Ο Βλαχόπουλος και ο Συρίγος είναι ένα δίδυμο να ακούει κανείς
Ο Παντελής Βλαχόπουλος και Γιώργος Συρίγος, το απόλυτο νότιο δίδυμο στη συχνότητα του SPORT 24 Radio 103,3, μας μίλησαν για όλα.
- 22/03/2017
- Κείμενο: NouPou.gr
ΟΚ, τους ακούς καθημερινά στον Sport24 Radio 103.3 FM, από τις 16.00 έως τις 18.00. Η εκπομπή τους (“Είναι να γελάει κανείς”) είναι hit και ένας από τους λόγους που έχει κολλήσει η βελόνα. Προφανώς και έχεις καταλάβει ότι αυτοί οι άνθρωποι δεν είναι και πολύ καλά. Δεν είναι κάτι που αρνούνται.
Τουναντίον, έχουν “αγκαλιάσει” την τρέλα τους και για αυτό ουδεμία ντροπή αισθάνθηκα να τους θέσω μια σειρά ερωτήσεων που δεν τις λες καθημερινές. Ή εύκολες. Θα δεις ωστόσο, πως είναι από αυτές που σε βοηθούν να γνωρίσεις κάποιον καλά. Πριν ξεκινήσουμε, να σου πω ότι επειδή γνωριζόμαστε και με τους δύο σε όλη την ενήλικη ζωή μας, μάλλον ο ενικός όχι μόνο επιτρέπεται, αλλά επιβάλλεται.
Ποιο είναι το μεγαλύτερο ρίσκο που έχετε πάρει και τι μάθατε από αυτό;
“Συνολικά στη ζωή μας;” ρωτά ο Γιώργος και μάλλον έχει έλθει η ώρα για μια γενικότερη διευκρίνηση: όλες οι ερωτήσεις αφορούν τη ζωή τους, γενικά. Αν πάλι, εκείνοι θέλουν να εστιάσουν στη δουλειά τους, είναι αναφαίρετο δικαίωμα τους -ας όψεται η δημοκρατία.
“Έχω πάρει πολλά ρίσκα στη δουλειά”, ομολογεί ο Παντελής, “από την πρώτη ημέρα που ξεκίνησα, το 1997, μέχρι και σήμερα. Κάθε μέρα παίρνουμε από ένα ρίσκο”. Το πιο μεγάλο πιο ήταν; “Όταν έφυγα από τον Alpha και πήγα στην ΕΡΤ”, το 2003.
“Όπως το θέτεις, ισχύει το εξής οξύμωρο: παίρναμε τα ρίσκα μικροί” λέει ο Γιώργος και προχωρά στην εξήγηση. “Όταν είσαι μαλακισμένο 18, 19, 20 και έχεις και μια, ας πούμε, ασφάλεια από το σπίτι και μάλιστα διπλή, γιατί και ο άλλος (βλ. Φίλιππας Συρίγος) έκανε την ίδια δουλειά και σε έβαλε σε αυτή, μπορούσες να τα αντιμετωπίσεις όλα ως παιχνίδι. Με την απόσταση του χρόνου, βλέπω πως εμπεριείχε ρίσκο”. Του ζήτησα επίσης, ένα παράδειγμα.
