Διατροφογενετική: Τι είναι και πώς εφαρμόζεται σε χρόνιες παθήσεις και απώλεια βάρους
Η Δρ. Βαλεντίνη Κωνσταντινίδου, ερευνήτρια Διαιτολόγος- Διατροφολόγος και δημιουργός του Κέντρου DNANUTRICOACH® στη Γλυφάδα, μας συστήνει το αντικείμενο εξειδίκευσής της, τη Διατροφογενετική και μας εξηγεί πώς αυτή μπορεί να μας βοηθήσει στην πρόληψη χρόνιων παθήσεων, αλλά και στην απώλεια βάρους.
- 16/07/2021
- Κείμενο: Γεωργία Περιμένη
Η Βαλεντίνη Κωνσταντινίδου είναι ερευνήτρια Διαιτολόγος- Διατροφολόγος, με εξειδίκευση στη Διατροφογενετική. Προερχόμενη από τα νότια προάστια, τα οποία εγκατέλειψε για μία περίπου δεκατία προκειμένου να κάνει το μεταπτυχιακό και το διδακτορικό της στο εξωτερικό, επέστρεψε πέρυσι στην Ελλάδα και δημιούργησε στη Γλυφάδα το Κέντρο DNANUTRICOACH®. Με ένα πλούσιο ερευνητικό έργο πάνω στη μεσογειακή διατροφή με βασικό της συστατικό το έξτρα παρθένο ελαιόλαδο και στους μοριακούς μηχανισμούς με τους οποίους αυτή η θρέψη επηρεάζει τα γονίδιά μας, δηλαδή το DNA μας, η Δρ. Βαλεντίνη Κωνσταντινίδου είναι ο ιδανικός άνθρωπος για να μας εξηγήσει αν τελικά το κλισέ “είμαστε ό,τι τρώμε” κρύβει πολύ μεγαλύτερη δόση αλήθειας από αυτή που θέλουμε να πιστεύουμε.
Τι ακριβώς είναι η Διατροφογενετική;
Η διατροφογενετική είναι το κομμάτι εκείνο της διατροφικής έρευνας που μελετά πώς το DNA μας, τα γονίδιά μας και η διαφορετικότητα αυτή που έχουμε ο ένας από τον άλλον επηρεάζουν, καθορίζουν και επηρεάζονται από τη διατροφή και τις συνολικές μας διατροφικές συμπεριφορές. Είναι σχετικά νέος επιστημονικός κλάδος, που αναπτύχθηκε ραγδαία μετά την αποκωδικοποίηση του ανθρώπινου γονιδιώματος το 2001.
Πώς μπορεί η Διατροφογενετική να μας βοηθήσει στην πρόληψη χρόνιων παθήσεων, αλλά και στην απώλεια βάρους;
Η Διατροφογενετική ανήκει σε μια ευρύτερη νέα κατηγορία γενετικής που καλείται προληπτική γενετική. Εξετάζει γονίδια και παραλλαγές τους που προδιαθέτουν δηλαδή, αλλά δεν καθορίζουν, αυτές τις χρόνιες παθήσεις, που στην πλειοψηφία τους είναι διατροφοεξαρτώμενες. Όλα τα καρδιαγγειακά νοσήματα, ο διαβήτης τύπου ΙΙ, η παχυσαρκία, ακόμα και αρκετοί καρκίνοι εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από τη διατροφή μας. Γνωρίζοντας, λοιπόν, εγκαίρως τις γενετικές μας ευαισθησίες, τα “ δυνατά” και λιγότερα δυνατά σημεία της κατασκευής μας, μπορούμε πλέον να δρούμε εγκαίρως και προληπτικά, πριν την εμφάνιση των πρώτων συμπτωμάτων, ενδυναμώνοντας τον οργανισμό μας με τη διατροφή και τη θρέψη όπου χρειάζεται, όσο χρειάζεται και όταν χρειάζεται. Η απώλεια βάρους, από την άλλη, είναι μια κατηγορία από μόνη της, πολυπαραγοντική, όπου χρειάζεται συνδυασμό πολλών παραγόντων για να πετύχει. Η γνώση του DNA μας είναι ένας από αυτούς τους παράγοντες, που εξηγεί επακριβώς τι συμβαίνει στο παχύσαρκο άτομο και βοηθά επίσης τον εξειδικευμένο επαγγελματία υγείας να στοχεύσει σε συγκεκριμένες, και 100% εξατομικευμένες οδηγίες κάνοντας την απώλεια βάρους λίγο πιο ανεκτή, πιο ανώδυνη και πιο μόνιμη.
