Ελένη Τσαχάκη: Η Διαιτολόγος που θα αλλάξει τη διατροφή σου μέσα από το σύστημα NLP
Αφιέρωμα: Ψυχική ΥγείαΗ Διαιτολόγος – Διατροφολόγος Ελένη Τσαχάκη μας εξηγεί πώς συναισθήματα, εμπειρίες και τρόπος σκέψης είναι άρρηκτα συνδεδεμένα με τη διατροφή μας, ίσως πολύ περισσότερο απ’ ό,τι νομίζαμε, μας συστήνει την έννοια του Νευρολογικού Προγραμματισμού (NLP) στη Διατροφή και δίνει απαντήσεις για την πολυσυζητημένη συναισθηματική υπερφαγία.
- 03/01/2025
- Κείμενο: Γεωργία Περιμένη
- Φωτογραφίες: Φανή Τουμπουλίδου
Η Ελένη Τσαχάκη είχε από μικρή ζωηρό ενδιαφέρον για τον κόσμο της διατροφής. Για όσα θρέφουν το σώμα μας, το διαμορφώνουν και μας δίνουν δύναμη και ενέργεια να ανταπεξέλθουμε στην καθημερινότητά μας, ενώ παράλληλα μας προσφέρουν στιγμές απόλαυσης.
Ήδη από το Γυμνάσιο ήξερε ότι ήθελε να ασχοληθεί με τον τομέα της Υγείας και συγκεκριμένα τη Διατροφολογία. Σπούδασε λοιπόν στο Τμήμα Διατροφής & Διαιτολογίας στο Διεθνές Πανεπιστήμιο της Ελλάδος (πρώην ΑΤΕΙΘ) και στη συνέχεια, έκανε τη μεταπτυχιακή της εξειδίκευση στο Χαροκόπειο Πανεπιστήμιο με κατεύθυνση στη «Μοριακή Διατροφή», με στόχο να μελετήσει τη σχέση διατροφής και γονιδίων.
Μέσα στα χρόνια, και όσο ασκούσε το αγαπημένο της επάγγελμα, παρατηρούσε ότι όσο «τέλειο», αρεστό και καθόλου αυστηρό πρόγραμμα διατροφής και να έδινε σε έναν διαιτώμενο, για διάφορους λόγους εκείνος μπορεί τελικά να μην το ακολουθούσε. Γρήγορα συνειδητοποίησε ότι τα συναισθήματα, ο τρόπος σκέψης και οι παλαιότερες εμπειρίες στη δίαιτα αποτελούσαν τα πιο συνήθη κοινά χαρακτηριστικά των ατόμων που δεν είχαν τα επιθυμητά αποτελέσματα από το πρόγραμμα διατροφής τους.
Με αφορμή αυτήν ακριβώς την παρατήρηση, ξεκίνησε να εκπαιδεύεται (όπως συνεχίζει μέχρι και σήμερα) στον τομέα της Ψυχολογίας, του Νευρογλωσσικού Προγραμματισμού (NLP), της Νευροεπιστήμης και της ασυνείδητης επικοινωνίας. Μιλήσαμε μαζί της και λύσαμε όλες μας τις απορίες σχετικά με τη διατροφική εκπαίδευση, τη σχέση όσων επιλέγουμε καθημερινά ως τροφή με τα συναισθήματά μας και την πρωτοποριακή προσέγγιση του NLP που η ίδια εφαρμόζει.