“Ας πούμε η απόφαση μου να φύγω από το “Sportime” έπειτα από έξι μήνες και ενώ ο Χάρης Ξύδης μου είχε δείξει εμπιστοσύνη και μου είχε δώσει πολλές αρμοδιότητες, δεν φοβόταν να πάρει αποφάσεις και να δώσει ευθύνες σε ανθρώπους στους οποίους πίστευε. Παρεμπιπτόντως, να του πω ένα “ευχαριστώ” και από εδώ. Εν πάση περιπτώσει, αυτή ήταν η πρώτη μου δουλειά στο μισθολόγιο (έως τότε ήμουν μαθητευόμενος έξι μήνες στην “Ελευθεροτυπία” και άλλους τόσους στο “Τρίποντο”) και το να φύγεις από εκεί για να πας στον “Αδέσμευτο Τύπο” του Ρίζου, εφημερίδα που προσπαθούσε να γίνει νέος “Ελεύθερος Ρίζος”, τη σημερινή εποχή το λες και ρίσκο. Τότε ήταν στη λογική πως “πολύ ωραία είναι εδώ στο “Sportime”, αλλά είναι φίλος σου ο Καρύδας και ο Κογκαλίδης, οι οποίοι σε θέλουν, άρα πολύ ωραία θα περάσεις και εκεί”.
Συμφωνήσαμε πως τα ρίσκα είναι για μικρές ηλικίες και ότι αν τα πάρεις, όταν ωριμάζεις δεδομένα τα φιλτράρεις διαφορετικά. Προχωράμε.
Πώς σε περιγράφει ο καλύτερος σου φίλος;
Είχαμε μια παύση κάποιων δευτερολέπτων, πριν ρωτήσει ο Παντελής αν η απάντηση έπρεπε να είναι μονολεκτική. Του εξηγώ πως όχι απαραίτητα και πριν προλάβω να ολοκληρώσω, λέει “τρελός”. Ο Γιώργος ενημερώνει ότι “ξεκίνα λέγοντας πως υπάρχει μια αστάθεια ή ας πούμε πιο επιεικώς μια μη προβλεψιμότητα”. Ο Παντελής έχει μια ένσταση. Να την ακούσουμε. “Οι φίλοι δεν είναι αντικειμενικοί”. Μα οι πραγματικοί φίλοι είναι οι μόνοι από τους οποίους δέχεσαι να σου πουν την πάσα αλήθεια, στα μούτρα. “Σωστό” σχολιάζει ο Γιώργος, με τον Παντελή να επιμένει πως “ο φίλος θα σου πει τα άσχημα. Τα καλά δεν θα τα πει. Τα αισθάνεται και τα δείχνει με πράξεις”. Ας δεχθώ (γιατί είμαι και large) ότι αυτό ισχύει στις ανδρικές φιλίες. “Ε, για αυτό σου λέω ότι οι φίλοι μου λένε πως έχω μια τρέλα. Για καλά στοιχεία, δεν έχω ακούσει κουβέντα (γελάει)”. Προφανώς όμως, έχει και για αυτό είναι δίπλα του. Σωστά Γιώργο; “Εμένα πάλι, με έχουν πει τριτοκοσμικό, απροσάρμοστο. Η αλήθεια είναι πως υπάρχουν ψήγματα από όλα (γελάει)”.
“Να σου πω πώς περιγράφω εγώ τον Γιώργο;” ρωτά ο Παντελής, πριν συμφωνήσουμε πως θα είχε ενδιαφέρον να ακούσουμε τι έχει να πει ο ένας για τον άλλον. “Θέλω να πω τρία πράγματα για τον Συρίγο. Όταν κάνεις καθημερινή εκπομπή με έναν άνθρωπο, δεν μπορείς να πεις άσχημα πράγματα. Είναι δύσκολο. Το ίδιο ίσχυε και όταν έκανα εκπομπή με τον Αντρέα Παλομπαρίνι. Όταν μοιράζεσαι καθημερινά τη ζωή σου με τον ίδιο άνθρωπο για δυο ώρες, αν δεν ταιριάζεις με τον άλλον όχι μόνο δεν περνά η ώρα, αλλά δεν μπορείς και να συνεχίσεις. Έχει συμβεί αυτό, στο παρελθόν. Σοβαρά, θα σου πω ότι ο Γιώργος ήταν η πρώτη πρόσληψη που είχα κάνει, όταν έγινε διευθυντής στο Contra.gr. Τον θεωρούσα ως τον καλύτερο στη δουλειά του. Δεν είναι όμως, εκεί το θέμα. Την ημέρα που με πήρε τηλέφωνο και μου είπε πως είχε πρόταση από άλλον όμιλο, πριν καταλήξει “όσα χρήματα και να μου δώσουν, εγώ δεν θα φύγω από εσένα”, “κλείδωσα”.