Ποια είναι η βασική διαφορά σε σχέση με τα προγράμματα διατροφής που μας δίνει ένας Διατροφολόγος-Διαιτολόγος;
Η βασική διαφορά είναι αυτή η στόχευση και η 100% εξατομίκευση. Έως πρότινος, οι διατροφικές οδηγίες και τα προγράμματα διατροφής που δίναμε διαμορφώνονταν με βάση τις γενικές οδηγίες που έχουμε για όλο τον πληθυσμό, με τις υπάρχουσες γενικές κατηγορίες, τηρώντας τις αρχές της δημόσιας υγείας. Η διατροφογενετική αρχίζει να επιμερίζει πλέον αυτές τις γενικές οδηγίες, δημιουργώντας περισσότερες υποκατηγορίες από τις ήδη υπάρχουσες, δηλαδή τις ηλιακές ομάδες, εγκυμοσύνη, γαλουχία, νοσήματα κλπ. Ανάλογα με το γενετικό υπόβαθρο των ατόμων, λοιπόν, δημιουργούνται περισσότερες υποκατηγορίες και προσαρμόζονται αυτές οι γενικές οδηγίες στις ατομικές ανάγκες. Δεν είναι ούτε εύκολο, ούτε αυτόματο, και πολύ περισσότερο δεν είναι πεπερασμένο. Είναι μια δυναμική διαδικασία και πολύ περισσότερο από ένα έτοιμο πρόγραμμα διατροφής.
Πώς διάλεξες την Ισπανία για τις σπουδές και την έρευνά σου στο αντικείμενο και πώς τελικά αποφάσισες να επιστρέψεις στην Ελλάδα;
Την Ισπανία και συγκεκριμένα τη Βαρκελώνη, την επέλεξα το 2001 όταν πήρα την πρώτη μου προπτυχιακή Ευρωπαϊκή υποτροφία Leonardo da Vinci και πήγα να μελετήσω τις αντιοξειδωτικές ιδιότητες του έξτρα παρθένου ελαιολάδου στον άνθρωπο, στο μεγαλύτερο Ευρωπαϊκό γκρουπ, τότε, στο χώρο, στο ινστιτούτο IMIM. Εφόσον ολοκλήρωσα εκείνη την τρίμηνη, προπτυχιακή μου πρακτική, μου πρότειναν θέση για να συνεχίσω για διδακτορικό, το οποίο και έκανα στη συνέχεια. Όσο για την επιστροφή στην Ελλάδα, αυτή συνέπεσε με την πανδημία του κορονοϊού. Πάντα ήταν κάτι που είχα στο πίσω μέρος του μυαλού μου, το ότι θα ήθελα κάποια στιγμή να γυρίσω και να εφαρμόσω και στη χώρα μου όλη αυτή τη γνώση, αλλά νομίζω ότι η εξωτερική συγκυρία της πανδημίας όρισε και το τελεσίδικο. Πλέον από το 2020, είμαι και επισήμως ξανά κάτοικος Ελλάδας και πηγαινοέρχομαι μόνο για συγκεκριμένα πρότζεκτ στην Ισπανία.
Άνοιξες στη Γλυφάδα ένα πρότυπο Κέντρο Διατροφογενετικής, κάτι δηλαδή εκ των πραγμάτων πρωτοποριακό, και μάλιστα εν μέσω πανδημίας. Ήταν φαντάζομαι μια ιδιαίτερα απαιτητητική συγκυρία.