Κυρία Τσαχάκη, ομολογουμένως τελευταία ακούμε όλο και περισσότερο μία νέα οπτική της Διατροφολογίας και Διαιτολογίας, αυτή που τις συνδέει με την εκπαίδευση του διαιτώμενου στο να τρέφεται σωστά και ενσυνείδητα. Ποιο στοιχείο πιστεύετε ότι σας κάνει να ξεχωρίζετε σε σχέση με τον ανταγωνισμό;
Όλες οι μετεκπαιδεύσεις μου είναι πάνω στην τροποποίηση της διατροφικής συμπεριφοράς και τον τρόπο σκέψης γύρω από τη διατροφή. Ως αποτέλεσμα αυτού θεωρώ ότι έχω πλέον την ικανότητα να προσφέρω μία ολιστική προσέγγιση στη βελτίωση της ποιότητας ζωής, να καθοδηγώ ανθρώπους να ξεμπλοκάρουν στις δυσκολίες σχετικά με τη διατροφή και την ευεξία, καθώς και να κατανοήσουν τον τρόπο με τον οποίο λειτουργούν τα ασυνείδητα μοτίβα τους, τόσο στη διατροφή όσο και στην υγεία τους.
Ταυτόχρονα, ο συνδυασμός των γνώσεων αυτών, μου δίνει τη δυνατότητα να είμαι σε θέση να συνδυάζω τα διατροφικά μηνύματα του σώματος με την ασυνείδητη επικοινωνία. Αρκεί γι’ αυτό να αναφέρουμε ότι εμείς οι άνθρωποι μπορούμε να επικοινωνούμε χωρίς να επικοινωνούμε – τουλάχιστον με τον παραδοσιακό τρόπο – και αυτό καθώς το 93% της επικοινωνίας μας είναι… χωρίς λέξεις. Πιστεύω λοιπόν ότι έχω βαθιά κατανόηση, ενσυναίσθηση και μέσα σε ένα πλαίσιο αποδοχής, έχω την ικανότητα να κινητοποιώ τους ανθρώπους να είναι υγιείς, απελευθερωμένοι από τα βάρη τους και αποδεχτοί από τον εαυτό τους.
Τι ακριβώς είναι η διατροφική εκπαίδευση και πόσο σημαντική είναι για τη διαχείριση βάρους, σε σχέση με ένα απλό πρόγραμμα διατροφής;
Η διατροφική εκπαίδευση αποτελεί το βασικό κομμάτι της συνεδρίας μου με έναν διαιτώμενο. Είναι γεγονός ότι αν ένας διαιτώμενος λάβει ένα πλάνο διατροφής, χωρίς όμως να κατανοεί τους λόγους που το ακολουθεί, σύντομα θα το διακόψει. Μέσα από τη διατροφική εκπαίδευση, μπορούμε μαζί με τον εκάστοτε διαιτώμενο να δούμε: Γιατί επιλέγει κάθετί στο πρόγραμμα διατροφής, τι συμβαίνει στο σώμα του και τη διατροφή, πώς δουλεύει το σώμα του και πώς επηρεάζεται από αυτή, καθώς και τι θα συμβεί ή όχι, αν ακολουθήσει τις διατροφικές οδηγίες που χρειάζεται το σώμα για την ισορροπία του. Αυτά και ακόμα περισσότερα, κερδίζει κάποιος όταν επιλέξει τη διατροφική εκπαίδευση για το σώμα και την υγεία του, συγκριτικά με ένα απλό πλάνο διατροφής.
Τι ακριβώς είναι η μέθοδος NLP και με ποιο τρόπο την εφαρμόζετε στους διαιτώμενούς σας;
Για να εξηγήσουμε, το NLP αποτελεί ακρωνύμιο για το NeuroLinguistic Programming, ή αλλιώς Νευρογλωσσικός Προγραμματισμός και συμπεριλαμβάνει τα τρία αυτά στοιχεία που συνθέτουν την κάθε μας εμπειρία: τη νευρολογία, τη γλώσσα, τον προγραμματισμό.