“Πού το θυμήθηκες αυτό, ατιμούλη;” ρωτά ο Γιώργος, με τον Παντελή να συνεχίζει με ένα δεύτερο συμβάν που ένιωσε να τον “δένει” με τον ραδιοφωνικό παρτενέρ του. “Πρόσφατα πλακωθήκαμε στον αέρα, για ένα ποδοσφαιρικό θέμα…”. Τον διακόπτει ο Γιώργος για να διευκρινίσει ότι “πλακωθήκαμε με όλων των άλλων τα στάνταρ. Όχι τα δικά μου”. Εν πάση περιπτώσει “την επόμενη ημέρα, ζήτησε στον “αέρα” συγγνώμη. Όταν το κάνει αυτό ένας άνθρωπος 40 χρόνων σε έναν άλλον άνθρωπο 40 χρόνων, είναι σημαντικό. Καταλαβαίνεις πώς νιώθω εγώ για αυτόν και εκείνος για εμένα. Αυτό είναι επίσης, κάτι που δεν θα ξεχάσω ποτέ. Τέτοιες στιγμές προσδιορίζουν ανθρώπινες σχέσεις, ως σχέσεις ζωής. Εκτιμάς τον άλλον, τον σέβεσαι”.
Ο Γιώργος θα πει κάτι για τον Παντελή; “Κοίταξε, θα στα απλουστεύσω όλα. Όπως ξέρεις τα τελευταία 25 χρόνια, έχω ως άνθρωπος αρκετές μεγάλες περιέργειες, ενώ άλλα πράγματα είναι πολύ απλά στο μυαλό μου. Εν προκειμένω, είναι όλα απλά. Δηλαδή, έχω 2-3 βασικές αρχές. Δεν κάνω αυτό που δεν θέλω να μου κάνουν. Και αν ξεφύγω από αυτό, ζητώ συγγνώμη. Δεύτερον, δεν μπορώ να πω ψέματα, σε σημείο ανοησίας. Θα γελάω, θα δαγκώνομαι. Αυτή είναι η βάση μου. Όταν βλέπεις έναν άνθρωπο που είναι στην ίδια λογική, αυτόματα έχεις μια πολύ ισχυρή βάση”.
Πόσο τυχεροί νιώθετε πως ήσασταν στη ζωή σας;
“Εννέα” λέει ο Παντελής πριν σκεφτεί δευτερόλεπτο. Αποκαλύπτει πως “αυτό είναι κάτι που σκεφτόμουν πρόσφατα, παρακολουθώντας το Ελλάδα-Γιουγκοσλαβία, του ’87 και ακούγοντας τον πατέρα του Γιώργου να λέει πως “είναι το τέλος. Δεν μπορώ να μιλήσω άλλο”. Σκεφτόμουν πως αυτό που έβλεπα ως παιδί, που κάθε μέρα έλεγα στον πατέρα μου να με πάει να παίξω μπάσκετ, το έκανα πραγματικότητα. Είμαι με αυτούς τους ανθρώπους, δουλεύω με αυτούς τους ανθρώπους, πήρα συνέντευξη από αυτούς τους ανθρώπους. Έκανα το όνειρο μου πραγματικότητα και αυτό είναι τύχη. Δεν λέω πως δεν δούλεψα στη ζωή μου, αλλά οι συγκυρίες ήταν τέτοιες που το παιδικό μου όνειρο έγινε πραγματικότητα”.
