέρα που είναι ‘αφεντικό’ όχι μόνο στο σπίτι, αλλά και στο σχολείο τους! Δεν μπορούν να του ‘ξεφύγουν’ από πουθενά! Γιατί μπορεί εγώ να μη θεωρώ τον εαυτό μου αυταρχικό, αλλά ποτέ δεν ξέρεις πως θα εκλάβει κάτι που θα πεις ένας έφηβος.
Η όλη εμπειρία με τα αγόρια μου με έκανε να αναρωτηθώ και να ‘ψαχτώ’ πολύ περισσότερο σχετικά με την ορθή παιδαγωγική διαχείριση των παιδιών του γυμνασίου και του λυκείου. Έπιασα τον εαυτό μου, τότε, να είναι έτοιμος να δείξει μεγαλύτερη κατανόηση και να προσπαθεί να έλθει πολύ περισσότερο στην θέση των μαθητών. Άρχισα να μιλάω πολύ περισσότερο μαζί τους και να προσπαθώ να τους πείσω για αυτό που λέω και όχι να τους το επιβάλλω»
Το ότι ο συγκεκριμένος άνθρωπος, που σου αποπνέει σεβασμό αλλά και εμπιστοσύνη από την πρώτη στιγμή που τον γνωρίσεις, βρίσκεται στο τιμόνι των εκπαιδευτηρίων, δεν ήταν καθόλου αυτονόητο, ένεκα της ανοδικής ακαδημαϊκής του πορείας στη Γερμανία. Ο λόγος, συγκεκριμένα, που επέστρεψε στα 30 του, στα πάτρια εδάφη των εκπαιδευτηρίων, ήταν το τεράστιο αίσθημα ευθύνης που ένοιωθε.
«Την εποχή που ήμουν στο Μόναχο για μεταπτυχιακά (σε Βυζαντινή Φιλολογία και Ιστορία, μουσικολογία και μουσικοπαιδαγωγική) και είχα ξεκινήσει να εργάζομαι ως επιστημονικός συνεργάτης του πανεπιστημίου, πέθανε η μητέρα μου. Είδα ότι, ψυχολογικά, ο πατέρας μου δεν μπορούσε να τρέξει το σχολείο μόνος του. Θα ήταν απάνθρωπο, λοιπόν, να μείνω στο εξωτερικό χωρίς να του συμπαρασταθώ, αλλά και να αφήσω στην τύχη της μια επιχείρηση που έστησε ένας άνθρωπος που ήρθε από το χωριό χωρίς κυριολεκτικά μια δεκάρα στην τσέπη»
Χωρίς αυτό να σημαίνει, ότι το προηγούμενο διάστημα, δεν ξόδευε στα εκπαιδευτήρια κάθε δευτερόλεπτο του ελεύθερου χρόνου του (το ίδιο και, αργότερα, ο μικρότερος αδελφός του, Κωνσταντίνος, που είναι υπεύθυνος των οικονομικών).
«Ήμουν πάντοτε εδώ, ακόμη και ως φοιτητής, τις κρίσιμες περιόδους. Όπως π.χ. από τα τέλη του καλοκαιριού οπότε στήναμε την νέα χρονιά. Βοηθούσα στο να κάνουμε τις προσλήψεις, να οργανώσουμε το πρόγραμμα και να χωρίσουμε τα τμήματα. Επίσης είχα φροντίσει, ήδη από το 1985, να εισαγάγουμε την πληροφορική στο σχολείο. Πρώτα βάζοντας computer στην γραμματεία και, ένα χρόνο αργότερα, ως μάθημα»
Οι νέες ιδέες και ο δυναμισμός του Δρ. Μαλλιάρα είχαν ως αποτέλεσμα τα εκπαιδευτήρια να περάσουν σε μια νέα εποχή με την ίδρυση του γυμνασίου και του Λυκείου, από το 1993 και μετά. Πάντα με έμφαση την πολύ μεγάλη βαρύτητα που δόθηκε στις πολιτιστικές εκδηλώσεις, όπως την καταξιωμένη έκθεση παιδικού βιβλίου με τίτλο Μικρογραφίες. Και, φυσικά, την μουσική.