Ο Νευρογλωσσικός Προγραμματισμός συνδυάζει βασικές θεωρίες και τεχνικές από διαφορετικές επιστήμες. Η Ψυχολογία, η Νευροεπιστήμη, η Βιολογία, καθώς και η Επικοινωνία, τα Μαθηματικά, ακόμη και η Επιστήμη των Η/Υ είναι μερικές από αυτές. Δημιουργήθηκε από ιδέες που προέκυψαν από τη μελέτη των συνηθειών επιτυχημένων ανθρώπων τη δεκαετία του ’70. Τότε οι επιστήμονες συνειδητοποίησαν ότι υπάρχει σύνδεση ανάμεσα στις νευρολογικές διαδικασίες, τη γλώσσα και τα μοτίβα συμπεριφοράς που μαθαίνουμε μέσα από τις εμπειρίες (τον λεγόμενο προγραμματισμό) και αυτά μπορούν να αλλάξουν μέσα από ορισμένες τεχνικές, ώστε να επιτύχουμε συγκεκριμένους στόχους στη ζωή μας.
Σήμερα, όλο και περισσότερες μελέτες έρχονται να αποδείξουν πως το νευρικό μας σύστημα είναι αυτό που ρυθμίζει τη λειτουργία του σώματός μας. Γι’ αυτό θα μπορούσα να πω ότι ο Νευρογλωσσικός Προγραμματισμός (NLP) αποτελεί μια ψυχολογική προσέγγιση που αφορά την επικοινωνία, την αυτογνωσία, την αυτοπαρατήρηση για την προσωπική εξέλιξη του καθενός και με αυτόν τον τρόπο μπορεί να φανεί χρήσιμη στην κατανόηση της σύνδεσης της τροφής με τις λειτουργίες του σώματος και την υγεία.
Μέσα στις συνεδρίες μου, το NLP αποτελεί για εμένα ένα σημαντικό εργαλείο κατανόησης του ανθρώπου με τον οποίο συνεργαζόμαστε, ώστε να τον βοηθήσω ακόμα περισσότερο να ανακαλύψει, να κατανοήσει και επιλύσει το ζήτημά του.
Πρακτικά πώς επηρεάζει λοιπόν η διατροφή την ψυχολογία και το αντίστροφο;
Είναι πλέον δεδομένο ότι η σχέση μεταξύ διατροφής και ψυχολογίας είναι πολυδιάστατη και αλληλεξαρτώμενη, καθώς η μία επηρεάζει την άλλη σε πολλαπλά επίπεδα. Ενδεικτικά θα πω ότι η διατροφή μπορεί να επηρεάσει τα επίπεδα ενέργειας και διάθεσής μας, καθώς η κατανάλωση τροφών με υψηλή περιεκτικότητα σε ζάχαρη ή επεξεργασμένα τρόφιμα μπορεί να προκαλέσει απότομες αυξομειώσεις σε αυτά, ενώ αντίθετα μία ισορροπημένη διατροφή με σύνθετους υδατάνθρακες, «καλά» λιπαρά και πρωτεΐνες, βοηθά σε μία πιο «σταθερή» διάθεση.
Επίσης, τα θρεπτικά συστατικά, όπως τα ω-3 λιπαρά και οι βιταμίνες του συμπλέγματος Β, υποστηρίζουν τη σύνθεση νευροδιαβιβαστών όπως η σεροτονίνη και η ντοπαμίνη, που σχετίζονται με τη διάθεση και την ευτυχία. Ακόμη, μια διατροφή πλούσια σε φρούτα, λαχανικά και προβιοτικά συνδέεται με μειωμένα επίπεδα άγχους και κατάθλιψης.
Όμως η σύνδεση είναι βέβαια αμφίδρομη. Από την πλευρά τους τα συναισθήματα, όπως το άγχος, η θλίψη ή ευτυχία, συχνά οδηγούν σε υπερκατανάλωση τροφής ή κατανάλωση τροφών με υψηλή περιεκτικότητα σε ζάχαρη, λίπη και αλάτι. Το χρόνιο άγχος μπορεί να επηρεάσει την όρεξη (είτε αυξάνοντάς την είτε μειώνοντάς την), οδηγώντας σε μη ισορροπημένη διατροφή. Επίσης, η ψυχολογική εξάντληση μειώνει τη δύναμη της θέλησης, καθιστώντας πιο πιθανό να επιλέξει κανείς ανθυγιεινές και εύκολες λύσεις διατροφής.