“Ναι, αλλά έβαλες μόνο 9” τον “τσιγκλάει” ο Γιώργος. “Δεν το βάζω το 10. Θα μπορούσα να το προσεγγίσω, αλλά δεν το βάζω”, του απαντά ο Παντελής. Ναι, καλά κατάλαβες. Ο Γιώργος βάζει 10. “Το 1987 χάζευα δίπλα του (δίπλα στον αείμνηστο πατέρα του) τα ματς του Ευρωμπάσκετ, με ακουστικά, το 1988 είχα πάει στη Γάνδη και έπαιζα με το γιο του Μάκαντου -παρεμπιπτόντως ήταν 5, εγώ 12 και του έριχνα μόλις 5 πόντους-, από τα 9 έως τα 15 είχα κάνει τους διαδρόμους της ΕΡΤ, όπου με πήγαινε ο πατέρας μου κάθε Σάββατο, ποδοσφαιρικό γήπεδο, μετά έμπαινα στο στούντιο με τους καλεσμένους και πολλά άλλα τέτοια περιστατικά. Επί της ουσίας, το παιχνίδι μου έγινε η δουλειά μου. Αν μου άρεσε; Μα δεν μπορούσε να συμβεί κάτι άλλο. Δεν υπήρχε κάτι άλλο στο μυαλό μου, με το οποίο θα μπορούσα να ταυτιστώ”.
Θα μπορούσε να ‘χει ταυτιστεί με την κολύμβηση, το σπορ που ξεχώρισε η μητέρα του. “Τη βαρέθηκα. Όταν μπλέκεις από τα 4.5 με ατομικό σπορ, κάποια στιγμή θα σιχτιρίσεις να μετράς πλακάκια”. Η τύχη του ποια ήταν ακριβώς -από όλες; “Αυτό που τρελαίνεσαι να ασχολείσαι με τον Μάτζικ Τζόνσον και τον Πάολο Ρόσι -ποδοσφαιρικός μεν, αλλά το πρώτο είδωλο, το 1982 στον τελικό με τη Βραζιλία- και μετά να γίνεται καθημερινότητα σου”. Ο Παντελής τον ρωτά αν προτιμούσε τον Ρόσι από τον Τζόνσον. Ο Γιώργος ομολογεί πως ναι, αυτή ήταν η πραγματικότητα “και μάλιστα με διαφορά, το ’82”, πριν ο Παντελής ενημερώσει ότι “στο δωμάτιο μου, πίσω από το κρεβάτι είχα μια τεράστια αφίσα με τον Μάτζικ. Πάντα μου έλεγε η μητέρα μου “βγάλτον αυτόν, φοβάμαι να μπω να καθαρίσω το δωμάτιο”, για να καταλάβετε το μέγεθος της αφίσας”. Τι απαντούσε; “Γούρλωνα τα μάτια και της έλεγα “ΜΑ ΕΙΝΑΙ Ο ΜΑΤΖΙΚ ΤΖΟΝΣΟΝ”. Ακλόνητο επιχείρημα, δεν βρίσκεις;
Ποιο είναι αυτό που σιχαίνεστε στη δουλειά που κάνετε και γιατί;
“Είπε ο Γιώργος μια μαγική φράση νωρίτερα: πως σιχαίνεται να λέει ψέματα. Για εμένα το ψέμα, η υποκρισία είναι αυτό που σιχαίνομαι περισσότερο” ενημερώνει ο Παντελής, πριν τονίσει “οφείλω να παραδεχθώ ότι και σε αυτό στάθηκα τυχερός, γιατί δεν έζησα έντονα το ψέμα. Ειδικά στην εταιρία που είμαι τώρα, την 24Media το περιβάλλον είναι πολύ ωραίο. Ο Γιώργος μου ‘χει αναφέρει έκπληκτος τρία περιστατικά που του ‘χουν συμβεί και αφορούν το κλίμα που έχουμε εδώ”. Τον διακόπτει ο Συρίγος για να πει ότι “μα ένας από τους λόγους που σου είχα πει ότι δεν θα φύγω τότε από το site, είναι το κλίμα που υπάρχει στην 24Media. Ας μιλάμε ανοιχτά. Ως αρθρογράφος δεν παίρνεις πια χρήματα που σου λύνουν το πρόβλημα. Η διαφορά από τη μια πρόταση στην άλλη, είναι μικρή. Αν είναι λοιπόν, να διαλέξω, θα χάσω χρήματα για να μπορώ να υπάρχω κάπου όπου το περιβάλλον είναι εξαιρετικό, ομοίως και η συνεργασία”.