«Είπα στον εαυτό μου: ‘Ο πατέρας μου έχτισε από το μηδέν ένα δημοτικό σχολείο. Δεν πρέπει να κάνω και εγώ κάτι για να αποδειχθώ αντάξιός του;’ Έτσι ιδρύθηκε το Γυμνάσιο και αργότερα το Λύκειο, σε νέο κτίριο. Όσον αφορά συγκεκριμένα την μουσική, μάλλον είμαστε το πιο ‘μουσικό μη μουσικό’ σχολείο της Ελλάδας. Εισαγάγαμε την μουσική ως μάθημα πρακτικό, με χρήση μουσικών οργάνων, ήδη από τότε που ήμουν φοιτητής στην Αθήνα. Είμαστε από τα πρώτα σχολεία που το έκανε και νομίζω το μοναδικό ακόμη και σήμερα που δίνει στο μάθημα τέτοια έμφαση.
Και αυτό γιατί οι σπουδές και η εμπειρία μου, μου έμαθαν ότι η μουσική, πέρα από μαθησιακό αντικείμενο, είναι ένα γενικότερο παιδαγωγικό μέσο. Βοηθάει να αποκτήσουν τα παιδιά βιώματα και εμπειρίες σε ένα περιβάλλον που δεν προκαλεί ανταγωνισμό και αντιζηλία. Τα βοηθάει να εκτονώνουν την ενέργεια τους και να αντιμετωπίζουν τις προκλήσεις της εφηβείας. Θεωρώ ότι με το αμφιθέατρο (το Άρτεμις Μαλλιάρα, χωρητικότητας 500 θέσεων) και την συμφωνική ορχήστρα (Φιλαρμόνια ορχήστρα Αθηνών, με 50 μόνιμα μέλη) που εγκαινιάστηκε τώρα τελευταία ολοκληρώθηκε ένα μεγάλο μέρος του αρχικού οράματος που είχα όταν ανέλαβα την διεύθυνση των εκπαιδευτηρίων»
Δεν είναι τυχαίο ότι η κατασκευή του σύγχρονου και τεχνολογικά άρτιου αμφιθεάτρου, μιας κιβωτού πολιτισμού που, εκτός των άλλων, δίνεται και σε παιδικούς σταθμούς και νηπιαγωγεία της ευρύτερης περιοχής με πολύ μικρό αντίτιμο, ώστε να μπορέσουν να κάνουν τις εκδηλώσεις τους, έλαβε χώρα το καλοκαίρι του 2010, εν μέσω κρίσης, και στα πλαίσια της μεγαλύτερης κτιριακής επέκτασης του σχολείου ως τώρα. Μια ακόμη έμπρακτη απόδειξη της προσήλωσης των υπευθύνων των εκπαιδευτηρίων στην ουσία, του να παρέχουν δηλαδή στους μαθητές μια όσον δυνατόν πιο πλήρη και πολυεπίπεδη εκπαιδευτική εμπειρία και όχι στα ευτελή, όπως π.χ. χώρους υποδοχής που να θυμίζουν πεντάστερο ξενοδοχείο, ή στην αποκλειστική και εμμονική στοχοπροσήλωση στο ποσοστό επιτυχίας στις πανελλήνιες.
«Μπορεί το ποσοστό μας στις πανελλήνιες να είναι κάθε χρόνο πάνω από 95%, αλλά αυτό δεν συντελείται μόνο στις τελευταίες τάξεις του Λυκείου. Είναι το φυσιολογικό αποτέλεσμα μιας δωδεκάχρονης συνολικής πορείας – και έτσι πρέπει να είναι. Είμαστε περήφανοι επειδή έχουμε καταφέρει να είμαστε ένα σχολείο με πολύ υψηλό μαθησιακό επίπεδο σε όλες τις βαθμίδες. Είμαστε, όμως, ακόμη πιο περήφανοι που έχουμε καταφέρει, ταυτόχρονα, να προσφέρουμε βιώματα, εμπειρίες πολιτισμού και παιδείας και αγωγής και στα παιδιά και στους γονείς οι οποίες καθιστούν το σχολείο μια διαχρονική προσφορά παιδείας και πολιτισμού. Αυτό δηλαδή που είναι και το σύνθημά μας για τα 60 χρόνια των εκπαιδευτηρίων.