Το σημαντικό που αξίζει να πούμε είναι ότι σε κάθε περίπτωση υπάρχει λύση, αρκεί να εκπαιδευτούμε πάνω σε αυτό.
Πόσο συχνή είναι στις μέρες μας η συναισθηματική υπερφαγία; Πρόκειται για ένα φαινόμενο που συζητείται έντονα τα τελευταία χρόνια.
Πράγματι, στις ημέρες μας παρατηρώ πολύ συχνά τους ανθρώπους να αναφέρουν τη συναισθηματική υπερφαγία ή ότι τρέφονται συναισθηματικά. Ένα μεγάλο ποσοστό βέβαια των περιπτώσεων, δεν οφείλεται σε συναισθηματικό φαγητό, αλλά σε μία ενστικτώδη ανάγκη του σώματος – βιολογική δηλαδή ανάγκη – να καλύψει την ενέργεια που χρειάζεται μέσα στην ημέρα του. Το ζήτημα είναι πώς το προσεγγίζει και το ερμηνεύει ο καθένας μας.
Ένα μεγάλο ποσοστό των ανθρώπων που απευθύνονται σε εμένα, συχνά αναφέρουν το συναισθηματικό φαγητό ως πρόβλημα και ταυτόχρονα, αναφέρουν τη μείωση του βάρους ή πιο συγκεκριμένα τη δίαιτα ως λύση σε αυτό. Αυτό που συχνά συζητάμε όμως, είναι ότι η δίαιτα στο συναισθηματικό φαγητό είναι σαν να θέλω να ανοίξω την κλειδαριά με ένα κατσαβίδι. Θα γυρίσω το κατσαβίδι από εδώ και από εκεί και μπορεί να ανοίξω και την πόρτα στο τέλος. Το ζήτημα, ωστόσο είναι ότι μπορεί να έχω κάνει μεγαλύτερη ζημιά από ό,τι αν είχα πάρει εξαρχής το κατάλληλο κλειδί.
Πώς θα μπορούσαμε να διαχειριστούμε μία τέτοια κατάσταση;
Το πρώτο πράγμα που φαίνεται να βοηθάει όσον αφορά το συναισθηματικό φαγητό είναι να κάνουμε μία παύση και να δούμε ποιο είναι το μήνυμα που φέρει αυτή η ανάγκη του συναισθηματικού φαγητού. Τότε ίσως συνειδητοποιήσουμε ότι δεν χρειαζόμαστε ή δεν λαχταράμε πραγματικά αυτό που ήμασταν έτοιμοι να καταναλώσουμε για να ξεσπάσουμε.
Μέσα σε ένα απαιτητικό πρόγραμμα με πολλές ώρες εκτός σπιτιού, πόσο ρεαλιστικό είναι να ακολουθήσει κάποιος ένα δομημένο πρόγραμμα χωρίς να χάνει γεύματα και τι συμβουλεύετε τους διαιτώμενούς σας για να το πετύχουν;
Σε αυτή την περίπτωση θα τολμήσω να πω ότι η φράση «Δεν υπάρχει “δε μπορώ”, υπάρχει “δεν θέλω”» ισχύει. Όταν κάποιος πραγματικά κατανοήσει τους λόγους που το σώμα του χρειάζεται αυτά τα γεύματα, τότε και μόνο τότε δεν θα τα παραλείπει. Επιπλέον, πρέπει όλοι να συνειδητοποιήσουμε ότι αυτή η απαιτητική καθημερινότητα αλλάζει εντελώς όταν θρέφουμε με τα κατάλληλα συστατικά το σώμα μας, αφού έτσι τα επίπεδα της ενέργειάς μας αυξάνονται. Άρα, αν έχω ένα σώμα που ξέρω πώς να δουλεύει στο μέγιστο των δυνατοτήτων του και δεν το βοηθάω, τότε είναι σαν να μιλάμε για αυτοσαμποτάζ.