Είναι το ψέμα ό,τι χειρότερο και για τον Γιώργο; “Όχι. Για εμένα το πράγμα είναι πιο βαθύ. Σίγουρα ισχύει αυτό που λέει ο Παντελής, αλλά για εμένα είναι συνολικό το φαινόμενο του ότι έχουμε απολέσει ως κοινωνία, όλες τις αρχές που είχαμε. Καλώς ή κακώς επειδή το δικό μας επάγγελμα δημιουργεί την ψευδαίσθηση πως μπορείς να ‘χεις γρήγορη αναγνωρισιμότητα. Για αυτό και βλέπεις επί πέντε την έλλειψη αρχών, όπως είναι ο σεβασμός. Ακόμα και τώρα, που υπάρχει καθίζηση στα media, οι νοοτροπίες δεν έχουν αλλάξει. Χειρότεροι γίναμε. Όχι καλύτεροι. Ό,τι ισχύει συνολικά για την κοινωνία, για τη συνήθεια που έχουν πια οι άνθρωποι να κλείνονται στο καβούκι τους και να αναπτύσσουν μίσος για όλα -τη μικροαστική γελοία λογική που κουβαλάμε- το βλέπεις στη δουλειά μας, επί 5”.
Ποια είναι η μεγαλύτερη παρανόηση που σας αφορά;
“Τώρα, θες σοβαρά να απαντήσουμε σ’ αυτό;” ρωτά ο Γιώργος. Θα έχει ενδιαφέρον, σχολιάζω. “Έχω σταματήσει να ασχολούμαι με το τι ακούγεται για εμένα, από τον πρώτο μήνα στη δουλειά, γιατί αλλιώς θα τρελαινόμουν. Όπως είπες πριν, κάποιοι θα έκαναν τα στραβά μάτια σε λάθος μου, επειδή είχαν το φόβο πως θα τα ακούσουν από τον άλλον. Άλλοι που ήταν ορκισμένοι του εχθροί ξεσπούσαν επάνω μου, ενώ ορισμένοι μου φέρονταν καλά, διότι ένιωθαν πως ενδεχομένως θα αποκόμιζαν πράγματα. Τράβηξα μια γραμμή, είπα “δεν με ενδιαφέρει” και η ζωή συνεχίστηκε”.
Ο Παντελής παραδέχεται ότι “όταν ήμουν μικρός με ενοχλούσαν πράγματα που άκουγα να λένε για εμένα και δεν είχαν σχέση με την πραγματικότητα. Μετά τα 30, απέκτησα τη λογική του Γιώργου. Δεν με αφορά τι λέγεται για εμένα”. Και αν κάποιο σχόλιο έχει ένα μικρό ποσοστό αλήθειας, που στην τελική αν το αλλάξεις θα κάνεις πιο εύκολη τη ζωή σου; “Θα αλλάξω όταν το θέλω εγώ, όχι γιατί μου το λέει κάποιος” ξεκαθαρίζει ο Παντελής, “ξέρω τι είναι καλό ή κακό για εμένα. Ακούω τους φίλους μου, αλλά τις αποφάσεις τις παίρνω εγώ”.