Δες το και από τον εαυτό σου. Εσύ τι θυμάσαι πιο έντονα από την μαθητική σου ζωή; Σίγουρα θα είναι ένας χορός, μια συναυλία, μια έκθεση ζωγραφικής ή μια θεατρική παράσταση που είδες ή συμμετείχες. Αυτά είναι που καθόρισαν, εξίσου με τα μαθήματα, και με τους εμπνευσμένους καθηγητές, την προσωπικότητά σου. Εμπειρίες που πρέπει να αποκτήσει ένας νέος και μέσα από αυτές θα βρει τι θέλει να κάνει στην ζωή του. Αν δεν του δώσει η Παιδεία τα ερεθίσματα, δεν θα τα βρει ποτέ ή, πιθανότατα, θα τα βρει εκτός σχολείου σε κοινωνικά περιβάλλοντα με αρνητικά πρότυπα»
Όσον αφορά τους στόχους της επόμενης μέρας, αυτοί περιλαμβάνουν, όπως μας τους περιγράφει περιληπτικά ο Δρ. Μαλλιάρας, τη διαρκή έρευνα και ανανέωση στο σύστημα διδασκαλίας, μεγαλύτερη έμφαση στο προφορικό λόγο όσον αφορά την ξένη γλώσσα, αλλαγή των βιβλίων μουσικής, περαιτέρω ενίσχυση των πολιτιστικών δραστηριοτήτων, έμφαση στην επιμόρφωση των καθηγητών, έμφαση στην ‘επιμόρφωση’ των γονέων για το πως μπορούν να βοηθήσουν τα παιδιά τους από πλευράς ψυχολογίας και μεγαλύτερη ευαισθητοποίηση των παιδιών σε θέματα που μας απασχολούν καθημερινά όπως την μετανάστευση και την κοινωνική κρίση.
Τι μένει για το τέλος; Η αίσθηση που είχα πηγαίνοντας μαζί του βόλτα στις εγκαταστάσεις του γυμνασίου-λυκείου. Εκεί δηλαδή που προσεχώς σκοπεύω να βρίσκεται και η κόρη μου. Μπορεί να μην τον έλεγαν κυρ Νίκο οι καθηγητές και το βοηθητικό προσωπικό, αλλά ο σεβασμός και η αίσθηση του ‘όλοι είμαστε μια οικογένεια’ ήταν εμφανής. Αυτός που ήταν ο λόγος, προσωπικά, που επέλεξα τα εκπαιδευτήρια Μαλλιάρα. Αυτός και το γεγονός ότι μίλησα με πάνω από 40 άτομα, νυν μαθητές ή απόφοιτους, και κανένας, μα κανένας, δεν είχε το παραμικρό αρνητικό να του προσάψει.
Είμαι σίγουρος ότι, κάπου ψηλά ο πατέρας του, ο γιος του αγρότη με τη δίψα για μάθηση που ξεκίνησε όλο αυτό το εγχείρημα, θα ήταν περήφανος. Και, μην ξεχνάτε, ότι υπάρχει και μια 3η γενιά που, ενδεχομένως, με τη σειρά της θα συμβάλει στο να φτάσει αυτό το εκπαιδευτικό ίδρυμα, ένα πραγματικό κόσμημα για τα νότια προάστια, να γιορτάσει τα 100 χρόνια του.
Info: Νέα Εκπαιδευτήρια Γ. Μαλλιάρα, Ερεχθείου 6, Άλιμος, τηλ.: 210-9816523, 210-9850112, 210-9889101, www.maliaras.gr