Σε όλη αυτή τη δύσκολη καθημερινότητα, φυσικά έρχεται ως σύμμαχος η οργάνωση των γευμάτων. Υπάρχουν πολλές εύκολες λύσεις να προετοιμάσουμε τα γεύματα ή ακόμα και να τα βρούμε εκτός σπιτιού, ώστε να μπορέσουμε να συνεχίζουμε να φροντίζουμε το σώμα μας.
Υπάρχουν περιπτώσεις που ένας διαιτώμενος πρέπει να παραπεμφθεί σε έναν ψυχολόγο, προκειμένου να λύσει τα βαθύτερα αίτια των προβλημάτων που σχετίζονται με το βάρος του;
Ναι. Η προσέγγισή μου είναι ολιστική και αυτό αμέσως συνδέεται με την επικοινωνία άλλων ειδικών προκειμένου να υπάρχει το καλύτερο αποτέλεσμα. Γι’ αυτόν τον λόγο υπάρχει συνεργασία με άλλους ειδικούς υγείας (ψυχολόγους – θεραπευτές – ιατρούς – φαρμακοποιούς, κ.α.) που μοιραζόμαστε την ίδια φιλοσοφία. Έτσι, η απόφαση να παραπέμψω έναν διαιτώμενο σε ψυχολόγο βασίζεται σε συγκεκριμένα σημάδια που δείχνουν ότι η υποστήριξη που μπορώ να προσφέρω στο πλαίσιο της διατροφής δεν επαρκεί για να αντιμετωπιστούν βαθύτερα ψυχολογικά ζητήματα. Κάποιες ενδείξεις που με οδηγούν σε αυτήν την απόφαση είναι αν υποπτευθώ ή διαπιστώσω συμπτώματα διατροφικών διαταραχών, πχ. νευρική ανορεξία, βουλιμία ή αδηφαγική διαταραχή, που απαιτούν εξειδικευμένη ψυχολογική υποστήριξη και δεν μπορούν να αντιμετωπιστούν μόνο με διατροφικές παρεμβάσεις.
Επίσης, όταν υπάρχει εμμονή με το σωματικό βάρος και παρατηρώ ότι η αξία του εξαρτάται αποκλειστικά από αυτό ή την εμφάνιση, παρά τις προσπάθειες να αναδείξουμε άλλες πτυχές της υγείας και της ευεξίας. Αν παρατηρώ επιπλέον ότι υπάρχει έντονη αντίσταση, δυσπιστία ή αδυναμία εφαρμογής του πλάνου, η οποία συνδέεται με υποβόσκοντα ψυχολογικά θέματα, όπως τραύματα, πένθος κλπ. και τέλος, αν προκύψουν ενδείξεις για κατάθλιψη, άγχος ή άλλες ψυχικές διαταραχές που επηρεάζουν τη διατροφική συμπεριφορά ή τη δυνατότητα το άτομο να δεσμευτεί στα όσα συζητάμε για την υγεία του.
Σε αυτές τις περιπτώσεις και ακόμα περισσότερες, επικοινωνώ στον διαιτώμενο ότι η ψυχολογική διάσταση της διατροφής μας είναι εξίσου σημαντική με τη σωματική και ότι η συνεργασία με έναν ειδικό ψυχικής υγείας μπορεί να λειτουργήσει συμπληρωματικά και υποστηρικτικά στη γενικότερη προσπάθειά μας.
Info:
Ελένη Τσαχάκη
Διαιτολόγος – Διατροφολόγος, M.Sc. Μοριακή Διατροφή
Diet & NLP Wellbeing Coach | mBit Coach | NLP Master Practitioner
Timeline Therapy™ & New Code NLP Practitioner
T: +30 2109610990
tsachaki.gr