“Καμιά φορά, η λογική του Μ. Αλεξάνδρου με τον Γόρδιο δεσμό είναι απολύτως ωφέλιμη” διευκρινίζει ο Γιώργος “και για τη ψυχική σου ισορροπία και για το χρόνο σου. Η τακτική που είχα από την αρχή, είναι από τα λίγα για τα οποία μπορώ να υπερηφανεύομαι πως ήμουν σταθερός στη ζωή μου, χωρίς τις γνωστές παλινωδίες που οφείλονται στην ανωριμότητα. Έλεγαν πράγματα που δεν άκουγα, σε σημείο που είχα ελλειπή επαφή με την πραγματικότητα. Δεν με ενδιέφερε”.
Ποιο είναι το τελευταίο πράγμα για το οποίο αλλάξατε άποψη;
Οι παύσεις έγιναν δύο, με τον Παντελή να λέει “έχω αλλάξει άποψη για άνθρωπο, με τον οποίον δουλεύαμε μαζί πολλά χρόνια πριν και είχα πολύ άσχημη εικόνα για εκείνον. Ξανασυναντηθήκαμε πριν λίγο καιρό και έχουμε γίνει κολλητοί. Μιλάμε κάθε μέρα, συνεργαζόμαστε, βγαίνουμε μαζί. Πιστεύω ειλικρινά, πως μετά τα 30-35 ο άνθρωπος αλλάζει. Κατασταλάζει σε πράγματα. Γίνεται πιο “ανοιχτός”. Νιώθω πως στα 40 μου βρίσκομαι στην πιο ωραία ηλικία, γιατί έχει “ανοίξει” το μυαλό μου”. Ζεις, κρατάς, αφήνεις και συνεχίζεις. “Δεν είναι απόλυτο”. Όντως, γιατί κάποιοι επιμένουν να μένουν παιδιά, ανεξαρτήτως ηλικίας. “Η λογική πάντως, λέει το αντίθετο: πως όσο μεγαλώνεις “κλείνεσαι”, σχολιάζει ο Γιώργος, πριν προσθέσει “ίσως να μην έχουμε φτάσει ακόμα… σε αυτήν την ηλικία (γελάει)”. Επί της ουσίας, αποφασίζεις τι σου αρέσει και τι όχι και δεν κάνεις “εκπτώσεις”. “Έχεις δίκιο” λέει ο Παντελής. Αλλά τελικά, ποιο ήταν το τελευταίο πράγμα για το οποίο άλλαξε άποψη ο Γιώργος; “Ήταν άρρωστοι όλοι στο σπίτι και δεν μπόρεσα να πάω στη συναυλία του Άλεξ Τέρνερ”.
Ποιο είναι το μεγαλύτερο επίτευγμα που σας διαμόρφωσε ως ανθρώπους;
“Το να πηγαίνω στο σχολείο και να μου λέει η δασκάλα του Φίλιππα πως “το παιδί σας είναι άξιο. Μακάρι να είχα 100 σαν το δικό σας”. Παρένθεση: ο μικρός δεν πηγαίνει ακόμα σχολείο. Υπάρχει μεγαλύτερη ικανοποίηση από το να σου λέει κάποιος πως έχεις κάνει σωστή δουλειά στη διαπαιδαγώγηση ενός μικρού παιδιού;” διερωτάται ο Γιώργος, με τον Παντελή να συμφωνεί και να προσθέτει “είναι υπέρτατη τιμή να ακούς καλά σχόλια για το παιδί σου, που το βάζεις πάντα πάνω από τον εαυτό σου”. Ο Γιώργος διακόπτει για να πει πως “είναι ο μόνος άνθρωπος με τον οποίον δεν υπάρχει συναγωνισμός” και ο Παντελής συμπληρώνει “έχω νιώσει πολύ υπερήφανος για τον Άκη. Θυμάμαι χαρακτηριστικά, μια φορά που είχα πάει στο φροντιστήριο αγγλικών να ρωτήσω πώς τα πάει. Ακόμα θυμάμαι τη θέρμη με την οποία μου απάντησε η δασκάλα του, για τις επιδόσεις και το χαρακτήρα του. Έχω νιώσει πάρα πολλές φορές υπερήφανος, με αυτά που μου λέει ο γιος μου. Όπως έχω δει να ‘χει μερικά αρνητικά που έχω και εγώ. Για παράδειγμα, έναν προγναθισμό όταν νευριάζω. Βλέπω τον εαυτό μου σε εκείνον (χαμογελά)”.