Ναι, πράγματι ξεκίνησα το πρότυπο κέντρο Διατροφογενετικής DNANUTRICOACH®στις 15 Ιουλίου του 2020, λίγο μετά την πρώτη καραντίνα. Η συγκυρία ήταν όντως ιδιαίτερη, αλλά και ελπιδοφόρα, δεδομένου ότι ο κόσμος είχε ήδη αρχίσει να λαμβάνει πιο σοβαρά τόσο την πρόληψη όσο και τις επιστημονικές συμβουλές. Η αρχή του κέντρου μου λοιπόν ήταν μια επιθυμία μου να φέρω την εφαρμοσμένη Διατροφογενετική και στην Ελλάδα, που έγινε πραγματικότητα στην ιδιαίτερη αυτή περίοδο. Το DNANUTRICOACH® μετράει ήδη λειτουργία από το 2015, με έδρα τη Βαρκελώνη, όπου ξεκίνησα αυτή την επιχειρηματική προσπάθεια ως startup εκεί, οπότε ήταν μέσα στα σχέδιά μου να έρθει κάποια στιγμή και στην Ελλάδα. Επέλεξα τη Γλυφάδα, ως το μέρος που μεγάλωσα, τη γειτονιά μου, οπότε δε θα ήθελα να ξεκινήσω από αλλού. Παράλληλα, όμως στο DNANUTRICOACH έχω ξεκινήσει εκπαιδευτικά προγράμματα για επαγγελματίες υγείας στο χώρο της Διατροφογενετικής, προς το παρόν online, και αναμένω και τις πιστοποιήσεις του ΕΟΠΠΕΠ. Οι επαγγελματίες υγείας, νέοι και παλιότεροι, οφείλουν να γνωρίζουν το πώς μπορούν να χρησιμοποιούν το εργαλείο της διατροφογενετικής στην κλινική τους πρακτική και έχω ξεκινήσει ήδη συνεργασίες προς αυτή την κατεύθυνση. Βεβαίως, στόχος μου είναι να μάθει ο κόσμος πώς να χρησιμοποιεί τη γενετική πληροφορία προς όφελός του και νομίζω μπορώ να προσφέρω πολλά ακόμη. Σύντομα αναμένω και την έκδοση του πρώτου μου βιβλίου στα ελληνικά.
Πώς ανταποκρίνεται το κοινό σε ένα τόσο νέο επιστημονικό πεδίο όπως η Διατροφογενετική;
Ανταποκρίνεται πολύ καλά και συνεχίζει να με εκπλήσσει! Υπάρχει πολύς κόσμος που έχει περιέργεια να μάθει, και πολύς κόσμος που είναι ήδη γνώστης και αποφασίζει να ασχοληθεί σοβαρά, στοχευμένα και εξατομικευμένα με τη θρέψη και τη διατροφή του, πέρα από τις κοινές φιλοδοξίες αισθητικής, γεγονός πολύ ελπιδοφόρο. Βεβαίως υπάρχει και κόσμος σκεπτικός και προβληματισμένος και με δισταγμό, πράγμα όμως που είναι απόλυτα αναμενόμενο και λογικό. Έτσι συμβαίνει με κάθε τι νέο στη βιοϊατρική έρευνα, και πολύ περισσότερο στη διατροφή, που δυστυχώς ο κόσμος έχει συνηθίσει σε “τάσεις” και μόδες. Αυτό όμως είναι και το μεγάλο στοίχημα των ερευνητών, το να μπορέσουμε δηλαδή να «μεταφράσουμε», να εξηγήσουμε και να εφαρμόσουμε τα επιστημονικά αποτελέσματα στο κοινό, να εξηγήσουμε και να εκπαιδεύσουμε τον κόσμο στο πώς να μένει υγιής σήμερα, αύριο και για το μεγαλύτερο δυνατό χρονικό διάστημα.