Ποια είναι η μεγαλύτερη αποτυχία και πώς την ξεπεράσατε;
“Θα σου πω αλήθεια, πως μεγάλη αποτυχία στη δουλειά δεν είχα” λέει ο Παντελής. Τον διακόπτω και του λέω “δες το συνολικά” και απαντά “μερικά πράγματα στη ζωή δεν ξεπερνιούνται. Ό,τι και αν κάνεις. Μένουν μέσα σου. Όπως ο θάνατος ενός δικού σου ανθρώπου, το τέλος μιας σχέσης, το να χάσεις ένα θέμα”. Δεν μπαίνουν όλα αυτά στον ίδιο ντορβά. “Ομολογώ πως δεν μπορώ να πω ότι είχα κάτι στη ζωή μου που να με επηρέασε ως αποτυχία”.
Ο Γιώργος πώς το βλέπει το θέμα; “Θα στα πω λίγο σύνθετα”, ενώ όλα τα άλλα τα είπε απλά. “Αν εσύ είσαι αυστηρή με εμένα, εγώ είμαι 1.000.000 φορές πιο αυστηρός με τον εαυτό μου. Σε σημείο που κάθε βράδυ να θέλω δυο ώρες να φιλτράρω ό,τι έχει συμβεί, να χαλαρώσω, να δω κανα ματσάκι ΝΒΑ και να πάω για ύπνο. Εκεί λοιπόν, που απλώνω τα πόδια μου και βλέπω τον Πολ Τζορτζ να σκοράρει, μετρώ όλες τις μικρές αποτυχίες της ημέρας που είναι στάνταρ από 10 και πάνω. Η μεγάλη αποτυχία είναι να κοιμηθώ, χωρίς να τις έχω αρχειοθετήσει. Απογοητεύσεις έχω ζήσει, αλλά από ένα σημείο κι έπειτα επικρατεί ψυχρά η λογική. Τραβώ γραμμή και προχωρώ”.
Ποια είναι η πιο αγαπημένη ανάμνηση από τις δυο πρώτες δεκαετίες της ζωής σας, στα Νότια Προάστια;
“Πωωωω. Μπορούμε να μιλάμε για ώρες” ενημερώνει ο Γιώργος, “από Queen να τρώω μπέργκερ, ξημερώματα έπειτα από ξενύχτι, από Aίνο που πια έχει κλείσει”. Ο Παντελής δίνει ως πιο έντονη ανάμνηση “τις επισκέψεις στο μεγάλο λούνα παρκ που υπήρχε τότε, στο Παλαιό Φάληρο. Κάθε φορά που με πήγαινε ο πατέρας μου, ένιωθα πως είμαι ο πιο ευτυχισμένος άνθρωπος του κόσμου. Είναι αυτό που λέμε και στην εκπομπή με τον Γιώργο: οι παιδικές εικόνες είναι όλη σου η ζωή, είτε είναι στον αθλητισμό, είτε βιώματα πιο προσωπικά. Αυτά σε πηγαίνουν πάντα”.
Ο Γιώργος έντιμα παραδέχεται ότι “από εκείνες τις δεκαετίες μου έχουν μείνει περισσότερο εικόνες χωρίς ήλιο, παρά εικόνες με ήλιο (γελάει)”. Όπως; “Στο μικρό Mercedes στο πατάρι, στην πλατεία Εσπερίδων, Παλαιό Φάληρο συμβολές παραλιακής με Αμφιθέας, στο παλιό Booze. Μύθος ήταν και το χειμωνιάτικο, αλλά ήταν στην Αθήνα. Μπιφτεκούπολη, να βλέπουμε ως μικρά παιδιά ιερά τέρατα της Γλυφάδας, Αμερικανούς παίκτες. Το μπιλιαρδάδικο, μπασκετάκια στον ΑΝΟΓ ή στον Πρωτέα Βούλας ή στο “Κλουβί” που ήταν διαφορετικό. Βουλιαγμένη, το παλιό το “Παγωτό”, εκεί όπου τώρα είναι το Waffle, στη Βούλα”, περιοχή που ζει τα τελευταία χρόνια ο Παντελής, ο οποίος όλα τα χρόνια της ζωής του τα ‘χει περάσει στα Νότια Προάστια.
“ Όπου ζω νομίζω ότι είναι και η πατρίδα μου. Η Βούλα μου αρέσει γιατί είναι κοντά στη θάλασσα, στη δουλειά μου, μου αρέσουν οι άνθρωποι”. Πού πάει; “Με την παρέα, πάμε σε μαγαζιά όπως το Rumors. Είμαστε πολύ χαλαροί, γιατί είμαστε μεγάλοι άνθρωποι. Πηγαίνουμε πολύ στο Aqua, με διάφορους μπασκετικούς, με τον Τσάρλυ, τον Θέμη Καίσαρη, με τους Αφρουδάκηδες”. Ο Γιώργος προσθέτει πως “το Aqua είναι θεσμός. Αλλά να σου πω κάτι; Τώρα που έχουμε γεροντοπαραξενέψει και δεν συμβιβαζόμαστε εύκολα με άβολες καταστάσεις, πάμε εκεί όπου είναι οι φίλοι μας και ξέρουμε πως θα είναι χαλαρά. Θα πάμε στο “Pere”, στο “Bella Vespa”, στο “Living”. Εκεί όπου σε ξέρουν, τους ξέρεις και μπορούν να απασχοληθούν τα παιδιά”.
Ο Παντελής καταλήγει στο ότι “στα νότια έχουμε ζήσει τις πιο δυνατές στιγμές της ζωής μας. Έχουμε ερωτευτεί, έχουμε κλάψει, έχουμε νιώσει πολύ έντονα. Και κατ’ εμέ, σε όλα αυτά έπαιξε πολύ μεγάλο ρόλο ότι έχουμε κοντά τη θάλασσα. Νομίζω πως είναι έμπνευση η θάλασσα. Τελειώνω αργά τη δουλειά και μόλις στρίβω από Γλυφάδα για Βούλα στην παραλιακή, νιώθω ότι ξεκουράζομαι”.
Πώς είναι μια τέλεια ημέρα για εσάς;
“Πολύ μπάσκετ, να δούμε 4-5 παιχνίδια ενδιαφέροντα, να γουστάρει και ο Φίλιππος” λέει ο Γιώργος, πριν προσθέσει πως “τώρα που πάει στα 7, βλέπει και μπασκετάκι. Είναι από τα πράγματα τα χαρούμενα που ξέχασα να σου πω πριν. Έρχεται στον καναπέ και αντί να μου πει “σήκω να παίξουμε με αυτοκινητάκια”, με ενημερώνει πως θα καθίσει μαζί μου να δει μπάσκετ. Αρχίζει και διαβάζει τα ονόματα και τα σκορ και χαίρεται. Η τέλεια ημέρα μου, πια είναι με τα παιδιά, με χαμόγελα και πολύ μπάσκετ”. Και για τον Παντελή η τέλεια ημέρα είναι απλή υπόθεση: “Ένα Σάββατο, στα νότια, με ήλιο”. Ναι, τόσο απλή.
* Φωτογραφίες Ανδρέας Χατζηπαρίσης